Αὐτά πού
ἀκολουθοῦν (ἐνδεικτικά) εἶναι ὅσα διδαχθήκαμε-παρελάβαμε ἀπό τούς Πατέρες μας.
Αὐτά φανερώνουν μέ καθαρό καί ἀδιαμφισβήτητο τρόπο τήν ἀλήθεια τῆς Πίστεώς μας.
Τῆς Πίστεως πού γαλούχησε τό Γένος μας, τουλάχιστον μέχρι τῆς ἀπελευθερώσεώς
μας ἀπό τόν Τουρκικό ζυγό. Αὐτά, σήμερον, ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος ἐμπράκτως
τά λοιδωρεῖ, τά ἐμφανίζει «μυθεύματα» καί γι’ αὐτό ἐνεργεῖ ἐνάντια στήν ἅπαξ
παραδοθεῖσα Πίστη «τοῖς Ἁγίοις», ὡς πραγματικά ἄπιστος, οὐσιαστικά ἁγιομάχος καί
πολέμιος, θεωρητικά καί πρακτικά, τῆς Ὀρθοδοξίας!
Τό θαῦμα
τοῦ ἁγίου Σπυρίδωνος
κατά τῶν Λατίνων
Θά ἀναφερθοῦμε σ’ ἕνα ἱστορικὸ συμβὰν ἐκ μέρους τοῦ ἁγίου Σπυρίδωνος, τὸ ὁποῖο ἀμείλικτα ἔδωσε ἰσχυρὸ ράπισμα καὶ ἐξ Οὐρανοῦ κατεδίκασε τὸν παπισμὸ ὡς παναίρεση.
Τὸ τί συνέβη στὴν Κέρκυρα καὶ ἄνωθεν τιμωρήθηκαν οἱ τότε παπικοί, εἶναι ἄκρως διαφωτιστικὸ, ὡς καὶ συνταρακτικὸ, καὶ γεγονός ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδοξίας, τὸ ὁποῖο θυμίζει βιβλικὰ τιμωρητικὰ συμβάντα τοῦ ἀρχαίου Ἰσραήλ. Τονίζεται ἰδιαιτέρως ὅτι τὸ γεγονὸς ἐκεῖνο καίρια ἀποστομώνει τοὺς παπόφιλους καὶ οἰκουμενιστές. Καί ἔχει αὐτὸ τὸ κῦρος, ἐπειδή προέρχεται ἀπὸ τὸν λόγιο ὅσιο Ἀθανάσιο τὸν Πάριο καὶ τὸν κερκυραῖο διδάσκαλο Εὐγένιο Βούλγαρι. Καὶ οἱ δύο ἔζησαν τὴν ἐποχὴ τοῦ συμβάντος καὶ τὸ κατέχουν ἀπὸ «πρῶτο χέρι».
... Ἡ Κέρκυρα διασώθηκε ἀπὸ καλὰ ὀργανωμένη τουρκικὴ ἐπίθεση τὸν Αὔγουστο τοῦ 1716, χάρη στὴ δυναμικὴ παρέμβαση τοῦ πολιούχου της, ἁγίου Σπυρίδωνος, ὁ ὁποῖος ματαίωσε κυρίευση τοῦ νησιοῦ, πού ἦταν βέβαιη μὲ βάση τὰ ἑκατέρωθεν στρατιωτικὰ μέσα. Αὐτό ἔγινε δεκτὸ ἀπὸ τοὺς Ὀρθοδόξους κατοίκους, ἀλλὰ καὶ τοὺς παπικοὺς Βενετσιάνους, ποὺ ἦταν τότε κύριοι τοῦ νησιοῦ.
Ὁ Διοικητὴς τοῦ νησιοῦ, ἀντιναύαρχος Ἀνδρέας Πιζάνης, παπικός, θέλοντας καὶ προσωπικὰ νὰ εὐχαριστήσει τὸν Ἅγιο, συμβουλεύτηκε τὸν παπικὸ θεολόγο του Φραγκίσκο Φράνγκιπουμ, ὁ ὁποῖος τοῦ πρότεινε νὰ ἀνεγείρει πλάϊ στὴν ἤδη ὑπάρχουσα Ἁγία Τράπεζα, στὸν Ἱερὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου, καὶ στὸν χῶρο, ὅπου ὑπάρχει τὸ Ἱερὸ Σκήνωμα, μία ἄλλη δική τους παπικὴ τράπεζα (ἀλτάριο), προκειμένου, ὅταν θέλει, νὰ τελεῖται παπική λειτουργία στὴ γλώσσα τους. Φάνηκε ἀρεστὴ ἡ πρόταση στὸν Ἡγεμόνα Πιζάνη καὶ πληροφοριακὰ τὸ εἶπε στοὺς ἱερεῖς τοῦ Ναοῦ. Ἐκεῖνοι πάραυτα ἐξέφρασαν τὴν ἀντίθεσή τους, ὅτι πρόκειται περὶ καινοτομίας καὶ ὅτι δὲν θὰ τὴν δεχθεῖ ὁ Ἅγιος. Ὅμως, αὐτὸς ἀντέδρασε.
Ἐκεῖνο τὸ βράδυ, τοῦ ἔκανε ἐμφάνιση ὁ ἅγιος Σπυρίδων μὲ σχῆμα μοναχοῦ καὶ ἔντονα τὸν ἀπέτρεψε νὰ προβεῖ σὲ ὅ,τι ἀποφάσισαν. Τὸ ὄνειρο ἀνέφερε στὸν θεολόγο του καὶ αὐτὸς τὸν ἐνθάρρυνε, λέγοντας ὅτι οἱ Χριστιανοὶ δὲν πιστεύουν σὲ ὄνειρα. Ὅμως, ἦταν φανερὸ ὅτι δὲν ἐπρόκειτο γιὰ σύνηθες ὄνειρο. Ἐνῶ τὰ σχετικὰ ὑλικὰ ἑτοιμάζονταν, τὴν ἑπομένη νύχτα ἔγινε δεύτερη ἐμφάνιση τοῦ Ἁγίου, ὅπου μὲ ὕφος ἀπειλητικὸ τοῦ εἶπε: «Ἤξευρε ὅτι, ἂν πειράξῃς τὸν Ἅγιον οἶκον μου, θέλεις τὸ μετανοήσης, ὅτε οὐδὲν ὄφελος». Ἔμφοβος ὁ αὐθέντης καὶ ἔντρομος γενόμενος, ἀμέσως τὴν ὥρα ἐκείνη τῆς νυκτὸς καλεῖ τὸν θεολόγο του, διηγεῖται ἀπαραλλάκτως τὴν ὄψη τοῦ φαινομένου,
τοῦ παριστάνει τὴν δειλία τῆς καρδίας του, καὶ λέει ὅτι ἀπὸ τόσο φόβο εἶναι κυριευμένος, ὥστε δὲν θέλει νά ἀποτολμήσει νὰ ἐκτελέσει αὐτὸ τὸ ἔργο. Τότε ὁ θεολόγος, ἀφοῦ ὕψωσε τὸν λόγο του, λέγει: «Αὐθέντα ἤξευρε, πώς, ἂν συσταλθῇς ἀπὸ τοῦ νὰ ἐνεργήσῃς ἕνα ἅγιον ἔργον, ὁποῦ ἀπεφάσισες, παραστήνεσαι εἰς τὸν κόσμον ὅτι πιστεύεις σὲ ὀνείρατα ἐκ συνεργείας τοῦ διαβόλου».
Ἀφοῦ γέμισε, λοιπὸν, μέ θράσος ὁ Ἡγεμών, ὅταν ξημέρωσε, πῆγε στὴν Ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου μαζί μέ ὅλη τή συνοδεία του, γιὰ νὰ καταμετρήσει τελικὰ τὸν τόπο, τό μῆκος, τό πλάτος καὶ τό ὕψος γιὰ τὴν κατασκευὴ τῆς τραπέζης. Τότε ἐκεῖ οἱ ἱερεῖς, μὲ ἐπικεφαλῆς τὸν Πρωτοπαπᾶ, τὸν παρακαλοῦσαν, ἰκετεύοντας, νὰ μὴ κάνει τέτοια καινοτομία. Ὁ δέ Ἡγεμών, ἀφοῦ ἄκουσε καὶ ἀγρίεψε, φοβέρισε μὲ μεγάλο θυμὸ ὅτι, ἂν δὲν ὑπακούσουν καὶ ἡσυχάσουν, θά τοὺς στείλει σιδηροδέσμιους στὴν Βενετία.
Ἀφοῦ ἀπεχώρησε ὁ Ἡγεμών, οἱ ἱερεῖς ἄνοιξαν τὴν ἱερὰ λάρνακα καί ἔψαλαν παράκληση, χύνοντας δάκρυα, γιὰ νὰ ἐμποδίσει ὁ Ἅγιος τὸν σκοπὸ τοῦ Ἡγεμόνος. Ἡ εἴδηση ἔφθασε καὶ στὸν πιστὸ λαό.
Κατά
τά μεσάνυκτα, γίνονται ἀστραπές, βροντές καὶ κεραυνοὶ ἀλλεπάλληλοι. Τότε ὁ κύριος φύλακας (ὁ σκοπὸς στρατιώτης) τοῦ ὅλου συγκροτήματος τῶν ἀρχῶν τῆς Νήσου (στὸν λόφο Καστέλλι συνέχεια τῆς πόλεως) βλέπει ἕνα μοναχό, μὲ ἕνα δαυλὸ ἀναμμένο στό χέρι, πού τον πλησίαζε. Ὁ φύλακας, κατὰ τὴν συνήθεια, τὸν ρωτᾷ μία καὶ δύο φορές: «ποῖος εἶσαι σύ καὶ ποῦ πᾶς»; (ἄλτ· τὶς εἶ;). Καὶ ἐπειδὴ δέν λάμβανε καμία ἀπόκριση, σήκωσε τὸ πυροβόλο του ὅπλο (τουφέκι), γιὰ νὰ τὸν σκοτώσει, ἐνῶ τὸν πλησίαζε. Τότε ὁ μοναχὸς ἀμέσως ἀποκρίθηκε: «ἐγὼ εἶμαι ὁ Σπυρίδων». Καὶ μόλις τό εἶπε, τόν ἄρπαξε ἀπὸ τό χέρι καὶ τὸν ἐκσφενδόνισε ἔξω στὴν Σπιανάδα τῆς πόλεως Κερκύρας (μεγάλη πλατεῖα καὶ ἀπόσταση περὶ τὰ 800 μέτρα). Ἐκεῖ ὁ σκοπὸς βρέθηκε ὄρθιος, καθὼς ἦταν μὲ τὸ ὅπλο του. (Εἶχε τὸν σκοπὸ του ὁ Ἅγιος, ποὺ τὸν διεφύλαξε). Καὶ ἀμέσως, ὕστερα ἀπ’αὐτό, ἄναψε ἡ ἀποθήκη τῆς πυρίτιδος (στὸ Καστέλλι) καὶ ἀνατίναξε ὅλες τίς οἰκοδομές, πού ἦταν ἐκεῖ μέσα, καί τὸ Παλάτι τοῦ Ἡγεμόνος καὶ ὅλα ὅσα ὑπῆρχαν γύρω του. Ὁ Ἡγεμὼν βρέθηκε νεκρὸς ἀπὸ δύο δοκάρια, πού τοῦ περιέσφιξαν τὸν τράχηλο, ὁ δὲ θεολόγος βρέθηκε καί αὐτός νεκρὸς, ἔξω μάλιστα ἀπὸ τὸ τειχόκαστρο, λαμβάνοντας ἄξια μισθαποδοσία τῆς συμβουλῆς του. Χάθηκε δὲ καὶ λαὸς πολὺς, ἀνδρῶν τε καὶ γυναικῶν, ἐντός καί ἐκτός τῆς αὐλῆς τοῦ Ἡγεμόνος, ὅλοι παπικοί.
Ἐπειδὴ ὁ στρατιώτης-φύλακας, ἀφοῦ ξημέρωσε, ἔκραζε μέ φωνή μεγάλη καὶ κήρυττε, λέγοντας ὅτι ὁ Ἅγιος Σπυρίδων ἔκανε αὐτὰ τὰ μεγάλα καὶ φοβερά, καὶ λεπτομερῶς διηγοῦνταν ὅλη τὴν ὑπόθεση, οἱ Λατῖνοι, μὴ ὑποφέροντας τὴν αἰσχύνη, τόν ἀπέπεμψαν βιαίως στὴν Ἰταλία. Τὴν ἑπομένη τοῦ συμβάντος, ὁ λατινεπίσκοπος καὶ οἱ περὶ αὐτόν παπικοὶ ἔδωσαν προσταγὴ νὰ σηκωθεῖ ἀπὸ τὸν Ἱερὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου, ἡ ὕλη, πού εἴχε συναχθεῖ ἐκεῖ». Ἔτσι, τὸ θέμα τῆς παπικῆς «ἁγίας» τράπεζας ἔλαβε τέλος.
(Ἀποσπάσματα ἀπό ὁμιλία πρωτοπρεσβ.
π. Ἀγγέλου Ἀγγελακοπούλου, πού ἐκφωνήθηκε στήν αἴθουσα τῆς Π.Ο.Ε. στίς 8-12-2014.)
Η "ΚΑΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ" ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ
ΚΑΙ Η "ΑΓΑΠΗ" ΤΩΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΩΝ
ΕΝΑΝΤΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ
Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ραπίζων ἐν Συνόδῳ τόν Αἱρεσιάρχη Ἄρειο (325 μ. Χ.) |
Ὁ Πατράρχης Βαρθολομαῖος ἁσπαζόμενος τό χέρι τοῦ αἱρεσιάρχου Πάπα Φραγκίσκου ἐν τῶ όρθοδόξῳ Ναῶ (2014 μ.Χ.) |
ΝΕΟΙ ΚΑΙΡΟΙ, ΝΕΑ ΗΘΗ ἤ, ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΠΙΣΤΕΩΣ ΚΑΙ ΠΡΟΔΟΣΙΑ!