Δευτέρα 27 Μαρτίου 2017

ΕΝΑ ΔΑΚΡΥ...

τῆς Μαρίας Κατσούλη*, μαθήτριας











Ένα δάκρυ κύλησε στο πρόσωπό της. Ένα μόνο δάκρυ. Κύλησε, μα ποτέ δεν το σκούπισε. Της θύμιζε χάδι, γι’ αυτό. Της θύμιζε εκείνο το απαλό, ζεστό χάδι του ήλιου. Κύλησε και σχημάτισε μια γραμμή μες τη βρωμιά του προσώπου της. Μια γραμμή που έκανε αντίθεση. Θα περίμενε κανείς πως δεν θα ήταν βρώμικη. Πως με τόσο νερό γύρω της, δεν θα ήταν. Μα όχι, όχι. Ήταν βρώμικη. Κουβαλούσε αλμύρα, αλμύρα στα μαλλιά, αλμύρα στο στόμα, αλμύρα στα μάτια. Κουβαλούσε νερό της θάλασσας που είχε στεγνώσει πάνω της, νερό βρώμικο. Κουβαλούσε τόνους ιδρώτα. Και ναι! Θυμάται εκείνες τις μέρες, τις καυτές. Τις μέρες που ο ήλιος ήταν τόσο δυνατός που στράγγιζε τη ζωή από μέσα της. Θυμάται όμως και εκείνες τις νύχτες, τις παγωμένες. Τις νύχτες που ο άνεμος ήταν κρύος σαν τον χειμώνα. Θυμάται... Θυμάται τις μέρες που νόμιζε πως η βάρκα θα βουλιάξει. Τις νύχτες που νόμιζε πως θα πέθαινε. Θυμάται τις μέρες που ευχόταν να πεθάνει, να τελειώσει το μαρτύριό της. Θυμάται λοιπόν, και αναρωτιέται. Γιατί; Γιατί θα έπρεπε να έχει τέτοιες αναμνήσεις; Γιατί θα έπρεπε να νιώθει τέτοια ανασφάλεια στην χώρα της, ώστε να χρειαστεί να φύγει; Γιατί δεν μπορεί να πιστεύει ό,τι θέλει ΕΛΕΥΘΕΡΑ; Γιατί; Γιατί δεν μπορούν να μάθουν οι άνθρωποι να ΣΕΒΟΝΤΑΙ; Γιατί δεν μπορούν να μάθουν οι άνθρωποι να ΑΓΑΠΟΥΝ; Γιατί ο κόσμος είναι τόσο βάναυσος και σκληρός και ΑΠΑΝΘΡΩΠΟΣ; Γιατί; Είναι χιλιάδες τα ερωτήματά της. Και είναι σίγουρη πως θα εμφανιστούν και άλλα. Κι εκείνο το δάκρυ; Το μόνο δάκρυ; Ποτέ δεν θα ήξερε τι δάκρυ ήταν. Ανακούφισης, που έφτασε σώα μετά από ένα ατελείωτο ταξίδι, σε μια άλλη χώρα; Θυμού; Απογοήτευσης; Λύπης; Αγανάκτησης; Όλα; Ποτέ δεν θα ήξερε. Ήξερε μόνο πως κάποιος ή κάτι την είχε κάνει να δακρύσει. Ήξερε πως το δάκρυ της ήταν ζεστό. Ήξερε πως έμοιαζε με χάδι. Καθόταν λοιπόν στην ακτή. Αυτή, το δάκρυ της και καμιά δεκαπενταριά συμπατριώτες της, άγνωστοι. Είχαν φτάσει πριν από λίγο. Κάποιοι άνθρωποι, ντόπιοι, τους είχαν βοηθήσει να βγουν από τη βάρκα και τους είχαν δώσει κουβέρτες, μπουφάν. Κάποιοι ΑΝΘΡΩΠΟΙ. Έτσι τους θυμόταν τους ανθρώπους. Έτσι ήθελε να τους θυμάται. Καλόψυχους, γενναιόδωρους, συμπονετικούς, ΑΝΙΔΙΟΤΕΛΕΙΣ! Άνθρωποι που χαμογελούν. Άνθρωποι που αντιπροσωπεύουν σωστά τη λέξη ‘’άνθρωπος’’. Έχει όμως την εντύπωση πως οι ΑΝΘΡΩΠΟΙ έχουν γίνει είδος υπό εξαφάνιση... Είχε απομακρυνθεί από τους άλλους. Είχε ακουμπήσει στην ακρογιαλιά. Ήταν μόνη. Ασφαλής, μα μόνη. Ο ήλιος κόντευε να δύσει. Ο καμβάς του ουρανού, ζωγραφισμένος με τους πιο απίστευτους συνδυασμούς, της θύμιζε τα ηλιοβασιλέματα στη χώρα της, τη Συρία. Όλα ήταν ίδια. Η θέα, η ατμόσφαιρα, η γαλήνη. Μόνο ένα πράγμα ήταν διαφορετικό. Δεν ήταν μαζί με την οικογένειά της. Και πονούσε. Πονούσε από τη στιγμή που φυγαδεύτηκε ολομόναχη. Ήταν λες και ένα αγκάθι είχε καρφωθεί στην καρδιά της τόσο βαθιά, που της ήταν αδύνατο να το βγάλει. Και έτσι πονούσε συνεχώς. Δεν ήξερε τι θα γινόταν. Δεν ήξερε αν είχε μέλλον. Δεν ήταν αχάριστη, όχι. Η ίδια είχε γλυτώσει, άλλοι είχαν χαθεί, μπορεί και η ίδια η οικογένειά της. Μόνο ένα πράγμα επιθυμούσε. Πιο πολύ από όλα. Να γίνουν οι άνθρωποι, ΑΝΘΡΩΠΟΙ. Γιατί αν γινόντουσαν οι άνθρωποι ΑΝΘΡΩΠΟΙ, θα ήταν ευτυχισμένη. Σκέψεις, απορίες και διαπιστώσεις τριγυρνούσαν λοιπόν στο κεφάλι της και την βασάνιζαν για πολύ ώρα Ο ήλιος είχε δύσει και τη θέση εκείνων των υπέροχων συνδυασμών στον ουρανό, την είχε πάρει ένα γλυκό, σκούρο μπλε χρώμα. Το δάκρυ της είχε πια εξαφανιστεί. Μόνο η ζεστασιά του είχε μείνει. Άκουσε ομιλίες. Οι συμπατριώτες της με τους ντόπιους συζητούσαν. Ένα λεωφορείο είχε φτάσει. Μάλλον θα τους πήγαιναν κάπου. Την φώναξαν να πλησιάσει. Σηκώθηκε λοιπόν. Σηκώθηκε και εισέπνευσε βαθιά. Εισέπνευσε αλμύρα. Εισέπνευσε ζωή. Εισέπνευσε ελπίδα. Της άρεσε ο αέρας εκεί. Ήταν φρέσκος. Όχι σαν τον αέρα στην πατρίδα της, όπου ο θάνατος πλανιόταν γύρω και το να ανασάνεις είχε γίνει τόσο δύσκολο, όχι. Ίσως και να είχε μέλλον, ποιος ξέρει; Την ξαφνική αισιοδοξία την είχε αντλήσει από τον αέρα... Περίεργο, το ήξερε. Αλλά μερικές φορές ακόμη και τα πιο μικρά και ασήμαντα πράγματα μπορούν να κάνουν την διαφορά, μπορούν να σε γεμίσουν ελπίδα. Σαν τον αέρα. Ίσως λοιπόν και να υπάρξουν χαρούμενες μέρες ξανά. Ίσως και να καταφέρει να ξαναχαμογελάσει. Ίσως και να ξαναβρεί τους δικούς της. Το σίγουρο ήταν πως την περίμεναν δύσκολα, το είχε καταλάβει. Μα είχε σφίξει τα δόντια, είχε αποφασίσει. Ο μόνος τρόπος να γίνουν οι άνθρωποι ΑΝΘΡΩΠΟΙ είναι αν ο καθένας προσπαθήσει να κάνει τον εαυτό του ΑΝΘΡΩΠΟ, και αυτή το ίδιο. Βρισκόταν σε μια καινούρια χώρα, αυτό σήμαινε μια νέα αρχή. Μπήκε στο λεωφορείο, οι πόρτες έκλεισαν. Ένα δάκρυ κύλησε, ένα μόνο δάκρυ... Ένα δάκρυ που σχημάτισε μια γραμμή που ξεχώριζε στη βρωμιά του προσώπου της. Ήξερε τι δάκρυ ήταν αυτή τη φορά. Ήταν ένα δάκρυ αποφασιστικότητας, ένα δάκρυ φλογερού πείσματος, ένα δάκρυ φρέσκιας ελπίδας. Ένα δάκρυ... Ένα δάκρυ που ποτέ δεν σκούπισε...


* Ἡ Μαρία εἶναι θυγατέρα, ἕνα ἀπό τά τέσσερα παιδιά, φίλων μας (τοῦ ἀγαπητοῦ π. Νικολάου Κατσούλη καί τῆς ἀγαπητῆς Ἑλένης Ἀργυροπούλου), μαθήτρια τοῦ 1ου Γυμνασίου Αἰγίου (Β΄ Γυμνασίου) καί τό κείμενό της αὐτό βραβεύθηκε πρόσφατα (3ο Βραβεῖο) σέ πανελλήνιο καί παγκύπριο διαγωνισμό διηγήματος πού διοργάνωσε ἡ Ἕνωση Ἑλλήνων Λογοτεχνῶν.



Σχόλιο: Τά παιδιά μᾶς δείχνουν τό δρόμο. Ὑπάρχει ἐλπίδα. Ἀξίζει νά ἀγωνιζόμαστε γιά τά παιδιά ὅλου τοῦ κόσμου. Χαμόγελα καί ὄχι δάκρυα ταιριάζουν στά πρόσωπα τῶν παιδιῶν. Δέν εἶναι μικρό, οὔτε τυχαῖο τό ὅτι ὁ Χριστός μᾶς προτρέπει νά στραφοῦμε (ἀλλαγή συμπεριφορᾶς) καί νά γίνουμε σάν τά παιδιά! Τότε, ὁ κόσμος θά γίνει καλύτερος καί οἱ ἄνθρωποι θά εἶναι...ἀληθινοί ἄνθρωποι, ὅπως τούς θέλει ἡ Μαρία!

Τρίτη 21 Μαρτίου 2017

Ὁμιλία, 6/19-3-2017

Ὁ σωτήριος ἑκούσιος Σταυρός μας
καί τά τέσσερα ἄκρα του ἐν ἰσορροπίᾳ.


1.      Ἐπεξήγηση τίτλου καί αἰτιολόγηση ἐπιλογῆς τοῦ θέματος

Εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἰοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἀμήν.

Μέ αὐτόν τόν τρόπο διδαχθήκαμε ἀπό τόν Ἐπίσκοπό μας, νά ξεκινοῦμε τίς ὁμιλίες καί τά κηρύγματά μας. Δηλαδή κάνοντας τό σημεῖο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ καί ταυτοχρόνως ἀναφερόμενοι καί προσευχόμενοι στόν Τριαδικό Θεό. Αὐτό κάνουμε ἀπό τήν Πεντηκοστή τοῦ ἔτους 1988 μέχρι σήμερον πού εἴμαστε ἐνώπιόν σας, δηλαδή γιά 30, συμπεριλαμβανομένου καί τοῦ ἐφετεινοῦ, συναπτά ἔτη! Δόξα τῶ Θεῶ γιά τήν ἀγάπη καί τήν ἀνοχή Του.
Σήμερα Κυριακή τῆς Σταυροπροσκυνήσεως, ἔχοντας φθάσει μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ, στό μέσον τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς κληθήκαμε νά ὁμιλήσουμε στήν ἀγάπη σας ἀπό αὐτό τό βῆμα μέ θέμα, τί ἄλλο, παρά τόν Σταυρό. Ἡ διατύπωση τοῦ τίτλου τῆς ὁμιλίας μας εἶναι: Ὁ σωτήριος ἑκούσιος Σταυρός μας καί τά τέσσερα ἄκρα του ἐν ἰσορροπίᾳ.
Ὅσοι τόν πληροφορηθήκατε ἤ τώρα πού τόν ἀκοῦτε εἶναι μᾶλλον βέβαιο ὅτι θά διαπιστώνετε ὅτι πρόκειται γιά μία ἴσως ἀσυνήθιστη ἤ τουλάχιστον σπάνια ἀκόμη καί παράδοξη διατύπωση, τήν ὁποία θεωρῶ ἐξ ἀρχῆς χρήσιμο νά ἐπεξηγήσω γιά νά γίνει εὐχερέστερη ἡ παρακολούθηση τῆς ὁμιλίας. Ἀμέσως λοιπόν θά σᾶς ἀναφέρω τί σημαίνει αὐτή ἡ διατύπωση καί γιατί ἐπέλεξα αὐτό τό περιεχόμενο στήν ὁμιλία μου.
Ἤδη προαναφέραμε ὅτι τό μεγάλο πλαίσιο τῆς ὁμιλίας μας εἶναι ὁ Σταυρός, ἀλλά ὁ εἰδικός χῶρος πού θά κινηθοῦμε σήμερα εἶναι ὁ δικός μας σταυρός, ὁ ὁποῖος γιά νά εἶναι σωτήριος γιά μᾶς πρέπει νά εἶναι ἑκούσιος, δηλαδή αἱρόμενος ἀπό ἐμᾶς κατόπιν ἰδικῆς μας ἀποφάσεως καί ἐπιλογῆς.
Ἐπιπλέον κάνοντας εὐθύς ἀμέσως ἀπό τόν τίτλο περισσότερο σαφή τήν ἀναφορά μας σ’ αὐτόν, διευκρινίζουμε ὅτι θά ὁμιλήσουμε γιά τά τέσσερα ἄκρα του - ἀφοῦ ὁ σταυρός εἶναι πάντα τετραπέρατος, δηλαδή ἔχει τέσσερα πέρατα ἤ ἄκρα -  καί μάλιστα γιά τήν σημασία καί τήν ἀνάγκη, ὅπως θά δοῦμε, τῆς μεταξύ τους ἰσορροπίας. Ἐπελέγη δέ αὐτό τό περιεχόμενο γιατί ταπεινῶς ἐκτιμοῦμε  ὅτι ὑπάρχει περί ὅλων αὐτῶν μία ἐπιβλαβής σύγχυση.
Ξεκινοῦμε, λοιπόν, τό πνευματικό μας ὁδοιπορικό εὑρισκόμενοι καί βαδίζοντες στό μεγάλο πλαίσιο τῶν λόγων τοῦ Κυρίου ἀπό τή σημερινή Εὐαγγελική περικοπή, ὅπως ἤδη ἀκούσαμε τό πρωϊ κατά τόν ἐκκλησιασμό μας καί ὅπου γίνεται σαφῶς λόγος, κατ’ ἀρχήν, γιά τόν σταυρό μας!



2. Εἰσαγωγικά περί Σταυροῦ

Θά ἦταν, ὅμως, παράλειψη ἐάν πρίν μιλήσουμε γιά τόν δικό μας σταυρό δέν ποῦμε δύο λόγια γιά τόν Σταυρό τοῦ Κυρίου μας, ἐκτός καί μακράν τοῦ ὁποίου ἄλλωστε δέν ὑπάρχει ἡ ἔννοια τοῦ δικοῦ μας σταυροῦ.
Ὁ Σταυρός ὡς σχῆμα καί ἔννοια καί μυστήριο γιά τήν Ἐκκλησία, γιά τήν Πίστη καί γιά μᾶς εἶναι ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ. Δέν εἶναι ἕνα μαγικό σύμβολο, ἀλλά τό ἁγιασμένο θυσιαστήριο τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ στό ὁποῖο ἐσταυρώθη ὑπέρ ἡμῶν, δηλαδή γιά τή σωτηρία μας.
Ἡ δύναμη τοῦ Σταυροῦ ἀντλεῖται ἀπό τόν ἐπ’ αὐτοῦ σταυρωθέντα Κύριο τῆς Δόξης, γι’ αὐτό καί ἔτσι μόνον ὁ Σταυρός τοῦ Κυρίου σώζει. Χωρίς τόν Χριστό δέν ὑπάρχει Τίμιος καί ζωοποιός Σταυρός. Αὐτόν τόν Σταυρό ἐπικαλούμεθα, αὐτοῦ τό σημεῖο κάνουμε καί αὐτόν μνημονεύει ὁ ἱερουργός στίς ἀπολύσεις τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν σέ εἰδική τιμητική σειρά. Ἀμέσως μετά τή μνημόνευση τῆς Κυρίας Θεοτόκου καί πρίν τή μνημόνευση τῶν ἐπουρανίων νοερῶν δυνάμεων ἀσωμάτων.
Εἶναι χαρακτηριστικό δέ ὅτι ἡ Ἐκκλησία λατρεύουσα καί οἱ πιστοί προσευχόμενοι ἐπικαλοῦνται τόν Τίμιο Σταυρό μέ τή φράση Σταυρέ τοῦ Χριστοῦ σῶσον ἡμᾶς τῆ δυνάμει σου! Ὁ Σταυρός εἶναι τοῦ Χριστοῦ καί γι’ αὐτό σώζει. Ἐπειδή δέ εἶναι τοῦ Χριστοῦ προσκυνεῖται καί ὅσο τίποτε ἄλλο κυριαρχεῖ στή λογική Λατρεία τῆς Ἐκκλησίας καί σέ ὁλόκληρη τή ζωή τῶν πιστῶν.
Ὁ σταυρός ὡς σχῆμα βεβαίως ὑπῆρχε καί πρό Χριστοῦ. Αὐτό ὅμως δέν μειώνει σέ τίποτε τήν ἱστορική του παρουσία μαζί μέ τήν ἱστορική παρουσία ἐπί γῆς τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Αὐτό ὁμολογοῦμε στό Σύμβολο τῆς Πίστεως περί Χριστοῦ λέγοντας «σταυρωθέντα τε ὑπέρ ἡμῶν ἐπί Ποντίου Πιλάτου». Ἀπ’ αὐτό συνάγεται ὅτι τά πρό Χριστοῦ παρόμοια σχήματα τῆς ἀρχαιότητος δέν ἔχουν καί εἶναι πλάνη καί δεισιδαιμονία νά θεωρεῖται ὅτι διαθέτουν πνευματικές δυνάμεις ἤ ὅτι ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ προὑπῆρχε καί εἶχε ὡς σχῆμα δικές του μυστηριώδεις δυνάμεις.
Ἐκεῖνο πού προὑπῆρχε τῆς ἱστορικῆς ἐμφανίσεως τοῦ Κυρίου καί ἑπομένως καί τοῦ Σταυροῦ Του στόν κόσμο εἶναι ὄχι τό δῆθεν μαγικό σχῆμα του, ἀλλά τό μυστήριο τοῦ Σταυροῦ. (Γι’ αὐτό μιλᾶμε γιά προτυπώσεις καί ἐνέργειές του στήν Παλαιά Διαθήκη γιά τό λαό τοῦ Θεοῦ, ὅπως σχετικῶς διδάσκει μεταξύ ἄλλων καί ὁ Θεῖος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς). Καί αὐτό ἰσχύει, σύμφωνα μέ τή διδασκαλία τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας, διότι, ἀσχέτως χρόνου ὅλα ὅσα ἀφοροῦν στή δημιουργία τοῦ κόσμου ἀλλά καί τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου πάντοτε ὑπῆρχαν στήν προαιώνια βούληση τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεός ὅ,τι θέλει ὑπάρχει καί ὅ,τι ὑπάρχει τό θέλει!
Μέσα λοιπόν στό ἀνωτέρω πλαίσιο θεωρούμενη εἶναι μεγάλη ὅπως λέμε ἡ σημερινή ἡμέρα καί ἑορτή τῆς Σταυροπροσκυνήσεως καί συγκαταλέγεται ἀκριβῶς λόγω τοῦ Σταυροῦ στίς τρεῖς μεγάλες ἐτήσιες ἑορτές Του, μαζί μέ τήν ὕψωση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ καί βεβαίως τήν Ἁγία καί Μεγάλη Παρασκευή. Μάλιστα ἡ μοναχική παράδοση καί δή τοῦ Ἁγίου Ὄρους θέλει τούς μοναχούς νά προσεύχονται νά τούς ἀξιώσει ὁ Θεός νά ἀναχωρήσουν ἀπό αὐτό τόν κόσμο σέ μία ἀπό αὐτές τίς ἑορτές διότι κατ’ αὐτές οἱ δαίμονες παραμένουν ἀνενεργοί καί κατησχυμένοι ἀπό τήν παρουσία τοῦ ζωοποιοῦ Σταυροῦ.

3.      Ἀκούσιος καί ἑκούσιος Σταυρός.

Τό ὅτι ὁ Σταυρός τοῦ Κυρίου ἤ ἡ σταυρική θυσία Του σχετίζεται μέ τή σωτηρία μας μόλις πού εἶναι ἀνάγκη νά τό ἀναφέρουμε ἐδῶ. Ἀρκεῖ νά ὑπενθυμίσουμε τόν λόγο τοῦ Ἀποστόλου Παύλου πρός Ἐφεσίους, ὁ ὁποῖος λέγει ὅτι ἡ ἀποκαταλλαγή δηλαδή ἡ συμφιλίωσή μας πρός τόν Θεό καί ἅρα ἡ σωτηρία μας γίνεται διά τοῦ Σταυροῦ πού εἶναι "τοῖς σωζομένοις", δηλαδή γι’ αὐτούς πού βρίσκονται στήν ὁδό τῆς σωτηρίας, δύναμις Θεοῦ!
Ἐκεῖ ὅμως πού πρέπει νά σταθοῦμε λίγο παραπάνω εἶναι στό ὅτι ἡ ἄμεση σχέση καί σύνδεση τοῦ Σταυροῦ τοῦ Κυρίου καί τοῦ δικοῦ μας σταυροῦ πρός σωτηρία ἔχει ὡς κύριο συνδετικό κρίκο τόν ἑκούσιο χαρακτήρα τῆς σταυρώσεως καί κατ’ ἐπέκταση τοῦ Σταυροῦ. Ἡ συμπόρευση καί ἕνωσή μας μέ τόν Χριστό γιά νά φθάσει στήν συνανάσταση καί τήν συνανάληψή μαζί Του χρειάζεται καί προϋποθέτει τήν μίμηση τοῦ πάθους του, μέρος τοῦ ὁποίου εἶναι ὁ ἑκούσιος σταυρός.
Ὅπως θεολογικώτατα ἡ ὑμνολογία τῆς Ἐκκλησίας μᾶς διδάσκει, ὁ Χριστός ἐσταυρώθη ἑκουσίως ( "Τόν σαρκί ἑκουσίως σταυρωθέντα δι’ ἡμᾶς" ψάλλουμε), δηλαδή δέν σταυρώθηκε ἐπειδή τό ἤθελαν οἱ σταυρωτές του, ἀλλά ἐπειδή τό θέλησε ὁ ἴδιος. Πῆγε στόν Σταυρό καί δέν τόν πῆγαν. Καί ἐάν αὐτό ἀκούγεται προκλητικό στή λογική μας, ἐφ’ ὅσον ξέρουμε ὅτι δέν τόν ἐρώτησαν ἄν θέλει νά σταυρωθεῖ ἀλλά τόν κατεδίκασαν σέ σταυρικό θάνατο, ὅμως δέν εἶναι. Διότι ὁ σταυρωθείς Χριστός δέν εἶναι μόνον ἄνθρωπος ἀλλά καί Θεός ἀληθινός καί ὡς ἐκ τούτου τίποτε δέν συνέβαινε ἐάν δέν τό ἤθελε καί δέν τό ἐπέτρεπε νά συμβεῖ!
Οἱ Πατέρες μᾶς διδάσκουν ὅτι στόν Χριστό,  πού ἦταν μέν τέλειος ἄνθρωπος ἀλλά ἐπειδή ἦταν καί τέλειος Θεός, ὅλα (ἀπό) τά ἁπλούστερα γιά μᾶς μέχρι τά μεγαλύτερα ἐνεργοῦνταν ἐπειδή τό ἤθελε, γι’ αὐτό καί λέγουν ὅτι θέλων ἐπείνασε καί θέλων ἐδίψασε καί βεβαίως θέλων ἐσταυρώθη. Ὁ Σταυρός Του ἦταν ἑκούσιος ὑπό τήν ἔννοια ὅτι προσῆλθε μέ τή θέλησή του  νά σταυρωθεῖ γιά τή σωτηρία μας καί ὑπέμεινε τή σταύρωση γιά μᾶς. Γι’ αὐτό καί παραδόθηκε χωρίς ἀντίσταση. Τή στιγμή πού μποροῦσε νά ἐξαφανίσει ἀπό προσώπου γῆς τούς σταυρωτές του, ἐκεῖνος πορεύθηκε πρός τή σφαγή ἄφωνος!
Ἐάν, ὅμως, εὔκολα κατανοοῦμε ὡς πιστοί τόν ἑκούσιο χαρακτήρα τῆς σταυρώσεως τοῦ Κυρίου μας, πόσο εὔκολα κατανοοῦμε καί τή διάκριση μεταξύ ἑκουσίου καί ἀκουσίου σταυροῦ στή δική μας ζωή; Ποιός εἶναι ὁ ἀκούσιος καί ποιός ὁ ἑκούσιος σταυρός μας; Καί γιατί ἀλήθεια ὁ δεύτερος εἶναι ὁ πραγματικά σωτήριος καί ἅρα ἀπαραίτητος;
Ἀκούσιος σταυρός γιά κάθε ἄνθρωπο, ἀγαπητοί μου πατέρες καί ἀδελφοί, εἶναι γιά τό κάθε ἄνθρωπο τό κάθε τι πού συμβαίνει στή ζωή του καί τόν δοκιμάζει. Γιά παράδειγμα οἱ θλίψεις, οἱ στενοχωρίες, οἱ ἀσθένειες, οἱ κάθε εἴδους συμφορές μέχρι καί αὐτός ὁ θάνατος προσφιλῶν καί συγγενικῶν προσώπων συν-ἀποτελοῦν μαζί μέ ἄλλα παρόμοια τόν ἀκούσιο σταυρό στή ζωή κάθε ἀνθρώπου. Ὅλα αὐτά δέν τά ἐπιθυμοῦμε, οὔτε τά ἐπιλέγουμε ἀλλά ἁπλῶς μᾶς συμβαίνουν καί ἔτσι μᾶς δοκιμάζουν καί μᾶς ἐπιβαρύνουν, γι’ αὐτό λέγονται ἀκούσιος σταυρός καί λίγο ἤ πολύ αὐτό ἰσχύει γιά κάθε ἄνθρωπο.
Ἑκούσιος σταυρός, ὅμως,  εἶναι ὅλα ἐκεῖνα τά ὁποῖα μέ τή θέληση καί ἀπό ἐπιλογή μας ἀναλαμβάνουμε νά ὑποστοῦμε καί ἀντιμετωπίσουμε μιμούμενοι τόν ἴδιο τόν Χριστό καί τούς Ἁγίους Του, μέ μοναδικό σκοπό τή σωτηρία μας! Καί τέτοια εἶναι ὅσα ἐκ Πίστεως καί γιά τήν Πίστη μας δεχόμαστε μέ ἀγάπη, πίστη, ἐλπίδα καί χαρά, πρωτίστως καί κυρίως νά ἐνεργήσουμε, ἀλλά καί νά δεχθοῦμε προκειμένου νά φθάσουμε στό μέτρο τῆς ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ, δηλαδή ἀφοῦ καθαρθοῦμε καί φωτισθοῦμε νά θεωθοῦμε ὁπότε θά γίνωμε γνήσια καί ἀληθινά τέκνα Του καί ἀδελφοί Του!
Μπορεῖ νά μήν εἶναι κακό, κάθε ἄλλο, νά θεωροῦμε κάθε θλίψη καί στενοχωρία ὡς σταυρό πού πρέπει νά ὑπομείνωμε κατά Θεόν, ἀλλά ὁ ἀγώνας γιά τήν πνευματική τελειότητα ἀπαιτεῖ ἐπίγνωση τῆς ἀνάγκης ἄρσεως τοῦ ἑκουσίου σταυροῦ πρός σωτηρία. Αὐτό κατανοεῖται καί ἀπό τό γεγονός ὅτι πολλοί ἄπιστοι ἄνθρωποι καί ἄθεοι ἀκόμη ἀντιμετωπίζουν θαυμαστά τίς συμφορές τοῦ βίου, ἀλλά, ἀγνοώντας τήν ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ καί τῆς Πίστεως, δέν βαδίζουν τήν ὀδό τῆς σωτηρίας. Καί αὐτό συμβαίνει ὄχι γιατί δέν ἐκτιμᾶ ὁ Θεός τόν δικό τους ἀγώνα ἀλλά διότι ὁ ἀγώνας τους δέν μπορεῖ νά κατορθώσει αὐτό πού ἀποτελεῖ τήν ἄλλη ὄψη τοῦ νομίσματος τῆς σωτηρίας καί πού εἶναι ἡ θεραπεία τῆς ἀρρωστημένης φύσεώς μας. [Σέβομαι τόν ἄνθρωπο πού αἵρει τόν ἀκούσιο σταυρό καί μάλιστα μέ ἀξιοπρέπεια, τόν μή πιστό πού τό κάνει μέ αὐτοθυσία! Δέν ὑποτιμῶ τόν ἥρωα τῆς καθημερινότητος! Προτείνω ὅμως τή γνώση τῆς ἀξίας τοῦ ἑκουσίου σταυροῦ, διότι αὐτό συνιστᾶ καί προσδίδει ἀξία, σκοπό καί νόημα στόν κόπο τους.]



4.      Ἑρμηνεία τοῦ Εἴ τις θέλει....ἀράτω

Μέ ἀφορμή καί τή σημερινή Εὐαγγελική περικοπή θά ἤθελα σ’ αὐτό τό σημεῖο, προκειμένου νά κατανοηθοῦν καλύτερα τά προαναφερθέντα καί κυρίως τά ἑπόμενα, νά ἐπισημάνω κάτι πού ἔχει δημιουργήσει μία μεγάλη παρεξήγηση καί ἔχει νά κάνει μέ τό ζήτημα τοῦ ἑκουσίου καί ἀκουσίου ὅπως καί μέ τήν περιβόητη ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου. Θέτω λοιπό τό ρητορικό ἐρώτημα: «Ὁ ἴδιος ὁ Χριστός μᾶς εἶπε ὅποιος θέλει νά ἔρθει κοντά μου, ἄς ἔρθει»; ἤ, μήπως, κάτι ἄλλο;
Μέ ἀφορμή αὐτή τήν ἔκφραση, δράττομαι τῆς εὐκαιρίας νά διευκρινίσω κάτι πού θά ἔπρεπε νά θεωρεῖται αὐτονόητο.
Ἡ ἀνωτέρω ἔκφραση ἀποτελεῖ προφανῶς τήν ἀπόδοση στήν ἁπλή γλῶσσα τοῦ Κυριακοῦ λόγου: «Εἴ τις (ὅστις) θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν (ἀκολουθεῖν), ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθείτω μοι» (Ματθ. ιστ΄, 24 & πρβλ Μαρκ. η΄, 34).
Μέ τήν ἀπόδοσι ὅμως αὐτή, ἐκ τοῦ ὡς ἄνω παραδείγματός μας, πιστεύουμε ὅτι ὄχι μόνον δέν μεταφέρεται στήν ἁπλή γλῶσσα ἀναλλοίωτος ὁ λόγος καί κυρίως ἡ ἔννοια τοῦ λόγου τοῦ Κυρίου μας, ἀλλ’ ἀντιθέτως ἀλλοιώνεται καί μᾶλλον ἐννοιολογικῶς παρερμηνεύεται.
Ἐκ προοιμίου, ὀφείλομε νά ἀναφέρωμε ὅτι κατά τόν αὐτό τρόπο, ὅπως ἀνωτέρω, δηλαδή μέ αὐτή τήν ἀπόδοση καί ταυτόχρονη ἑρμηνεία του λόγου, χρησιμοποιεῖται τό ἐν λόγῳ Κυριακό λόγιο ἀπό σχεδόν ὅλους τούς ὁμιλητές, Κήρυκες, θεολόγους καί Κληρικούς, ὅποτε χρειάζεται νά τό ἐπικαλεσθοῦν.
Ἅπαντες τό ἐπικαλοῦνται γιά νά βεβαιώσουν ὅτι, κατά τήν ἰδίαν Αὐτοῦ δήλωση, ὁ Κύριός μας καλεῖ νά ἔλθουν κοντά του καί νά τόν ἀκολουθήσουν (μόνον) ὅσοι τό θέλουν, ἐπισημαίνοντες ὅτι ὁ Χριστός δέν βιάζει κανέναν, δέν ἀναγκάζει κανέναν καί τέλος πάντων ὅτι τό νά πᾶμε κοντά Του καί νά πορευθοῦμε ὁπίσω Του ἐπαφίεται στή θέλησή μας.
Καί ναί μέν, προφανῶς ὁ Θεός πού μᾶς δώρησε τό  αὐτεξούσιο γενικῶς δέν περιορίζει τήν ἐλευθερία μας, δηλαδή δέν μᾶς ἀναγκάζει σέ τίποτε. Ὡστόσο ἡ συγκεκριμένη φράση τοῦ Εὐαγγελίου, τόσον ἐξ ἀπόψεως γραμματολογικῆς, ὅσο καί ἐννοιολογικῆς ἀλλά καί θεολογικῆς, πόρρω ἀπέχει αὐτοῦ τοῦ νοήματος καί τῶν ἐπισημάνσεων πού ἐμεῖς προσδίδουμε σ’ αὐτήν, ὡς μοναδική μάλιστα ἀπόδοση καί ἑρμηνεία της.
Ἡ συγκεκριμένη ἀναφορά τοῦ Κυρίου, ὡς σαφῶς προκύπτει ἀπό τά συμφραζόμενα τῆς σχετικῆς ἑνότητος τοῦ Εὐαγγελικοῦ κειμένου, δέν ἑστιάζει στήν ἐλευθερία-δυνατότητα τῆς ἰδικῆς μας ἐπιλογῆς καί ἀνταποκρίσεως νά ἀκολουθήσωμε τόν Χριστόν, ἀλλά στίς ὑπό τοῦ Κυρίου ἐν προκειμένῳ τιθέμενες (ἀπαραίτητες) προϋποθέσεις, τίς ὀποῖες ὀφείλουν νά ἐφαρμόσουν-ἐνεργήσουν ὅσοι θελήσουν, προφανῶς ἐλευθέρως, νά πορευθοῦν ὁπίσω Του.
Διά τοῦτο καί ἡ Εὐαγγελική διατύπωση καί καταγραφή τῶν λόγων τοῦ Κυρίου, καθόλου τυχαίως, ἀλλά σαφῶς καί συγκεκριμένως, χρησιμοποιεῖ τούς ρηματικούς τύπους τοῦ ἀπαρεμφάτου καί τῆς προστακτικῆς (ὡς προσκλήσεως) στήν ἀνάλογη θέση.
Θά ἦταν λοιπόν ἀκριβής καί ὀρθή ἡ ἀπόδοση τοῦ Κυριακοῦ λόγου ὡς ἀναφερομένη στήν ἐλευθέρα ἐπιλογή τοῦ ἀνθρώπου νά τόν ἀκολουθήσει ἤ ὄχι, ἐάν ἡ διατύπωση ἦταν ὡς ἑξῆς: «Ὅστις θέλει ὁπίσω μου ἐλθέτω ἥ ὅστις θέλει ὁπίσω μου ἐλθεῖν, ἐλθέτω...καί ἀκολουθείτω μοι». Τό γε νῦν ἔχον, ὅμως, ὁ λόγος διαφοροποιεῖται πρός ἄλλη κατεύθυνση λέγων: «Ὅστις θέλει ὁπίσω μου ἐλθεῖν», ὄχι ἐλθέτω, δηλαδή ὄχι ἄς ἔλθη, ΑΛΛΑ, «ἀπαρνησάσθω ἐαυτόν καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ καί», ΤΟΤΕ - ΕΤΣΙ, «ἀκολουθείτω μοι»! Δηλαδή, ὁ Χριστός δέν μᾶς εἶπε ὅποιος θέλει νά ἔρθει κοντά μου, ἄς ἔρθει! Ὁ Χριστός εἶπε, ὅποιος θέλει νά ἔλθει πίσω μου (πρέπει) νά ἀπαρνηθεῖ τόν ἑαυτό του, νά σηκώσει τόν σταυρό του καί (τότε, μετά, ἔτσι) ἄς μέ ἀκολουθήσει.
Νομίζομε ὅτι ὑπάρχει διαφορά τήν ὁποία πρέπει νά προσέξωμε. Διά νά μή προσεγγίζωμε ἐπιπόλαια τόν Εὐαγγελικό λόγο καί κυρίως νά μή παρασυρώμεθα ἀπό τό πνεῦμα τοῦ κόσμου, πλειοδοτοῦντες στόν κατ’ ἐπίφαση σεβασμό καί τήν, κατά τόν συρμό, τοποθέτηση ὑπεράνω ὅλων, ἀκόμη καί αὐτῆς (καί μάλιστα σέ βάρος) τῆς Ἀληθείας, τῆς ἐννοίας τῆς ἐλευθερίας τοῦ ἀνθρώπου.
Διότι, τελικῶς, δέν ἰσχύει τό δυτικόπνευστο “ἀγάπα τόν Χριστό καί εἶσαι ἐλεύθερος νά κάνης ὅ,τι θέλεις”, ἀλλά τό πατερικό καί θεόπνευστο τήρησε ἀπό ἀγάπη στόν Χριστό τό σωτήριο θέλημά Του καί τότε θά γίνης πραγματικά ἐλεύθερος ἄνθρωπος!
Ἐάν, πάλιν, ἐμεῖς ἀστοχοῦμε, ἄς μᾶς ὑποδειχθεῖ γιά νά ἀναθεωρήσουμε!

5.      Κάθετη καί ὁριζόντια διάσταση. Ἀπαραίτητη ἡ ἑνότητα γιά τό σχῆμα Του

Ἀναφερθήκαμε, λοιπόν, μέχρις ἐδῶ καί φωτίσαμε ἔστω καί ἀμυδρῶς τά περί σωτηρίου ἑκουσίου σταυροῦ μας. Τώρα εἶναι ὥρα νά περάσουμε στό τί συνιστᾶ αὐτό τόν ἑκούσιο σταυρό μας πού εἶναι ἀπαραίτητος γιά τή σωτηρία μας. Αὐτό θά γίνει πιό ἀναλυτικά λίγο πιό κάτω. Προηγουμένως, ὅμως, θά πρέπει νά δοῦμε δύο βασικά πράγματα χωρίς τά ὁποῖα δέν ὑπάρχει καί δέν νοεῖται ἡ ἔννοια τοῦ σταυροῦ.
Αὐτά εἶναι οἱ δύο ἄξονες ἤ διαστάσεις τοῦ σταυροῦ καί ἡ μεταξύ τους σύνδεση καί ἑνότητα. Τό ὅτι εἶναι δύο καί παραμένουν δύο καί τό ὅτι ἡ ἑνότητά τους δέν τά καταργεῖ ὡς δύο, ἀλλά ἀπαιτεῖ τή σύνδεσή τους, εἶναι ἰδιαιτέρως σημαντικά καί σχετίζονται ἄμεσα μέ τή σωτηρία μας πού πηγάζει καί στηρίζεται στήν ἐφαρμογή τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ.
Τό σχῆμα τοῦ Σταυροῦ ἀπαιτεῖ δύο ἄξονες, τόν κάθετο καί τόν ὁριζόντιο. Αὐτοί δέ οἱ δύο ἄξονες ἀπαιτεῖται νά εἶναι ἑνωμένοι καί προσαρμοσμένοι-συνδεδεμένοι ἔτσι ὥστε νά δηλώνουν τό σχῆμα καί τήν παρουσία του. Μάλιστα τό τέλειο σχῆμα του  προκύπτει ἀπό τήν ἰσορροπημένη μέ ἀκρίβεια σύνδεσή των. Χωρίς σύνδεση δέν ἔχουμε σταυρό καί αὐτό σημαίνει τήν ἄρρηκτη σχέση ἑνότητας τῶν δύο ἀξόνων.
Τούς δύο ἄξονες συνιστοῦν οἱ δύο διαστάσεις πού δηλώνουν τίς σχέσεις μας μέ τόν Θεό καί τόν συνάνθρωπό μας, δηλαδή τῶν ἀνθρώπων μεταξύ μας. Αὐτές οἱ σχέσεις εἶναι πού πρέπει νά ἀποκατασταθοῦν, νά συνδεθοῦν καί νά ἐπαναφέρουν τήν ἀληθινή ζωή καί ἑνότητα σέ ὅλο τόν κόσμο. Αὐτό εἶναι τό ἔργο τῆς σωτηρίας, αὐτό εἶναι καί τό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτό καί τό σύμβολο καί ἔμβλημα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ.

6.      Τό ξύλο τῆς ζωῆς, τό ξύλο τοῦ Σταυροῦ καί τό ξύλο τῆς γνώσεως

Ὁ Σταυρός τοῦ Κυρίου στόν ὁποῖο πάντοτε πρέπει νά ἔχει τήν ἀναφορά του ὁ δικός μας σταυρός, ὀνομάζεται Ξύλο ζωηφόρο. Αὐτό παραπέμπει στό ξύλο τῆς ζωῆς πού βρισκόταν μέσα στόν Παράδεισο, ὅπου ζοῦσαν οἱ πρωτόπλαστοι προπάτορές μας. Ἐξάλλου φέρνει στή μνήμη μας καί τό ξύλο τῆς παρακοῆς ἤ ξύλο τῆς γνώσεως, τό ὁποῖο ἐπίσης βρισκόταν μέσα στόν Παράδεισο καί ἀπό τό ὁποῖο ἀπαγόρευσε ὁ Θεός στούς πρωτοπλάστους νά τρῶνε.
Κατ’ ἀρχήν, θά πρέπει νά ξεκαθαρίσουμε ὅτι μέσα στόν Παράδεισο ὑπῆρχαν καί τά δύο ξύλα, τῆς ζωῆς καί τῆς γνώσεως, ἀλλά μόνο ἀπό τό ἕνα, τό δεύτερο ἀπαγόρευσε ὁ Θεός νά τρῶνε οἱ πρωτόπλαστοι. Προφανῶς ἀπό τό ἄλλο ἐπιτρεπόταν νά τρῶνε, ἀλλά αὐτοί ἐπεθύμησαν τό ἀπαγορευμένο. Ποιά ὅμως εἶναι ἡ σημασία ὅλων αὐτῶν; Ἄς τά δοῦμε ἔστω καί ἐπιγραμματικά γιατί σχετίζονται μέ τό θέμα μας.
Τό ξύλο τῆς ζωῆς, ἑρμηνεύουν οἱ Ἅγιοι Πατέρες, ἦταν τό πρῶτο πού ἔπρεπε νά γευθοῦν οἱ πρωτόπλαστοι καί ἀφοροῦσε στή σχέση μέ τήν πηγή τῆς ζωῆς πού εἶναι ὁ Δημιουργός καί Πατέρας μας, ὁ Θεός. Ἐάν τρέφονταν ἀπό αὐτό θά στερεώνονταν στήν κοινωνία μέ τόν Θεό καί θά γίνονταν ἀπρόσβλητοι ἀπό τό κακό, τοῦ ὁποίου εἰσηγητής ἦταν ὁ διάβολος. Ἡ ἀπαγόρευση ἀπό τό ἄλλο, τό ξεχωριστό ξύλο τῆς γνώσεως εἶχε προσωρινό χαρακτήρα μέχρι νά καταστοῦν ἱκανοί ἀφοῦ θά εἶχαν τραφεῖ ἀπό τό ξύλο τῆς ζωῆς νά προχωρήσουν μέ ἀσφάλεια καί στή διατροφή ἀπό τό ξύλο τῆς γνώσεως.
Ὀ ἄνθρωπος στό πρόσωπο τοῦ προπάτορός μας Ἀδάμ δέν ἀκολούθησε τήν ὀρθή πορεία καί προτεραιότητα. Ἔκανε λάθος ἐπιλογή ἀκολουθώντας τή συμβουλή τοῦ πονηροῦ καί ἔβαλε λάθος προτεραιότητα γιά νά φθάσει στόν προορισμό του. Πρῶτα ὁ ἄνθρωπος πρέπει νά ἀνατραφεῖ καί στερεωθεῖ καί μετά νά προχωρήσει χωρίς κινδύνους στή βαθύτερη γνώση. Ὁ μόνος δέ τρόπος γιά νά μή παραπλανηθεῖ ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν καί ἡ ὑπακοή στό θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Ὁ Σταυρός παρέχει ζωή διότι φέρει τή ζωή πού εἶναι ὁ Χριστός καί ἔτσι γίνεται τό νέο Ξύλο τῆς ζωῆς μέσα στόν νοητό Παράδεισο πού εἶναι ἡ Ἐκκλησία, ὡς χῶρος κοινωνίας μέ τόν Θεό. Ταυτοχρόνως εἶναι καί τό ξύλο τῆς ὑπακοῆς πού θεραπεύει τήν ἀνυπακοή τῶν Πρωτοπλάστων, διότι ὁ ἐν αὐτῶ προσηλωθείς καί σταυρωθείς Κύριος ἔγινε ἑκουσίως ὑπήκοος στόν πατέρα Του μέχρι σταυροῦ καί θανάτου γιά τή σωτηρία μας.
"Τοῦ ξύλου τῆς παρακοῆς τό ἐπιτίμιον ἔλυσας Σωτήρ τῆ ξύλω τοῦ Σταυροῦ ἑκουσίως προσηλωθείς", ἀκοῦμε στήν ὑμνολογία τῆς Ἐκκλησίας μας. Βλέπουμε ὅτι τά τῆς πτώσεως τοῦ παλαιοῦ Ἀδάμ θεραπεύονται ὑπό τά τῆς ἀνακαινίσεως καί ἀνορθώσεως τοῦ νέου Ἀδάμ, μέ ἀνάλογο τρόπο πάντοτε. Ἑκουσίως; ἑκουσίως! Αὐτεξουσίως; αὐτεξουσίως! Καί αὐτό λειτουργεῖ καί στή συνέχεια σέ μᾶς καί ἀπό μᾶς πού μιμούμαστε γιά νά οἰκειοποιηθοῦμε τά σωτήρια σέ ὅ,τι ἔκανε ὁ ἱατρός μας, τό παράδειγμά Του.
Αὐτός ἄλλωστε εἶναι ὁ τύπος καί ὑπογραμμός μας καί πρέπει νά φθάσουμε στό μέτρο τῆς ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ. Νά γίνουμε ὅτι δέν προλάβαμε νά γίνουμε. Δέν κυνηγᾶμε, λοιπόν, ἕναν "χαμένο Παράδεισο", ὅπως κάπως ἐπιπόλαια λέμε ἀπό συνήθεια, ἀλλά κατά τούς ἁγίους μᾶλλον ἐπιδιώκουμε νά ὁλοκληρώσουμε ἐκεῖνο πού δέν προλάβαμε νά ἀποκτήσουμε γιατί βιαστήκαμε καί πήραμε, παρασυρθέντες ἀπό κακή συμβουλή ἤ μᾶλλον πονηρή εἰσήγηση, λάθος δρόμο!

7. Τά τέσσερα ἄκρα

Φθάσαμε λοιπόν στό σημεῖο πού πρέπει νά μιλήσουμε γι’ αὐτό πού ἀναφέρεται στό ὑπόλοιπο μέρος τοῦ τίτλου τῆς ἀποψινῆς ὁμιλίας μας, τά τέσσερα ἄκρα τοῦ σταυροῦ μας. Διευκρινίζεται δέ ἐξ ἀρχῆς ὅτι ἀναφερόμαστε πλέον στόν δικό μας σωτήριο ἑκούσιο σταυρό καί τά δικά του τέσσερα ἄκρα, τά ὁποῖα τόν προσδιορίζουν.
Ἐδῶ θά γίνουμε πιό συγκεκριμένοι, περί αὐτῶν πού ἤδη νωρίτερα ἀναφέραμε ὅ,τι εἶναι καί ἀποτελοῦν τόν ἑκούσιο σταυρό. Θά κατονομάσουμε τά μέρη του, τά ἄκρα του καί θά ποῦμε δύο λόγια γιά τό καθένα. Πρός ἀποφυγή δέ ὁποιασδήποτε παρεξηγήσεως πρέπει νά διευκρινίσουμε ὅτι τό θάρρος νά μιλήσουμε γιά σωτήριο ἑκούσιο σταυρό μας, μᾶς τό δίνει ὁ ἴδιος ὁ Κύριός μας, ὁ ὁποῖος, ὅπως ἀκούσαμε στή σημερινή εὐαγγελική περικοπή, μᾶς καλεῖ γιά τή σωτηρία μας νά τόν ἀκολουθήσουμε αἵροντας τόν σταυρό μας, ἀφοῦ προηγουμένως ἀπαρνηθοῦμε τόν ἑαυτό μας.
Ὁ προσδιορισμός δέ τῶν ἄκρων ἀντλεῖ τή πνευματική καί θεολογική του κατοχύρωση ἀπό τή γενικότερη διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας καί τῶν Πατέρων καί περιεκτικά ἀποδίδει τά ἀναγκαῖα καί θεμελιώδη γιά τήν ἐπίτευξη τοῦ προορισμοῦ μας, πού εἶναι ἡ θέωση καί ἡ σωτηρία.
Τό πρῶτο ἄκρο, λοιπόν, ὡς ἕνα τῶν κεράτων τοῦ Σταυροῦ, ἀποτελεῖ ἡ Ἀλήθεια, τήν ὁποία πρέπει νά γνωρίζουμε καί νά ὁμολογοῦμε. Ἡ Ἀλήθεια αὐτή εἶναι ἐνυπόστατη, εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός κατά τήν ἀψευδή διαβεβαίωσή Του ("Ἐγώ εἰμί ἡ ὁδός καί ἡ άλήθεια καί ἡ ζωή"). Ἡ ἀλήθεια παρά τά ὅσο σήμερα λέγονται καί προπαγανδίζονται εἶναι ἁπόλυτη, ἀντικειμενική καί διαχρονική καί χωρίς τή γνώση της εἶναι ἀδύνατον ὁ ἄνθρωπος νά ἐπιτύχει τήν ἐλευθερία καί τή σωτηρία του.
Τό δεύτερο ἄκρο εἶναι ἡ ἀγάπη, ἡ ὁποία κατέχει αὐτή τή θέση ὄχι διότι σχετίζεται μέ τήν οὐσία ἤ τόν τρόπο ὑπάρξεως τοῦ Θεοῦ, πού συχνά ἀκοῦμε μερικούς θεολογοῦντες ἐπιπόλαια νά καινολογοῦν ἤ μᾶλλον νά βλασφημοῦν, ἀλλά διότι καί οἱ δύο μέγιστες καί κύριες ἐντολές τοῦ Θεοῦ, ἀπό τίς ὁποῖες κρέμονται καί ἐξαρτῶνται τά πάντα, ἀφοροῦν στήν ἀγάπη (πρός τόν Θεό καί πρός τόν πλησίον μας, δηλαδή τό κάθε συνάνθρωπό μας).
Τό τρίτο ἄκρο εἶναι ἡ ἄσκηση, δηλαδή ὁ ἀσκητικός τρόπος ζωῆς πού ἐκφράζεται κυρίως μέ τήν πλήρη τήρηση ὅλων τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ καί τόν ἰσόβιο πνευματικό ἀγώνα προκειμένου νά ἀποκτήσουμε καθαρή καρδία, φωτισμένο νοῦ καί νά ἀξιωθοῦμε ἀπό αὐτή τή ζωή τῆς κατά χάριν θεώσεώς μας.
Τό τέταρτο καί τελευταῖο ἄκρο τοῦ σταυροῦ μας πρέπει νά εἶναι ὁ ἁγιασμός μας, μέσα ἀπό τή συμμετοχή μας στή λατρευτική καί μυστηριακή ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτό εἶναι ἰδιαίτερα σημαντικό διότι μέσα στή λατρεία καί τή μυστηριακή ζωή εἶναι συσωρευμένη καί ἐκφράζεται ὅλη ἡ πείρα καί ἡ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά καί κυρίως διότι διά τῶν μυστηρίων καί δή τῆς Θείας Εὐχαριστίας πραγματοποιεῖται ἡ ἐνσωμάτωσή μας στήν Ἐκκλησία πού εἶναι τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ καί ἡ μετ’ Αὐτοῦ ἕνωση.
Καί τά τέσσερα αὐτά ἄκρα εἶναι ἐξίσου ἀπαραίτητα γιά τήν ἀκεραιότητα τοῦ σταυροῦ μας καί γιά τήν σωτηριώδη ἐπενέργειά του. Χωρίς ἀλήθεια εἴμαστε τυφλοί, χωρίς ἀγάπη ἀνάπηροι, χωρίς ἄσκηση ἀσθενεῖς καί χωρίς ἁγιασμό γυμνοί καί ἔρημοι!
Τό καθένα ἀπό τά τέσσερα αὐτά ἄκρα καί ὅλα μαζί προϋποθέτουν καί ἀπαιτοῦν γιά νά ὑπάρξουν καί νά εἶναι ἀποτελεσματικά δύο πράγματα: τήν ἔνταξή μας στό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ πού εἶναι ἡ Ἐκκλησία καί τήν πνευματική μας καθοδήγηση ἀπό ἔμπειρο καί κατάλληλο πνευματικό καθοδηγητή, δηλαδή πνευματικό πατέρα. Καί τοῦτο διότι ἡ ἐλπίδα τῆς καρποφορίας εἶναι μάταιη χωρίς τή σύνδεση τῶν κλημάτων (πού εἴμαστε ὅλοι ἐμεῖς) μέ τήν ἄμπελο (πού εἶναι ὁ Χριστός) καί χωρίς τή φροντίδα τοῦ καλοῦ ἀμπελουργοῦ (πού εἶναι ὁ ἔμπειρος πνευματικός πατέρας).

8. Ἡ ἰσορροπία τῶν ἄκρων, ἡ "ἀνισορροπία" πολλῶν θρησκευομένων καί ὁ πειρασμός τῶν πιστῶν

Σύν Θεῶ καί μέ τήν ὑπομονή σας, ἐλπίζω καί τήν προσοχή σας, φθάσαμε καί στό τελευταῖο μέρος τοῦ τίτλου τῆς ὁμιλίας μας, τό περί ἰσορροπίας. Οἱ δύο ἄξονες τοῦ σταυροῦ, γιά νά διατηρεῖται τό σχῆμα του καί ἡ δύναμή του, χρειάζονται, ἐκτός ἀπό τήν σύνδεση καί ἑνότητά των, καί τήν ἰσορροπία. Διαφορετικά χάνεται τό σχῆμα καί κατ’ ἐπέκταση ἡ μαρτυρία καί ἡ δύναμη τοῦ σταυροῦ. Παύει νά εἶναι σταυρός καί μεταβάλλεται σέ κάτι ἄλλο ξένο καί ἀδύναμο.
Ἐπειδή, ὅπως προαναφέραμε, ὁ σταυρός εἶναι τετραπέρατος καί κατά τή δική μας προσέγγιση συναποτελούμενος ἀπό τέσσερα ἄκρα, τό ζήτημα τῆς ἰσορροπίας του ἐδῶ δέν θά τό ἐξετάσουμε ὡς πρός τίς δύο διαστάσεις του, ἀλλά ὡς πρός τά τέσσερα ἄκρα του. Ἐάν, λοιπόν, ἡ διατάραξη τῆς ἰσορροπίας ὅσον ἀφορᾶ στούς ἄξονές του τόν ἀκυρώνει, ἡ ἀνισορροπία τῶν ἄκρων του τόν ἀλλοιώνει καί τόν διαστρεβλώνει.
Χρειάζεται, λοιπόν, τά προαναφερθέντα τέσσερα ἄκρα του νά βρίσκονται πάντοτε σέ μία ἁρμονική σχέση, ἀντιστοιχία καί ἰσορροπία μεταξύ των. Τί ἀξία ἔχει ἡ ἀλήθεια ὅταν δέν ἀληθεύομε ἐν ἀγάπη; Τί ἀξία ἔχει ἡ ἀγάπη ὅταν ἀγνοοῦμε τήν ἀλήθεια; Τί ἀξία ἔχει ἡ ἄσκηση ὅταν δέν ἀποβλέπει στήν ἀπόκτηση τῆς θείας χάριτος; Τί  ἀξία ἔχει ἡ συμμετοχή στή λατρευτική καί μυστηριακή ζωή χωρίς τήν ἄσκηση πού δημιουργεῖ τίς πνευματικές προϋποθέσεις; Καί οὕτω καθεξῆς!
Δυστυχῶς,  πολλές φορές παρατηρεῖται ἀνισορροπία στήν σταυρική μαρτυρία τῶν χριστιανῶν, κυρίως τῶν μή συνειδητῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας ἀλλά ἁπλῶς θρησκευομένων, ἡ ὁποία παρουσιάζει ὑπερτροφία ἑνός ἄκρου ἤ ὑποτίμηση ἑνός ἄλλου μέ τελικό ἀποτέλεσμα πάντοτε τήν ἀλλοίωση τῆς μαρτυρίας ἀλλά καί τή διακινδύνευση τῆς σωτηρίας καί τήν πλήρη παρέκκλιση ἤ τόν ἐκτροχιασμό των σέ αὐτονομημένες πορεῖες καί ἀδιέξοδες ἀτραπούς.
Πόσες φορές δέν συναντᾶμε χριστιανούς μέ σταυρούς στά χέρια πού δέν ζοῦν πνευματική καί μυστηριακή ζωή; Πόσες φορές δέν συναντᾶμε χριστιανούς πού ἐν ὀνόματι τῆς ἀγάπης πρός ὅλους καί πάνω ἀπ’ ὅλα ἀδιαφοροῦν γιά τήν ἀλήθεια τῆς Πίστεως; Πόσες φορές ἐμεῖς οἱ ἴδιοι ἐνῶ υἱοθετοῦμε τόν αὐτοπροσδιορισμό τοῦ γνησίου ὀρθοδόξου χριστιανοῦ ἤ τήν ἐπίκλησή του ἀδιαφοροῦμε γιά τήν καθαυτό πνευματική ζωή, ἤ τήν ἄσκηση ἤ τήν ἐντολή τῆς ἀγάπης ἤ τήν ὁμολογία τῆς Πίστεως;
Ἀπό τότε πού σφετερίσθηκαν οἱ παπικοί τήν ἰδιότητα τῆς καθολικότητος τῆς Ἐκκλησίας ὀνομάζοντας Καθολική ἐκκλησία τήν αἱρετική τους κοινότητα, μειώσαμε κι ἐμεῖς τή χρήση της, τονίζοντας τήν ὀρθοδοξία τῆς Πίστεώς μας. Εἶναι ὅμως ἐκ τῶν βασικῶν χαρακτηριστικῶν τῆς Παραδόσεώς μας ἡ καθολικότητα, ἡ ὁποία ἀφορᾶ καί στήν πνευματικότητα τοῦ ἀνθρώπου, τοῦ πιστοῦ, ὁ ὁποῖος καλεῖται νά βιώσει καθολικῶς καί ὄχι ἀποσπασματικῶς, αὐτονομημένως ἤ ἀτομικῶς, τόν ἀγώνα ὑπέρ τῆς Πίστεως καί τῆς σωτηρίας.
Ἐάν δέ, ἡ ἀνισορροπία τῶν ἄκρων εἶναι ἕνας κίνδυνος ἀλλοιώσεως τῆς σταυρικῆς μας μαρτυρίας, ἕνας μεγάλος πειρασμός γιά τούς πιστούς εἶναι καί ὁ πειρασμός πού ἐπεδίωξε νά πειράξει τόν ἴδιο τόν Κύριό μας ἐπί τοῦ Σταυροῦ. Εἶναι ἡ προτροπή «κατάβηθι ἀπό τοῦ σταυροῦ»! Δηλαδή ἡ προτροπή πού θέλει νά πάψουμε νά εἴμαστε σταυρωμένοι γιά νά γίνουμε πιό ἀποτελεσματικοί! Αὐτό ὅμως σημαίνει ἄρνηση τῆς παραδόσεως, ἀλλοίωση τῆς Πίστεώς μας, παραποίηση τοῦ ὀρθοδόξου ἤθους, ἐκκοσμίκευση τῆς Ἐκκλησίας καί ἀκύρωση τῆς ἐκκλησιοποιήσεως τοῦ κόσμου.
Αὐτό ἀποτελεῖ μεγάλο κίνδυνο, τόν ὁποῖο ὅμως λίγοι διατρέχουν, διότι ἁπλούστατα λίγοι ἐπιλέγουν νά εἶναι ἐσταυρωμένοι, κάποιοι μάλιστα δέν διστάζουν νά γίνονται, ἐν ἐπιγνώσει ἤ ἐλαφρᾶ τῆ καρδία, σταυρωτές!


9. Σταυρός καί διάβολος. Ὁ Σταυρός καί ἡ Ἀνάσταση

Ὁ μεγαλύτερος ἀρνητής καί πολέμιος τοῦ σταυροῦ εἶναι ὁ διάβολος. Διότι ὁ διάβολος κινεῖται στόν ἀντίποδα τῆς ἀγάπης, τῆς ἑνότητος, τῆς θυσίας, τῆς ὑπομονῆς, τῆς ὑπακοῆς καί τῆς ἀληθείας. Καθώς γνωρίζουμε φρίττει καί τρέμει τή δύναμή του, ἀλλά βρίσκει χίλιους δύο τρόπους νά τόν πολεμᾶ καί νά παρασύρει τόν ἄνθρωπο στήν ἄρνησή του.
Ἕνα μεγάλο ἐπίτευγμά του, ἀφοῦ εἶναι δύσκολο νά κατορθώσει νά ἀποξενωθεῖ ὁ Σταυρός ἀπό τόν Χριστιανισμό, εἶναι ἡ ἀποξένωση γιά τόν πολύ κόσμο τοῦ Χριστοῦ ἀπό τήν Ἐκκλησία. Ὅμως, Σταυρός καί Χριστός καί Ἐκκλησία δέν διασπῶνται. Ὁ Σταυρός ἀνήκει στόν Χριστό καί ὁ Χριστός εἶναι ἡ κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας, αὐτή δέ τό Σῶμα Του.
Ὁ διάβολος ὅποιον δέν πείθει γι’ αὐτά πού θέλει, τόν πείθει γιά τήν ἀνυπαρξία του ὥστε πιό εὔκολα νά τόν παρασύρει, ὡς δῆθεν σκεπτόμενο καί ἀνακαλύπτοντα σοφά καί σπουδαῖα τά ὁποῖα, ὅμως, ἐκεῖνος τοῦ εἰσηγεῖται!
Εἶναι χαρακτηριστικό ὅτι στά κείμενα τῶν Οἰκουμενιστῶν, ὁπαδῶν τῆς παναιρέσεως πού κυριαρχεῖ στήν ἐποχή μας, ποτέ καί πουθενά δέν γίνεται λόγος περί διαβόλου! Σέ ἀντίθεση μέ τά συγγράμματα τῶν Ἁγίων Πατέρων, οἱ ὁποῖοι βεβαιώνουν τήν μεγάλη καί φθοροποιό δράση του.
Ὅσοι δέν ἐπιθυμοῦν νά ἀκοῦνε πολλά περί Σταυροῦ καί περί Ὀρθοδοξίας, προτιμοῦν νά ἀναφέρονται στήν ἀγάπη γενικῶς καί ἀορίστως καί στήν Ἀνάσταση, ἀπό τήν ὁποία πηγάζει ἡ συγνώμη καί ἡ συγχώρηση σ’ ὅλους καί γιά ὅλα. Ὅλοι, ὅμως, αὐτοί, κυρίως κοσμικοῦ ἤ αἰρετικοῦ φρονήματος χριστιανοί, ἀγνοοῦν ὅτι ὁ Σταυρός εἶναι ἡ μεγαλύτερη ἔκφραση τῆς Θείας ἀγάπης, ἡ δέ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ προϋποθέτει τήν ἑκούσιο Σταύρωση, γι’ αὐτό καί ὁμολογοῦμε ὅτι ἦλθε διά τοῦ Σταυροῦ χαρά ἐν ὅλω τῶ κόσμῳ!
Ὁ Σταυρός εἶναι τό φλάμπουρο τῆς ἐλευθερίας καί τῆς Ἀναστάσεως τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ ἴδιος ὁ ἀναστάς Χριστός κρατᾶ τόν Σταυρό μέ τόν ὁποῖο θανάτωσε τόν θάνατο καί χάρισε σέ μᾶς τήν ἀληθινή καί αἰώνιο ζωή.

10. Ὁ Σταυρός τοῦ ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ. Ποῦ χωλαίνουμε. Ἡ σύγχρονη Πολιτεία καί κοινωνία

Μέ τή χάρη καί τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ, καίτοι ἀνάξιοι, δέν εἴμαστε ἐχθροί τοῦ Σταυροῦ. Θέλουμε νά εἴμαστε καί νά γίνουμε φίλοι τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Σταυρός εἶναι αὐτός πού θά μᾶς συμφιλιώσει. Ὅσο δέ περισσότερο ὁμοιάζουμε στόν Χριστό, τόσο περισσότερο ἀναγνωριζόμαστε ὡς τέκνα Του.
Τό πρόβλημα πού ἐμεῖς καλούμαστε νά ἀντιμετωπίσουμε εἶναι ἡ πνευματική μας ἰσορροπία καί ἡ πρόκληση τοῦ πειρασμοῦ «κατάβηθι ἀπό τοῦ σταυροῦ». Χωρίς ἰσορροπία κινδυνεύει ἡ σχέση μας μέ τόν Σταυρό καί χωρίς σταύρωση κινδυνεύει ἡ σχέση μας μέ τόν Χριστό.
Παρότι εἶναι δύσκολο καί ὄχι εὐχάριστο νά ἐκφράζω διαπιστώσεις, ὡστόσο εἶναι σκόπιμο καί χρήσιμο νά λεχθεῖ ὅτι ἐμεῖς οἱ σύγχρονοι ὀρθόδοξοι χριστιανοί πάσχουμε σέ πολλά πράγματα. Δέν φαίνεται νά διαθέτουμε τόν ζῆλο τῶν παλαιοτέρων, φαίνεται νά μή διαθέτουμε τήν ἀπαραίτητη μεταξύ μας ἀγάπη, ζοῦμε μᾶλλον πολύ ἐκκοσμικευμένα καί ἡ πλειοψηφία ἔχει χαλαρή σχέση μέ τή λατρευτική καί μυστηριακή ζωή.
Πρέπει ἀκόμη νά συνειδητοποιήσουμε ὅτι ὁ λίαν τιμητικός τίτλος τοῦ ὀρθοδόξου χριστιανοῦ, εἰδικῶς σήμερα, ἀπαιτεῖ μεγαλύτερες θυσίες. Πρέπει καί νά διαθέτουμε ὁμολογιακό φρόνημα καί νά ζοῦμε πνευματική ζωή καί νά ἔχωμε μεταξύ μας τουλάχιστον ἀγάπη καί νά μετέχουμε ἐνεργά στή λατρευτική καί μυστηριακή ζωή τῆς Ἐκκλησίας μας.
Βλέπετε ὅτι ζοῦμε σέ μία ἀμοραλιστική ἐποχή καί σέ μία κοινωνία πού βαθμιαῖα ἀλλά ταχύτατα ἀποχριστιανοποιεῖται. Φθάσαμε νά διακηρύσσεται ἐπισήμως ὁ Οἰκουμενισμός καί νά μήν ἀνοίγει μύτη, νά καταργεῖται τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν στά σχολεῖα καί ἁπλῶς νά ἀναζητεῖται ὁ καλύτερος συμβιβασμός, νά προωθεῖται στά σχολεῖα ὁ ἠδονισμός καί ὁ πανσεξουαλισμός καί οἱ περισσότεροι γονεῖς νά ἀδιαφοροῦν, νά καθιερώνεται ἡ βάρβαρη καύση τῶν νεκρῶν (σημείωση:καύση νεκρῶν σημαίνει γιά ἕναν χριστιανό ὅ,τι καί ἡ καύση τοῦ Σταυροῦ, τῶν εἰκόνων καί τῶν Λειψάνων τῶν ἁγίων, δηλαδή νέα εἰκονομαχία) καί μάλιστα νά θεωρεῖται δικαίωμα τῶν χριστιανῶν ἡ ἐπιλογή της, νά θεωρεῖται ἀσεβῶς ἡ Ὀρθοδοξία καί ἡ Ἐκκλησία πολιτιστικό μέγεθος καί κοινωνικός φορέας ἀντιστοίχως καί νά τό ἀνεχόμαστε, νά ψηφίζουν οἱ χριστιανοί πολιτικούς πού ἀρνοῦνται δημοσίως τόν Σταυρό καί δηλώνουν ἄθεοι ἤ καί ἀντίχριστοι, νά ἀπαγορεύεται διά νόμου νά λές τή γνώμη σου καί νά ὑποστηρίζεις τή διαφωνία σου σέ ὅσα θέλει ἡ ἀθεϊστική προπαγάνδα, καί ἄλλα πολλά!

11. Ἡ ἐσχατολογική προοπτική καί τό σημεῖο τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου. Εὐχαριστίες καί Προσευχή στό Σταυρό

Ὅπως ἴσως ἔχετε ἀκούσει ἤ διαβάσει ἡ προοπτική τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἐσχατολογική. Ἡ Ἐκκλησία πορεύεται μέ προσανατολισμό τά ἔσχατα γιατί μέρος τῆς Πίστεώς της εἶναι ἡ προσδοκία τῆς ἀναστάσεως τῶν νεκρῶν καί ἡ ζωή τοῦ μέλλοντος αἰῶνος, ὅπως ὁμολογοῦμε στό Σύμβολο τῆς Πίστεως.
Εἶναι παράδοξο καί ἀπογοητευτικό τό γεγονός ὅτι πολλοί χριστιανοί ἔχουν πέσει θύματα τῆς ἀμερικανικῆς προελεύσεως προτεσταντικῆς πλάνης καί προπαγάνδας πού ἐκμεταλλεύεται τό φόβο τοῦ ἀνθρώπου γιά τό ἄγνωστο μέλλον καί ἔχει ἀναγάγει σέ ἐπιστήμη τήν ἀντιχριστολογία. Ἔτσι ὅμως ἐμμέσως ἀναγνωρίζουν τούς αἱρετικούς ὡς καθοδηγητές!
Οἱ χριστιανοί περιμένουμε τόν Χριστό καί ὄχι τόν Ἀντίχριστο. Φοβόμαστε τήν ἁμαρτία καί ὄχι τό σφράγισμα κανενός. Αὐτό δέν σημαίνει ὅτι ἀδιαφοροῦμε γιά τά σημεῖα τῶν καιρῶν ἤ ὅτι θά δεχθοῦμε ὁτιδήποτε ἀντιτίθεται στήν Πίστη μας, τή διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας καί στό θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Πόσο ἀλλοπρόσαλλο, ὅμως, εἶναι κάποιος νά λέγεται χριστιανός ὀρθόδοξος καί ἐνῶ τόν ἀπασχολεῖ ἔντονα ὁ ἐρχομός τοῦ Ἀντιχρίστου καί τό σφράγισμά του, τά ὁποῖα ἀφελῶς θέλει νά ἀποτρέψει νά συμβοῦν (μήπως γιά νά παρατείνει τήν πνευματικά ἀνέμελη ζωή του;), ἐνῶ εἶναι βέβαιο ὅτι θά συμβοῦν, ὡς προφητευμένα, ἐπιδεικτικά ἀδιαφορεῖ γιά τήν πνευματική του ζωή, τή συμμετοχή του στά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, τίς προδοσίες σέ βάρος τῆς Πίστεως καί τήν ἀντίχριστη πρακτική τῶν πολιτικῶν καί θρησκευτικῶν ἡγετῶν του πού ἀντινομοθετοῦν στήν Πατροπαράδοτη Πίστη του καί ὑποθηκεύουν τό μέλλον τῶν παιδιῶν του;
Τῆς ἐνδόξου Δευτέρας Παρουσίας τοῦ Κυρίου μας θά προηγηθεῖ ἡ ἐμφάνιση τοῦ σημείου τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου, δηλαδή ὁ Τίμιος καί Ζωοποιός Σταυρός. Αὐτός εἶναι τό δικό μας τό σφράγισμα πού γίνεται μέ τό μυστήριο τοῦ Χρίσματος! Ἐάν τόν φέρουμε πάνω μας, ἐάν τόν προσκυνοῦμε, ἐάν κάνουμε τό σημεῖο του, ἐάν ζοῦμε σύμφωνα μέ τίς ἐντολές τοῦ σταυρωθέντος Χριστοῦ, τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ, δέν ἔχουμε νά φοβηθοῦμε τίποτε.
Αὐτό, ὅμως, δέν σημαίνει ὅτι δέν θά ἀντιμετωπίσουμε πολλά. Οἱ Ἅγιοι δέν καλοπέρασαν. Ὁ Σταυρός εἶναι μαρτυρία καί μαρτύριο. Ἠ ἄνεση δέν ταιριάζει σέ χριστιανούς, παρά μόνον ὁ ἀγώνας. Τό προδιαγεγραμμένο τέλος τῶν ἐχθρῶν τοῦ Σταυροῦ εἶναι ἡ ἁπώλεια. Τό τέλος τῶν φίλων τοῦ Σταυροῦ εἶναι ἡ Ἀνάσταση!
Θά τελειώσουμε τήν ὁμιλία μας, ἀφοῦ σᾶς εὐχαριστήσω ὅλους γιά τήν προσοχή καί τήν ὑπομονή σας, μέ μία προσευχή πρός τόν Τίμιο καί Ζωοποιό Σταυρό τοῦ Κυρίου:

Τό ξύλον τῆς ζωῆς καί δύναμις ὑπέροπλος,
ἐλπίς τῶν πιστῶν καί σκέπη καί κραταίωμα,
ἐκ ψυχῆς βοῶμεν σοι, Σταυρέ Κυρίου φύλαξ φάνηθι,
καί ἐκ σκανδάλων τῶν τοῦ πονηροῦ,
προφθάσας ρῦσαι ἡμᾶς
τούς ἀνυμνοῦντας (καί προσκυνοῦντας) σε.

Καλό ὑπόλοιπο τῆς Νηστείας!

Σᾶς εὐχαριστῶ.



Κυριακή 19 Μαρτίου 2017

Ἀρχιμ. Χρυσόστομος Ν. Πῆχος, Κατάγνωσις ἑτεροδιδασκαλιῶν,
διατυπωθεισῶν ὑπὸ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Βαρθολομαίου



ΚΑΤΑΓΝΩΣΙΣ ΕΤΕΡΟΔΙΔΑΣΚΑΛΙΩΝ
Διατυπωθεισῶν ὑπὸ τῆς αὐτοῦ Θειοτάτης Παναγιότητος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου,

ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΗΣ Ι. ΣΥΝΟΔΟΥ ΤΗΣ ΙΕΡΑΡΧΙΑΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ

ὅπως λαβοῦσα γνῶσιν διαπιστώσῃ, ἀποκηρύξῃ καὶ καταδικάσῃ αὐτὰς ὡς ἀντικειμένας τῇ ὀρθῇ διδασκαλίᾳ τῆς κατὰ Ἀνατολὰς Ὀρθοδόξου Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας.

Κατατεθεῖσα ὑπὸ τοῦ ἀρχιμ. Χρυσοστόμου Ν. Πήχου, Ἡγουμένου τῆς Ἱερᾶς Κοινοβιακῆς Μονῆς «Ἡ Ζωοδόχος Πηγὴ» Λογγοβάρδας Πάρου.--



Μακαριώτατε Ἀρχιεπίσκοπε Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερώνυμε, Πρόεδρε τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, καὶ
Σεβασμιώτατοι Ἀρχιερεῖς μέλη τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς καθ᾽ ἡμᾶς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ὅπως αὐτὴ λειτουργεῖ δυνάμει τοῦ Συνοδικοῦ τόμου τοῦ 1850 καὶ τῆς Πατριαρχικῆς Πράξεως τοῦ 1928 ἐκδοθέντων ἀμφοτέρων ὑπὸ τοῦ σεπτοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου τῆς Κωνσταντινουπόλεως,
Εὐλογεῖτε.
Διὰ τῆς παρούσης καταθέτω ἐνώπιόν σας, ἐνώπιον τοῦ σεπτοῦ Σώματος τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος τὸν σκανδαλισμὸν ἐμοῦ προσωπικῶς, τῆς συνοδείας μου, κληρικῶν, μοναχῶν καὶ πλήθους κόσμου, ὁ ὁποῖος κλυδωνίζεται ταρασσόμενος ὡς ὑπὸ κυμάτων πολλῶν λόγῳ τῶν ἀλλεπαλλήλων ἑτεροδιδασκαλιῶν, αἱ ὁποῖαι διετυπώθησαν κατὰ καιροὺς ὑπὸ τοῦ Παναγιωτάτου Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου μὲ ἀποκορύφωμα τὴν Ἁγίαν καὶ Μεγάλην Σύνοδον (ΑκΜΣ) τοῦ Κολυμπαρίου τῆς Κρήτης.
Ἐκ προοιμίου σᾶς ἀναφέρω, ὅτι τὰ ὅσα θὰ ἀναγνώσετε καταγγελλόμενα κατωτέρω δὲν εἶναι καρπὸς ἀντιπαθείας ἢ ἀπαρεσκείας εἰς τὸ πρόσωπον τοῦ Παναγιωτάτου οὔτε κἂν πνεῦμα ἀντιλογίας ἢ ἄλλης τινὸς κακοθυμίας ἔναντι αὐτοῦ, ἡ νόμιμος δὲ προσφυγή μου εἰς Ὑμᾶς γίνεται καθηκόντως, μὲ πρόδηλον πνευματικὴν ἀνησυχίαν, μὲ πεποίθησιν ἀληθείας καὶ ἀπὸ ἔντονον καὶ δικαιολογημένον ἐνδιαφέρον. Κατανοῶ ἀπολύτως ὅτι τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον τελεῖ ὑπὸ αἰχμαλωσίαν. Ἡ σῴζουσα ἀλήθεια εἰς τὴν ἡνωμένην «Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικὴν καὶ Ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν» εἶναι τὸ ζητούμενον, καὶ αὐτὸ ἐπιθυμοῦμε νὰ καταφανῇ χωρὶς φόβον καὶ πάθος. Ἐκ παραλλήλου ἡ ἀναίρεσις ὑφ᾽ Ὑμῶν τῶν διατυπωθεισῶν ἑτεροδιδασκαλιῶν θὰ προλάβῃ τὸ ἐπαπειλούμενον νέον σχίσμα εἰς τοὺς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας.
 Ἀνασκοποῦντες λοιπὸν τὴν μέχρι σήμερον πορείαν τοῦ παναγιωτάτου Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου εἰς τὸν χῶρον τῆς Ἐκκλησίας θὰ παρουσιάσωμεν μερικὰ σημεῖα, διὰ τῶν ὁποίων στοιχειοθετοῦνται αἱ ἑτεροδιδασκαλίαι αὐτοῦ.
1.α΄) Ὁ Παναγιώτατος, ἀπὸ τὰ χρόνια διευρύνσεως τῶν σπουδῶν του, εἰς τὴν διδακτορική του διατριβὴν μὲ τίτλον «Περὶ τὴν κωδικοποίησιν τῶν Ἱ. Κανόνων καὶ τῶν κανονικῶν διατάξεων ἐν τῇ Ὀρθοδόξῳ Ἐκκλησίᾳ» ἐκθέτει τὰς ἀπόψεις του διὰ τοὺς ἱεροὺς Κανόνας ποὺ ῥυθμίζουν τὰς σχέσεις τῶν ὀρθοδόξων μὲ τοὺς ἑτεροδόξους διὰ τῶν ἑξῆς: «Δὲν δύναν­ται», γράφει, «νὰ ἐφαρμοσθοῦν σήμερον καὶ πρέπει νὰ τροποποιηθοῦν αἱ δι­α­τάξεις αἱ κανονίζουσαι τὰς σχέσεις τῶν Ὀρθοδόξων Χρι­στιανῶν πρὸς τοὺς ἑτεροδόξους καὶ ἑτεροθρήσκους. Δὲν δύναται ἡ Ἐκ­κλησία νὰ ἔχῃ διατάξεις ἀπαγορευούσας τὴν εἴσοδον εἰς τοὺς ναοὺς τῶν ἑτεροδόξων καὶ τὴν μετ᾽ αὐ­τῶν συμπροσευχήν, καθ᾽ ἣν στιγμὴν αὕτη διὰ τῶν ἐκ­προσώπων αὐτῆς προσ­εύχεται ἀπὸ κοινοῦ μετ᾽ αὐτῶν διὰ τὴν τελικὴν ἕνωσιν ἐν τῇ πίστει, τῇ ἀ­γάπῃ, τῇ ἐλπίδι. Περισσοτέρα ἀγάπη πρέπει νὰ “ἀρ­δεύσῃ” πολλὰς κανονικὰς διατάξεις πρὸς “ζωογονίαν”. Ἐπιβάλλεται τροποποίησις ὁ­ρισμένων διατάξεων ἐπὶ τὸ φιλανθρωπότερον καὶ ρεαλιστικώτερον. Ἡ Ἐκκλησία δὲν δύναται καὶ δὲν πρέπει νὰ ζῇ ἐκτὸς τόπου καὶ χρόνου».
Οἱ ἱ. Κανόνες, διὰ τοὺς ὁποίους γίνεται λόγος ἀνωτέρω, διὰ τῆς συνεχοῦς παραβάσεώς των ἔχουν καταργηθῆ ἐν τῇ πράξει. Ἡ ἑτεροδιδασκαλία ἔγινε πρᾶξις. Ἁπλῶς μὲ τὴν ΑκΜΣ ἔγινε προσπάθεια νὰ περιβληθῇ σιωπηλῶς μὲ συνοδικὸν κῦρος. Αἱ θέσεις αὐταὶ τοῦ Παναγιωτάτου δὲν ἀποτελοῦν ἑτεροδιδασκαλία, καὶ αἱ παραβάσεις ἱεροκανονικὰ παραπτώματα; Ἀσφαλῶς.
β΄) Εἰς τὸ ἀνωτέρω ἀπόσπασμα οἱ ἱ. Κανόνες χαρακτηρίζονται ὡς μὴ ἔχοντες στοιχεῖα φιλανθρωπίας καὶ ρεαλισμοῦ. Ὅτι πάσχουν ἀπὸ ξηρασίαν, καὶ θὰ ἀναζωογονηθοῦν ἐὰν ποτισθοῦν μὲ νάματα ἀγάπης. Δηλαδή, τὸ Ἅγιον Πνεῦμα παρήγαγε, τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, καρποὺς (τοὺς ἱ. Κανόνας) ἐστερημένους ζωογόνου ἀγάπης; Ὅμως αἱ ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν καὶ τοπικῶν Συνόδων ξεκινοῦν μὲ τὸ «Ἔδοξε τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι καὶ ἡμῖν»· πῶς εἶναι δυνατὸν αἱ ἐκφάνσεις αὐταὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος νὰ μὴ ἔχουν στοιχεῖα φιλανθρωπίας καὶ ρεαλισμοῦ, νὰ πάσχουν ἀπὸ ξηρασίαν καὶ νὰ ἔχουν ἀνάγκην ἀπὸ τὴν ζωογόνον ἀγάπην τοῦ οἰκουμενισμοῦ; Δὲν εἶναι αὐτὸ ἑτεροδιδασκαλία;
2.α΄) Κατὰ τὴν θρονικὴν ἑορτὴν τοῦ Φαναρίου 30-11-1998 ὁ Παναγιώτατος προσ­φωνῶν τὴν Παπικὴν ἀντιπροσωπείαν λέγει μεταξὺ ἄλλων καὶ τὰ ἑξῆς· «Σεβασμιώτατε Καρδινάλιε κύριε William Η. Keeler καὶ λοιποὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοὶ οἱ ἀποτελοῦντες τὴν Ἀντιπροσωπείαν τῆς Ἐκκλησίας Ρώμης, …Δὲν πρέπει νὰ σπαταλήσωμεν τὸν χρόνον εἰς ἀναζητήσεις εὐθυνῶν. Οἱ κληροδοτήσαντες εἰς ἡμᾶς τὴν διάσπασιν προπάτορες ἡμῶν ὑπῆρξαν ἀτυχῆ θύματα τοῦ ἀρχεκάκου ὄφεως καὶ εὑρίσκονται ἤδη εἰς χεῖρας τοῦ δικαιοκρίτου Θεοῦ. Αἰτούμεθα ὑπὲρ αὐτῶν τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, ἀλλ’ ὀφείλομεν ἐνώπιον Αὐτοῦ ὅπως ἐπανορθώσωμεν τὰ σφάλματα ἐκείνων. …Εἴθε νὰ ἀξιώσῃ ἡμᾶς ὁ Κύριος νὰ ἴδωμεν καὶ τὴν ἀνάστασιν τῆς ἑνότητος τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας Αὐτοῦ. Ἀμήν» (περ. «Ἐπίσκεψις» τ. 563/1998, σελ. 22-29).
Παρατηροῦμεν εἰς τὸ ἀπόσπασμα αὐτό, ὅτι ἡ τοποθέτησις τοῦ Παναγιωτάτου ἔναντι τῶν ἱ. Κανόνων δὲν παραμένει ἁπλῶς ἡ ἰδία ἀλλὰ ἐπεκτείνεται ἀκόμη καὶ εἰς τὰ πρόσωπα τῶν θεοφόρων πατέρων, οἱ ὁποῖοι χαρακτηρίζονται «θύματα τοῦ ἀρχεκάκου ὄφεως». Οἱ ἅγιοι Πατέρες, οἱ ὁποῖοι ὡς πύργοι ἄσειστοι καὶ ὡς ἀστέρες πολύφωτοι τοῦ νοητοῦ στερεώματος, κατὰ τὸν ὑμνῳδόν, φωτίζουν τὸν δρόμον ποὺ πρέπει νὰ ἀκολουθῶμεν ὡς Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, εἶναι «θύματα τοῦ ἀρχεκάκου ὄφεως». Νὰ εἴπωμεν, ὅτι ὁ χαρακτηρισμὸς αὐτὸς ἐπεκτείνεται καὶ εἰς τοὺς ἀναριθμήτους μάρτυρας καὶ ὁσιομάρτυρας, οἱ ὁποῖοι μὲ τὸ τίμιον αἷμά τους ἐπότισαν καὶ ποτίζουν τὸ ἀειθαλὲς δένδρον τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως; Εἶναι ἢ δὲν εἶναι ἡ θέσις αὐτὴ ἑτεροδιδασκαλία;
β΄) Εἰς τὸ ἀνωτέρω ἀπόσπασμα διαβάζουμε, ὅτι ὁ Παναγιώτατος διατυπώνει ἐνώπιον τῆς Παπικῆς ἀντιπροσωπείας τὴν εὐχὴν «νὰ ἀξιώσῃ ἡμᾶς ὁ Κύριος νὰ ἴδωμεν καὶ τὴν ἀνάστασιν τῆς ἑνότητος τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας Αὐτοῦ. Ἀμήν». Δηλαδή, ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία πάσχει κατὰ τὴν ἑνότητά της καὶ δὲν εἶναι ἡ Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία, ὅπως μέχρι τώρα πιστεύομεν; Ἡ ἑνότης τῆς Μιᾶς Ἁγίας Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησιας εἶναι νεκρὰ καὶ περιμένει τὴν ἀνάστασίν της;
γ΄) Ὁ Παναγιώτατος τὸ 1991, ὡς μητροπολίτης Φιλαδελφείας, μιλώντας σὲ παπικούς, εἶχε διατυπώσει μίαν διαφοροποιημένην ἀπὸ τὰ Ὀρθόδοξα δεδομένα Ἐκκλησιολογίαν· «Δὲν εἶναι δυνατό», εἶπε, «νὰ θεωρήσουμε ὅτι, εἴτε ἐμεῖς οἱ Ὀρ­θόδοξοι, εἴτε ἐσεῖς οἱ Ρωμαιοκαθολικοί, ἔχουμε ἀποκλειστικὴ ἰδιοκτησία τὴν διαδοχὴ τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας» (περιοδικὸν «Ἐπίσκεψις» τ. 464/1-7-1991, σ. 9). Ὥστε ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, ἡ ὄντως Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία, ἀπώλεσε τὴν αὐτοσυνειδησίαν της, εἶναι νεκρὰ καὶ περιμένει διὰ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ νὰ δῇ τὴν ἀνάστασίν της; Εἶναι ἢ δὲν εἶναι αὐτὸ ἑτεροδιδασκαλία;
3. α΄) Ὁ Παναγιώτατος πραγματοποιῶν ἐπίσημον ἐπίσκεψιν εἰς τὸ Βατικανὸν τὴν 27-6-1995 καὶ ὁμιλῶν σὲ νεαροὺς παπικοὺς εἶπε μεταξὺ ἄλλων καὶ τὰ ἑξῆς· «Τέκνα τῆς Ἐκκλησίας ἐν Κυρίῳ εὐλογημένα καὶ ἀγαπητά..., συνεορτάζομεν ἡ Ἀνατολὴ καὶ ἡ Δύσις (ἐννοεῖ τὴν θρονικὴν ἑορτὴν τῆς ῾Ρώμης). Θεοῦ τὸ δῶρον... Ἑορτάζομεν, διότι εἴμεθα ἡ ἐπὶ γῆς πορευομένη κοινωνία τῶν Ἁγίων..., εἶναι δὲ ἡ ἑορτὴ τῆς Ἐκκλησίας πεπληρωμένη ὅταν εἶναι παροῦσα καὶ συνεορτάζουσα ἡ νεολαία... Ἐλάβατε διὰ τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος καὶ τοῦ Χρίσματος τὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Φέρετε ἐν τῇ ψυχῇ καὶ τῷ μετώπῳ ὑμῶν τὰ σημεῖα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ» (περιοδικὸν «Ἐπίσκεψις» τ. 520/31-7-1995, σσ. 19, 20, 5 καὶ 6).
Δηλαδή, δὲν μᾶς χωρίζει τίποτε; Ἀπὸ πότε ἀπέκτησαν Χάριν τὰ μυστήρια τῶν Παπικῶν; Αὐτὴν τὴν παρακαταθήκην παρελάβομεν ἀπὸ τοὺς ἁγίους Ἀποστόλους καὶ τοὺς ἁγίους Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας μας; Δὲν εἶναι αὐτὸ ἑτεροδιδασκαλία;
4. α΄) Ὁ Παναγιώτατος κατὰ τὴν ὁμιλίαν του τὴν 4-11-1994, σὲ διαθρησκειακὴν συνάντησιν εἰς τὴν ἰταλικὴν πόλιν Riva del Garda, ὅπου ὡμίλησε σὲ παρισταμένους ἡγέτας διαφόρων θρησκειῶν, εἶπε· «Πρέπει νὰ συμβάλωμεν ὥστε νὰ φέρωμεν εἰς τὸ προσκήνιον τὰς πνευματικὰς ἀρχὰς τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, τῆς ἀδελφωσύνης καὶ τῆς εἰρήνης. Πράγματι, διὰ τὸν λόγον αὐτὸν συνεκεντρώθημεν ἐδῶ! Αὐτὸς εἶναι ἕνας τρόπος, διὰ τοῦ ὁποίου ἡμεῖς οἱ κληρικοὶ δυνάμεθα νὰ βοηθήσωμεν αὐτοὺς οἱ ὁποῖοι κυβερνοῦν. Ἡ βαθεῖα καὶ σταθερὰ πνευματικότης μας ἔρχεται εἰς ὀξεῖαν ἀντίθεσιν μὲ τὸν ἐγκόσμιον χαρακτῆρα τῆς συγχρόνου πολιτικῆς. …Αὐταὶ αἱ δυνατότητες ἀνακύπτουν ἀπὸ τὴν ἰδίαν τὴν φύσιν τῆς ἰδιότητος ποὺ φέρομεν, ἄνδρες καὶ γυναῖκες, ὡς κλητοὶ τοῦ Θεοῦ. Ὡς μία κοινότης πίστεως δυνάμεθα νὰ ἀντιμετωπίσωμεν τὸν κοσμικὸν οὐμανισμὸν καὶ τὸν ἐθνικισμὸν μὲ ἀγάπην, μὲ πνεῦμα Οἰκουμενισμοῦ καὶ μὲ τὸν ὑγιῆ σεβασμόν μας πρὸς τὴν παράδοσιν. Ἀλλὰ τοῦτο δυνάμεθα νὰ ἐπιτύχωμεν μόνον ἐὰν εἴμεθα ἡνωμένοι ἐν τῷ πνεύματι τοῦ ἑνὸς Θεοῦ, “Δημιουργοῦ τῶν πάντων, ὁρατῶν τε καὶ ἀοράτων”, Ρωμαιοκαθολικοὶ καὶ Ὀρθόδοξοι, Προτεστάνται καὶ Ἑβραῖοι, Μουσουλμᾶνοι καὶ Ἰνδουϊσταί, Βουδδισταὶ καὶ Κομφουκιανισταί…» (περιοδικὸν «Ὀρθοδοξία» τοῦ Πατριαρχείου, τ. Ὀκτωβρ.-Δεκεμβρίου 1994, κατὰ μετάφρασιν). Ἀγαστὴ συνεργασία τῶν κληρικῶν μὲ τοὺς κυβερνήτας τῶν λαῶν ὑπὸ τὸ προπέτασμα τῆς ἀγάπης!
Δηλαδή, ὁ Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης Χριστὸς ἔχασε τὸ φῶς του, τὰς πνευματικάς του ἀξίας, ἔγινε φανάρι ποὺ τρεμοσβήνει, καὶ αὐτὸ ποὺ μᾶς ἀπέμεινεν εἶναι «νὰ φέρωμεν εἰς τὸ προσκήνιον τὰς πνευματικὰς ἀρχὰς τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, τῆς ἀδελφωσύνης καὶ τῆς εἰρήνης»;
Εἰς τὸ ἀνωτέρω ἀπόσπασμα καλεῖ νὰ ἑνωθοῦν «ἐν τῷ πνεύματι τοῦ ἑνὸς Θεοῦ, “Δημιουργοῦ τῶν πάντων, ὁρατῶν τε καὶ ἀοράτων”, Ρωμαιοκαθολικοὶ καὶ Ὀρθόδοξοι, Προτεστάνται καὶ Ἑβραῖοι, Μουσουλμᾶνοι καὶ Ἰνδουϊσταί, Βουδδισταὶ καὶ Κομφουκιανισταί…». Κύριε, ἐλέησον!... Δηλαδὴ εἰς τὸν ἴδιον Θεὸν πιστεύουν Χριστιανοί, Μουσουλμᾶνοι, Ἰνδουϊσταί, Βουδισταὶ καὶ Κομφουκιανισταί...; Δὲν εἶναι αὐτὸ ἑτεροδιδασκαλία;
Δυστυχῶς ἡ Ἐκκλησιολογία τοῦ Παναγιωτάτου πάσχει· δὲν εἶναι Ὀρθόδοξος, εἶναι Οἰκουμενιστική.
β΄) Ὁμιλῶν ὁ Παναγιώτατος τὴν 20-12-2001 εἰς τὴν Α΄ Διαθρησκειακὴν Συνάντησιν τῶν Βρυξελλῶν καὶ ἀπευθυνόμενος σὲ ἐκπροσώπους τῶν τριῶν μονοθεϊστικῶν θρησκειῶν χρησιμοποίησε ὁμοειδῆ Θεολογία καὶ διὰ τοὺς ἀλλοθρήσκους (Ἰουδαϊσμοῦ, Μουσουλμανισμοῦ, Χριστιανισμοῦ) καὶ εἶπε· «Παρακαλοῦμεν θερμῶς ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους νὰ δώσωμεν εἰς τοὺς πιστούς μας καὶ τὸν κόσμον ὅλον ἀνόθευτον τὸ εἰρηνοποιὸν μήνυμα τοῦ ἑνὸς καί μόνου ἀληθινοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος μᾶς συνεκέν­τρωσεν ἐν τῇ ἀγάπῃ Του ἐνταῦθα. …Ἡμεῖς οἱ πιστεύοντες εἰς ἕνα προ­σω­πι­κὸν Θεὸν ἔχομεν τὴν ἐμπειρίαν τῆς ἀγάπης Αὐτοῦ καὶ τῆς εἰρήνης, ἡ ὁποία ἐγκαθίσταται εἰς τὴν ψυχήν μας καὶ πληροῖ καὶ ἀναπαύει αὐτήν, ὅταν ἀποκαθίσταται ἡ κοινωνία τῶν προσωπικῶν ὑπάρξεων τοῦ ταπεινοῦ ἀνθρώπου καὶ τοῦ μεγάλου Θεοῦ… Ἐὰν σταθῶμεν μὲ τὸ προσῆκον δέος ἀπέναντι τῶν προσωπικῶν ἀναζητήσεων ἑκάστης ψυχῆς, ἡ ὁποία, γεννηθεῖσα εἰς ὡρισμένην θρησκευτικὴν παράδοσιν, ἀνοίγει τὰς πτέρυγάς της διὰ νὰ πετάξῃ εἰς ἀναζήτησιν τοῦ Ἠγαπημένου, ἀντιλαμβανόμεθα ὅτι ἔχομεν ἀνθρώπινον χρέος νὰ σεβασθῶμεν ἀπολύτως τὴν προσωπικὴν πορείαν ἑκάστου πρὸς τὴν ὑπερτάτην ἀγάπην. Τότε ἐναγκαλιζόμεθα ἐν εἰρήνῃ τὴν ψυχὴν αὐτὴν καὶ παρακολουθοῦμεν ἐν ἄκρᾳ σιωπῇ καὶ προσευχῇ τὴν πορείαν της, εἴτε συμβαδίζει μὲ ἡμᾶς (τοὺς Χριστιανοὺς) εἴτε ἀκολουθεῖ ἄλλον δρόμον (λ.χ. τὸν Ἰουδαϊσμὸν ἢ τὸ Ἰσλάμ), διότι ὁ Ἠγαπημένος Θεός, ὁ Κύριός της, τὴν ἀναμένει καὶ θὰ τῆς δείξῃ τὸν δρόμον. Δὲν χρειάζεται ἀπὸ μέρους ἡμῶν οὐδεμία βία, οὐδεμία πίεσις, μόνον στοργὴ καὶ εἰρήνη» (περιοδικὸν «Ἐπίσκεψις» τ. 603/31-12-2001).
Ἔχουν λοιπὸν καὶ οἱ Ἑβραῖοι καὶ οἱ Μουσουλμᾶνοι τὴν ἐμπειρίαν τοῦ ἑνὸς προσωπικοῦ Θεοῦ, τοῦ πλήρους ἀγάπης ἀληθινοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ; Ἔτσι κατανοεῖ ὁ Παναγιώτατος τὸ «Τζιχάντ» τῶν μουσουλμάνων ἢ τὰς ἐκκαθαριστικὰς ἐπιχειρήσεις τῶν Ἰσραηλιτῶν; Ἡ θεολογία τοῦ Παναγιωτάτου δὲν εἶναι Ὀρθόδοξος. Εἶναι ἐπηρεασμένη ἀπὸ τὴν βλάσφημον θεωρίαν τῶν Ἀβρααμικῶν θρησκειῶν, τὴν ὁποίαν διετύπωσεν ὁ Γάλλος Ἰσλαμολόγος Louis Massignon (1883-1962), δι᾽ αὐτὸ καὶ ἡ θεολογία του παρεκκλίνει ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξον τοιαύτην. Δὲν εἶναι αὐτὸ ἑτεροδιδασκαλία;
5. α΄) Συνεπὴς πρὸς τὴν καινοφανῆ ἐκκλησιολογίαν του, ὁ Παναγιώτατος ἔχει παραιτηθῆ ἀπὸ τὴν θεόθεν καθωρισμένην ἀποστολὴν τῆς Ἐκκλησίας «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτούς…» (Ματθ. 28,19). Δὲν ἐπιδιώκει νὰ ὁδηγήσῃ ἑ­τεροδόξους καὶ ἑτεροθρήσκους εἰς τὴν ἀλήθειαν τοῦ Εὐαγγελίου. Τὸ διεκήρυξε «γυμνῇ τῇ κεφαλῇ» εἰς τὸ Durban τῆς Ν. Ἀφρικῆς τὴν 17-3-2001 σὲ μήνυμά του μὲ τὴν εὐκαιρίαν Παγκοσμίου Διασκέψεως λέγοντας· «Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία δὲν ἐπιδιώκει νὰ πείσῃ τοὺς ἄλλους περὶ συγκεκριμένης τινὸς ἀντιλήψεως τῆς ἀληθείας ἢ τῆς ἀποκαλύψεως, οὔτε ἐπιδιώκει νὰ τοὺς μεταστρέψῃ εἰς συγκεκριμένον τινὰ τρόπον σκέψεως» (ἱστοσελίδα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἐσθονίας· www.orthodoxa.org/GB/patriarchate/speech/­statement.htm). Εἰς τὴν θείαν ὅμως λειτουργίαν τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, εἰς τὴν εὐχὴν ποὺ ἀκολουθεῖ ἀμέσως μετὰ τὸν καθαγιασμόν, παρακαλοῦμεν τὸν Κύριον λέγοντες· «τοὺς ἐσκοτισμένους ἐπισυνάγαγε· τοὺς πεπλανημένους ἐπανάγαγε καὶ σύναψον τῇ ἁγίᾳ σου καθολικὴ καὶ ἀποστολική Ἐκκλησία». Πῶς θὰ γίνῃ αὐτό; διὰ τῆς σιωπῆς καὶ ὄχι διὰ τῆς μαθητείας καὶ τοῦ κηρύγματος; Διὰ τῆς σιωπῆς θὰ γίνῃ ἡ εἰσδοχὴ τῶν ἑτεροδόξων καὶ τῶν ἑτεροθρήσκων εἰς τὴν Ἐκκλησίαν Του; Ἀσφαλῶς ὄχι. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος γράφει «ἡ πίστις ἐξ ἀκοῆς, ἡ δὲ ἀκοὴ διὰ ρήματος Θεοῦ» (Ρωμ. 10, 17). Εἰς τὴν Κόρινθον ὁ ἴδιος Ἀπόστολος λαμβάνει συγκλονιστικὸν μήνυμα ἀπὸ τὸν Κύριον· «... μὴ φοβοῦ, ἀλλὰ λάλει καὶ μὴ σιωπήσῃς» (Πραξ. 18, 9). Δὲν εἶναι ἡ θέσις αὐτὴ τοῦ Παναγιωτάτου καταστρατήγησις Κυριακῆς ἐντολῆς; Δὲν εἶναι αὐτὸ ἑτεροδιδασκαλία;
β΄) Ὁ Παναγιώτατος προσφέρει ὡς δῶρον τὸ Κοράνιον καὶ τὸ ὀνομάζει ἱερὸν καὶ ἅγιον. Τὴν 29-10-2009 μετέβη εἰς τὴν Ἀτλάντα τῶν Η.Π.Α., ἐπισκέφθηκε τὸν πρόεδρον τῆς Coca-Cola κ. Muhtar Kent καὶ τοῦ προσέφερεν ἕνα Κοράνιον λέγοντας· «Ἔχω ἕνα μικρὸ ἀναμνηστικό. Μικρὸ καὶ σπουδαῖο. Ἀναμνηστικὸ (γιὰ) τὸν Muhtar. Αὐτὸ εἶναι τὸ Ἅγιο Κοράνιο, τὸ ἱερὸ βιβλίο τῶν μουσουλμάνων ἀδελφῶν μας» (www.youtube.com/watch?v=­5p7DqpeTJM8). Δυστυχῶς τὴν χειρονομίαν αὐτὴν τὴν ἐμιμήθησαν καὶ ἄλλοι Ἀρχιερεῖς ἐπὶ μεγάλῳ σκανδαλισμῷ τῶν ὀρθοδόξων πιστῶν.
γ΄) Τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον προωθεῖ τὸν κοινὸν ἑορτασμὸν τοῦ Πάσχα μεταξὺ Ὀρθοδόξων καὶ Παπικῶν. Τὸν κοινὸν ἑορτασμὸν προωθοῦσε ἀρχικὰ τὸ Βατικανὸν ἀπὸ τὸ 1960, τὸν στόχον του ὅ­μως αὐτὸν τὸν ἐπισημοποίησε κατὰ τὴν Β´ Βατικανὴν Σύνοδον (1965) καὶ τὸν ἀπεδέ­χθη ὁ μακαριστὸς πατριάρχης Ἀ­θηναγόρας, ὁ ὁποῖος ἔγινεν ἔνθερμος ὑποστηρικτὴς τῆς ἰδέας αὐτῆς. Τὸ Οἰκουμενικὸν Πατρι­αρχεῖον μὲ τὴν ὑπ᾽ ἀριθμ. 150 πρωτ. 420/26-5-1995 ἐγκύκλιόν του ἔκανε λόγον διὰ «τὸν καθορισμὸν κοινῆς ἡμερομηνίας ἑορτασμοῦ ὑφ᾽ ἁπάντων τῶν χριστιανῶν τῆς Μεγάλης ἑορτῆς τοῦ Ἁγίου Πάσχα». Ἀγνοεῖ ὁ Παναγιώτατος ἢ περιφρονεῖ τὰ περὶ τούτου διακελευόμενα ὑπὸ τῶν Ἁγίων Πατέρων καὶ τῶν Ἱερῶν Κανόνων;
6. ῾Ο Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης Βαρθολομαῖος σὲ παλαιότερον δημοσίευμά του εἰς τὸ Ρωμαιοκαθολικὸν περιοδικὸν «The National Catholic Reporter» (in the January 21, 1977) ἔγραψε τὰ ἑξῆς ἀποκαλυπτικὰ τῶν προθέσεών του διὰ τὴν μέλλουσαν νὰ συνέλθῃ Πανορθόδοξον Σύνοδον: «Οἱ δικοί μας στόχοι εἶναι ἴδιοι μὲ αὐτοὺς τοῦ πάπα Ἰωάννου 23ου νὰ ἐκσυγχρονίσωμεν τὴν Ἐκκλησίαν καὶ νὰ προωθήσωμεν τὴν ἑνότητα τῶν Χριστιανῶν. Ἐπίσης, ἡ Σύνοδος θὰ σημάνῃ τὸ ἄνοιγμα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησί́ας εἰς τὰς μὴ Χριστιανικὰ́ς θρησκείας καὶ εἰς ὁλό́κληρον τὴν ἀνθρωπό́τητα. Αὐτὸ́ σημαί́νει μί́αν νέ́αν στάσιν ἔ́ναντι τοῦ Ἰσλά́μ, τοῦ Βουδισμοῦ́, τοῦ σύγχρόνου πολιτισμοῦ́ καὶ ὅ́σον ἀφορᾷ́ τὰς ἐπιδιώ́ξεις διὰ ἀδελφό́τητα χωρὶ́ς ρατσιστικὰ́ς διακρί́σεις ... μὲ ἄ́λλα λό́για θὰ σημά́νῃ τὸ τέ́λος δώ́δεκα αἰώ́νων ἀπομονώσεως τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησί́ας». Συνεπῶς «ὅπερ ἔδει δεῖξαι»!
Tὸ Ἀγγλικὸ κείμενο ἔχει ὡς ἑξῆς· In an article dating back from when Ecumenical Patriarch Bartholomew was still a Metropolitan, in the journal The National Catholic Reporter, the Patriarch said the following, revealing his intentions for the Pan-Orthodox Council: “Our aims are the same an John's (Pope John XXIII): to update the Church and promote Christian unity... The Council will also signify the opening of the Orthodox Church to non-Christian religions, to humanity as a whole. This means a new attitude toward Islam, toward Buddhism, toward contemporary culture, toward aspirations for brotherhood free from racial discrimination...in other words, it will mark the end of twelve centuries of isolation of the Orthodox Church.”[4]
[4] “Council Coming for Orthodox", interview by Desmond O'Grady, The National Catholic Reporter, in the January 21, 1977 edition. See also:http://orthodoxinfo.com/ecumenism/towards.aspx.
Μακαριώτατε, Ἅγιοι Συνοδικοί.
Ἐκ τῶν παρατεθέντων ἀνωτέρω σταχυολογημάτων ἀποδεικνύεται, ὅτι ὁ Παναγιώτατος Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαῖος εἶχε τὴν ἀτυχῆ ἔμπνευσιν νὰ διατυπώσῃ ἑτεροδιδασκαλίας καὶ νὰ ὑποπέσῃ οὕτως εἰς σωρείαν ἱεροκανονικῶν παραβάσεων, αἱ ὁποῖαι καταδικάζονται ὑπὸ τῶν κατωτέρω παρατιθεμένων ἱερῶν Κανόνων.
στ΄ Κανὼν τῆς Β΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου: «Αἱρετικοὺς δὲ λέγομεν, τούς τε πάλαι τῆς Ἐκκλησίας ἀποκηρυχθέντας, καὶ τοὺς μετὰ ταῦτα ὑφ᾽ ἡμῶν ἀναθεματισθέντας· πρὸς δὲ τούτοις, καὶ τοὺς τὴν πίστιν μὲν τὴν ὑγιῆ προσποιουμένους ὁμολογεῖν, ἀποσχίσαντας δὲ καὶ ἀντισυνάγοντας τοῖς κανονικοῖς ἡμῶν ἐπισκόποις».
ι΄ Ἀποστολικός· «Συμπροσευχὴ μεθ᾽ αἱρετικοῦ ἢ ἀφωρισμένου δι᾽ ἀφορισμοῦ τιμωρεῖται».
με΄ Ἀποστολικός· «Συμπροσευχὴ μεθ᾽ αἱρετικῶν συνεπάγεται ἀφορισμὸν διὰ κληρικούς, ἀλλ᾽ οὗτοι ἐπὶ πλέον καθαιροῦνται ἐὰν δεχθῶσι τοὺς αἱρετικοὺς ὡς κληρικούς».
ξδ΄ Ἀποστόλων· «Συμπροσευχὴ μεθ᾽ αἱρετικῶν συνεπάγεται ἀφορισμὸν οἴκοι. Ἐὰν γίνῃ εἰς συναγωγὴν Ἑβραίων ἢ αἱρετικῶν, συνεπάγεται καθαίρεσιν διὰ κληρικὸν καὶ ἀφορισμὸν διὰ λαϊκόν».
στ΄ Λαοδικείας· «Αἱρετικοὶ μὴ ἀπαρνούμενοι τὴς αἵρεσιν ἑαυτῶν ἐμποδίζονται εἰσελθεῖν εἰς Ναὸν Ὀρθόδοξον».
ξη΄ Ἀποστόλων· «Χειροτονία, βάπτισμα κ.λπ. μυστήρια αἱρετικῶν ἄκυρά εἰσι».
ιδ΄ Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου· «Γάμος μεθ᾽ αἱρετικῶν ἢ ἀλλοθρήσκων ἀπαγορεύεται».
ρλα΄, ρλβ΄, ρλγ΄ τῆς ἐν Καρθαγένῃ Τοπικῆς Συνόδου (418 ἤ 419 μ.Χ.)· κανόνες οἱ ὁποῖοι ὑπενθυμίζουν τὸ ἱερὸν χρέος τῶν Ἐπισκόπων τῆς ἐπαναφορᾶς τῶν αἱρετικῶν (τῶν πεπλανημένων) εἰς τοὺς κόλπους τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
ζ΄ Ἀποστόλων· «Εἴτις Ἐπίσκοπος ἢ Πρεσβύτερος ἢ Διάκονος τὴν ἁγίαν τοῦ Πάσχα ἡμέραν πρὸ τῆς ἐαρινῆς ἰσημερίας μετὰ Ἰουδαίων ἐπιτελέσῃ, καθαιρείσθω».
Ἐπειδὴ πιστεύομεν ὅτι τὸ Πανάγιον Πνεῦμα δὲν συνηγορεῖ εἰς τὴν καταπάτησιν τῶν ἱερῶν Κανόνων, οἱ ὁποῖοι ὑπὸ τὴν ἐπίπνοιάν Του διετυπώθησαν ἀπὸ τοὺς ἁγίους καὶ θεοφόρους Πατέρας, οἱ ὁποῖοι οὐδέποτε ὑπῆρξαν θύματα τοῦ ἀρχεκάκου ὄφεως.
Ἐπειδὴ πιστεύομεν ὅτι οἱ Κανόνες τῶν Ἱερῶν Σύνόδων εἶναι Ἁγιοπνευματικοὶ καὶ διατυπώθηκαν ἀπὸ τοὺς ἁγίους Πατέρας μὲ φιλανθρωπίαν, ἀγάπην καὶ ρεαλισμόν, αἰσθανόμεθα δὲ τὴν ζωογόνον δρόσον καὶ τὴν διαχρονικότητά των ὅταν καλούμεθα νὰ τοὺς ἐφαρμόσωμεν, χωρὶς νὰ χρειάζωνται ἀναζωογόνησι ἀπὸ τὴν παναίρεσιν τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.
Ἐπειδὴ φρονοῦμεν ὅτι διὰ τῶν ἀνωτέρω ἑτεροδιδασκαλιῶν καὶ τῶν ἱεροκανονικῶν παραπτωμάτων τοῦ Παναγιωτάτου ἐπέρχεται μεγάλος σκανδαλισμὸς τῶν πιστῶν, Κληρικῶν καὶ λαϊκῶν, μὲ ὁρατὸν πλέον τὸν κίνδυνον σχίσματος εἰς τὴν Ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος.
Ἐπειδὴ πιστεύομεν ὅτι, ἀκολουθοῦν καὶ μερικοὶ ἄλλοι κληρικοὶ τὸν Παναγιώτατον εἰς τὰς ἱεροκανονικὰς του παραβάσεις καὶ ὑπάρχῃ κίνδυνος αὐτὸ νὰ γενικευθῇ καὶ νὰ γίνͺῃ θεσμὸς εἰς τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν.
Ἐπειδὴ διὰ τῆς συγκλήσεως τῆς ΑκΜΣ, τῆς ὑπὸ ἐξωεκκλησιαστικῶν παραγόντων –ὅπως ἀπεδείχθη– ἐπιβληθείσης, ἔγινε προσπάθεια νὰ περιβληθοῦν μὲ Συν­οδικὸν κῦρος ὅλα τὰ μέχρι σήμερα ἀντικανονικῶς λεχθέντα καὶ πραχθέντα ὑπὸ τοῦ Παναγιωτάτου Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου, διὰ νὰ μένουν ἀναντίρρητα εἰς διηνεκές.

ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ

Παρακαλοῦμεν τὴν Ἁγίαν καὶ Ἱ. Σύνοδον τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ὅπως συσκεφθεῖσα καθ᾽ ἑαυτὴν διαπιστώσῃ καὶ κάνῃ δεκτὴν τὴν κατάγνωσιν τῶν ἀνωτέρω ἑτεροδιδασκαλιῶν, ἀποκηρύξῃ δὲ καὶ καταδικάσῃ αὐτὰς ὡς ἀντικειμένας τῇ ὀρθῇ διδασκαλίᾳ τῆς κατὰ Ἀνατολὰς Ὀρθοδόξου Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας καὶ ἐφαρμοσθῶσι τὰ ὑπὸ τῶν ἱερῶν Κανόνων προβλεπόμενα, μὲ ἀπώτερον σκοπὸν νὰ κοπάσῃ ὁ κλυδωνισμὸς ὄχι μόνον τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἀλλὰ καὶ ὅλης τῆς ἀνὰ τὴν οἰκουμένην Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
Πλείονα στοιχεῖα θὰ καταθέσω διὰ λεπτομεροῦς Ὑπομνήματός μου, ὅταν κληθῶ ὑπὸ τοῦ Ἀνακριτοῦ. Μάρτυρας προτείνω τοὺς κατωτέρω:

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΑΣ:

Σεβ. Μητροπολίτην Κονίτσης κ. Ἀνδρέαν, ΚΟΝΙΤΣΑΝ,
Σεβ. Μονεμβασίας καὶ Σπάρτης κ. Εὐστάθιον ΣΠΑΡΤΗΝ,
Σεβ. Μητροπολίτην Ἠλείας κ. Γερμανόν, ΠΥΡΓΟΝ,
Σεβ. Ναυπάκτου κ. Ἱερόθεον, ΝΑΥΠΑΚΤΟΝ,
Σεβ. Μητροπολίτην Πειραιῶς κ. Σεραφείμ, ΠΕΙΡΑΙΑ,
Σεβ. Μητροπολίτην Ν. Σμύρνης κ. Συμεών, Ν. ΣΜΥΡΝΗΝ,
Σεβ. Μητροπολίτην Γλυφάδας κ. Παῦλον, ΓΛΥΦΑΔΑ,
Σεβ. Μητροπολίτην Κυθήρων κ. Σεραφείμ, ΚΥΘΗΡΑ,
Σεβ. Μητροπολίτην Αἰτωλίας κ. Κοσμᾶν, ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΝ,
Σεβ. Μητροπολίτην Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως κ. Ἰερεμίαν, ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΙΝ,
Σεβ. Μητροπολίτην Μόρφου κ. Νεόφυτον - ΜΟΡΦΟΥ Κύπρου,
Σεβ. Μητροπολίτην Λεμεσοῦ κ. Ἀθανάσιον - ΛΕΜΕΣΟΝ Κύπρου,
Σεβ. Μητροπολίτην Ἀντινόης Παντελεήμονα Λαμπαδάριον - ΚΑΛΥΜΝΟΝ                                                                               <metropolitanantinoes@gmail.com>.

ΚΑΘΗΓΗΤΑΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ:

Πρωτοπρεσβύτερον π. Γεώργιον Μεταλληνόν, Ὁμ. Καθηγητὴν τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν,
Πρωτοπρεσβύτερον π. Θεόδωρον Ζήσην, Ὁμ. Καθηγητὴν τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Α.Π.Θ.,
κ. Δημήτριον Τσελεγγίδην, Ὁμ. Καθηγητὴν Δογματικῆς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Α.Π.Θ.,

ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥΣ - ΙΕΡΕΙΣ - ΜΟΝΑΧΟΥΣ:

Ἀρχιμ. π. Ἀθανάσιον Ἀναστασίου, Προηγούμενον τῆς Ἱ. Μονῆς τοῦ Μεγάλου Μετεώρου, Καλαμπάκαν,
Ἀρχιμ. π. Μάξιμον Καραβᾶν, Ἡγούμενον Ἱ. Μονῆς Ἁγ. Παρασκευῆς Μηλοχωρίου Ἑορδαίας, Πτολεμαΐδα
Ἀρχιμ. π. Γρηγόριον Χατζηνικολάου, Ἡγούμενον Ἱ. Μονῆς Ἁγ. Τριάδος Γατζέας Βόλου,
Ἀρχιμ. π. Σαράντην Σαράντον, Διδάκτορα τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, Ἀμαρούσιον
Ἀρχιμ. π. Νικόδημον Πετρόπουλον, Προϊστάμενον ἱ. Ν. Ἁγίου Παύλου Πατρῶν - Πάτρας,
Ἀρχιμ. π. Παῦλον Δημητρακόπουλον, Θεολόγον (Mr Θεολογίας), Διευθυντὴν τοῦ Γραφείου Αἱρέσεων τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Πειραιῶς, Πειραιᾶ
Ἀρχιμ. π. Ἰωὴλ Κωνστάνταρον, Ἱεροκήρυκα, Ἱ. Μητροπόλεως Κονίτσης, Κόνιτσαν,
Ἀρχιμ. π. Κύριλλον Κωστόπουλον, (Dr. Θεολογίας) Ἱεροκήρυκα Ἱ. Μητροπόλεως Πατρῶν, Ἀσημάκη Φωτήλα 14-16 - τ.κ. 262 24 Πάτρας,
Πρωτ/ρον π. Πέτρον Heers, διδάκτορα τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Α.Π.Θ, e-mail: info@ uncutmountain.com,
Πρωτ/ρον π. Ἀναστάσιον Γκοτσόπουλον, Θεολόγον, (Μr. Θεολογίας), ἐφημέριον Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγίου Νικολάου Πατρῶν, Πάτρας,
Πρωτ/ρον π. Ἄγγελον Ἀγγελακόπουλον, Θεολόγον, κληρικὸν τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Πειραιῶς, Πειραιᾶ
ὁσ. Μοναχὸν Ἀρσένιον Βλιαγκόφτην, Ἱ. Μονὴν Ἁγ. Ἀρσενίου Καπαδόκου, Βατοπέδι Χαλκιδικῆς.
ὁσ. Μοναχὸν Ἐπιφάνιον Καψαλιώτην, Καψάλαν Ἁγίου Ὄρους, Καρυὰς
ὁσ. Μοναχὸν Δαμασκηνόν, Κελλίον Φιλαδέλφου Ἁγίου Ὄρους, Καρυὰς

ΘΕΟΛΟΓΟΥΣ:

κ. Σταῦρον Μποζοβίτην, Θεολόγον – Συγγραφέα, μέλος τῆς Ἀδελφότητος Θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», - Ἰσαύρων 42, Ἀθήνας
κ. Νικόλαον Σαββόπουλον, Θεολόγον, Ἐπιδαύρου 1, Ἁλμυρὴ Γαλατακίου, 201 00 Κόρινθον
κ. Δημήτριον Ρίζον, τηλ. 23850-28940, Φλώριναν,
κ. Ἰωάννην Τάτσην, Καρτάλη 12Α, 453 32 Ἰωάννινα, thriskeftika.­blogspot.­com/. τηλ. 26510-68589

ΘΕΟΛΟΓΟΥΝΤΑΣ:

κ. Δημήτριον Νατσιόν, Διδάσκαλον, Μεσημβρίας 20, 611 00 Κιλκὶς
κ. Βασίλειον Κερμενιώτην, Ἐκπαιδευτικόν, Κ. Ἀδαμοπούλου 11, 502 00 Πτολεμαΐδα

Λογγοβάρδᾳ τῇ 25 Φεβρουαρίου 2017

Μνήμη τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρὸς ἡμῶν Τα-
ρασίου, Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως

Μετὰ σεβασμοῦ
† Ἀρχιμ. Χρυσόστομος Ν. Πῆχος
Ἡγούμενος Ἱερᾶς Κοινοβιακῆς Μονῆς
«Ἡ Ζωοδόχος Πηγὴ» Λογγοβάρδας

Πάρου

Δευτέρα 13 Μαρτίου 2017

H ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΗ
ΤΕΣΣΑΡΩΝ ΚΡΗΤΙΚΩΝ ΠΑΠΑΔΩΝ 05.03.2017


Θέμα:  Δήλωση  Διακοπῆς  Μνημοσύνου

Σεβασμιώτατοι,

Μετὰ  λύπης, ἀλλὰ καὶ πολλῆς πνευματικῆς χαρᾶς καὶ εὐφροσύνης, ἐπιθυµοῦμε διὰ τοῦ παρόντος νὰ σᾶς γνωστοποιήσουμε ὅτι, ἀκολουθώντας τὴν Ἀποστολικὴ καὶ  Πατερικὴ  Παράδοση στὸ θέμα τῆς κοινωνίας μὲ τοὺς αἱρετικούς, διακόπτουμε τὴ µνημόνευση τοῦ ὀνόματός σας στὶς ἱερὲς ἀκολουθίες, γιατὶ σεῖς καὶ πολλοὶ ἄλλοι συνεπίσκοποί σας ἐγκαταλείψατε αὐτὴν τὴν θεία Παράδοση καὶ εὑρίσκεσθε ἐκτὸς τῆς ὁδοῦ τῶν Ἁγίων  Πατέρων.

Ἡ θεάρεστη καὶ ἀπὸ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες ἐπαινούμενη αὐτὴ ἐνέργεια συμβολικὰ θὰ γίνει τὴν Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας (05.03.2017), ὁπότε ἑορτάζουμε τὴν ἀναστήλωση τῶν  ἱερῶν εἰκόνων καὶ διαβάζουµε τὸ «Συνοδικὸν τῆς Ὀρθοδοξίας» µὲ τὰ ἀναθέματα ἐναντίον  ὅλων τῶν αἱρετικῶν, ὥστε νὰ δηλώσουµε καὶ µέσα στὸν ἱερὸ χῶρο τῆς Θείας Λατρείας ὅτι  καταδικάζουμε τὴν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ ἀπορρίπτουμε τὴν ψευδοσύνοδο  τοῦ Κολυμπαρίου, ἡ  ὁποία ἀναγνώρισε τὶς αἱρέσεις ὡς ἐκκλησίες καὶ ἀποδέχθηκε τὸν  συγκρητιστικὸ καὶ καταστροφικὸ Οἰκουμενισµό.
  
Εἰκονομαχία  καὶ  Οἰκουμενισµός

Μετὰ ἀπὸ  ἑκατὸ περίπου χρόνια ποὺ ἐπιτρέψαμε τὸ νέφος  τῶν αἱρέσεων νὰ θολώνει καὶ νὰ σκοτεινιάζει τὸν καταγάλανο οὐρανὸ τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως, νὰ διαιρεῖ  καὶ  νὰ σχίζει τὸ ὀρθόδοξο  πλήρωµμα, νὰ  διασπᾶ  τὴν ἀδιάσπαστη  ἀκολουθία  καὶ διαδοχὴ τῶν ὀρθοδόξων  δογµάτων, τώρα µὲ τὴ Χάρη καὶ συνέργεια τοῦ Θεοῦ καὶ τὶς πρεσβεῖες τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ τῶν θεοδιδάκτων καὶ θεοφωτίστων Ἁγίων Πατέρων θὰ συντελέσουµε μὲ τὴν θερμὴ ὀρθόδοξη Ὁμολογία µας,  ὥστε νὰ πνεύσει ἡ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἰσχυρότερα καὶ  νὰ σκορπίσει τὸ νέφος τοῦ παναιρετικοῦ Οἰκουµενισµοῦ, ὅπως ἐσκόρπισε τὸ νέφος τῆς Εἰκονοµαχίας, ἡ ὁποία ταλαιπώρησε καὶ τότε τὴν Ἐκκλησία περισσότερο  ἀπὸ  ἕνα  αἰώνα. Ἐμεῖς  κάνουμε τὴν ἀρχὴ μαζὶ μὲ ἄλλους Πατέρες, μερικοὶ ἀπὸ τοὺς ὁποίους δὲν ἄντεξαν τὴν σκοτεινιὰ καὶ βγῆκαν ἤδη στὸ ξέφωτο, ὅπως ἔκαναν γιὰ τὴν Εἰκονομαχία καὶ οἱ µοναχοὶ τοῦ Ὀλύµπου τῆς Βιθυνίας, καὶ ἐλπίζουμε ὅτι  θὰ  ἀναστήσει  καὶ  θὰ  ἀναδείξει ὁ Θεός, ὅπως καὶ τότε, πατριάρχας καὶ  ἐπισκόπους,  γιὰ  νὰ  ὁλοκληρώσουν τὸν νέον θρίαµβο τῆς Ὀρθοδοξίας ἐναντίον τῶν νέων κρυφῶν καὶ  ἐπικίνδυνων δυνάμεων τοῦ σκότους.
Καὶ γιὰ νὰ μὴ θεωρηθεῖ ἄστοχη ἡ σύγκριση Εἰκονομαχίας καὶ Οἰκουµενισµοῦ  προλαβαίνουμε ἐδῶ νὰ ποῦμε ὅτι ὁ Οἰκουμενισμὸς εἶναι χειρότερος κατὰ πολὺ τῆς  Εἰκονομαχίας, διότι, ἐκτὸς τῶν ἄλλων σοβαρῶν δογματικῶν παρεκλίσεων, ἀπορρίπτει τὴν προσκύνηση τῶν Ἁγίων Εἰκόνων στὸν χῶρο τοῦ Προτεσταντισμοῦ καὶ προσβάλλει καὶ   ὑποτιµᾶ τὸ ὑπέρτιµο καὶ μοναδικὸ πρόσωπο τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ τὴν τιμὴ τῶν   λοιπῶν Ἁγίων. Μὲ αὐτοὺς τοὺς εἰκονοµάχους καὶ ἁγιοµάχους, τοὺς ἐχθροὺς τῆς Παναγίας καὶ τῶν Ἁγίων, συναγελαζόμαστε καὶ συνυπάρχουμε μέσα στὸ λεγόμενο «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν», ἐξευτελίζοντες τὴν Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία καὶ  μεταβάλοντάς  την ἀπὸ  «στύλο καὶ ἑδραίωµα τῆς Ἀληθείας»[1], ἀπὸ Νύμφη Χριστοῦ καὶ Σῶμα Χριστοῦ[2],σὲ ἰσάξια καὶ ἰσότιμη μὲ τὴν πιὸ μικρὴ καὶ ἄθλια  προτεσταντικὴ αἵρεση[3]. Καὶ µόνο αὐτὸ ἀρκεῖ γιὰ  νὰ  ἀπορρίψουµμε τὴν ψευδοσύνοδο τῆς  Κρήτης, ἡ ὁποία ἐπαινεῖ τὸ προτεσταντικὸ αὐτὸ συνονθύλευµμα τῶν αἱρέσεων καὶ  συνιστᾶ νὰ ἐξακολουθήσουμε τὴν συμετοχή μας σ᾽ αὐτὸ καὶ τὸν ἐξευτελισμὸ τῆς  Ἐκκλησίας.
  
Ἐπὶ  δεκαετίες  ἀποδοκιµάζεται ὁ Οἰκουμενισµός

Δὲν πρόκειται ἐδῶ νὰ παρουσιάσουμε ὅσα ἀντικανονικά, ἀντορθόδοξα, ἀντιπατερικά, ἀντισυνοδικὰ συνέβησαν καὶ συμβαίνουν στὶς σχέσεις μας μὲ τὶς παλαιὲς καὶ τὶς νέες  αἱρέσεις, τὰ ὁποῖα ἔπρεπε νὰ εἶχαν ὁδηγήσει σὲ καθαιρέσεις τοὺς παραβάτες τῶν Ἱερῶν  Κανόνων καὶ Παραδόσεων καὶ σὲ συνοδικὴ καταδίκη τους. Ἐπὶ πολλὲς δεκαετίες Ἅγιοι  Γέροντες, ὁµολογητές, ἀρχιερεῖς καὶ λοιποὶ κληρικοὶ καὶ µοναχοί, σοφοὶ καὶ νουνεχεῖς  καθηγηταὶ καὶ μεγάλο μέρος τοῦ ὑγιοῦς ἐκκλησιαστικοῦ πληρώματος, ἰδιαίτερα τὸ Ἅγιον   Ὄρος, ζητοῦσαν καὶ ζητοῦν νὰ ἀποχωρήσουµε ἀπὸ τὸ λεγόμενο «Παγκόσμιο   Συµβούλιο   Ἐκκλησιῶν», δηλαδὴ αἱρέσεων, καὶ νὰ καταδικάσουμε τὴν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὅπως ἀξιεπαίνως τὸ ἔπραξαν οἱ ἐκκλησίες Βουλγαρίας καὶ Γεωργίας. Ἀκόμη καὶ   πρόσφατα τὸ θέμα αὐτὸ ταράσσει τὶς συνειδήσεις ὅσων γνωρίζουν τὸ μέγεθος αὐτῆς τῆς  ἐκκλησιολογικῆς ἐκτροπῆς.
 Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ἡ «Σύναξη Ὀρθοδόξων Κληρικῶν καὶ Μοναχῶν» ἐκφράζοντας  αὐτὴ τὴν μακροχρόνια ἀνησυχία καὶ ἀγωνία, συνέταξε καὶ ἐκυκλοφόρησε τὸ 2009 τὴν «Ὁμολογία Πίστεως   κατὰ   τοῦ   Οἰκουμενισμοῦ», ἕνα ἱστορικὸ ὄντως κείµενο, ποὺ τὸ ὑπέγραψαν εὐάριθμοι ἀρχιερεῖς, ἑκατοντάδες κληρικῶν καὶ μοναχῶν καὶ χιλιάδες   πιστῶν, στὸ ὁποῖο οἱ τίτλοι τῶν σχετικῶν ἑνοτήτων λέγουν τὰ ἑξῆς:
 1) Φυλάττουµε  ἀμετακίνητα  καὶ ἀπαραχάρακτα ὅσα οἱ Σύνοδοι καὶ οἱ Πατέρες θέσπισαν.
 2)  Διακηρύσσουμε ὅτι ὁ Παπισµὸς εἶναι μήτρα αἱρέσεων καὶ πλανῶν.
 3) Τὰ  ἴδια  ἰσχύουν, σὲ μεγαλύτερο βαθµό, γιὰ τὸν Προτεσταντισµό, ὁ ὁποῖος ὡς τέκνο τοῦ Παπισµοῦ κληρονόμησε πολλὲς αἱρέσεις, προσέθεσε δὲ πολὺ  περισσότερες.
 4) Ὁ µόνος τρόπος γιὰ νὰ ἀποκατασταθεῖ ἡ κοινωνία μας μὲ τοὺς αἱρετικοὺς  εἶναι ἡ ἐκ μέρους τους ἀποκήρυξη τῆς πλάνης καὶ ἡ µετάνοια, ὥστε νὰ ὑπάρξει   ἀληθινὴ ἕνωση καὶ εἰρήνη· ἕνωση μὲ τὴν ἀλήθεια καὶ ὄχι μὲ τὴν πλάνη καὶ τὴν  αἵρεση.
 5) Ἐφ᾽ ὅσον οἱ αἱρετικοὶ ἐξακολουθοῦν νὰ παραµένουν στὴν πλάνη,  ἀποφεύγουµε τὴν µετ᾽ αὐτῶν  κοινωνία, ἰδιαίτερα τὶς συμπροσευχές. 
 6) Μέχρι τῶν ἀρχῶν τοῦ 20οῦ αἰῶνος ἡ Ἐκκλησία εἶχε σταθερὰ καὶ ἀμετάβλητα ἀπορριπτικὴ καὶ καταδικαστικὴ στάση ἔναντι ὅλων τῶν αἱρέσεων.
 7) Ὁ διαχριστιανικὸς συγκρητισµὸς ποὺ υἱοθέτησε καὶ ἐνεθάρρυνε τὸ  Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο πρῶτο, διευρύνθηκε τώρα καὶ σὲ διαθρησκειακὸ   συγκρητισµό, ὁ ὁποῖος ἐξισώνει ὅλες τὶς θρησκεῖες μὲ τὴ μοναδικὴ θεόθεν  ἀποκαλυφθεῖσα ἀπὸ τὸν Χριστὸ θεοσέβεια καὶ ζωή.
 8) Ἐμεῖς πιστεύουµε καὶ ὁµολογοῦμε ὅτι μόνον ἐν τῷ Χριστῷ ὑπάρχει ἡ  δυνατότης σωτηρίας.  Οἱ  θρησκεῖες τοῦ κόσµου καὶ οἱ αἱρέσεις ὁδηγοῦν στὴν  ἀπώλεια.
 9) Ὑπάρχουν βέβαια καὶ συλλογικὲς εὐθύνες, καὶ κυρίως τῶν οἰκουμενιστικῶν  φρονηµάτων Ἱεραρχῶν καὶ Θεολόγων μας, ἀπέναντι στὸ ὀρθόδοξο πλήρωµμα καὶ  στὸ ποίμνιό τους[4].

Ὁ  Οἰκουμενισµὸς  νομιμοποιεῖται  καὶ εἰσάγεται  στὴν Ἐκκλησία.

      Ὁ πολεµούμενος προηγουµένως Οἰκουµενισμὸς καὶ καταδικαζόμενος ἀπὸ τὴν ἀγρυπνοῦσα ὀρθόδοξη συνείδηση, ἔχει ἀποκτήσει γιὰ πρώτη φορὰ συνοδικὴ κατοχύρωση, ἡ ὁποία βέβαια ἀλλάσει ὁλοκληρωτικά τὸ ἐκκλησιολογικὸ τοπίο καὶ θέτει ὅλους πρὸ τῶν  εὐθυνῶν μας. Δὲν εἶναι ἴδια ἡ κατάσταση πρὶν ἀπὸ τὴν «Σύνοδο» καὶ μετὰ ἀπὸ αὐτήν. «Δὲν εἶναι ὁ περσινὸς καιρὸς ὁ φετεινὸς χειµώνας», ὅπως ἔλεγαν οἱ ἀγωνιστὲς τοῦ 1821  µπροστὰ στὴν ἐπικίνδυνη στρατιὰ τοῦ Δράμαλη. Μὲ νύχια καὶ  μὲ δόντια προσπαθοῦν οἱ  ὑποστηρικτὲς τῆς «Συνόδου» νὰ  δικαιολογήσουν τὰ ἀδικαιολόγητα. Καὶ ἐπειδὴ δὲν  διαθέτουν θεολογικὰ ἐπιχειρήματα, γιὰ νὰ καλύψουν τὰ θεολογικὰ καὶ κανονικὰ ἀτοπήματα, ὑβρίζουν, συκοφαντοῦν καὶ διώκουν ὅσους ἀντιδροῦμε, ἐξωτερικεύοντας  τὴν  ἐσωτερική τους σύγχυση καὶ  ἐμπάθεια.

Τοιχογραφία μέ εἰκονική παράσταση τῆς ληστρικῆς ψευδοσυνόδου τῆς Κρήτης ὡς δῆθεν Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, σέ Ναό τῆς Σερβίας. Ἡ προπαγάνδα καθιερώσεώς της ξεκίνησε!

 Ἡ ἀποδοχὴ τῆς «Συνόδου» μεταφέρει τὸν Οἰκουμενισµὸ μέσα στὴν Ἐκκλησία καὶ δὲν  ἀρκεῖ ἡ ἀποσιώπηση ἢ ἡ ἀπόκρυψη τῶν ἀποφάσεών της, ἀλλὰ ἀπαιτεῖται ἡ συνοδικὴ  καταδίκη  τους. Ἀς σημειωθεῖ ἐπίσης ὅτι ἡ µνημόνευση τῶν ἐπισκόπων «ἐπ᾽ ἐκκλησίαις»  δὲν εἶναι ἀπροϋπόθετη, ἀλλὰ συναρτᾶται πρὸς  τὴν  ὀρθόδοξη  πίστη τους καὶ δείχνει ὅτι ὁ μνηµονευόμενος καὶ οἱ μνημονεύοντες ἔχουν τὴν ἴδια πίστη[5].

Τί δέον γενέσθαι; Διακοπὴ Μνημοσύνου.
  
 Καὶ τώρα ποῦ βρισκόμαστε; Τί δέον γενέσθαι; Θὰ ἀφήσουµε τὴν ἀσθένεια τοῦ Οἰκουμενισμοῦ νὰ λυµμαίνεται τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας; Ἤδη ἔχει προσβάλει ἀπὸ καιρὸ  µεγάλο µέρος τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱεραρχίας καὶ τῆς θεολογικῆς ἐπιστήμης μὲ  πρωταγωνιστὴ στὴ διάδοση τῆς νόσου τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο. Δικαιολογηµμένα οἱ Ἁγιορεῖτες καὶ κάποιοι ἀρχιερεῖς τῶν λεγοµένων «Νέων Χωρῶν» διέκοψαν τὸ  µνηµόσυνο  τοῦ  ὀνόματος τοῦ Ἀθηναγόρα κατὰ τὰ ἔτη 1969-1972, τὸ ὁποῖο καλῇ τῇ πίστει  ἐπανέλαβαν  τὸ 1973  μὲ τὴν ἄνοδο στὸ θρόνο τοῦ σεμνοῦ  καὶ  ταπεινοῦ Δημητρίου, διαψευσθέντες  ὅµως,  διότι καὶ αὐτὸς ἀκολούθησε τὰ βήματα τοῦ προκατόχου του. Ὁ  σημερινὸς οἰκουµενικὸς  πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος ξεπέρασε τοὺς προκατόχους του σὲ αἱρετικὰ καὶ  ἀντορθόδοξα τολµήµατα. Φρίττει καὶ ἰλιγγιᾶ κανείς, ὅταν ἀναγινώσκει αἱρετικὲς δηλώσεις του ἢ στὴν πράξη ἱεροκανονικὲς παραβάσεις μὲ συµπροσευχὲς καὶ ἄλλα.

Ὅ,τι ὅμως μέχρι τώρα καὶ ἂν ἔλεγαν καὶ ἔπρατταν ὁ πατριάρχης καὶ οἱ σὺν αὐτῷ ἦσαν προσωπικές τους γνῶμες, δὲν εἶχαν ἐκκλησιαστικὴ ἐπικύρωση. Ἀδυνατοῦσαν νὰ τὶς  παρουσιάσουν ὡς διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας. Μὲ τὴν ψευδοσύνοδο τῆς Κρήτης αὐτὸ ἔχει  ἀνατραπῆ. Στὸ ὑψηλότερο ἐπίπεδο αὐθεντίας καὶ περηφανείας, ἐπ᾽ ὄρους ὑψηλοῦ καὶ  ἐπηρμένου, στὸ συνοδικὸ ἐπίπεδο, οἱ αἱρέσεις γαυριοῦν καὶ καυχῶνται ὅτι εἶναι ἐκκλησίες, ὁ διαχριστιανικὸς καὶ διαθρησκειακὸς Οἰκουμενισµὸς τοῦ Ἀντιχρίστου, τὸ  µυστήριο τῆς ἀνοµίας θρονιάστηκε στὸν ναὸ τοῦ Θεοῦ, τὰ κελεύσµατα τῆς συνόδου διαβάστηκαν μέσα στοὺς ναοὺς καὶ διανεµήθηκαν ἀπὸ χέρια ἐπισκόπων καὶ ἱερέων.
  Ἁγιορεῖτες μοναχοὶ σὲ Μοναστήρια, σκῆτες καὶ σὲ κελλιά, ἀφοῦ εἶδαν ὅτι ἡ ἐπίσημη Ἁγιορειτικὴ Κοινότητα σιωπᾶ καὶ συμπορεύεται, διέκοψαν ἤδη τὸ μνηµόσυνο τοῦ πατριάρχου Βαρθολομαίου, ἀκολουθοῦντες τὴν σταθερὴ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας στὴν ἀντιμετώπιση τῶν  αἱρέσεων. Δὲν ἄντεχε ἡ συνείδησή τους νὰ μνημονεύουν τὸ ὄνομα τοῦ Βαρθολοµαίου ὡς ἀρχιεπισκόπου στὶς ἱερὲς ἀκολουθίες καὶ νὰ δηλώνουν μὲ αὐτὸ ὅτι ἔχουν τὴν ἴδια πίστη, ὅτι  συµμφωνοῦν μὲ τὰ αἱρετικά του φρονήματα καὶ μὲ τὴν  ψευδοσύνοδο τῆς Κρήτης.

Ἀπαραίτητη  προϋπόθεση
 γιὰ τὴν μνημόνευση τοῦ ὀνόματος τοῦ ἐπισκόπου εἶναι
 νὰ  ὀρθοδοξεῖ, νὰ ὀρθοτομεῖ τὸν λόγο τῆς ἀληθείας.

Ἀσφαλῶς εἶναι σηµαντικὴ καὶ ἐπιφανὴς ἡ θέση τοῦ ἐπισκόπου στὴν Ἐκκλησία, καὶ ὅλοι  τὴν σεβόμεθα καὶ τὴν ἀναγνωρίζουμε, καὶ δὲν χρειάζεται νὰ μᾶς ἀραδιάζουν οἱ  οἰκουμενιστὲς γνωστὰ  κείμενα ἀπὸ τοὺς Ἁγίους Πατέρες καὶ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες. Ὅλα  αὐτὰ ἰσχύουν ὑπὸ τὴν ἀπαραίτητη προϋπόθεση ὅτι ὁ ἐπίσκοπος ὀρθοδοξεῖ, ὅτι ὀρθοτομεῖ  τὸν λόγο τῆς ἀληθείας, ὅτι δὲν κηρύσσει αἵρεση. Ὅταν κηρύσσει αἵρεση, διακόπτουμε  κάθε  σχέση μαζί του καὶ κοινωνία καὶ δὲν τὸν μνημονεύουμε στὶς ἱερὲς ἀκολουθίες. Ἂς   ξεκολλήσουν κάποιοι ἀπὸ τὴν καινοτοµία τοῦ ἐπισκοποκεντρισμοῦ· τὰ μυστήρια  τελοῦνται στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἁγίας Τριάδος, καὶ ὄχι στὸ ὄνομα τοῦ ἐπισκόπου, κατὰ τὴν ἀµάρτυρη καὶ βλάσφηµη ζηζιούλια ἐκκλησιολογία. Δὲν ὑπάρχει ὑποχρέωση καὶ καθῆκον ὑπακοῆς στὸν αἱρετικὸ ἐπίσκοπο· ὑπάρχει κακὴ ὑπακοὴ καὶ  ἁγία ἀνυπακοή.  Ἂν συνέβαινε τὸ ἀντίθετο, δὲν θὰ ὑπῆρχε σήμερα ἡ Ἐκκλησία, διότι οἱ  κατὰ καιροὺς αἱρετικοὶ πατριάρχες, ἐπίσκοποι καὶ λοιποὶ κληρικοὶ θὰ εἶχαν ἐπιβάλει μὲ τόσες αἱρετικὲς συνόδους ποὺ συνεκάλεσαν, μὲ τὴν βοήθεια µάλιστα αἱρετικῶν  αὐτοκρατόρων, τὴν αἵρεση, καὶ θὰ ἐθριάμβευε τὸ σκότος τῆς πλάνης καὶ τῆς ἀγνωσίας τοῦ  Θεοῦ. Αὐτὸ ἐπιθυμοῦν ὅσοι καὶ σήμερα διώκουν, ἀλλὰ καὶ ὅσοι ἐπικρίνουν τοὺς δῆθεν ἀνυπάκουους καὶ ἀπείθαρχους κληρικούς. Ἂς ξαναδιαβάσουν προσεκτικὰ τοὺς Κανόνες, τὸν 31ο καί 33ο  Ἀποστολικὸ, τὸν 2ο τῆς ἐν Ἀντιοχείας συνόδου, τόν 33ο τῆς ἐν Λαοδικείας συνόδου καὶ τὸν 15ο τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου τοῦ Μ. Φωτίου, καὶ ἂς μὴ ἐπικαλοῦνται ἄσχετους κανόνες, ἀποδεικνύοντες καὶ τὴν θεολογική τους ἀµάθεια. Ἡ ψευδοσύνοδος τῆς  Κρήτης καὶ ὅσοι τὴν  ὑποστηρίζουν φανερὰ καὶ ἀπροκάλυπτα, «γυμνῇ τῇ κεφαλῇ», ἐμπίπτουν στὸν 15ο Κανόνα τῆς Πρωτοδευτέρας. Σὲ αὐτὸν ἀντὶ νὰ τιμωροῦνται, ἐπαινοῦνταν καὶ τιµῶνται  οἱ  ἱερεῖς ποὺ διακόπτουν τὸ µνηµόσυνο τοῦ αἱρετικοῦ  ἐπισκόπου[6].

Δὲν  πρέπει  νὰ  λέμε ψέµματα μπροστὰ στὴν Ἁγία Τράπεζα.

Ὡς πρὸς τὸν πατριάρχη Βαρθολοµαῖο καὶ πρὸ τῆς «Συνόδου»  ἦταν δικαιολογηµένη ἡ   διακοπὴ μνημοσύνου, πολὺ περισσότερο μετὰ ἀπὸ αὐτήν, διότι αὐτὸς ἦταν ὁ πρωτουργὸς  καὶ πρωτεργάτης. Εἶναι συγκλονιστικὸ καὶ ἀκαταµάχητο τὸ ἐπιχείρημα τῶν Ἁγιορειτῶν Πατέρων στὴν ἐπιστολὴ ποὺ ἔστειλαν πρὸς τὸν αὐτοκράτορα Μιχαὴλ Η´ Παλαιολόγο, ὁ ὁποῖος μετὰ τὴν ψευδοένωση τῆς Λυὼν (1273) τοὺς ἐπίεζε νὰ μνηµονεύουν στὴν Θ. Λειτουργία τὸ ὄνομα τοῦ πάπα. Ἀποκρούοντες αὐτὴν τὴν ἀπαίτηση ἀντιτείνουν: Πῶς εἶναι  δυνατόν, ἐνῶ ἡ Ἁγία Γραφὴ μᾶς συνιστᾶ οὔτε στὸν δρόµο νὰ χαιρετοῦμε τοὺς  αἱρετικούς,   οὔτε νὰ τοὺς δεχόμαστε σὲ κοινὲς οἰκίες, ἐμεῖς νὰ τοὺς εἰσάγουμε μέσα στοὺς ναούς, ὅταν  στὴν φρικτὴ καὶ μυστικὴ τράπεζα θύεται καὶ σφαγιάζεται ἀθύτως ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ;  Μόνον  ἀπὸ τὸν Ἅδη θὰ µποροῦσε νὰ ἐκπορεύεται φωνὴ ποὺ μνηµονεύει τὸν ἐχθρὸ τοῦ  Θεοῦ, τὸν   πάπα. Ἄν ὁ ἁπλὸς χαιρετισμὸς τῶν αἱρετικῶν μᾶς κάνει κοινωνοὺς τῆς αἱρέσεως, πόσο  περισσότερο ἰσχύει αὐτὸ γιὰ τὴν  φωνητικὰ ἰσχυρὴ μνηµόνευσή του, ὅταν τελοῦνται τὰ  θεῖα καὶ φρικτὰ μυστήρια; Καὶ ἂν ὁ Χριστός, ὁ ἐπὶ τῆς Ἁγίας Τραπέζης κείµενος, εἶναι ἡ  αὐτοαλήθεια, πῶς θὰ δεχθεῖ τὸ μεγάλο ψεῦδος, τὸ νὰ συµμπαραθέτουμε τὸν πάπα ὡς  ὀρθόδοξο πατριάρχη μὲ τοὺς λοιποὺς ὀρθοδόξους πατριάρχες; Τὴν ὥρα τῶν φρικτῶν  μυστηρίων θὰ παίζουµμε θέατρο καὶ θὰ παρουσιάζουμε τὸ ἀνύπαρκτο ὡς ὑπαρκτό, τὴν  αἵρεση ὡς Ὀρθοδοξία; Πῶς θὰ τὰ ἀνεχθεῖ αὐτὰ ἡ ὀρθόδοξη ψυχὴ καὶ δὲν θὰ διακόψει τὴν  κοινωνία πρὸς αὐτοὺς ποὺ μνημονεύουν καὶ δὲν θὰ τοὺς θεωρήσει ὡς καπήλους καὶ  ἐκμεταλευτὲς τῶν θείων;[7] Καὶ  στὸ  σηµεῖο αὐτὸ οἱ  Ἁγιορεῖτες Πατέρες ἐξηγοῦν γιὰ ποιό   λόγο μνημονεύουμε τὸ ὄνοµα τοῦ ἀρχιερέως κατὰ τὴν Θεία Λειτουργία. Αὐτὸ γίνεται, ὄχι  γιατὶ χωρὶς τὴν μνηµόνευση τοῦ ὀνόµατος τοῦ ἀρχιερέως δὲν ἐπιτελεῖται τὸ μυστήριο,   κατὰ τὴν σφαλερὴ γνώμη μερικῶν συγχρόνων, ἀλλὰ γιὰ νὰ φανεῖ ἡ «τέλεια συγκοινωνία», ἡ ταυτότητα πίστεως τοῦ μνημονεύοντος καὶ τοῦ μνημονευομένου. Ἀναφέρουν μάλιστα καὶ τὴν ἐξήγηση τῆς Θείας Λειτουργίας τοῦ Θεοδώρου Ἀνδίδων,  σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία ὁ ἱερουργὸς ἀναφέρει τὸ  ὄνομα τοῦ ἀρχιερέως γιὰ νὰ δείξει ὅτι  κάνει ὑπακοὴ στὸν προϊστάμενό του, ὅτι ἔχει τὴν ἴδια πίστη μὲ αὐτὸν καὶ ὅτι εἶναι  διάδοχος  τῶν θείων μυστηρίων[8].
Ὀρθῶς, λοιπόν, καὶ σύµφωνα μὲ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες καὶ τὴν Παράδοση τῆς  Ἐκκλησίας οἱ Ἁγιορεῖτες διέκοψαν παλαιὰ τὸ µνηµόσυνο τοῦ ἐπισκόπου τους, τοῦ   Ἀθηναγόρα, καὶ οἱ σημερινοὶ κελλιῶτες τὸ μνηµόσυνο τοῦ Βαρθολοµαίου. Ὀρθῶς ἐπίσης   ἔπραξαν τὸ 1970 οἱ τρεῖς ἀρχιερεῖς τῶν «Νέων Χωρῶν», δηλαδὴ οἱ μητροπολίτες Ἐλευθερουπόλεως Ἀµβρόσιος, Φλωρίνης Αὐγουστῖνος καὶ Παραµυθίας Παῦλος, ποὺ  διέκοψαν ἐπίσης τὸ μνηµόσυνο τοῦ Ἀθηναγόρα, χωρὶς νὰ ἐλεγχθοῦν ἢ νὰ ἐπιτιμηθοῦν ἀπὸ  τὴν Ἱερὰ Σύνοδο τότε. Τώρα τρέμουν καὶ δειλιοῦν καὶ δὲν θέλουν οὔτε νὰ ἀκούσουν τὴν λέξη Διακοπὴ Μνηµοσύνου ἢ Ἀποτείχιση, τὴν ὥρα ποὺ ὁ Βαρθολομαῖος ὑπερέβη ὅλα τὰ  ἐκκλησιολογικὰ ὅρια καὶ εἰσήγαγε μὲ τὴν ψευδοσύνοδο τῆς Κρήτης τὴν παναίρεση τοῦ  Οἰκουµενισμοῦ μέσα στὸν ἱερὸ χῶρο τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως εἰσήγαγε τὸν πάπα καὶ ἄλλους  αἱρετικοὺς μέσα στὸ θυσιαστήριο τὴν ὥρα τῆς Ἐπιτελέσεως τῆς Θείας Μυσταγωγίας.
 Στὴν  κατηγορία  αὐτὴ τῶν οἰκουµενιστῶν ἐπισκόπων ἀνήκετε ὁλοφάνερα καὶ σεῖς,  Σεβασμιώτατε κ. Δαμασκηνέ. Ὅση προσπάθεια καὶ ἂν καταβάλλετε, σεῖς καὶ οἱ ἄλλοι  ἐπίσκοποι, νὰ ἐξωραΐσετε τὴν ψευδοσύνοδο, δὲν πρόκειται νὰ τὸ ἐπιτύχετε, διότι αὐτὴ δὲν  εἶναι οὔτε ἁγία, οὔτε μεγάλη, οὔτε σύνοδος, ὅπως προκύπτει ἀπὸ τὴν ἀληθῆ  μαρτυρία  τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας.
Ἐπειδὴ λοιπὸν ἐµπίπτετε σὲ ὅσα περὶ ἐπισκόπων ποὺ κηρύσσουν αἵρεση  διαλαµβάνει ὁ 15ος Κανὼν τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου τοῦ Μ. Φωτίου (861), συνοψίζοντας τὴν  Ἀποστολικὴ καὶ Πατερικὴ Παράδοση, γι᾽ αὐτὸ διακόπτουμε τὴν μνηµόνευση τοῦ  ὀνόματός  σας κατὰ τὶς ἱερὲς ἀκολουθίες συμβολικὰ ἀπὸ σήμερα Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας. Δὲν   ἀνέχεται ἡ ἱερατική μας συνείδηση  ἡ µὲν Ἐκκλησία διὰ τῶν Ἁγίων Πατέρων καὶ τῶν  Ἁγίων Συνόδων νὰ καταδικάζει σήμερα ὅλες τὶς αἱρέσεις καὶ τοὺς εἰκονομάχους, σεῖς  ὅμως νὰ ἀναγνωρίζετε τὶς αἱρέσεις ὡς ἐκκλησίες καὶ νὰ συναποτελεῖτε μὲ τοὺς εἰκονοµάχους Προτεστάντες τὸ «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν». Μνηµονεύοντας τὸ ὄνοµά σας δηλώνουμε ὅτι εἶµαστε καὶ ἐμεῖς οἰκουμενιστές, ὅτι ἔχουμε τὴν ἴδια πίστη  μὲ  σᾶς  καὶ  ψευδόμαστε ἐνώπιον τῆς Ἀληθείας, τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ  θύοντος  καὶ θυοµένου ἐπὶ τῆς Ἁγίας Τραπέζης, ὅπως ψεύδονται τώρα καὶ ὅλοι οἱ ἐπίσκοποι παλαιᾶς καὶ νέας Ἑλλάδος ἰσχυριζόμενοι ἐκφώνως ὅτι ὁ πατριάρχης Βαρθολομαῖος ὀρθοτοµεῖ τὸν λόγο τῆς ἀληθείας.
Θὰ χαρούμε πολύ, ἄν, ἐφαρµόζοντας καὶ σεῖς τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες, ἰδιαίτερα τὸν 15ο  τῆς Πρωτοδευτέρας, μάς ἐπαινέσετε γιὰ τοὺς ἀγῶνες ὑπὲρ τῆς εὐσεβείας  ἢ  τουλάχιστον   µάς ἀφήσετε νὰ ἐπιτελούμε τὸ λειτουργικὸ ἔργο στίς ἐνορίες μας. Ἔτσι ἔπραξε ὁ  πατριάρχης Ἀθηναγόρας, ὅταν οἱ Ἁγιορεῖτες τοῦ ἔκοψαν τὸ µνηµόσυνο. Δὲν ἔλαβε κανένα µέτρο ἐναντίον τους καὶ ἔτσι ἀποφεύχθηκαν τὰ σχίσματα, τὰ ὁποῖα θὰ εἶχαν ἀποφευχθεῖ καὶ ἄν, μετὰ τὴν μεταρύθμιση τοῦ Ἡµερολογίου, ἡ Ἐκκλησία ἄφηνε ὅσους ἤθελαν νὰ ἀκολουθοῦν τὸ παλαιὸ Ἡμερολόγιο µέσα στοὺς κόλπους της, ὅπως ἄφησε καὶ πολλὲς  τοπικὲς ἐκκλησίες καὶ τὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἂν ἀρχίσετε τὶς διώξεις, σεῖς θὰ εἶσθε παραβάτης τῶν Ἱερῶν Κανόνων καὶ δηµιουργὸς σχισματικῶν καταστάσεων. Ἐμεῖς δὲν θὰ  προκαλέσουμε σχίσµα, διότι δὲν θὰ προσχωρήσουμε σὲ σχισματικὴ ὁµάδα, οὔτε θὰ  µνημονεύουμε ἄλλον ἐπίσκοπο. Θὰ  ἀναµμένουμε µετὰ καλῶν ἐλπίδων νὰ  ἐπαναλάβουμε  τὸ μνηµόσυνό σας, ὅταν δημοσίως καὶ «ἐπ᾽ ἐκκλησίαις» καταδικάσετε τὶς αἱρέσεις τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ, τοῦ Παπισμοῦ, τοῦ Προτεσταντισμοῦ, τὴν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ ἀπορρίψετε τὴν σύνοδο τῆς Κρήτης. Ἂν παραµείνετε στὰ οἰκουμενιστικά σας φρονήματα, δὲν θέλουμε τοῦ λοιποῦ νὰ ἔχουμε καµμία κοινωνία μαζί σας, ἀκολουθώντας τὸν ἄτλαντα τῆς Ὀρθοδοξίας, τὸν Ἅγιο Μᾶρκο τὸν Εὐγενικό, ὁ ὁποῖος συνοψίζοντας τὴν συνοδικὴ καὶ πατερικὴ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας ἔλεγε ὅτι «ὅλοι οἱ διδάσκαλοι τῆς ἐκκλησίας, ὅλες οἱ  σύνοδοι  καὶ  ὅλη ἡ Ἁγία Γραφὴ μᾶς παρακινοῦν νὰ  ἀποφεύγουμε τοὺς ἑτεροδόξους καὶ νὰ μὴν ἔχουμε κοινωνία μαζί τους»[9]. Συνιστοῦσε νὰ ἀποφεύγουμε τοὺς λατινόφρονες, ἀντίστοιχους τῶν σηµερινῶν οἰκουµενιστῶν, ὅπως φεύγει κανεὶς ἀπὸ τὰ φίδια[10].  Εἶχε τὴν πεποίθηση ὅτι ὅσο ἀποµακρύνεται ἀπὸ τὸν  λατινόφρονα  πατριάρχη  καὶ τοὺς ὁµοίους του τόσο προσεγγίζει πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τοὺς Ἁγίους, καὶ ὅταν χωρίζεται ἀπὸ αὐτούς, ἑνώνεται μὲ τὴν ἀλήθεια καὶ τοὺς Ἁγίους Πατέρες καὶ Θεολόγους τῆς Ἐκκλησίας[11].
 Ἐμεῖς ὡς µικροὶ ποιμένες πράξαμε τό καθῆκον μας. Εὐχόμαστε  καὶ  σεῖς  ὡς  μεγαλοποιµένες νὰ πράξετε ὅ,τι σᾶς φωτίσει ὁ Θεός.

Μὲ  σεβασµὸ  στὴν  ἀρχιερωσύνη  σας.
Πρωτοπρεσβύτερος Γαβριήλ Μαζανάκης
Πρεσβύτερος Ἐμμανουήλ Σαρρῆς
Πρεσβύτερος Σπυρίδων Δαμανάκης
Πρεσβύτερος Παῦλος Μαζανάκης
        
   (Ἡ ἐπιστολὴ δόθηκε στοὺς ἐπισκόπους ὅπου ὑπάγονται οἱ πατέρες, δηλαδὴ στόν Σεβ. Κυδωνίας καί Ἀποκορώνου κ. Δαμασκηνό, στόν Σεβ. Ρεθύμνης καί Αὐλοποτάμου κ. Εὐγένιο, καί στόν Σεβ. Λάμπης καί Σφακίων κ. Εἰρηναῖο.)

[1] .  Α´  Τιµ.  3,  15.
[2] .  Α´  Κορ.  12,  27.  Ἐφ.  1,  23  καὶ  Ἐφ.  κεφ.  4  καὶ  5.
[3] .    Βλ.  Ἀπολογία  πατριάρχου  Ἰωσὴφ  πρὸς  τὸν  αὐτοκράτορα  Μιχαὴλ  Η´  Παλαιόγον,  ἐν  V.  LAURENT  –  J.  DARROUZES,  Dossier  Grec  de  l’  Union  de  Lyon  1273-1277),  Paris  1976,  σ.  289:  «Διὰ  τοῦτο   καὶ   ἡμεῖς,      τοῦ   Χριστοῦ   ἐκκλησία,   ἣν   ἑαυτῷ   νύμφην   “µωμον”   καὶ   ἀμίαντον  ἐμνηστεύσατο,   φυλάξασθε   ἀπὸ   τοῦ   μιάσματος   τούτου,   παρακαλῶ,   τοῦ   τῶν   Ἰταλῶν·   μὴ  προσάψωµεν  ἑαυτοῖς  τὸν  ἐκ  τούτου  μιασµόνκαὶ  ἀποστραφῆ  ἡμᾶς    τῶν  ψυχῶν  νυμφίος  καὶ  αἰωνίως  καταισχυνώμεθα. “Μὴ δῶμεν  τόπον  τῷ  διαβόλῳ”».    πατριάρχης  Ἰωσὴφ  εἶναι  ἅγιος  τῆς  Ἐκκλησίας  καὶ  ἑορτάζει  στὶς  30  Ὀκτωβρίου.
[4] .   ΣΥΝΑΞΗ   ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ   ΚΛΗΡΙΚΩΝ   ΚΑΙ   ΜΟΝΑΧΩΝ,   Ὁµμολογία   Πίστεως  κατὰ   τοῦ
Οἰκουμενισμοῦ,  Ἰούλιος  2009.  
[5] .  Τὸ  κείμενο εἰς Θεοδροµία 18 (2016) 495502.
    [6] . Κανὼν 31ος Ἁγίων Ἀποστόλων: Εἴ τις Πρεσβύτερος, καταφρονήσας τοῦ ἰδίου Ἐπισκόπου, χωρὶς   συναγάγει, καὶ θυσιαστήριον ἕτερον πήξει, µηδὲν κατεγνωκὼς τοῦ Ἐπισκόπου ἐν εὐσεβείᾳ, καὶ δικαιοσύνῃ, καθαιρείσθω, ὡς  φίλαρχος. Τύραννος γάρ ἐστιν· ὡσαύτως δὲν καὶ οἱ λοιποὶ Κληρικοί, καὶ ὅσοι ἂν αὐτῷ προσθῶνται, οἱ δὲ λαϊκοὶ  ἀφοριζέσθωσαν.Ταῦτα δὲ μετὰ μίαν,καὶ δευτέραν καὶ τρίτην παράκλησιν τοῦ Ἐπισκόόπου,γινέσθω».
   Κανὼν 15ος Πρωτοδευτέρας Συνόδου: «Τὰ ὁρισθέντα περὶ  Πρεσβυτέρων  καὶ Ἐπισκόπων καὶ Μητροπολιτῶν,   πολλῷ μᾶλλον ἐπὶ Πατριαρχῶν ἁρμόζει. Ὥστε εἴ τις Πρεσβύτερος, ἤ Ἐπίσκοπος, ἤ Μητροπολίτης τολµήσοι ἀποστῆναι   τῆς πρὸς τὸν οἰκεῖον Πατριάρχην κοινωνίας, καὶ μὴ ἀναφέρει τὸ ὄνομα αὐτοῦ, κατὰ  τὸ ὡρισµένον καὶ τεταγµένον, ἐν τῇ  θείᾳ Μυσταγωγίᾳ, ἀλλὰ πρὸ ἐµφανείας συνοδικῆς καὶ τελείας αὐτοῦ κατακρίσεως, σχίσµα ποιήσοι· τοῦτον ὥρισεν ἡ  ἁγία  Σύνοδος πάσης ἱερατείας παντελῶς ἀλλότριον εἶναι, εἰ  µόνον ἐλεγχθείη τοῦτο παρανοµήσας.Καὶ ταῦτα μὲν  ἐσφράγισταί  τε καὶ ὥρισται περὶ τῶν προφάσει τινῶν ἐγκληµμάτων τῶν οἰκείων ἀφισταµένων προέδρων, καὶ σχίσµα ποιούντων, καὶ   τὴν ἕνωσιν τῆς Ἐκκλησίας διασπώντων. Οἱ γὰρ δι᾽ αἵρεσίν τινα παρὰ τῶν ἁγίων Συνόδων, ἢ Πατέρων,   κατεγνωσμένην, τῆς  πρὸς τὸν πρόεδρον κοινωνίας ἑαυτοὺς διαστέλλοντες, ἐκείνου δηλονότι τὴν αἵρεσιν  δηµμοσίᾳ κηρύττοντος, καὶ γυμνῇ τῇ κεφαλῇ ἐπ᾽ Ἐκκλησίας  διδάσκοντος, οἱ τοιοῦτοι οὐ μόνον τῇ κανονικῇ   ἐπιτιµήσει οὐχ ὑπόκεινται πρὸ συνοδικῆς διαγνώσεως ἑαυτοὺς τῆς πρὸς τὸν καλούµενον ἐπίσκοπον κοινωνίας  ἀποτειχίζοντες, ἀλλὰ καὶ τῆς πρεπούσης τιμῆς τοῖς ὀρθοδόξοις ἀξιωθήσονται. Οὐ γὰρ Ἐπισκόπων, ἀλλὰ  ψευδεπισκόπων καὶ ψευδοδιδασκάλων κατέγνωσαν, καὶ οὐ σχίσματι τὴν ἕνωσιν τῆς Ἐκκλησίας κατέτεμον, ἀλλὰ  σχισμάτων καὶ μερισμῶν τὴν Ἐκκλησίαν ἐσπούδασαν ῥύσασθαι».
     [7] .  Ἐπιστολὴ ὁμολογητικὴ τῶν Ἁγιορειτῶν πρὸς τὸν βασιλέα Μιχαὴλ Παλαιολόγον, ἐν  V. LAURENT – J. DARROUZES,  Dossier  Grec,  ἔνθ᾽  ἀνωτ.,  σελ.  397-399.
[8] .  Αὐτόθι,  σελ.  399:  «Ἄνωθεν  γὰρ  ἡ  τοῦ  Θεοῦ  ὀρθόδοξος  ἐκκλησία  τὴν  ἐπὶ  τῶν  ἀδύτων  ἀναφορὰν  τοῦ  ὀνόματος τοῦ ἀρχιερέως συγκοινωνίαν τελείαν ἐδέξατο τοῦτο·  γέγραπται γὰρ ἐν τῇ ἐξηγήσει τῆς θείας   λειτουργίας ὅτι ἀναφέρει ὁ ἱερουργῶν τὸ τοῦ ἀρχιερέως ὄνοµα,“δεικνύων καὶ τὴν πρὸς τὸ ὑπερέχον  ὑποταγὴν καὶ ὅτι κοινωνὸς αὐτοῦ τῆς πίστεως καὶ τῶν θείων μυστηρίων διάδοχος”». ΘΕΟΔΩΡΟΥ  ἐπισκόπου  Ἀνδίδων,  Προθεωρία  κεφαλαιώδης περὶ τῶν ἐν τῇ Θείᾳ Λειτουργίᾳ γινοµμένων  συµμβόλων καὶ  μυστηρίων  32,    PG  140,  460461: «Εἶτα ἡ ἐκφώνησις· Ἐν πρώτοις µνήσθητι  Κύριε τοῦ ἀρχιεπισκόπου ἡμῶν∙ ἀφ᾽ ἧς  δείκνυται ὑποταγὴ ἡ πρὸς τὸ ὑπερέχον καὶ ὅτι τούτου μνηµονευοµένου τοῦ ἀρχιερέως κοινωνός ἐστι καὶ ὁ  προσφέρων τῆς πίστεως καὶ τῆς παραδόσεως τῶν μυστηρίων διάδοχος, ἀλλ᾽οὐχὶ καινὸς τις μύστης ἢ εὑρετὴς  τῶν παρ᾽ αὐτοῦ προσφεροµένων συμβόλων».
[9] .  ΜΑΡΚΟΥ  ΕΥΓΕΝΙΚΟΥ,  Ὁµμολογία τῆς ὀρθῆς πίστεως ἐκτεθεῖσα ἐν Φλωρεντίᾳ 5, Patrologia Orientalis  17,  442: «Ἅπαντες οἱ τῆς Ἐκκλησίας διδάσκαλοι, πᾶσαι αἱ σύνοδοι καὶ πᾶσαι αἱ θεῖαι Γραφαὶ φεύγειν τοὺς   ἑτερόφρονας παραινοῦσι καὶ τῆς αὐτῶν κοινωνίας διΐστασθαι».
[10] Τοῦ  αὐτοῦ,  Ἐγκύκλιος τοῖς ἁπανταχοῦ τῆς γῆς καὶ τῶν νήσων εὑρισκομένοις Χριστιανοῖς 6, ἐν  ΙΩΑΝΝΟΥ  ΚΑΡΜΙΡΗ, Τὰ Δογµατικὰ καὶ Συµβολικὰ Μνημεῖα τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, Ἀθῆναι 1960 ,τόµος  Α´, σελ.427: «Φευκτέον αὐτούς, ὡς φεύγει τις ἀπὸ ὄφεως, ὡς αὐτοὺς ἐκείνους ἢ κακείνων πολλῷ χείρονας, ὡς  χριστοκαπήλους καὶ χριστεμπόρους».

[11] .Τοῦ αὐτοῦ, Λόγοι ἐν τῇ τελευτῇ  αὐτοῦ, Patrologia Orientalis 17,485: «Πέπεισμαι γὰρ ἀκριβῶς ὅτι ὅσον   ἀποδιίσταµαι τούτου  καὶ  τῶν  τοιούτων ἐγγίζω τῷ Θεῷ καὶ πᾶσι τοῖς Ἁγίοις, καί, ὥσπερ τούτων  χωρίζοµαι,  οὕτως ἑνοῦμαι τῇ ἀληθείᾳ καὶ τοῖς Ἁγίοις Πατράσι καὶ Θεολόγοις τῆς Ἐκκλησίας».