Τό φιλί τοῦ Ἰούδα γιά τήν προδοσία τοῦ Χριστοῦ! |
5. Ἐπειδὴ ὁ Χριστὸς «οὐ
μεμέρισται», ἡ ἑνότητα
εἶναι
δεδομένον «κτῆμα» τῆς Ἐκκλησίας
Ἡ Ἐκκλησία ἔχοντας ὡς ὀντολογικό Της δεδομένο τὴν ἑνότητα, δὲν τὴν ἐπιζητεῖ, ἁπλῶς τὴν διατηρεῖ -«τηρεῖν τὴν ἑνότητα
τοῦ
Πνεύματος ἐν τῷ
συνδέσμῳ τῆς εἰρήνης»30-, εἶναι δὲ αὐτὴ οὐσιῶδες χαρακτηριστικό Της, καθ' ὅσον «τὸ τῆς Ἐκκλησίας
ὄνομα οὐ
χωρισμοῦ, ἀλλ΄ ἑνώσεώς ἐστι καὶ
συμφωνίας ὄνομα»31. Ἐκκλησία
διηρημένη καὶ
διεσπασμένη εἶναι
τραγέλαφος καὶ ψιλὴ φαντασία. Ὁ ἅγιος Νεκτάριος Αἴγινης ὁ Θαυματουργὸς στρεφόμενος κατὰ τῆς προτεσταντικῆς θεωρίας περὶ «ἀόρατου Ἐκκλησίας» φαίνεται νὰ ἐρωτᾶ τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη: «Πρὸς τί καὶ τὸ ὄνομα Ἐκκλησία, ἀφοῦ τὰ μέλη εἰσὶ
μεμονωμένα καὶ πρὸς ἄλληλα ἄγνωστα,
καὶ δὲν ἀποτελοῦν ὀργανικὸν τι
σύστημα οὐδ' ἕνωσιν ἀδιάσπαστον
κατὰ τὴν ἀληθῆ
σημασίαν τοῦ ὀνόματος
αὐτῆς;»32
Ἡ ἑνότης τῆς δογματικῆς πίστεως εἶναι λοιπὸν ἐπίσης δεδομένον τῆς Ἐκκλησίας· διότι καθὼς ἡ Κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας ὁ Χριστὸς δὲν μπορεῖ νὰ διασπασθεῖ -«οὐ
μεμέρισται ὁ Χριστὸς»33-, ἔτσι καὶ στὴν Ἐκκλησία ὑφίσταται «εἷς
Κύριος, μία πίστις, ἓν βάπτισμα»34 καὶ ὄχι δογματικὴ πολυφωνία· ἡ Ἐκκλησία διαμορφώνει ἑνιαία πίστη στὸ χριστεπώνυμο πλήρωμα, «κατὰ μίαν
της πίστεως καὶ χάριν
καὶ κλῆσιν τοὺς πιστοὺς ἄλληλοις ἑνοειδῶς συνάπτουσα»35.
6. Ἡ ἀποκοπῆ τῶν αἱρετικῶν δὲν
βλάπτει τὴν Ἐκκλησία
Ὅποιος ἐκπίπτει ἀπὸ τὴν ὁμοφωνία τῆς θεολογικῆς ὁμολογίας, καὶ καθίσταται λοιπὸν ξηρὸ κλῆμα ποὺ ἀπεκόπη ἀπὸ τὴν Ἄμπελο36, εἶναι ὁ ἴδιος ὑπεύθυνος, καθὼς σαφῶς προειδοποιεῖ ὁ Χρυσορρήμων Ἰωάννης: «Μένε εἰς Ἐκκλησίαν
καὶ οὐ
προδίδοσαι ὑπὸ τῆς Ἐκκλησίας.
Ἐὰν δὲ φύγης ἀπὸ Ἐκκλησίας,
οὐκ αἰτία ἡ Ἐκκλησία
[...] Ἐὰν δὲ ἐξέλθης ἔξω,
θηριάλωτος γίνη- ἀλλ' οὗὐ παρὰ τὴν μάνδραν τοῦτο, ἀλλὰ παρὰ τὴν σὴν
μικροψυχίαν [...] Ἐκκλησία
γὰρ οὐ τοῖχος καὶ ὄροφος, ἄλλα
πίστις καὶ βίος»37.
Σύμφωνα μὲ τὰ παραπάνω, ἡ ἀποκοπὴ τῶν αἱρετικῶν Λατίνων καὶ ἡ ἀπουσία τῶν αἱρετικῶν Προτεσταντῶν ἀπὸ τὴ Μία καὶ Καθολικὴ Ἐκκλησία δὲν Τὴν ἔβλαψε («οὐ προδίδοσαι ὑπὸ τῆς Ἐκκλησίας») καὶ οὔτε θὰ μποροῦσε νὰ τὴν βλάψει· σαφέστατα
δηλώνουν οἱ Ὀρθόδοξοι Πατριάρχες σὲ Σύνοδο τοῦ 18ου αἰῶνος τὴν θεανθρώπινη ἀρτιμέλεια τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὴν ἔκπτωση τῶν Λατίνων ἐξ ὑπερηφανίας τοῦ Πάπα: «Ὕστερον
μέντοι πρὸ χρόνων τινῶν ἐπήρεια
τοῦ πονηροῦ ὁ Ῥώμης
πάπας ἀποσφαλεὶς καὶ εἰς ἀλλόκοτα
δόγματα καὶ
καινοτομίας ἐμπεσών,
ἀπέστη τῆς ὁλομελείας
τοῦ
σώματος τῆς εὐσεβοῦς Ἐκκλησίας
καὶ ἀπεσχίσθη
[...] Νῦν δὲ τὰ μὲν
τέσσαρα μέρη τοῦ ῥηθέντος
ἱστίου ἐνέμειναν
κατὰ χώραν
συνημμένα τὲ καὶ
συνεραμμένα, δ' ὧν εὐχερῶς ἡμεῖς
διαπλέομεν καὶ ἐκυμάντως
τὸ τοῦ βίου
τούτου πέλαγος [...]. Οὕτως οὖν ἡ καθ' ἡμᾶς τοῦ Χριστοῦ εὐσεβὴς Ἐκκλησία
ἐπὶ
τέσσαρσιν νῦν ἐρείδεται
στύλοις, τοῖς
τέσσαρσι δηλαδὴ
Πατριάρχαις, καὶ μένει ἀδιάσειστος
καὶ ἀκλόνητος»38.
Βεβαίως, ἡ αἵρεση δὲν εἶναι μόνον ἡ εἰς τὰ καίρια βλάβη τῆς ἐκκλησιαστικῆς πίστεως, ἀλλὰ καὶ στὰ ἐλάχιστα, τὰ ὁποῖα πάντοτε ἐξελίσσονται ἐπὶ τὰ χείρω. Μαζὶ μὲ πολλοὺς ἄλλους ἁγίους ὁ Πατριάρχης ΚΠόλεως ἅγιος Ταράσιος παρατηρεῖ: «Τὸ γὰρ ἐπὶ
δόγμασιν εἴτε μικροῖς εἴτε
μεγάλοις ἅμαρτανειν,
ταῦτον ἔστι· ἐξ ἀμφότερων
γὰρ ὁ νόμος
τοῦ Θεοῦ ἀθετεῖται»39. Καὶ μέγας Πατριάρχης ΚΠόλεως Γεννάδιος Β' Σχολάριος
συμφωνεῖ: «Εἴτε γοῦν ἓν μείζ,ὀνι εἴτε ἓν ἔλαττονι
διαμαρτάνοι τὶς τῆς ἀλήθειας
τῆς
πίστεως, αἱρετικὸς ἔστιν»40.
7. Ἔχει
καταλυθῆ ἡ Ἱερωσυνη
τῶν Ἐπισκόπων;
Συνεπὴς ἑρμηνεία τῆς νέας αὐτῆς ἐκκλησιολογίας, καθιστᾷ τὸν Πατριάρχη καὶ ἅπαντες τοὺς Ἐπισκόπους «ἐλλιπεῖς» ὡς πρὸς τὴν πραγματικὴ Ἱερωσύνη τοῦ Χριστοῦ καὶ συνεπῶς τοποτηρητές, ἀλλ' ὄχι διαδόχους τῶν Θρόνων τους, καὶ ἐπόπτες, ἀλλ' ὄχι τελειωτὲς τῶν θείων Μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ Ἐπίσκοποι δὲν μετέχουν στὸ πλήρωμα τῆς Ἱερωσύνης τῆς Ἐκκλησίας, ἂν ἀληθεύει ὁ κ. Βαρθολομαῖος. Ἂν διεσπάσθη ἐν χρόνῳ ἡ Μία Ἐκκλησία, τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τότε ἡ ἐκκλησιαστικὴ Ἱεραρχία, ἡ ὁποία εἶναι ἐν Πνεύματι κοινωνὸς τῆς ἐπουράνιου Ἱεραρχίας κατὰ τὸν ἅγιο Μάξιμο41, ἔχει «θρυμματισμένο» τὸν φωτισμὸ τῆς Ἱερωσυνης, διότι «θεοπτικῶς ὁ Ἱεράρχης
πρῶτον ἐλλάμπεται,
εἶτα
μεταδίδωσι τοῖς ὑπ΄ αὐτόν, εἶτα
τελειοῖ
τούτοις, οἷς
μεταδίδωσι τῆς ἐλλάμψεως»42.
Ἀπὸ τὶς παραπάνω σύντομες, κατὰ τὸ δυνατὸν περιεκτικές, δογματικὲς διαπιστώσεις καθίσταται
ἡλίου
φαεινοτέρα ἡ ἀπόσταση τῶν κατὰ καιροὺς πατριαρχικῶν δηλώσεων ἀπὸ τὴν Ὀρθοδοξία: ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος πιστεύει σὲ μία «διευρυμένη καὶ διηρημένη» Ἐκκλησία·
διευρυμένη, διότι θεωρεῖ τοὺς αἱρετικοὺς ὡς ἀνήκοντες σὲ αὐτὴν δυνάμει ὁποιουδήποτε
«βαπτίσματος», παρὰ τὰ αἱρετικά τους δόγματα καὶ τὸ σχίσμα τῆς ἀκοινωνησίας, διηρημένη
δέ, διότι δὲν ὑπάρχει «διακοινωνία» ὀρθοδόξων καὶ αἱρετικῶν. Μολονότι διηρημένη «ἐντός της ἱστορίας», ἡ Μία Ἐκκλησία συνεχίζει νὰ ὑφίσταται «κάπου-κάπως»,
κατὰ τὸν κ. Βαρθολομαῖο. Εἶναι ὅμως καταφανὲς στὴν πίστη τῆς Ἐκκλησίας, ὅτι ἡ ἑνότητα Της εἶναι ὀντολογικὸ καὶ ἀναφαίρετο γνώρισμά Της,
διότι Αὐτὴ εἶναι Σῶμα τοῦ ἀδιαίρετου καὶ Παντοδυνάμου Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ. Ὡς Σῶμα Χριστοῦ καὶ ὁλοκλήρωση τοῦ ἔργου Του, ἡ Ἐκκλησία δὲν μπορεῖ νὰ διαιρεθεῖ, διότι αὐτὸ εἶναι κατάλυσή Της καὶ «ἧττα» τῆς Θεότητος, οὔτε μπορεῖ νὰ παύσει νὰ ὑφίσταται, διότι Αὐτὴ ἀποτελεῖ ἐκπλήρωση τῶν ἐπαγγελιῶν τῆς αἰωνίου ἐπὶ γῆς σωτηρίας. Ἡ ἑνότητα τοῦ Σώματος τῆς Ἐκκλησίας ἐκφράζεται μεταξὺ ἄλλων καὶ στὴν ἑνιαία δογματικὴ πίστη, ἡ ἀμφισβήτηση τῆς ὁποίας συνιστᾷ αἵρεση, ἀμφισβήτηση τῶν προϋποθέσεων τῆς σωτηρίας μας. Ὁ Χριστὸς ἀπεφάνθη, ὅτι ὅποιος
χωρισθεῖ ἀπὸ τὴν Ἄμπελο, δηλ. τὸν Ἴδιο, ξηραίνεται ὡς τὸ κλῆμα καὶ ἀπολλυται43. Ὁ κ. Βαρθολομαῖος θεωρεῖ ὅτι ἡ Ζῶσα καὶ εὔχυμος Ἄμπελος τοῦ Κυριακοῦ Σώματος χωρὶς τὰ ξηρὰ κλήματα ποὺ μὲ δική τους εὐθύνη ἀπεκόπησαν εἶναι ἐλλιπής, «διεσπασμένη»,
καὶ πρέπει
ὁπωσδήποτε
νὰ τὰ «εγκεντρίσουμε» σὲ Αὐτὴν ἐκ νέου, νεκρὰ ὄντα, στὸ ἐκκλησιαστικὸ Σῶμα τῆς ὄντως Ζωῆς, τοῦ Ζῶντος Χριστοῦ.
8. Ἡ παλαιὰ ἀντίδραση
μὲ διακοπὴ
μνημονεύσεως τοῦ
Πατριάρχου Ἀθηναγόρα
Ἡ καινοτόμος ἐκκλησιολογία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.
Βαρθολομαίου ἔχει
προωθήσει τὸν Οἰκουμενισμὸ ἀπὸ τὸ σημεῖο τῆς ἀπαξιώσεως τῶν δογμάτων, ἴδιον του Πατριάρχου Ἀθηναγόρου, στὴν παροῦσα φοβερὴ διαστρέβλωση τῆς ὀρθοδόξου πίστεως· προφανῶς ἡ διακήρυξη «διαλύσεως» τῆς Μιᾶς Ἐκκλησίας εἶναι ἀπαραίτητη γιὰ τὸν Οἰκουμενισμό, ὥστε ἡ «νέα-ἐκκλησία» νὰ «ἐπανιδρυθεῖ» σὲ ἁρμονία μὲ τὶς οἰκουμενιστικὲς προδιαγραφές.
Ἐπὶ Πατριάρχου Ἀθηναγόρου, τὸ Ἅγιον Ὄρος σύσσωμο εἶχε ἀντιδράσει στὰ οἰκουμενιστικά του ἀνοίγματα. Τρεῖς Μητροπολῖτες τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἐφάρμοσαν τὴν προβλεπόμενη ἀπό τους ἁγίους Πατέρες καὶ τοὺς ἱεροὺς Κανόνες, τὸν 31ον Ἀποστολικὸ καὶ τὸν 15ον τῆς Πρωτοδευτέρας, νόμιμη ἐκκλησιαστικὴ ἀντίσταση διὰ τῆς διακοπῆς τοῦ μνημοσύνου. Τὸ ἴδιο ἔπραξαν καὶ ὀκτὼ ἀθωνικὲς ἱερὲς Μονές: «διὰ τῆς ἀποφάσεως
τῆς Ἐκτάκτου
Διπλῆς Ἱερᾶς
Συνάξεως, Συνεδρία ΝΒ' τῆς 13ης Νοεμβρίου 1971, [...] ἑκάστη Ἱερὰ Μονή, ὡς αὐτοδιοίκητος,
ἀφέθη ἐλευθέρα
νὰ πράττη
κατὰ
συνείδησιν εἰς τὸ θέμα
τοῦτο»44. Ἡ διακοπὴ ἐκείνη τοῦ μνημοσύνου, χωρὶς περαιτέρω ἀποτείχιση ἢ παντελῆ ἀκοινωνησία,
ἀποτελοῦσε ἐπαινετὴ στάση, διότι καθὼς ὁρίζει ὁ 15ος ἱερὸς Κανὼν τῆς Πρωτοδευτέρας45 (ἔτους 861), ὅσοι ἀμύνονται ἔτσι «οὐ
σχίσματι τὴν ἕνωσιν τῆς Ἐκκλησίας
κατέτεμον, ἀλλὰ
σχισμάτων καὶ μερισμῶν τὴν Ἐκκλησίαν
ἐσπούδασαν
ρυσασθαι»· ὅσοι μὲ τέτοια πρόθεση διακόπτουν τὸ μνημόσυνον Ἐπισκόπων ἑτεροφρόνων, «οὐκ Ἐπισκόπων,
ἀλλὰ
ψευδεπισκόπων καὶ
ψευδοδιδασκάλων κατέγνωσαν» καὶ γι' αὐτὸ «οὐ μόνον
τῇ
κανονικῇ ἐπιτιμήσει
οὐχ ὑπόκεινται
[...] ἀλλὰ καὶ τῆς
πρεπούσης τιμῆς τοῖς ὀρθοδόξοις
ἀξιωθήσονται»46. Λυπούμεθα,
διότι ἡ πορεία
τῶν
πραγμάτων δὲν ἐπνέει αἰσιοδοξία γιὰ ἀλλαγὴ πλεύσεως τοῦ κ. Βαρθολομαίου. Στὴν προσεχῆ ἐπίσκεψη τοῦ Πάπα Φραγκίσκου στὸ Φανάρι, γιὰ τὴ Θρονικὴ Ἑορτὴ τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέου, στὰ τέλη τοῦ ἐρχόμενου Νοεμβρίου καὶ πάλιν ἀναφαίνεται στὸν ζοφερὸ ὁρίζοντα τυπικὸν αὐξημένης λειτουργικῆς συμμετοχῆς τοῦ αἱρεσιάρχου Πάπα στὴν Ὀρθόδοξη Θεία Λειτουργία,
φοροῦντος ὠμοφόριο, μὲ λειτουργικὸ ἀσπασμὸ πρὸς αὐτόν (ποὺ δὲν προβλέπεται γιὰ ὅσους δὲν λειτουργοῦν ἀλλὰ παρίστανται μόνον), μὲ ἀπαγγελία ἀπὸ αὐτὸν τοῦ «Πάτερ ἡμῶν», προσευχῆς μὲ σαφῆ εὐχαριστιακὴ ἀναφορὰ («τὸν ἄρτον ἡμῶν τὸν ἐπιούσιον») καὶ ποὺ πρέπει νὰ ἀπαγγέλλεται ἀπὸ τὸν Προεστώτα ἐκ μέρους τοῦ ὀρθοδόξου λαοῦ· ἀκόμη μὲ θυμιάτιση τοῦ Πάπα καὶ μὲ παραχώρηση σὲ αὐτὸν τοῦ ἄμβωνος, γιὰ νὰ κηρύξει. Ὅλα αὐτὰ δὲν εἶναι ἁπλῆ συμπροσευχή, διότι ἀσφαλῶς, ἡ Θεία Λειτουργία δὲν ἄρχεται ἀπὸ τὸ «Μετὰ φόβου
Θεοῦ,
πίστεως καὶ ἀγάπης
προσέλθετε», ἀλλὰ ἀπὸ τὸ «Εὐλογημένη
ἡ
Βασιλεία»47. Κατὰ τὸν π. Ἀλέξανδρο Σμέμαν «ἀπὸ τὴν πλευρὰ τῆς
Παραδόσεως, ὁ
μυστηριακὸς χαρακτῆρας τῆς Εὐχαριστίας
δὲν μπορεῖ τεχνητῶς νὰ
περιορισθεῖ σὲ μία
πράξη, σὲ μία
στιγμὴ τοῦ ὅλου
τυπικοῦ. Ἔχουμε
μία "τάξη" στὴν ὁποία ὅλα τὰ μέρη
καὶ ὅλα τὰ στοιχεῖα εἶναι ἀναγκαία,
εἶναι ὄργανικως
συνδεδεμένα μετ' ἄλληλων
σὲ μία
μυστηριακὴ δομή.
Μὲ ἄλλα
λόγια, ἡ Εὐχαριστία
εἶναι
μυστήριο ἀπ' ἀρχῆς μέχρι
τέλους καὶ ἡ ἐκπλήρωση
ἢ ὀλοκλήρωσή
της "καθίσταται ἔφικτη" ἀπὸ ὅλη τὴ
Λειτουργία»48.
Εὐχόμεθα, ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος νὰ ἀναλογισθεῖ τὴ μεγίστη εὐθύνη του ἔναντι ἐκείνων τοὺς ὁποίους ὁδηγεῖ στὴν πλάνη καὶ τὴν ἀπογύμνωση τῆς Ἐκκλησίας ἀπὸ τὸν «χιτῶνα τῆς ἀλήθειας,
τὸν ὕφαντον ἐκ τῆς ἄνω
θεολογίας»49. Τίποτε ἀπὸ τὰ ὀρθόδοξα δόγματα δὲν θὰ ἐκπέσει ποτέ. Τίποτε δὲν θὰ μεταβληθεῖ ποτέ. Καὶ ποτὲ δὲν θὰ προστεθεῖ καμμία ἀπόφαση νέα ποὺ νὰ ἀλλοιώνει τὶς παλαιές. Δογματικὴ ἐξέλιξη δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ὕπαρξει καμμία, κανενὸς εἴδους50.
«Ὁ δὲ
ταράσσων ὑμᾶς
βαστάσει τὸ κρῖμα, ὅστις ἂν ᾖ»51
Μετὰ σεβασμοῦ
καὶ τιμῆς
Γιὰ τήν
«Σύναξη Ὀρθοδόξων Κληρικῶν καὶ Μοναχῶν»
Ἀρχιμ. Ἀθανάσιος Ἀναστασίου, Προηγούμενος Ἱ. Μ.
Μεγ. Μετεώρου
Ἀρχιμ. Σαράντης Σαράντος, Ἐφημέριος Ἱ. Ν.
Κοιμήσεως Θεοτόκου, Ἀμαρούσιον Ἀττικῆς
Ἀρχιμ. Γρηγόριος Χατζηνικολάου, Καθηγούμενος Ἱ. Μ.
Ἁγίας Τριάδος, Ἄνω Γατζέας Βόλου
Γέρων Εὐστράτιος Ἱερομόναχος, Ἱ. Μ. Μεγίστης
Λαύρας Ἁγ. Ὄρους
Πρωτοπρ. Γεώργιος Μεταλληνός, Ὁμότιμος Καθηγητὴς
Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
Πρωτοπρ. Θεόδωρος Ζήσης, Ὁμότιμος Καθηγητὴς
Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης
Σχόλιο "Ε.-Σ.": Σημαντικά τά λόγια σας ἐκλεκτοί ὑπογράφοντες. Πλήν, ὅμως, καιρός τοῦ πράττειν τά δέοντα καί ἐπιβαλλόμενα. Ἴσως, εἶναι ἤδη ἀργά, γιά ἀντιστροφή τῆς πορείας τῶν πραγμάτων, μέ συνευθύνη σας. Τουλάχιστον μή συμβεῖ καί γιά σᾶς προσωπικῶς τό ἴδιο. Τώρα ἀναπνέετε, τώρα ἐνεργήσατε αὐτό (τό μόνο) πού φοβίζει τόν παναιρετικό Οἰκουμενισμό: τήν διακοπή τῆς μετά τῶν ἀμετανοήτων οἰκουμενιστῶν κοινωνίας! Ἐάν τήν εὐσέβειά σας δέν ἀκολουθήσει, ὡς σκιά της, ὁ διωγμός σας, κατά τόν Ἅγιο Μακάριο τόν Αἰγύπτιο, σεῖς οἱ ἴδιοι νά ἀμφιβάλλετε γιά τήν γνησιότητά της, δηλαδή, εἰ ἐστίν εὐάρεστη τῶ Κυρίῳ. Εἶναι ἀδιέξοδος ὁ ἀγών γιά νά ἐμποδίσετε τά ἑπόμενα βήματα πού θά ὁλοκληρώσουν τήν προδοσία καί "πρός τά ἔξω", στά θολωμένα μάτια τοῦ χιλιοπροδωμένου, ἐν πολλοῖς ἀνυποψίαστου ἀλλά καί, δυστυχῶς, ἀδιάφορου λαοῦ. Δέν ὠφελεῖ πλέον ἁπλῶς τό μέχρις ἐδῶ καί μή παρέκει. Ἀπαιτεῖται ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ στήν εὐθεῖα ὁδό τῆς ἀκαινοτομήτου Πίστεως καί ὀρθοδόξου Παραδόσεως, γιά νά μή ἁπωλεσθεῖ ἡ ἐλπίς τῆς σωτηρίας.
Σχόλιο "Ε.-Σ.": Σημαντικά τά λόγια σας ἐκλεκτοί ὑπογράφοντες. Πλήν, ὅμως, καιρός τοῦ πράττειν τά δέοντα καί ἐπιβαλλόμενα. Ἴσως, εἶναι ἤδη ἀργά, γιά ἀντιστροφή τῆς πορείας τῶν πραγμάτων, μέ συνευθύνη σας. Τουλάχιστον μή συμβεῖ καί γιά σᾶς προσωπικῶς τό ἴδιο. Τώρα ἀναπνέετε, τώρα ἐνεργήσατε αὐτό (τό μόνο) πού φοβίζει τόν παναιρετικό Οἰκουμενισμό: τήν διακοπή τῆς μετά τῶν ἀμετανοήτων οἰκουμενιστῶν κοινωνίας! Ἐάν τήν εὐσέβειά σας δέν ἀκολουθήσει, ὡς σκιά της, ὁ διωγμός σας, κατά τόν Ἅγιο Μακάριο τόν Αἰγύπτιο, σεῖς οἱ ἴδιοι νά ἀμφιβάλλετε γιά τήν γνησιότητά της, δηλαδή, εἰ ἐστίν εὐάρεστη τῶ Κυρίῳ. Εἶναι ἀδιέξοδος ὁ ἀγών γιά νά ἐμποδίσετε τά ἑπόμενα βήματα πού θά ὁλοκληρώσουν τήν προδοσία καί "πρός τά ἔξω", στά θολωμένα μάτια τοῦ χιλιοπροδωμένου, ἐν πολλοῖς ἀνυποψίαστου ἀλλά καί, δυστυχῶς, ἀδιάφορου λαοῦ. Δέν ὠφελεῖ πλέον ἁπλῶς τό μέχρις ἐδῶ καί μή παρέκει. Ἀπαιτεῖται ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ στήν εὐθεῖα ὁδό τῆς ἀκαινοτομήτου Πίστεως καί ὀρθοδόξου Παραδόσεως, γιά νά μή ἁπωλεσθεῖ ἡ ἐλπίς τῆς σωτηρίας.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
1. ΑΓ. ΙΟΥΣΤΙΝΟΣ ΠΟΠΟΒΙΤΣ, Ἄνθρωπος καὶ θεάνθρωπος·
μελετήματα Ὀρθοδόξου Θεολογίας, ἐκδ. Ἀστήρ, Ἀθῆναι 1987, σελ. 182 (Κεφάλαια
Ἐκκλησιολογικά, § 33). Βλ. καὶ Ἐφ. 5, 27.
2. «Οἰκουμενικὸς
Πατριάρχης πρὸς Πατριάρχη Ἱεροσολύμων: Ἀμφότεροι φυλάσσσομεν πνευματικὰς καὶ
κυριαρχικὰς Θερμοπύλας», Amen.gr (24 Μαϊ 2014) http://www.amen.gr/ article18151
(παράγραφος §4).
3. «Common Declaration Signed in the Vatican by Pope
John Paul II and Patriarch Bartholomew I, June 29, 1995», EWTN Global Catholic
Network, http://www.ewtn.com/library/ PAPALDOC/ BARTHDEC.HTM. Βλ. καὶ Ἐπίσκεψις 520 (31-7-1995) 20.
4. Προσφώνησις πρὸς τὴν παπικὴν ἀντιπροσωπείαν ὑπὸ τὸν Καρδινάλιο William Keeler, κατὰ τὴν Θρονικη Ἑορτὴ τοῦ Πατριαρχείου ΚΠόλεως (1998), ἐν Ἐπίσκεψις, ἔτος 29ον, ἀἄρ. 563 (31-11-1998).
5. «Ὁμιλία ἐπ' εὐκαιρία τῆς ἑξηκοστῆς ἐπετείου ἀπὸ τῆς ἱδρύσεως τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν» (Καθεδρικὸς Ναὸς Ἁγίου Πέτρου Γενεύης, τὴν 17ην Φεβρουαρίου 2008) ἐν
http://www.ec-patr.org/docdisplay.php?lang=gr&id=876&tla=gr
6. Μτφρ. ἀπὸ τὸ Called to be the One Church, §6 καὶ 7 ἐν God, in your Grace ...
Official Report of the Ninth Assembly of the World Council of Churches, ὑπὸ Luis N. Rivera-Pagan, WCC
Publications, Geneva 2007, σ. 257.
7. «Orthodox Ecclesiology and the Ecumenical
Movement», Sourozh Diocesan Magazine (Ἀγγλία), τόμ. 21 (Αὔγουστος 1985), σ. 16.
8. «Ἐκκλησία καὶ ἔσχατα», Ἐκκλησία καὶ Ἐσχατολογία, Ί.Μ. Δημητριάδος, Ἀκαδημία Θεολογικῶν Σπουδῶν, ἔκδ. Καστανιώτη, Ἀθῆνα 2001, σ. 30.
9. Πατριαρχικὸν Μήνυμα ἐπὶ τῇ ἑορτῇ τῶν Χριστουγέννων 1967, ἐν Α. ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ, Ἀπὸ τὴν πορείαν τῆς ἀγάπης: ἡ ἐπίσκεψις τῆς Α.Θ. Παναγιότητος τοῦ Οἰκουμεν. Πατριάρχου Ἀθηναγορου εἰς Ἀγγλίαν –Νοέμβριος 1967, Ἀθῆναι 1968, σελ. 87.
10. «Χαιρετισμὸς τῆς Α. Θ. Παναγιότητος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. κ. Βαρθολομαίου κατὰ τὴν Ὑποδοχὴν ἐν τῇ Αἰθουσῃ τοῦ Θρόνου τοῦ Μάκ. Πατριάρχου Βουλγαρίας κ. κ. Νεοφύτου» (Φανάριον, 20 Σεπτεμβρίου 2013) ἐν
http://www.ec-patr.org/docdisplay. php?lang=gr&id=1757&tla=gr· «Ἔχομεν δι' ἐλπίδος ὅτι ἡ Ἁγιωτάτη Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία τῆς Βουλγαρίας ὑπὸ τὴν Ὑμετέραν πεπνυμένην καθοδήγησιν, Μακαριώτατε, θὰ συμμετέχη, κατὰ παράδοσιν καὶ πανορθόδοξον ἐν Διασκέψεσιν ἀπόφασιν, εἰς τοὺς διορθοδόξους καὶ διαχριστιανικοὺς διαλόγους».
11. Ψάλμ. 50, 12· πρβλ. καὶ Ἰακ. 5, 12· «ἤτω δὲ ὑμῶν τὸ ναὶ ναὶ καὶ τὸ οὐ οὐ, ἵνα μὴ εἰς ὑπόκρισιν πέσητε».
12. Βλ. ἱερον ζ' Κανόνα τῆς Γ' Οἰκουμενικῆς Συνόδου (ACO 1,1,7,105έ.).
13. Μάτθ. 16, 18.
14. Α΄ Κόρ. 1, 25.
15. Μ. Βασιλειου, Ὁμιλία εἰς τὸν μὲ΄ Ψαλμὸν 5, PG 29B, 424B.C.
16. Ἅγ. Γρηγόριος
Θεολογος, Λόγος Δ΄ (Κατὰ Ἰουλιανοῦ Βασιλέως Α΄) 67, PG 35, 588C- 589A. Τὸ
χωρίον τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου ἔχει ὁ Ἅγ. Ἰωάννης Δαμασκηνός, Ἱερὰ
Παράλληλα, Στοιχεῖον Ε, τίτλος ΣΤ΄, PG 95, 1436A.
17. Α΄ Τιμ. 3, 15
18. Ἅγιος Νεκταριος,
Μελέται δύο· Α': Περὶ τῆς Μιᾶς Ἁγίας Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας. Β΄:
Περὶ τῆς ἱερᾶς Παραδόσεως, ἐκδ. Ν. Παναγόπουλος, Ἀθῆναι 1987, σ. 32.
19. Πεντηκοστάριον, Ὄρθρος
Κυριακῆς τῆς Πεντηκοστῆς, Ἰαμβικὸς κανών, ᾠδὴ α'.
20. Ἅγ. Ἰωάννης
Χρυσόστομος, Εἰς τὸν Ψάλμ. 44, PG 55, 203.
21. Ὅτι εἶναι ὁρατὴ εἶναι
ἐμφανὲς καὶ στὴν Ἁγία Γραφή· βλ. Πράξ. 2, 41 καὶ 2, 47: «ὁ δὲ Κύριος προσετίθει
καθ' ἡμέραν τοὺς σῳζομένους τῇ Ἐκκλησίᾳ».
22. Μάτθ. 5, 14 καὶ Ἅγ.
Κύριλλος Ἀλεξανδρείας, Ἐξήγησις
ὑπομνηματικὴ εἰς τὸν Προφήτην Ἠσαΐαν 1, 2 PG 70, 69A.B. Βλ. καὶ Εὐσέβιος
Καισαρειας, Εὐαγγελικὴ προπαρασκευὴ 6, 18 PG 22, 457D
23. Ἐφ. 1, 22.23
24. Ἰω. 14, 16 καὶ Λουκ.
24, 49
25. Ἐφ. 1, 22.23· «καὶ αὐτὸν ἔδωκε κεφαλὴν ὑπὲρ πάντα τῇ
Ἐκκλησίᾳ, ἥτις ἐστὶ τὸ σῶμα αὐτοῦ, τὸ πλήρωμα τοῦ τὰ πάντα ἐν πάσι πληρουμένου»
26. Εἰς τὴν πρὸς Ἐφεσίους
1, 3, 2· PG 62, 26.
27. Ἐφ. 3, 21· «αὐτῷ ἡ δόξα ἐν τῇ Ἐκκλησί}α ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ
εἰς πάσας τὰς γενεᾶς τοῦ αἰῶνος τῶν αἰώνων· ἀμήν»· Ἐφ. 5, 23· «... ὡς καὶ ὁ Χριστὸς κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας,
καὶ αὐτός ἐστι σωτὴρ τοῦ σώματος».
28. Ἐφ. 5, 29
29. Ἀνώνυμος (Ὀρθόδοξος
Ἱερεύς), Τὰ προσφάτως διαδραματισθέντα στὴν Ἁγία Πόλη καὶ τὸ ἔἐκκλησιολογικό
τους ὑπόβαθρο, http://www.impantokratoros.gr/B15881B3.el.aspx
30. Ἐφ. 4, 3.
31. Ἅγ. Ἰωάννης
Χρυσόστομος, Εἰς τὴν Πρὸς Κορινθίους Α΄ Ἐπιστολὴν 1, PG 61, 13.
32. Ἅγιος Νεκτάριος, αὐτόθι,
σ. 27.
33. Α΄ Κόρ. 1, 13
34. Ἐφ. 4,5
35. Ἅγ. Μάξιμος ὁ
Ὁμολογητής, Μυσταγωγία 24, PG 91, 705Β.
36. Ἰω. 15, 4-6
37. Ἅγ. Ἰωάννης ὁ
Χρυσόστομος, Ὅτε τῆς Ἐκκλησίας ἔξω
εὑρεθεὶς Εὐτρόπιος 1, PG 52,
397.
38. Ἀποκρίσεις (1716/1725)
τῶν Ὀρθοδόξων Πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς πρὸς τοὺς Ἀγγλικανοὺς Ἀνωμότους,
(Ἀπόκρισις 5), εἰς Ἰω. Καρμίρης, Τὰ Δογματικὰ καὶ Συμβολικὰ Μνημεῖα τῆς
Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, ἐν Ἀθήναις 1953, τόμ. Β', σ. 794 ἑξῆς.
39. Ζ΄ Οἰκουμενικὴ
Σύνοδος, Πρᾶξις Α', Mansi 12, 1031-1034.
40. Πρὸς τὸν Βασιλέα-
ἐπέμφθη αὐτῷ τῇ ιβῃ τοῦ Μαρτίου 6, ἐν Γενναδίου Σχολαρίου Ἅπαντα τὰ
Εὑρισκόμενα, τόμ. 3, ἐκδ. Louis Petit - X. A. Siderides, Paris 1930, σ. 161.
41. Σχόλια εἰς τὸ Περὶ τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἱεραρχίας 5, 2.4 PG 4, 161A.
42. Ἅγ. Μάξιμος ὁ
Ὁμολογητής, Σχόλια εἰς τὸ Περὶ τῆς
Ἐκκλησιαστικῆς Ἱεραρχίας 5, 2.4 PG 4, 164Α. Πρβλ. Ἅγ. Διονυσιος
Ἀρεοπαγίτης, Περὶ τῆς Ἐκκλησιαστικῆς
Ἱεραρχίας 3, 2 PG 3, 428A.
43. Ἰω. 15, 4-6
44. Βλ. τὸ σχετικὸν Γράμμα
τῆς Ἱ. Μ. Ὁσίου Γρηγορίου ἐν Θεοδρομίᾳ ΙΑ'1 (Ἰαν-Μάρ. 2009) 77. Τὰ συναφῆ ὅλα
στὶς σσ. 75-81.
45. Ἅγ. Νικόδημος ὁ
Ἁγιορείτης, Πηδάλιον, ἐκδ. Ἀστήρ, Ἀθῆναι 1982, σ. 358.
46. Βλ. τὴ γνώμη τοῦ ἁγίου
Νικόδημου (αὐτόθι, σ. 344) περὶ τῶν Κανόνων τῆς Πρωτοδευτέρας «...ἀναγκαῖοι μὲν
ὄντες εἰς τὴν τῆς Ἐκκλησίας εὐκοσμίαν καὶ κατάστασιν, βεβαιούμενοι δὲ καὶ
ἐπικυρούμενοι ἀπό τε τοῦ Νομοκάνονος τοῦ Φωτίου, ἀπό τους ἑρμηνευτὰς τῶν
κανόνων καὶ ἀπὸ ὅλην τὴν Ἐκκλησίαν».
47. Πρβλ. Πρεσβ. Ἀν.
Γκοτσοπουλος, Ἡ Συμπροσευχὴ μὲ
αἱρετικούς· προσεγγίζοντας τὴν κανονικὴ πράξη τῆς Ἐκκλησίας, ἐκδ.
Θεοδρομία, Θεσσαλονίκη 2009, σ. 118 καὶ γενικῶς σσ. 113-118.
48. «Theology and
Eucharist» (§6), http://www.schmemann.org/byhim/theologyandeucharist. html
49. Κοντάκιον τῆς Κυριακῆς
τῶν ἁγίων Πατέρων τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου (13-19 Ἰουλίου)
50. Πρβλ. Πρωτοπρ. Γ.
Φλωροφσκυ, «Ὁ Οἶκος τοῦ Πατρός», ἐν Ἀνατομίᾳ Προβλημάτων τῆς Πίστεως, μτφρ.
Ἀρχιμ. Μελετίου Καλαμαρᾶ, ἐκδ. Ρηγοπούλου, Θεσσαλονίκη 1977, σ. 133.
51. Γαλ. 5, 10.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου