Τρίτη 30 Μαρτίου 2021

Διαμαρτυρία – Καταγγελία ἐνώπιον τοῦ Ἑλληνικοῦ Λαοῦ ΚΑΤΑ τῆς Προέδρου τῆς Ἑλληνικῆς Δημοκρατίας

    ΑΝΟΙΚΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ                                                                          28 Μαρτίου 2021

 

 

Διαμαρτυρία - Καταγγελία 

ἐνώπιον τοῦ Ἑλληνικοῦ Λαοῦ 

ΚΑΤΑ 

τῆς Προέδρου τῆς Ἑλληνικῆς Δημοκρατίας

κ. Αἰκατερίνης Σακελλαροπούλου



 

Ἀξιότιμη κ. Πρόεδρε,

Κατ' ἀρχάς σᾶς εὔχομαι ὁλοψύχως ὑγεία καί μακροημέρευση γιά νά ἐπιτελεῖτε ἐπιτυχῶς καί ἀξίως τά ὑψηλά καθήκοντά Σας ἔναντι τῆς Πατρίδος καί τοῦ Ἑλληνικοῦ Λαοῦ, ἰδιαιτέρως μάλιστα ἐν μέσῳ τῶν πολλῶν καί μεγάλων δυσχερειῶν καί προκλήσεων τίς ὁποῖες ἀντιμετωπίζουμε.

Διά τῆς παρούσης Ἀνοικτῆς Ἐπιστολῆς πρός τήν ἐξοχότητά Σας ἐπιθυμοῦμε ἤ μᾶλλον εἴμεθα ὑποχρεωμένοι, διά λόγους συνειδήσεως, νά ἐκφράσουμε πρός τό σεβαστό πρόσωπό Σας, ὡς Προέδρου τῆς Ἑλληνικῆς Δημοκρατίας, τήν ἔντονη Διαμαρτυρία μας διά τό ἑξῆς γεγονός:

Κατά τόν ἐπίσημο ἑορτασμό τῆς Ἐθνικῆς μας Ἐπετείου, τῆς «25ης Μαρτίου 1821», ἡ ὁποία ἐφέτος εἶχε ἰδιαίτερη ἐπισημότητα λόγῳ τῆς συμπληρώσεως διακοσίων (200) ἐτῶν ἀπό τῆς κηρύξεως τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως (1821-2021), τόσο στήν προσφώνησή Σας ἐνώπιον τῶν ἐκπροσώπων τῶν Ἑλληνικῶν Ἀρχῶν καί τῶν φιλοξενουμένων ξένων Ἡγετῶν κατά τό παρατεθέν ἐπίσημο Δεῖπνο στό Προεδρικό Μέγαρο, ὅσον καί κατά τόν σύντομο χαιρετισμό Σας πρός τόν Ἑλληνικό Λαό, ἀμέσως μετά τήν ὁλοκλήρωση τῆς ἐπισήμου Στρατιωτικῆς Παρελάσεως, ἔμπροσθεν τοῦ Μνημείου τοῦ Ἀγνώστου Στρατιώτου καί τοῦ Ἑλληνικοῦ Κοινοβουλίου, ἀπεσιωπήσατε παντελῶς καί παρελείψατε οἱανδήποτε ἀναφορά στήν Χριστιανική Πίστη, ὑπέρ τῆς ὁποίας πρωτίστως καί ὁμοῦ ὑπέρ τῆς Ἐλευθερίας ἐπολέμησαν οἱ ἡρωϊκῶς ἀγωνισθέντες καί ἐνδόξως πεσόντες ἀείμνηστοι πρόγονοί μας. Καθώς ἐπίσης, οὐδέν ἀναφέρατε, τουλάχιστον κατά τήν πρώτη περίπτωση ὅπου εἴχατε καί ὅλην τήν χρονική ἄνεση, διά τήν ἀναμφισβήτητη, πανθομολογούμενη ὑπό τῶν πρωταγωνιστῶν τῆς Ἐπαναστάσεως καί ἀναντιρρήτως τεκμαιρομένη ἐκ τῶν ἱστορικῶν πηγῶν μεγίστη προσφορά τῆς ἐθναρχούσης Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας (Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον) στόν Ἀγώνα τῆς Ἐλευθερίας τῶν ὑποδούλων Ἑλλήνων.

ΕΠΕΙΔΗ, τά ἀνωτέρω συνιστοῦν δεινή προσβολή τῆς ἱστορικῆς Ἀληθείας καί ἀσύγγνωστη στάση ἀγνωμοσύνης καί περιφρονήσεως τῆς κατά τόν ὁμότεχνό Σας ἀείμνηστο Νικόλαο Σαρίπολον σώτειρος τοῦ Ἑλληνισμοῦ, Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας (σημ. ἡμ.: ὑπ' αὐτοῦ ἐλέχθη, κατά τήν Ἐθνοσυνέλευση τοῦ 1864, μετ' ἐμφάσεως ἡ φράση «Ἐσώθημεν διὰ τῆς Ἐκκλησίας!»), ἡ ὁποία μάλιστα, πέραν τῶν ἄλλων, διέθεσε ἑκατόμβες Κληρικῶν καί μοναχῶν στό βωμό τῆς Ἐλευθερίας τοῦ Γένους καί ἔχει νά ἐπιδείξει χιλιάδες Νεομαρτύρων ὡς ἱερόν καί σωτηριῶδες διά τό Γένος ἀνάχωμα στούς βιαίους ἐξισλαμισμούς, μοιραίως δέ κατ' ἐπέκτασιν, δι' ἐκείνην τήν ἐποχήν, καί ἐκτουρκισμούς τῶν ὑποδούλων Ἑλλήνων.

ΕΠΕΙΔΗ, ἐπίσης, τά ἀνωτέρω, διά τῆς ἀδικαιολογήτου  ἀποσιωπήσεως καί ἀδοκήτου παραλείψεως, συνιστοῦν παραχάραξη τῆς Ἱστορίας, καθόσον κατά τήν μαρτυρία τῶν πρωταγωνιστῶν τῆς Ἐπαναστάσεως ὁ ἱερός αὐτῶν Ἀγών ἐδόθη πρῶτον ὑπέρ τῆς Πίστεως καί ἔπειτα ὑπέρ τῆς Πατρίδος.

Σχετικῶς, ἀρκοῦν ἐν προκειμένω δύο ἀψευδεῖς μαρτυρίες, μία ἐκ τῆς ἀπαρχῆς καί μία ἐκ τῆς χρονικῆς περιόδου μετά τήν ὁλοκλήρωσιν τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως ἐκ δύο ἀξιοπίστων μαρτύρων τῆς ἱστορικῆς Ἀληθείας προερχομένων, τοῦ Ἀλεξάνδρου Ὑψηλάντου, Ἀρχηγοῦ τῆς «Φιλικῆς Ἐταιρείας» καί τοῦ κορυφαίου τῶν Ἀγωνιστῶν Θεοδώρου Κολοκοτρώνη.

Ὁ μέν πρῶτος, στήν Προκήρυξη τῆς Ἐπαναστάσεως, ἀπό τό Ἰάσιο τῆς Μολδοβλαχίας τόν Φεβρουάριο τοῦ 1821, μέ τόν χαρακτηριστικόν τίτλο «Μάχου ὑπέρ Πίστεως καί Πατρίδος», μεταξύ ἄλλων ἀναφέρει:

 "Εἶναι καιρός νά ἀποτινάξωμεν τόν ἀφόρητον τοῦτον Ζυγόν, νά ἐλευθερώσωμεν τήν Πατρίδα, νά κρημνίσωμεν ἀπό τά νέφη τήν ἡμισέληνον, νά ὑψώσωμεν τό Σημεῖον, δι' οὗ πάντοτε νικῶμεν! λέγω τόν Σταυρόν, καί οὕτω νά ἐκδικήσωμεν τήν Πατρίδα, καί τήν Ὀρθόδοξον ἡμῶν Πίστιν ἀπό τήν ἀσεβῆ τῶν ἀσεβῶν καταφρόνησιν".

Ὁ δέ δεύτερος, κατά τήν ἱστορική Ὁμιλία του πρός τούς μαθητές στήν Πνύκα, τήν 7ην Ὀκτωβρίου τοῦ 1838, χαρακτηριστικῶς ἀναφέρει:

"Παιδιά μου,....Πρέπει νά φυλάξετε τήν πίστη σας καί νά τήν  στερεώσετε, διότι, ὅταν ἐπιάσαμε τά ἅρματα εἴπαμε πρῶτα ὑπέρ Πίστεως καί ἔπειτα ὑπέρ Πατρίδος. Ὅλα τά ἔθνη τοῦ κόσμου ἔχουν καί φυλάττουν μία Θρησκεία. Καί αὐτοί, οἱ Ἑβραῖοι, οἱ ὁποῖοι κατατρέχοντο καί μισοῦντο ἀπό ὅλα τά ἔθνη, μένουν σταθεροί εἰς τήν πίστη τους.".

Κατόπιν τῶν ἀνωτέρω, ζητοῦμε νά ἀποκαταστήσετε τήν ἱστορική ἀλήθεια καί νά ἀποδώσετε μέ τήν πρώτην εὐκαιρίαν τόν ὀφειλόμενον, ὡς ἐκ τῆς ἰδιότητός Σας καί δή ὡς πρώτης Ἑλληνίδος καί Χριστιανῆς πολίτου αὐτῆς τῆς Χώρας, σεβασμόν καί ἀναγνώριση στήν Πίστη τοῦ κατά πλειοψηφίαν θρησκεύοντος Ὀρθοδόξου Χριστιανικοῦ Λαοῦ καθώς καί τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησία, ἡ Παράδοση τῆς Ὁποίας ἀποτελεῖ ἐπί μακράν σειράν αἰώνων σημαῖνον στοιχεῖο καί χαρακτηριστικόν γνώρισμα τῆς πολιτιστικῆς ταυτότητος τῶν Ἑλλήνων και τῆς πνευματικῆς ἰδιοπροσωπείας τοῦ Ἑλληνισμοῦ.

Στήν παροῦσα Ἀνοικτή Ἐπιστολή δίνουμε μετά λύπης καί τό χαρακτηριστικόν τῆς Καταγγελίας, διότι ὡς Πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας ὀρκισθήκατε, κατά τήν ἀνάληψη τῶν ὑψηλῶν καθηκόντων Σας, ἐπί τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου τήν πιστή τήρηση τοῦ Συντάγματος τῆς Ἑλλάδος, τό ὁποῖον ὅμως πολυτρόπως προβλέπει τόν σεβασμό στήν ἐπικρατοῦσα Θρησκεία τῶν Ἑλλήνων καί κατά συνέπειαν καί μείζονα λόγο τήν ἀπόδοση τῆς δεούσης τιμῆς, ἀναγνωρίσεως καί σεβασμοῦ στήν Χριστιανική Πίστη.

Ἀξιότιμη Κυρία Πρόεδρε,

Τελευταίως συμβαίνουν πολλά τά ὁποῖα δέν διατιθέμεθα νά ἀνεχθοῦμε περαιτέρω, ὅπως εἶναι ἡ προβαλλομένη καί προωθουμένη, εὐκαίρως - ἀκαίρως, ἐθνομηδενιστική καί ἐθνοαποδομητική προπαγάνδα ἐκ μέρους διαφόρων φορέων, πολιτικῶν προσώπων ἀλλά καί θεσμικῶν ἐκπροσώπων. Εἰς αὐτά ἔρχεται νά προστεθεῖ, ὡς ἐπιπλέον δεινή πρόκληση, ἡ περιφρόνηση καί ἀπαξίωση τῆς Πίστεως, τῆς Ἐκκλησίας καί Θρησκείας τῶν Πατέρων μας καθώς καί τῆς συντριπτικῆς πλειοψηφίας τοῦ συγχρόνου Ἑλληνικοῦ Λαοῦ, ἡ ὁποία εἶναι ἀδύνατον νά γίνει ἀποδεκτή.

Εὐελπιστοῦμε καί ἀναμένουμε συντόμως νά θεραπευθεῖ ἡ ὡς μή ὤφειλε σημειωθεῖσα παράλειψη καί ἀποσιώπηση τῆς ἱστορικῆς Ἀληθείας, ὡς περιφρόνηση πρός τήν Πίστη τῶν Χριστιανῶν Ἑλλήνων Πολιτῶν καί πρός τήν προϋπάρχουσα τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία, μέ ἐνδεδειγμένες πρωτοβουλίες καί κατάλληλες ἐνέργειές Σας.

 

Μετά τιμῆς 

Δημήτριος Ἰ. Κάτσουρας

Θεολόγος - φ. Πολιτικῆς Ἐπιστήμης & Διεθνῶν Σχέσεων

κάτοικος Κορίνθου






Δευτέρα 29 Μαρτίου 2021

Ἡ ζωντανή καρδιά τοῦ Βυζαντινοῦ Μυστρᾶ: Μονή Παναγίας Παντανάσσης!

 Ἡ Ἱερά Μονή Παντανάσσης Μυστρᾶ


Μόλις σήμερα ἀνακάλυψα ἕνα ὑπέροχο ἀφιέρωμα ἀπό τήν Κρατική Τηλεόραση (ΕΡΤ1) στήν Καστροπολιτεία τοῦ Μυστρᾶ καί ἰδιαίτερα στό ἐντός αὐτῆς Μοναστήρι τῆς Παντάνασσας. Συγκινήθηκα δέ, ὅταν εἶδα τή φίλη καί παλαιά συνεργάτιδά μου Κατερίνα Τσολιάκου (πλέον Ἀγνή μοναχή), ἡ ὁποία μονάζει ἐκεῖ, νά μιλάει σ' αὐτό.

Ἡ Μονή Παντανάσσης εἶναι ἕνα πνευματικό διαμάντι τοῦ μοναχισμοῦ γιά τήν Ἐκκλησία μας. Καί ἡ Ἡγουμένη τοῦ μοναστηριοῦ, ἡ μοναχή Ἀβερκία, εἶναι μία σπουδαία γιά τήν Πίστη, τήν ταπείνωση καί τήν ἁπλότητά της Γερόντισσα. Εἶχα τήν εὐλογία καί τήν τιμή νά παρευρίσκομαι στήν ἐκλογή της ὡς Θεολόγος - Γραμματέας, συνοδεύοντας τόν ἀείμνηστο καί ἁγιώτατο Ἀρχιεπίσκοπο Ἀνδρέα (+) στή Μονή (ἀπ' ὅπου καί ἡ φωτογραφία).

Εὐχαριστῶ καί δοξάζω τόν Θεό γι' αὐτές τίς ἐμπειρίες, κοντά σέ ἐναρέτους ἀνθρώπους καί σέ ἁγιασμένους τόπους. Ἀξίζει ὅλοι νά ἐπισκεφθοῦν αὐτή τή Μονή, θρησκεύοντες καί μή. Ὁ τόπος εἶναι χαριτωμένος καί ἄκρως ἐνδιαφέρον ἀπό κάθε ἄποψη (ἱστορική, ἀρχιτεκτονική, φυσική, καλλιτεχνική, ἁγιογραφική κ. ἄ.).

Δ.Ι.Κ.



ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΚΑΙ ΤΟ ΠΑΡΑΚΑΤΩ ΩΡΑΙΟ ΑΡΘΡΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙ
ΤΗΣ ΠΑΝΤΑΝΑΣΣΑΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΔΕΛΦΟΤΗΤΑ ΤΟΥ

Ὁ Παλαιολόγος ζεῖ
στήν Παντάνασσα τοῦ Μυστρᾶ

άρθρο του Βαγγέλη Μητράκου


Κάθε που νυχτώνει στον Βυζαντινό Μυστρά και μπαίνει το σκοτάδι στα άδεια, γκρεμισμένα σπίτια και στις εκκλησιές για να κοιμηθεί, υπάρχει ένα παραθυράκι (το μοναδικό παραθυράκι σ’ ολόκληρη την καστροπολιτεία), που πίσω του καίει ένα φως. Είναι το παραθυράκι του Μοναστηριού της Παντάνασσας, του μόνου κατοικημένου τόπου σ’ ολόκληρο τον Μυστρά. Και είναι οι τέσσερις μοναχές της Παντάνασσας, η σεβάσμια και πεφωτισμένη ηγουμένη Αβερκία, η επίσης σεβάσμια μοναχή Ακακία και οι νεότερες αγωνίστριες της Πίστης και του μοναχισμού Μοναχές Αγνή και Ελισάβετ, που κάθε βράδυ ανάβουν αυτό το φως στα παράθυρα της Παντάνασσας, σημάδι και μήνυμα προς τα “σκότη” πως ο Μυστράς δεν είναι μια νεκρή πολιτεία όπως θέλουν πολλοί να τη λένε, αλλά ζει και βασιλεύει και πως εδώ, ανάμεσα στα παλάτια, στα ερειπωμένα αρχοντόσπιτα, στις μεγαλοπρεπείς βυζαντινές εκκλησιές, στα καλντερίμια και στα κάστρα του ένδοξου Μυστρά, υπάρχουν, ακόμα, συνεχιστές της ιστορίας και της παράδοσης, αγωνιστές πνευματικοί και “θεηγόροι οπλίται παρατάξεως Κυρίου” που φυλάττουν πνευματικές και εθνικές Θερμοπύλες.

Κι όταν οι πρώτες ακτίνες του ήλιου φωτίσουν το πρωί τους τρούλους της Παντάνασσας και “Φως Ιλαρόν” χυθεί στο πρόσωπο της Παναγίας, του Χριστού και των Αγίων, ανοίγουν οι μοναχές τη μεγάλη πόρτα του Μοναστηριού για να καλοδεχτούν τους επισκέπτες απ’ όλα τα μέρη της Ελλάδας και του κόσμου, να τους φιλοξενήσουν στο ταπεινό τους αρχονταρίκι, να τους φιλέψουνε ό,τι έχει “οικονομήσει” το φτωχό μοναστηράκι τους και (πάνω απ’ όλα) να τους “φιλέψουνε” αγάπη χριστιανική, στοργή, κατανόηση, ζεστασιά κι ευχές της καρδιάς, γεμίζοντας αβίαστα την ψυχή, το μυαλό και την καρδιά τους με την ακλόνητη βεβαιότητα πως: “η Ρωμανία πέρασεν ανθεί και φέρει κι άλλο”.

Γιατί πράγματι: Τούτο δω το μοναστήρι της Παντάνασσας του Μυστρά και η δοσμένη στην Παναγία και τον Χριστό αδελφότητα που το υπηρετεί δεν μοιάζει με κανένα άλλο μοναστήρι και με καμιά άλλη αδελφότητα σ’ ολόκληρη την Ελλάδα.

Σε τούτο δω το Μοναστήρι και σε τούτη την αδελφότητα, έταξε η ιστορία, η πατρίδα και ο θεός, Χρέος βαρύ αλλά συνάμα ακριβό και πολύτιμο, να δίνουν (εκτός από τον καθημερινό πνευματικό τους αγώνα) πνοή και χτύπο καρδιάς στον ιερό τόπο του Βυζαντινού Μυστρά, βιγλίζοντας σαν άγρυπνοι φρουροί τα μυστικά της δόξας του. Της δόξας εκείνης που σεργιανά ακόμα (και θα σεργιανά για πάντα) στους λιθόστρωτους παλιούς δρόμους και στα μονοπάτια της αγαπημένης Πολιτείας του Παλαιολόγου και που τα πατήματά της μόνο όσοι έχουνε στην καρδιά τους Θεό, Πατρίδα και Ρωμιοσύνη μπορούν να ακούσουν.

Όχι! Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, ο τελευταίος Αυτοκράτορας που “η κορώνα του ήτανε τ’ αγκάθινο στεφάνι του Χριστού” δεν κοιμάται μαρμαρωμένος στη Χρυσόπορτα, καρτερώντας τον Άγγελο να τον ξυπνήσει, για να πάρει πίσω την Πόλη. Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος ζει στο μοναστήρι της Παντάνασσας του Μυστρά. Τον “υπηρετούν” θυσιαστικά οι αδελφές της μονής και ξέρει πως η Πόλη ήταν και παραμένει δική του, βασιλεύουσα και ψυχή του Ελληνισμού και της Ορθοδοξίας.



Κυριακή 28 Μαρτίου 2021

Ἡ ἀληθής εὐσέβεια

κατά τόν Ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ


ὑπό Δημ. Ἰ. Κάτσουρα, Θεολόγου[1]

 

Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς πρίν ἀκόμη ἀναχωρήσει ἀπό τόν κόσμο καί ἐπιδοθεῖ στήν ἡσυχία καί τήν ἄσκηση, εἶχε τόσο πολύ προχωρήσει στή νήψη καί τήν στροφή του πρός τόν ἑαυτό του καί τόν Θεό διά τῆς προσοχῆς καί προσευχῆς ὥστε ἀρκετές φορές, ἐνῶ ἦταν ἰδιαίτερα ὀξύνους καί συνετός συλλαμβάνετο νά λησμονεῖ αὐτά πού τοῦ ἔλεγε ἀκόμη  καί ὁ ἴδιος ὁ Βασιλεύς καί νά ξαναρωτᾶ γιά τά ἴδια, βαθειά ἀπορροφημένος ἀπό τή νοερά προσευχή, τήν ὁποία, ὅπως καί ό πατέρας του, καλλιεργοῦσε ἰδιαιτέρως.

Ὅ Ἅγιος Γρηγόριος εἶχε τέτοια ἐπίδοση στήν ἐγκράτεια, τή νηστεία καί τήν ἀγρυπνία ὥστε ὄχι μόνο τά φαγητά πού τοῦ ἄρεσαν νά ἀπορρίπτει, ἀλλά καί τόν ὕπνο πού ἔρχεται στά χαράματα καί τό πρωΐ καί εἶναι ἀναγκαῖος στή φυσιολογική σύσταση τοῦ ὀργανισμοῦ νά ξεπεράσει, στήν Τράπεζά του δέ νά ὑπάρχει μόνο ἐλάχιστος ἄρτος καί νερό. Λέγεται μάλιστα ὅτι τόσο κατέβαλε τόν ὕπνο καί τήν ἀνάγκη του ὅταν ἀσκήτευε στό Ἅγιον Ὄρος, ὥστε ἐπί τρεῖς ὁλόκληρους μῆνες νά μείνει ἄγρυπνος ὅλες τίς νύκτες, παίρνοντας μόνο λίγο ὕπνο μετά τό φαγητό, κατά τό μεσημέρι, καί αὐτό γιά νά μήν πάθει κάτι ἀνεπανόρθωτο ὁ ἐγκέφαλός του.

Ὅταν βρισκόταν στή Σκήτη τῆς Βεροίας, μετά τήν εἰς Ἱερέα χειροτονία του, ἀσκούμενος μαζί μέ δέκα συναγωνιστές καί ζηλωτές τοῦ τρόπου ζωῆς του, τίς μέν πέντε ἡμέρες κάθε ἑβδομάδος ἔμενε κρυμμένος χωρίς καμμία συναναστροφή, ἐνῶ τό Σάββατο καί τήν Κυριακή ἔβγαινε γιά τήν τέλεση τῆς Θείας Εὐχαριστίας καί γιά πνευματική συνομιλία καί συναναστροφή μέ τούς ἀδελφούς.

Ὅταν ἦταν Ἡγούμενος τῆς Μονῆς Ἐσφογμένου στό Ἅγιον Ὄρος, καθοδηγώντας πνευματικῶς διακοσίους μοναχούς, χρειάσθηκε νά ἀντιμετωπίσει τήν πλήρη ἔλλειψη ἐλαίου στό Μοναστήρι. Τότε ζήτησε νά τόν ὁδηγήσουν στήν Ἀποθήκη, στάθηκε δίπλα στό ἀγγεῖο τοῦ λαδιοῦ καί ἐκάλεσε τόν μόνο δυνάμενο νά παραγάγει τά πάντα ἀπό τό μή ὄν ὑπερφυῶς, σφραγίζοντας μέ τό χέρι του τόν τύπο τοῦ Σταυροῦ.

Τὀ ἀποτέλεσμα ἦταν ὅλο τό χρόνο ὄχι μόνο δέν ἔλειψε τό λάδι ἀλλά τό πρόσφερε ἡ Μονή πλούσια καί ἐκτός αὐτῆς. Ἐπειδή δέ, ἔμαθε ὅτι αἴτιο τῆς ἐλλείψεως τοῦ λαδιοῦ ἦταν ἡ ἀδυναμία τῶν ἐλαιοδένδρων γιά καρποφορία, πῆγε στόν ἐλαιώνα τῆς Μονῆς μαζί μέ τούς Πρεσβυτέρους καί τούς μοναχούς. Ἐπευχήθηκε, κατεσφράγισε τά δένδρα, τά ράντισε μέ ἁγιασμό καί μίλησε στούς παρισταμένους Πατέρες γιά τή μεγάλη συμφορά τῆς ψυχικῆς ἀκαρπίας. Ὅταν ἦλθε ἡ ἐποχή τῆς συγκομιδῆς, τά δένδρα γέμισαν καρπούς. Τό θαῦμα δέ, ἔγινε λαμπρότερο ὅταν οἱ μοναχοί διεπίστωσαν ὅτι ἐκεῖνα τά δένδρα ἦταν φορτωμένα μέ περισσότερους καρπούς ὅσα εἴτε ἄγγιξε, εἴτε κάθισε στή σκιά τους μιλώντας ὁ Ἅγιος.

Δύο μεγάλοι ἀσκητές τοῦ Ἄθωνος, οἱ ὁποῖοι ἔζησαν μαζί μέ τόν Ἅγιο, ὁ Σάββας καί ὁ Γερμανός, ἔλεγαν καί ὑποστήριζαν ὅτι "δέν θεωροῦμε σπουδαῖο καί ψυχωφελές καί σωτήριο μόνο τό νά βρισκώμαστε παντοτινά μαζί μέ τόν Θαυμαστό Γρηγόριο, ἀλλά καί τά ὑποδήματά του ἄν εἴχαμε στά χέρια μας περιφέροντάς τα νά τά καταφιλοῦμε καί νά τά σφίγγουμε, τοῦτο θά τό νομίζαμε πρόξενο μεγίστης ὠφελείας καί ἁγιασμοῦ γιά ἐμᾶς"!

Θά σταματήσω ἐδῶ τήν ἐνδεικτική ἀναφορά στό βίο τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου μέ ἕνα τελευταῖο στοιχεῖο ἤ μᾶλλον διήγηση περί τοῦ Ἁγίου, τήν ὁποία ἀναφέρει, ὅπως καί ὅλα τά προηγούμενα, ὁ βιογράφος του, ἁγιώτατος Πατριάρχης Φιλόθεος (ὁ Κόκκινος), ὁ ὁποῖος ἔζησε ἀπό κοντά τόν Ἅγιο.

Κάποιος μοναχός ἀπό τή Μεγίστη Λαύρα τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου τοῦ Ἀθωνίτου, περίφημος ἀναχωρητής καί ἡσυχαστής, παρακαλοῦσε θερμῶς νύκτα καί ἡμέρα τόν Θεό νά τοῦ ἀποκαλυφθοῦν τά σχετικά μέ τόν θεῖο Γρηγόριο, δηλαδή ποῦ τόν κατέταξε ὁ Θεός καί μέ ποιούς συναυλίζεται στά οὐράνια σκηνώματα. Καθώς παρακαλοῦσε αὐτά ἐπί πολύ καιρό, εἶδε κάποια νύκτα τό ἑξῆς ὅραμα:

Εἶδε ὅτι βρισκόταν στήν Κωνσταντινούπολη καί ὅτι στεκόταν στόν θαυμαστό Ναό τῆς μεγάλης Σοφίας τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ μάλιστα ποτέ δέν εἶχε δεῖ στήν πραγματικότητα τόν ναό ἐκεῖνο. Στή μέση τοῦ ναοῦ ἔβλεπε νά συνεδριάζει Σύνοδος ἱερῶν Πατέρων, ὁ μέγας Ἀθανάσιος, ὁ μέγας Βασίλειος, ὁ θεῖος Γρηγόριος, ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ὁ Γρηγόριος Νύσσης, ὁ σοφός Κύριλλος καί πλῆθος ἄλλων ἁγίων θεολόγων.

Ὀ μοναχός, καθώς συζητοῦσαν, ἔβαλε προσοχή ἀλλά δέν μπόρεσε νά μάθει τίποτε ἀπό τά συζητούμενα. Ὅταν δέ, φάνηκε ὅτι βρίσκονται στό τέλος τῶν συζητήσεων κι ἔπρεπε νά καταλήξουν ὁπωσδήποτε σέ συμπεράσματα, τότε λοιπόν ὁ μοναχός ἄκουσε τούς συνέδρους νά λένε ἀπό κοινοῦ ὅτι "εἶναι ἀδύνατον νά ἐπικυρωθοῦν ἀπό μᾶς καί νά ψηφισθοῦν ἀπό τούς παρόντες οἱ ἀποφάσεις, ἄν δέν παρίσταται στήν Σύνοδο καί στήν Ἀπόφαση ὁ Γρηγόριος, ὁ Πρόεδρος τῆς Θεσσαλονίκης".

Ἔστειλαν, λοιπόν, ἀμέσως ἕναν ὑπηρέτη νά τόν προσκαλέσει. Αὐτός, ἀφοῦ πῆγε σ' ἐκεῖνον, ἐπιστρέφει ἔπειτα ἀπό λίγο λέγοντας ὅτι εἶναι ἀδύνατον νά τόν πλησιάσει κανείς τώρα καί νά συνομιλήσει μαζί του, διότι στέκεται δίπλα στόν Βασιλικό θρόνο καί συζητᾶ μόνος πρός μόνον τόν Βασιλέα. Ἐκεῖνοι δέ, τόν διέταξαν νά μεταβεῖ πάλι, νά περιμένει τό τέλος τῆς συνομιλίας του καί νά μεταφέρει τήν πρόσκλησή τους.

Πηγαίνει καί πάλι ἐκεῖνος καί ἀφοῦ περίμενε βρῆκε τήν εὐκαιρία καί διεμήνυσε στόν Γρηγόριο ὅτι "εἶναι ἀδύνατον νά ἐπικυρωθοῦν ἀπό τή Σύνοδο οἱ Ἀποφάσεις, ἄν δέν εἶσαι παρών καί σύ ὁ ἴδιος". Τότε ὁ Ἅγιος ἔρχεται πρός τή Σύνοδο, βλέποντάς τον σηκώνονται ὅλοι, τόν βάζουν νά καθίσει ἀνάμεσά τους μαζί μέ τήν κορυφαία τριάδα τῶν Θεολόγων (τρεῖς Ἱεράρχας) καί ἔτσι ἐπιφέρουν τήν ψῆφο καί ἐπικύρωση τῶν ἀποφάσεων.

Ἐκεῖνες οἱ ἀποφάσεις τῆς Συνόδου ἦταν στήν πραγματικότητα λόγια ὅλων μαζί τῶν θεολόγων πρός τόν Γρηγόριο, μαζί μέ κάποια εὐχαριστία καί ἀγαλλίαση, διότι αὐτός συγκεντρώνοντας τώρα τελευταῖα μέ τή Θεία δύναμη καί Χάρη  ὅλα τά κατά διάφορες ἀφορμές καί περιστάσεις θεολογηθέντα ἀπό αὐτούς, τά συνεδύασε, τά ἐπεξεργάστηκε καί τούς ἔδωσε ἰσχύ ὁ ἴδιος διά τοῦ Θείου Πνεύματος.

Κατέρριψε μέ αὐτά τίς νέες αἱρέσεις ἐξαισίως καί κατέστησε τούς λόγους του σάν συμπέρασμα καί ἐξήγηση ἱερά, τῶν ἱερῶν ἐκείνων λόγων. Αὐτά, λέγει, ὅλοι οἱ θεολόγοι μαζί καί ὁ καθένας χωριστά, μέ πολλή εὐαρέσκεια ἀπεφάσισαν νά ποῦν ἀρκετή ὥρα πρός τόν Γρηγόριο. Ἔπειτα σηκώθηκαν μαζί μέ αὐτόν ἀπό τήν καθέδρα καί διέλυσαν τήν ἱερά ἐκείνη Σύνοδο!

Ὅλα τά ἀνωτέρω πιστεύω ὅτι δίνουν τήν πρόγευση καί τό ἄρωμα τοῦ Παλαμικοῦ μεγαλείου καί θησαυροῦ σέ κάθε πιστό μέλος τῆς Ἐκκλησίας πού ἔχει μάθει καί γνωρίζει νά ἀγαπᾶ τούς φίλους τοῦ Θεοῦ Ἁγίους, καί, βεβαίως, νά ἐμπιστεύεται σ' αὐτούς τήν ὑπόθεση τῆς σωτηρίας του, ἀφοῦ μόνο αὐτοί πού ἔφθασαν ἐκεῖ μποροῦν μέ ἀσφάλεια καί αὐτόν νά τόν καθοδηγήσουν σ' αὐτήν.

Ἄς ἔλθουμε, ὅμως, τώρα στή διδασκαλία τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, τήν ὁποία ἡ ὑμνολογία τῆς Ἐκκλησίας ὀνομάζει "ἄρτο ἀγγέλων καί μέλι ἐκ πέτρας".

Κατά πρῶτον θά ἀναφερθοῦμε σ' αὐτήν ἀπό γενικῆς ἀπόψεως καί κατόπιν εἰδικῶς, γιά τό συγκεκριμένο θέμα τῆς ὁμιλίας μας.

Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς κατ' ἀρχήν ὑπῆρξε ἐκφραστής τῆς κοινῆς ἐμπειρίας τῶν Ἀγίων Πατέρων, ὅχι ἁπλῶς μαθών ἀλλά παθών τά Θεῖα. Ἐθεολόγησε κατά τάς τῶν πρό αὐτοῦ Ἁγίων "θεοπνεύστους θεολογίας καί τό εὐσεβές τῆς Ἐκκλησίας φρόνημα" καί πολέμησε τόν ὀρθολογισμό τοῦ 14ου αἰῶνος, διαφυλάξας τήν ὀρθόδοξη Πίστη ἀπό τά δύο ἄκρα, τόν ἀγνωστικισμό καί τόν πανθεϊσμό. Ἀνέπτυξε τήν ἀλήθεια τῆς ἀδιαιρέτου διαιρέσεως (διακρίσεως) οὐσίας καί ἐνεργείας στόν Θεό, διακηρύττων τό ἀμέθεκτον τῆς οὐσίας καί τό μεθεκτόν τῶν Θείων ἐνεργειῶν, πού, ὅπως καί ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἄκτιστες.

Ὡς μέγας ἡσυχαστής ὁ ἴδιος, βρῆκε τήν πράξη τῆς ἀσκήσεως καί τῆς ἐφαρμογῆς τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ "εἰς θεωρίας ἐπίβασιν". Δηλαδή, διά τῆς καθάρσεως καί τῆς ἀσκήσεως ἥλκυσε τήν Θεία Χάρη, ἐφωτίσθη, "εἶδε" τόν Θεό καί ἔγινε ὁ ἴδιος θεός κατά χάριν, γνωρίσας ἐξ ἐμπειρίας πλέον τό μεθεκτόν τῶν ἀκτίστων ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ. Ἐκήρυξε λοιπόν, ὅ,τι ἐβίωσε καί ἔτσι πολεμώντας ὅσους ἀμφισβητοῦσαν τήν ἀλήθεια, ὅπως ὁ Καλαβρός Βαρλαάμ καί ὁ Ἀκίνδυνος, συνετέλεσε στόν θρίαμβο τῆς Ὀρθοδοξίας στήν ἐποχή του.

Γι' αὐτό καί στό Συνοδικό τῆς Ὀρθοδοξίας περιελήφθησαν:

α) Ἡ διδασκαλία του γιά τήν διάκριση οὐσίας καί ἐνεργειῶν στόν Θεό καί περί τοῦ ἀκτίστου Θείου Φωτός,

β) Τά τρίς "αἰωνία ἡ μνήμη" γιά τόν Ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ γιά τή συμβολή του στήν ἐπικράτηση τῆς Ὀρθοδόξου  διδασκαλίας καί

γ) Τά τρίς "ἀνάθεμα" κατ' ὄνομα τῶν αἱρετικῶν τοῦ 14ου αἰῶνος ἀντιπάλων του (Βαρλαάμ, Ἀκινδύνου κλπ.)

Κατά τόν Ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ ὁ κεντρικός ἄξονας τῆς Ὀρθοδοξίας δέν εἶναι μόνον ἡ Γραφή, τά συγγράμματα τῶν Πατέρων καί οἱ Τοπικές καί Οἰκουμενικές Σύνοδοι, ἀλλά κυρίως ἡ παράδοση τῆς ἐμπειρίας τῆς θεωρίας (Θεώσεως) ἀπό τή μία γενεά στήν ἄλλη, πού εἶναι καί ὁ μόνος σκοπός τῆς μυστηριακῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ διακοπή τῆς παραδόσεως αὐτῆς ὁδηγεῖ ἀργά ἤ γρήγορα στήν ἐγκατάλειψη τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως καί τήν ἀντικατάσταση ἤ ὑποκατάστασή της ἀπό τόν στοχασμό καί τόν δογματισμό, χωρίς κατανόηση τῶν θεμελίων του.

Εἶναι πολύ σημαντικό γιά τήν ἐποχή μας καί γιά τούς νέους ἀνθρώπους, πού ἀσχολοῦνται κατά πλειοψηφία μέ τίς θετικές ἐπιστῆμες, τό ὅτι κατά τόν Ἅγιο Γρηγόριο, ὅπως καί ὅλους τούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ἡ αὐθεντία τῆς Ἐκκλησίας, καί αὐτό εἶναι τό ζητούμενο ὅταν κάθε φορά πού ὑπάρχει πρόβλημα ἤ κρίση τίθεται τό θέμα περί τοῦ τί ἐκφράζει αὐθεντικά τήν Ἐκκλησία, δέν ταυτίζεται οὔτε μέ τήν Ἁγία Γραφή, οὔτε μέ τίς Οἰκουμενικές Συνόδους, ἀλλά μέ τήν ἐμπειρία τοῦ φωτισμοῦ καί τῆς θεώσεως τῶν Προφητῶν, Ἀποστόλων καί Πατέρων πού ἐκφράζουν ἡ Ἁγία Γραφή καί οἱ Οἰκουμενικές Σύνοδοι.

Δηλαδή, στά θεμέλια τῆς Πατερικῆς ἀντιλήψεως περί αὐθεντίας εἶναι ὅπως καί σ' ἐκεῖνα τῶν θετικῶν ἐπιστημῶν ἡ ἐμπειρική ἐξακρίβωση τῆς πραγματικότητος! Ἡ αὐθεντία σχετίζεται καί πηγάζει ἀπό τήν ἐμπειρική γνώση καί ὄχι ἀπό τόν ἀνεξέλεγκτο στοχασμό καί τίς προσωπικές ἐκτιμήσεις οἱουδήποτε θεολόγου ἤ μή, Κληρικοῦ ἤ λαϊκοῦ. Ἡ Ὀρθοδοξία δέν εἶναι λόγια καί θεωρίες τῶν θεολόγων πού δέν ἔχουν προσωπική ἐμπειρία τοῦ φωτισμοῦ καί τῆς θεώσεως καί πού δέν δίνουν σημασία εἰς ἐκείνους πού ἔχουν τήν ἐμπειρία αὐτή. Ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι βίωμα, εἶναι γνώση τῆς ἀληθείας, εἶναι τρόπος θεραπείας τῆς προσωπικότητος τοῦ ἀνθρώπου.

Πρέπει κανείς νά μελετήσει τά συγγράμματα τοῦ Ἁγίου καί νά ἐντρυφήσει σέ αὐτά, γιά νά κατανοήσει τή μεγάλη σημασία τῆς προσφορᾶς του στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, σέ ὅλους μας καί σέ κάθε πιστό ξεχωριστά. Γιά νά κατανοήσει γιατί ἡ διδασκαλία τοῦ Ἁγίου θεωρεῖται κλειδί κατανοήσεως ὁλοκλήρου τῆς Ὀρθοδόξου διδασκαλίας, τήν ὁποίαν αὐτός ἀνακεφαλαίωσε καί ἀνανέωσε, ὑπό τήν ἔννοια τῆς ἐπαναφορᾶς της στό προσκήνιο τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς καί στάσεως, ἔναντι νεωτέρων πλανῶν καί προσπαθειῶν ἀλλοιώσεώς της.

Φοβοῦμαι ὅτι, ἴσως, ὁρισμένα ἤ πολλά ἀπό ὅσα ἀναφέρονται ἐδῶ ἀκούγονται βαρειά στά αὐτιά μας ἤ καί περιττά σέ ἐπίπεδο πρακτικοῦ ἐνδιαφέροντος, τοῦ νά ἀγωνιζώμεθα δηλαδή ὑπέρ τῆς Ὀρθοδοξίας καί νά ζοῦμε ὅπως ὁ Θεός θέλει. Ἴσως, νά σκεφθεῖτε ὅτι δέν εἴμαστε θεολόγοι καί ἑπομένως σέ τί μποροῦν νά μᾶς ὠφελήσουν ὅλα αὐτά. Εἴμαστε μήπως ὑποχρεωμένοι νά τά γνωρίζουμε;

Ναί, ἀγαπητοί μου! Καί ἐσεῖς εἶστε ὑποχρεωμένοι νά τά γνωρίζετε, κι ἐμεῖς μέ τήν εὐλογία τῆς Ἐκκλησίας εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νά τά ἀναφέρουμε καί νά τά ἐξηγοῦμε, τό κατά δύναμιν. Εἶναι μάλιστα χαρακτηριστικό ὅτι ὁ Ἄγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ὀνομάζει τρίτο εἶδος ἀθεΐας καί "ἀνευλαβή εὐλάβεια" τό νά παραιτεῖται (δηλαδή νά ἀποφεύγει) κάποιος νά ἀναφέρεται στά περί Θεοῦ δόγματα, προτιμώντας πράγματα ἁπλά καί κατανοητά στούς πολλούς, πού ὅμως δέν μᾶς ὁδηγοῦν καί δέν μᾶς ἀναβιβάζουν στό ὕψος τῆς Θείας γνώσεως.

Ἐξάλλου τό εἰδικό θέμα τῆς σημερινῆς ὁμιλίας μας, μᾶς ἀπασχολεῖ πιστεύω ὅλους. Ποιά εἶναι ἡ άληθής εὐσέβεια; Τί εἶναι; Καί, βεβαίως, τί δέν μπορεῖ νά εἶναι ἀληθής εὐσέβεια καί ἅρα πρέπει νά τό ἀποφεύγουμε γιά νά μήν εἴμεθα κατ' ὄνομα εὐσεβεῖς, ἐν τοῖς πράγμασι δέ, μή γένοιτο, ἀσεβεῖς. Καί, ἐφ' ὅσον ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς εἶναι, καί ὄντως εἶναι, μέγας Πατήρ καί θεολόγος τῆς Ἐκκλησίας, τοῦ ὁποίου ἡ διδασκαλία ἀποτελεῖ τρόπον τινά ἀνακεφαλαίωση τῆς διδασκαλίας ὅλων τῶν πρό αὐτοῦ Ἁγίων Πατέρων, ἀξίζει νά ἀκούσουμε καί νά προσέξουμε τί αὐτός θεωρεῖ ὡς ἀληθινή εὐσέβεια καί γιατί.

Ἀληθής εὐσέβεια, λοιπόν, κατά τόν Ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ εἶναι ἡ ἀποδοχή ὅλων ὅσων οἱ Ἅγιοι Πατέρες μᾶς ἐδίδαξαν καί μᾶς παρέδωσαν. Συγκεκριμένα ἐπ' αὐτοῦ ὁ Ἅγιος ἀναφέρει: «Ἐπειδή ὁ Κύριος λέγει ὁ ἀθετῶν ὑμᾶς ἐμέ ἀθετεῖ, ὁ δέ ἀθετῶν ἐμέ ἀθετεῖ τόν ἀποστείλαντά με», εἶναι εὔλογο ὅτι ἀληθινή εὐσέβεια εἶναι τοῦτο, τό νά μήν ἔρχεται κανείς εἰς φιλονεικία μέ τούς Θεοφόρους Πατέρες. Νά μήν ἀμφισβητεῖ ὅσα ἐκεῖνοι ἐκήρυξαν καί παρέδωκαν στήν Ἐκκλησία. Διότι, «οἱ θεολογίες τῶν Ἁγίων εἶναι ὅρος καί χάρακας ἀληθοῦς θεοσεβείας καί ἑκάστη ἐξ αὐτῶν συμπληρώνει τόν φράκτη τρόπον τινά καί τό περιτείχισμα τῆς εὐσεβείας, ἄν ἀφαιρέσει δέ κανείς μίαν αὐτῶν ἀπό ἐκεῖ θά εἰσορμήση ὁ πολύς ἐσμός τῆς κακονοίας τῶν αἱρετικῶν».

Καί ἀλλοῦ, ὁ Ἅγιος ἀναφέρει: «Τό ὅτι ὀρθῶς πιστεύουμε στόν Θεό δηλαδή καλῶς καί ἀσφαλῶς καί εὐσεβῶς φρονοῦμε γι' αύτόν ἀπό ποῦ προέρχεται ἡ ἀπόδειξη; Ἀπό τή συμφωνία πρός τούς Θεοφόρους Πατέρες μας». Γι' αὐτό ἄλλωστε τήν Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας διετρανώσαμε τήν Πίστη μας ὅτι ὅπως ἐδίδαξαν οἱ Ἀπόστολοι, ὅπως παρέλαβε ἡ Ἐκκλησία, ὅπως ἐβράβευσεν ὀ Χριστός, ἔτσι κι ἐμεῖς φρονοῦμε, ἔτσι κηρύσσουμε καί αὐτή εἶναι ἡ Πίστη τῶν Ἀποστόλων, αὐτή εἶναι ἡ Πίστη τῶν Ὀρθοδόξων, αὐτή εἶναι ἡ Πίστη τῶν Πατέρων μας.

Κατά τόν Ἀπόστολο Ἰούδα ἡ Πίστη, πού εἶναι ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ καί ὄχι ἀνακάλυψη τοῦ ἀνθρώπου, παρεδόθη ἅπαξ, μία φορά καί γιά πάντα. Πότε; Τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς. Καί σέ ποιούς; Στούς Ἁγίους. Ἑπομένως, ἡ πίστη εἶναι παράδοση, εἶναι κάτι πού μᾶς παραδόθηκε, εἶναι ἡ παράδοση τῶν Ἁγίων, ἀφοῦ ὁ Ἅγιος Θεός τήν παρέδωσε στούς φίλους Του, τούς Ἁγίους, καί ἐκεῖνοι τήν ἐκήρυξαν καί τήν ἐδίδαξαν ἤ καλύτερα τήν παρέδωσαν διά τῆς Ἐκκλησίας καί σέ ἐμᾶς.

Ἡ Πίστη αὐτή εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία, τήν ὁποία ὅταν ὁμολογοῦμε καί ἀκολουθοῦμε εἴμεθα εὐσεβεῖς καί ὀρθόδοξοι Χριστιανοί καί τότε ἡ Ἐκκλησία μᾶς μνημονεύει καί εὔχεται ὑπέρ ἡμῶν "τῶν εὐσεβῶν καί ὀρθοδόξων Χριστιανῶν" διά νά μᾶς σκεπάζει ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, νά μᾶς ἁγιάζει καί νά μᾶς καθοδηγεῖ πρός σωτηρίαν.

Γιατί, ὅμως, πρέπει νά συμφωνοῦμε σέ ὅλα ὅσα εἶπαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες; Δέν εἶναι αὐτό ἤ μᾶλλον δέν ἀκούγεται σήμερα λίγο προκλητικό ἤ καί προσβλητικό τῆς ἐλευθερίας καί τῆς προσωπικότητος τοῦ ἀνθρώπου ἤ τοῦ προσώπου πού μᾶς χάρισε ὁ ἴδιος ὁ Θεός;

Ἄς ἀρχίσουμε λοιπόν, ἀπαντώντας σέ αὐτούς τούς συλλογισμούς, ἀπό τό θέμα τῆς ἐλευθερίας, γιά τήν ὁποία τόσος λόγος γίνεται στήν ἐποχή μας. Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός λέγει στό ἱερό Εὐαγγέλιό Του ὅτι ἐγώ σᾶς ἐλευθέρωσα καί γι' αὐτό μήν ἀνέχεσθε κανέναν ἄλλο ζυγό δουλείας, ἐκτός ἀπό τόν δικό μου ζυγό πού εἶναι χρηστός καί τό φορτίο μου, πού εἶναι ἐλαφρύ. Ἀκόμη, ἀλλοῦ ἐπισημαίνει καί μᾶς καλεῖ νά γνωρίσουμε τήν ἀλήθεια καί ἐκείνη εἶναι πού θά μᾶς ἐλευθερώσει. «Γνώσεσθε τήν ἀλήθεια καί ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς», ἐνῶ ἀπεριφράστως ὀ ἴδιος δηλώνει περί Ἑαυτοῦ ὅτι «Ἐγώ εἰμί ἡ ὁδός καί η ἀλήθεια καί ἡ ζωή».

Νά, λοιπόν, ἡ ἄκρη τοῦ νήματος. Πραγματική ἐλευθερία εἶναι ἡ γνώση τῆς ἀληθείας. Ἀλήθεια εἶναι ο ἴδιος ὁ Χριστός, περί τοῦ ὁποίου ἤ μᾶλλον τόν ὁποῖον ἐκήρυξαν οἱ Ἀπόστολοι καί οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Καί ναί μέν, οἱ Ἀπόστολοι εἶδαν τόν Χριστό, μαθήτευσαν σ' Αὐτόν καί μαρτύρησαν γι' Αὐτόν, ἀλλά καί οἱ Πατέρες ὄχι θεωρητικά, ὄχι φιλοσοφικά, ὄχι μεταφορικά, ὄχι συναισθηματικά, ἀλλά πραγματικά εἶδαν τόν Χριστό καί ἑνώθηκαν μέ Αὐτόν, ὅταν ἔφθασαν στή Θέωση καί ἔγιναν κατά χάριν Χριστοί καί Θεοί. Καί γι' αὐτό δικαιοῦνται καί αὐτοί νά λέγουν, ὅπως καί οἱ Ἀπόστολοι, "ὅν ἑωράκαμεν" "τοῦτον καταγγέλομεν ἡμῖν"!

Διότι καί οἱ Ἅγιοι ὅλων τῶν ἐποχῶν παρέλαβον, ὅπως καί οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι, τήν ἡμέρα τῆς Πντηκοστῆς τήν Ἀλήθεια, καί μάλιστα πᾶσαν τήν Ἀλήθεια, ζήσαντες κατά τήν ἐμπειρία τῆς θεώσεως τήν ἴδια ἐμπειρία τῆς Πεντηκοστῆς, πού εἶναι ὁ ἀνώτατος βαθμός πνευματικῆς ἐμπειρίας καί τελειώσεως πού μπορεῖ νά ἀποκτήσει ὁ ἄνθρωπος σέ αὐτή τήν ζωή.

Ὅπως δέ οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι ἔγιναν φορεῖς τῆς θείας Ἀποκαλύψεως καί κατεστάθησαν φορεῖς τοῦ ἐπιφοιτήσαντος σ' αὐτούς Ἁγίου Πνεύματος, ἔτσι καί οἱ Ἅγιοι Πατέρες ὑπῆρξαν καί εἶναι ὄργανα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, διότι ἀπέκτησαν Αὐτό διά τῆς πίστεως, τῆς ἀσκήσεως καί τῆς ἐφαρμογῆς τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, διελθόντες ὅλα τά στάδια τῆς πνευματικῆς τελειώσεως τοῦ ἀνθρώπου, ὅπως σαφῶς τά προσδιορίζει ὁ μέγας Παλαμᾶς, δηλαδή τήν κάθαρση, τόν φωτισμό καί τήν θέωση ἐν τῆ παρούσῃ ζωῆ. Τό Ἅγιο Πνεῦμα δέ, τούς ἐφώτισε καί τούς ἐκίνησε, ἀφοῦ ἐνοικοῦσε σέ αὐτούς, νά διατυπώσουν τά δόγματα τῆς Πίστεως μέ ἀφορμές πάντοτε τίς προκλήσεις καί προσπάθειες ὅσων βάσει τοῦ ἰδίου θελήματος καί τῶν ἀνθρωπίνων στοχασμῶν καί ὄχι βάσει τῆς ἐμπειρίας τῶν Ἀγίων, ἐπιχειροῦσαν νά ψηλαφίσουν καί γνωρίσουν τά θεῖα.

Ἡ παρουσία τῶν Ἀγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας ὑπῆρξε καί εἶναι ἡ ζωντανή συνέχεια τῆς Πεντηκοστῆς μέσα στήν ἱστορία καί ἡ ἀπόδειξη ὅτι ὁ Θεός δέν ἀφήνει τόν ἑαυτόν Του ἀμάρτυρο ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους.

Γιά ὅλους ἐμᾶς, οἱ Ἅγιοι Πατέρες εἶναι "ἐπιστολή Χριστοῦ" πρός ἡμᾶς γιά τή σωτηρία μας. Ἡ ἀνάγνωση δέ αὐτῆς καί ἡ ἀποδοχή της δέν εἶναι ἁπλῶς θέμα σεβασμοῦ καί ἐκτιμήσεως τῆς προσφορᾶς των, ἀλλά εἶναι θέμα ἀποδοχῆς καί γνώσεως τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ, τά ὁποῖα ἡ ζωή καί ἡ διδασκαλία τους προσφέρουν καί ἐκφράζουν. Ἡ ἀποδοχή καί συμφωνία ὄσων οἱ Ἅγιοι Πατέρες διδάσκουν εἶναι ἡ ἀσφάλεια ὅτι ἀκολουθοῦμε αὐτό πού ἐκήρυξαν οἱ Ἀπόστολοι, αὐτό πού παρέδωσε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός.

Γι' αύτό, γιά τήν Ἐκκλησία ἡ προσφυγή στούς Πατέρες εἶναι καί πρέπει νά εἶναι πάντοτε ἡ σταθερή καί ἐπιβεβλημένη πρακτική. Γιά νά ἀντιμετωπισθεῖ μία αἵρεση ἤ πλάνη ἤ καινοτομία; Προσφυγή στούς Πατέρες! πού μακάρι νά εἶναι καί μεταξύ μας, δηλαδή ζωντανοί. Γιά νά διακηρυχθεῖ τί πιστεύει ἡ Ἐκκλησία; Προσφυγή στούς Πατέρες! Γιά νά κριθεῖ τί πρέπει νά ἐνεργήσει ἡ Ἐκκλησία; Προσφυγή στούς Πατέρες! Διότι ἐκεῖ, στούς Πατέρες δέν ὑπάρχει κίνδυνος νά ὁδηγηθοῦμε σέ σύγχυση ἤ ἀδιέξοδο. Διότι, οἱ πολλοί Πατέρες δέν ἔχουν ὅπως συμβαίνει μέ ἐμᾶς, πολλές καί διαφορετικές ἀπόψεις καί δή ἐπί θεμάτων Πίστεως.

Ὡς ἐξ ἑνός Πνεύματος αὐγασθέντες καί τῆς αὐτῆς Θείας ἐμπειρίας μέτοχοι γενόμενοι οἱ Ἅγιοι Πατέρες, ὅπως ἐπισημαίνει ὁ Ἅγιος, «τά αὐτά φρονοῦσιν ἀλλήλοις καί εἰς οὐδέν διαφέρουσι». Ἑπόμενοι, λοιπόν, τῶν Ἁγίων Πατέρων καί ἀκολουθοῦντες τοῖς ἴχνεσιν αὐτῶν συνεχίζουμε πράγματι τήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας καί τήν διαφυλάσσουμε χωρίς διακοπή καί προσβολή ἤ ἀλλοίωση.

Ὅταν ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς λέγει ὅτι, ἀληθής εὐσέβεια εἶναι ἡ μή ἀμφισβήτηση ὅσων διδάσκουν οἱ Ἅγιοι Πατέρες, κατ' οὐσίαν μᾶς ἐπισημαίνει ὅτι ἐφ' ὄσον ἡ Πατερική θεολογία βασίζεται ἐπί τῆς ἐμπειρίας τῆς θεώσεως, ἡ ἀμφισβήτηση τῆς Πατερικῆς διδασκαλίας σημαίνει αὐτομάτως ἀμφισβήτηση αὐτῆς ταύτης τῆς ἐμπειρίας τῶν Ἀγίων καί κατ' ἐπέκτασιν τοῦ Ἀγίου Πνεύματος πού ἀποτελεῖ τό θεμέλιο καί τήν πηγή τῆς ἐκκλησιαστικῆς αὐθεντίας.

Γι' αὐτό καί μᾶς προτρέπει νά ἀποφεύγωμε ὅσους δέν παραδέχονται τίς Πατερικές διδασκαλίες καί ἐπιχειροῦν νά εἰσαγάγουν τά ἀντίθετα μόνοι τους. Νά τούς ἀποφεύγουμε, λέγει ὁ Ἅγιος, περισσότερο ἀπ' ὅσο φεύγει κανείς ἀπό φίδι. Διότι, τό μέν φίδι, ὅταν μᾶς δαγκώσει, θανατώνει πρόσκαιρα τό σῶμα χωρίζοντάς το ἀπό τήν ἀθάνατη ψυχή. Ἐκεῖνοι ὅμως, πιάνοντας μέ τά δόντια τήν ἴδια τήν ψυχή, τήν χωρίζουν ἀπό τόν Θεό πού αὐτό συνιστᾶ τόν αἰώνιο θάνατό της. Καί καταλήγει, σέ σχετικό λόγο του, "νά ἀποφεύγουμε αὐτοῦ τοῦ εἴδους τούς ἀνθρώπους μέ κάθε τρόπο καί, ἀντιθέτως, νά προσεγγίζουμε τούς διδάσκοντες τά εὐσεβή καί σωτήρια, διότι αὐτοί συμφωνοῦν μέ τίς Πατερικές παραδόσεις".

Ὅλα, ὅμως, αὐτά πού ἀναφέραμε θά εἶναι πραγματικά ὠφέλιμα ὅταν καί ἐπί πρακτικοῦ πεδίου ἀναλογισθοῦμε πῶς αὐτά μποροῦν νά ἐφαρμοσθοῦν καί λειτουργήσουν.

Μέ τή χάρη καί τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ, ὡς μέλη τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μένουμε μακράν τῆς μεγάλης ἀσεβείας τῆς ἐποχῆς μας, τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὁ ὁποῖος σαφέστατα ἀμφισβητεῖ τή διδασκαλία τῶν Ἁγίων Πατέρων, ἀφοῦ καταπατᾶ καί περιφρονεῖ τίς παραδόσεις, ἀφοῦ ἀμνηστεύει τίς αἱρέσεις, ἀφοῦ ἐπιδιώκει τήν ἄνευ ὅρων ἕνωση μέ τούς αἱρετικούς καί προσβάλλει ἤ μᾶλλον πολεμᾶ τήν Πίστη στήν Ὀρθοδοξία, ὡς τήν μοναδική Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.

Αὐτό εἶναι πολύ σπουδαῖο, ἀλλά δέν εἶναι μόνο αὐτό. Διότι, κατά καιρούς, καί ἐντός τῆς Ἐκκλησίας ἐμφανίζονται προβλήματα καί θέματα, τά ὁποῖα μᾶς ταράσσουν καί μᾶς δοκιμάζουν, εἴτε συνδέονται ἄμεσα, εἴτε ἔμμεσα μέ τήν πίστη.

Γι' αὐτό χρειάζεται νά εἴμεθα σέ πνευματική ἐπαγρύπνηση καί νά δοκιμάζουμε διαρκῶς τόν ἑαυτόν μας, ἐάν εἴμεθα ὅπως πρέπει ἐν τῆ Πίστει, κατά τόν Ἀπόστολον. Εἶναι δέ εὐχῆς ἔργον νά χρησιμοποιοῦμε ὡς κριτήριο τή διδασκαλία τοῦ Ἀγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ καί μέ ἕνα λόγο νά ἀποφεύγουμε, ὡς ἀπό πυρός καί ἀπό ὄφεως, κάθε τί πού ἀμφισβητεῖ τήν Παράδοση καί τή διδασκαλία τῶν Ἁγίων Πατέρων.

Πρός τοῦτο θά χρειαστεῖ νά μάθουμε, ἄν δέν τό πράττουμε ἤδη, νά ἐνδιαφερώμεθα περισσότερο ἀπ' ὅλα ὄχι γιά τό τί λέει ὁ ἕνας ἤ ὁ ἄλλος, ἀλλά ποιός συμφωνεῖ καί ποιός διαφωνεῖ ἤ ἀντιφέρεται πρός τούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, καί, ἀναλόγως, νά συμφωνοῦμε ἤ διαφωνοῦμε μαζί του.

Σέ κάθε δοκιμασία ἤ κρίση, ἄν θέλετε, πού ἐπηρεάζει τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας καί φαίνεται ὅτι δέν ἔχει πλήρως ξεπεραστεῖ ἤ ἀντιμετωπιστεῖ, ἔρχεται στήν ἐπιφάνεια αὐτό τό πρόβλημα. Γίνεται συνήθως μεγάλη καί ἐν πολλοῖς ἀποπροσανατολιστική συζήτηση περί τοῦ τί λέγει ὁ ἕνας ἤ ὁ ἄλλος καί μικρό ἐνδιαφέρον δίνεται ἤ ὑπάρχει προκλητική ἀδιαφορία γιά τό τί λέγουν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας γιά τά οὐσιαστικά σημεῖα καί ζητήματα πού πρέπει νά μᾶς ἀπασχολοῦν.

Κάποιοι ἐνδεχομένως νά ἐπισημάνουν ὅτι ἐνίοτε τά θέματα δέν ἀφοροῦν ἀμέσως σέ θέματα Πίστεως, σέ δογματικά, ὅπως λέμε, θέματα, καί ἑπομένως ποιός ὁ λόγος τῆς προσφυγῆς στούς Πατέρες ἤ ποιά ἡ δυνατότητα νά βρεθοῦν συγκεκριμένες ἀπαντήσεις καί λύσεις. Καί ὅμως, ἡ προσφυγή στούς Πατέρες εἶναι πάντοτε ὠφέλιμη, διότι κάθε σύγχυση ἤ δοκιμασία φανερώνει κάποιο μικρό ἤ μεγαλύτερο ζήτημα ἀπομακρύνσεώς μας ἀπό τήν Πίστη καί τήν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας. Ἄλλωστε ἀκόμη καί ὅταν περί παθῶν, παρανομιῶν, ἀντικανονικοτήτων καί πονηριῶν ὁ λόγος καί τά προβλήματα, ἀκόμη καί τότε χρειάζεται ἡ ἐπιβεβαίωση τῆς Πίστεώς μας καί τῆς ταυτότητός μας πρός τήν Παράδοση καί διδασκαλία τῶν Πατέρων, διότι ἡ πνευματικότητα καί ἡ πίστη εἶναι συγκοινωνοῦντα δοχεῖα καί ἀλληλοεπηρεαζόμενα πεδία. Ὅπως σοφῶς ἐπισημαίνει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, τά πονηρά πάθη καί τά δυσσεβή δόγματα ἀλληλοεισάγονται, πραγματοποιούμενα λόγῳ τῆς δικαίας ἐγκαταλείψεως τοῦ Θεοῦ!

Ἐφ' ὅσον ἀκολουθοῦμε τήν Παράδοση ὀφείλουμε ὅ,τι συμβαίνει νά τό ἀντιμετωπίζουμε με κριτήρια πατερικά καί ἐκκλησιαστικά, ὄχι κοσμικά, ὄχι προσωπικά, διότι τότε εἶναι βέβαιο ὅτι θά παρασυρθοῦμε καί δέν θά διακρίνουμε τό ὀρθό ἀπό τό λάθος. Προβλήματα καί σύγχυση πάντοτε ὑπῆρχαν καί θά ὑπάρχουν, ἄλλοτε περισσότερο καί ἄλλοτε λιγότερο ἔντονα. Σημασία ἔχει ἐμεῖς νά μήν κλονιστοῦμε καί κρίνουμε τήν κατ' ὄψιν κρίση καί ὄχι τήν δικαία. Πέρα ἀπό προσωπικές συμπάθειες καί ἀντιπάθειες ἤ προσωπικές ἀδυναμίες, πού οὕτως ἤ ἄλλως εἶναι ἐπισφαλεῖς, ἄς ὑψώσουμε πάνω ἀπ' ὅλα τήν πίστη, διότι αὐτή πρέπει νά μᾶς ἑνώνει, αὐτή νά μᾶς σώζει καί διασώζει ὡς πρόσωπα καί μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ.

Τί πρέπει, λοιπόν, νά πράξωμε καί τί νά διακρίνωμε μέσα στή σύγχυση πού ἐπικρατεῖ ἤ μᾶλλον "φροντίζουν" ὁρισμένοι νά ἐπικρατεῖ; Πρέπει νά πράξωμε ὅ,τι θά ἔπρατταν στή θέση μας οἱ Ἅγιοι καί ὅ,τι μᾶς συμβουλεύουν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Δηλαδή, νά μείνουμε μακρυά ἀπό ὅσους καινοτομοῦν περί τήν Πίστη καί περί τό ἦθος τῆς Ἐκκλησίας. Διότι καί πάλι ἡ Πίστη εἶναι τό κινδυνευόμενο, τουλάχιστον σέ ὅ,τι μᾶς ἀφορᾶ.

Θά πρέπει νά προσέχουμε ἰδιαιτέρως νά μήν άλλοιωθοῦν τά κριτήρια τῆς πίστεώς μας. Ἄς θυμηθοῦμε ὅτι ὁ Βαρλαάμ ἀρχικῶς ἦταν κατά τῶν Λατινικῶν πλανῶν και καινοτομιῶν, ὅπως εἶναι τό Filioque, ἀλλά ὑπεστήριζε ὅτι τά θέματα τῆς πίστεως εἶναι λεπτά καί ὑψηλά καί δέν μποροῦμε ἐμεῖς νά ὑπεισέλθουμε σέ αὐτά καί νά τά γνωρίζουμε ἐπακριβῶς. Ἐδῶ, ὅμως, ἀκριβῶς, βρῆκε ἀντιμέτωπο τόν Ἅγιο Γρηγόριο, ὀ ὁποῖος ἐτόνισε ὅτι ἐπειδή ἀκριβῶς εἶναι ὑψηλά καί λεπτά ὀφείλουμε νά γνωρίζουμε τί ἀκριβῶς διδάσκει ἡ Ἐκκλησία περί αὐτῶν γιά νά μήν ἐκπίπτουμε τῆς Ἀληθείας, εἴτε θεωρώντας τήν ἀλήθεια ὡς ψεῦδος, εἴτε ἐκλαμβάνοντας τό ψεῦδος ὡς ἀλήθεια. Διότι, ὁ διάβολος, ὅπως ἐπισημαίνει ό θεῖος Παλαμᾶς, βάζει σε κάθε ψευδοδοξία ἕνα προσωπεῖο ἀληθείας γιά νά ἐξαπατᾶ τούς πιστούς, καθώς (ἐπίσης ἐπισημαίνει) ὅτι ἀλήθεια καί ψεῦδος γειτνιάζουν μέ διπλό τόν παραπάνω κίνδυνο.

Τό μόνο, λοιπόν, πού σώζει σ' αύτή τήν περίπτωση εἶναι ἡ ἐμμονή σέ ὅσα οἱ Πατέρες εἶπαν, κατά τόν θεῖο Μάξιμο τόν Ὁμολογητή, "ἐμόν μέν οὐδέν ἐρῶ παντελῶς, ὅ δέ παρά τῶν Πατέρων ἐδιδάχθην φημί". Ἄλλωστε, φανερά ἔκπτωση πίστεως καί ὑπερηφανείας δέν εἶναι μόνον τό νά ἀφαιρεῖ κάποιος κάτι ἀπό τά παραδεδομένα και γεγραμμένα, ἀλλά καί τό νά ἐπεισάγει, ὅπως παρατηρεῖ ὁ Μέγας Βασίλειος, στήν Ἐκκλησία κάτι πού δέν ἔχει γραφεῖ καί παραδοθεῖ σέ Αὐτήν ἀπό τούς Ἁγίους.

Τόν Ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ ἡ Ἐκκλησία τόν ἀνεγνώρισε ὡς Ἅγιο μόλις 9 ἔτη μετά τήν Κοίμησή του. Κι ἐμεῖς σήμερα, χωρίς καμμία ἀμφιβολία τόν τιμοῦμε ὡς μέγα καί θαυματουργό Πατέρα τῆς Ἐκκλησίας. Δέν πρέπει, ὅμως νά ξεχνοῦμε ὅτι ἐκατηγορήθη ἐν ὅσω ζοῦσε ὡς πλάνος, βλάσφημος, ἀπατεών, κακόδοξος καί αἱρετικός, κατηγορίες τίς ὁποῖες κάποιοι, ἀκόμη καί μεταξύ τῶν πιστῶν, τίς πίστευσαν ἐλαφρᾶ τῆ καρδίᾳ.

Ὁ Ἅγιος φυλακίστηκε, ἐξορίστηκε και καταδικάστηκε ἀκόμη καί Συνοδικῶς (καθαιρέθηκε). Βεβαίως, τελικῶς δικαιώθηκε. Ὁ ἴδιος, ὅμως, οὔτε ἐπί στιγμή δέν ταλαντεύθηκε στήν πίστη του καί τή θέλησή του να ἀγωνισθεῖ χωρίς συμβιβασμούς ὑπέρ τῆς Ὀρθοδοξίας, πρός δόξαν Θεοῦ. Ὁ Ἅγιος δέν πολέμησε πρόσωπα, οὔτε κατεδίωξε ἀνθρώπους, οὔτε πολύ περισσότερο κατηγόρησε ἤ συκοφάντησε οὐδένα. Ὁ Ἅγιος καταπολέμησε τήν πλάνη καί τήν κακοδοξία καί ἀπέδειξε τήν όρθότητα τῶν θέσεών του, ἐπικαλούμενος τούς πρό αὐτοῦ Ἁγίους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας.

Αὐτό τό παράδειγμα πρέπει νά ἀκολουθήσουμε κι ἐμεῖς. Παντοῦ καί πάντοτε νά ἔχουμε ὡς κριτήριο τῶν λόγων καί τῶν πράξεών μας τήν Πατερική διδασκαλία καί νά βαδίζουμε "κατά τάς τῶν ἁγίων θεοπνεύστους θεολογίας καί τό τῆς ἐκκλησίας εὐσεβές φρόνημα". Αὐτό θά μᾶς καταστήσει ὄχι μόνο κατ' ὄνομα ὀρθοδόξους, ἀλλά πραγματικά εὐσεβεῖς ἀνθρώπους, τῶν ὁποίων ἡ ζωή θά ἀκτινοβολεῖ τό φῶς καί θά ἀποπνέει τό ἄρωμα τῆς Ὀρθοδοξίας, ἡ δέ μαρτυρία μας θά εἶναι σεβαστή σέ ἐχθρούς καί φίλους, λόγῳ τοῦ ὅτι θά στηρίζεται στή μοναδική αὐθεντία τῆς Ἐκκλησίας πού εἶναι ἡ έμπειρία τῶν Ἁγίων Της.

Ἅγιε Γρηγόριε, προσκυνοῦντες νοερῶς τό σκήνωμά σου ὡς κατοικητήριο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ὡς μία ζῶσα πηγή ἁγιασμοῦ, σέ παρακαλοῦμε ἐν μέσῃ Ἐκκλησίᾳ, Κλῆρος καί λαός, "ὁ τῆς ὀρθῆς πίστεως γενναῖος ἀγωνιστής, ὁ συγκακοπαθήσας ὡς καλός στρατιώτης Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ καί τῶ στρατολογήσαντι ἀρέσας, ἀγωνίζου καί νῦν ὑπέρ τῆς Ἐκκλησίας τόν καλόν ἀγῶνα διατηρῶν αὐτῆ τῶν σῶν δογμάτων ἀσάλευτον τήν κρηπίδα"! Ἀμήν.



[1] Ὁμιλία ἐκφωνηθεῖσα τήν Β΄ Κυριακή τῶν Νηστειῶν (Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ) τοῦ 2003 στόν Ἱ. Ναό Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου-Ἁγίας Μαρίνης, Πολίχνης Θεσσαλονίκης.


ΑΓΙΑ ΚΑΡΑ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΠΑΛΑΜΑ

ΙΕΡΑ ΛΕΙΨΑΝΟΘΗΚΗ ΣΚΗΝΩΜΑΤΟΣ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΠΑΛΑΜΑ ΕΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚῌ



Τετάρτη 24 Μαρτίου 2021

ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1821 ΑΠΟ ΜΙΑ 11ΧΡΟΝΗ ΜΑΘΗΤΡΙΑ

 

Τό Ἀφιέρωμα
μιᾶς 11χρονης μαθήτριας (Ε΄ Δημοτικοῦ),
τῆς Ἰωάννας Κάτσουρα,
στά 200 χρόνια ἀπό τήν Ἑλληνική Ἐπανάσταση
τοῦ 1821
καί τή συμβολή τοῦ τόπου της,
τῆς Κορινθίας, σ' αὐτήν.



Κυριακή 21 Μαρτίου 2021

 Ἡμέρα χαρμόσυνος καί εὐφροσύνης ἀνάπλεως! 

 

Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας (2021)
στήν Ἐνορία Ἁγίου Νεκταρίου
Ξυλοκερίζης Κορίνθου


Ἀστράπτει καί λάμπει ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ καί ἐντός Αὐτῆς καί ἡ ταπεινή Ἐνορία τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου Ξυλοκερίζης Κορίνθου, τῆς κατά Κόρινθον τοπικῆς Ἐκκλησίας.

Κατά τήν ἐκκλησιαστική Τάξη καί τό Τυπικό τῆς  ἡμέρας ἑορτάσθηκε ἡ ἀναστήλωση τῶν ἁγίων καί ἱερῶν Εἰκόνων καί ὁ θρίαμβος τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως κατά τῶν ποικιλωνύμων αἱρέσεων.

Ἱερουργός ὁ Αἰδ/τος Πρεσβύτερος π. Βασίλειος Τσαρκατζόγλου. Ἀπό νωρίς τό πρωΐ πληρώθηκε ὁ μικρός Ναός ἀπό πιστούς. Μετά τή Δοξολογία τελέστηκε ἡ Ἀρτοκλασία.

Ἀντί κηρύγματος ἀναγνώσθηκε ἡ Ἐγκύκλιος Ἐπιστολή τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν ἐπί τῆ Κυριακῆ τῆς Ὀρθοδοξίας καί κατά τό Κοινωνικό ἀναγνώσθηκε τό Συνοδικό τῆς Ὀρθοδοξίας.

Οἱ περισσότεροι πιστοί κοινώνησαν τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων. Μετά τό πέρας τῆς Θείας Λειτουργίας ἔγινε ἡ καθιερωμένη λιτάνευση τῶν ἱερῶν Εἰκόνων, τίς ὁποῖες κρατοῦσαν ἀνά χεῖρας οἱ πιστοί, ἀλλά καί τῶν ἱερῶν Λειψάνων.

Κατά τήν ἐπιστροφή στό Ναό ἐψάλη τό "Τίς θεός μέγας ὡς ὁ Θεός ἡμῶν, σύ εἶ ὁ Θεός ὁ ποιῶν θαυμάσια μόνος"!

Ἀφοῦ ἔγινε ἡ διανομή τοῦ ἀντιδώρου καί τοῦ εὐλογηθέντος Ἄρτου, προσφέρθηκε στό προαύλιο τοῦ Ναοῦ μικρό κέρασμα στούς ἐκκλησιασθέντες.



ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΙΓΜΙΟΤΥΠΑ
ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΟΡΤΑΣΜΟ
ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ














Σάββατο 20 Μαρτίου 2021

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΑΘΗΝΩΝ ΕΠΙ ΤΗ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ 2021

 ΚΥΡΙΑΚΗ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ 2021



Ε Γ Κ Υ Κ Λ Ι Ο Σ   Ε Π Ι Σ Τ Ο Λ Η

ΤΟΥ

ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΑΘΗΝΩΝ & ΠΑΣΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ

κ. ΣΤΕΦΑΝΟΥ

ΠΡΟΣ

ΑΠΑΝ ΤΟ ΧΡΙΣΤΕΠΩΝΥΜΟΝ ΠΛΗΡΩΜΑ

ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΩΝ ΓΝΗΣΙΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ

ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ


 

Τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά,

Ἀπευθύνω τήν παροῦσα Ἐγκύκλιον Ἐπιστολήν πρός ὑμᾶς σήμερον, τήν πρώτην Κυριακή τῶν Νηστειῶν τοῦ ἔτους 2021, μέ τήν εὐκαιρία τοῦ ἑορτασμοῦ κατ’  αὐτήν, τήν ἐπονομαζομένη Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας, τῆς ἀναστηλώσεως τῶν ἁγίων καί ἱερῶν Εἰκόνων καί εὐρύτερον τοῦ θριάμβου τῆς ἀληθινῆς, δηλαδή τῆς Ὀρθοδόξου, Πίστεως κατά τοῦ ψεύδους τῶν ποικιλωνύμων αἱρέσεων.

Οἱ ἐπικρατοῦσες ἰδιαίτερες συνθῆκες καί ἡ συνεπείᾳ αὐτῶν ἀδυναμία πραγματοποιήσεως κατ’ αὐτήν τοῦ καθιερωμένου κατ' ἔτος ἐπισήμου Συνοδικοῦ ἑορτασμοῦ εἰς τό Ἐκκλησιαστικό Πνευματικό Κέντρο τῆς Ἐκκλησίας μας, εἰς Περιστέρι (Ἀθηνῶν), καθώς καί εἰς τήν πρωτεύουσαν τῆς Μακεδονίας μας, τήν Θεσσαλονίκη, ὑπαγορεύουν τήν παροῦσα ἐπικοινωνία μεθ’ ὑμῶν.

Δι’ αὐτῆς, πρωτίστως, ἐπιθυμῶ νά εὐχηθῶ πρός πάντας καλήν Τεσσαρακοστήν καί καλόν πνευματικόν ἀγώνα, ὥστε, σύν Θεῶ, νά διαπλεύσωμε τό πέλαγος αὐτῆς τῆς νηστείας «ἐν ἀρεταῖς ἐκλάμποντες καί πίστῃ ὀρθῆ»[1] καί νά ἀξιωθῶμεν, κατά τήν ὁλοκλήρωσιν αὐτῆς, νά προσκυνήσωμε ἀξίως τά Ἄχραντα Πάθη καί νά ἑορτάσωμε θεαρέστως τήν Ἁγίαν τοῦ Χριστοῦ Ἀνάστασιν.

Ἐκ δευτέρου, δράττομαι τῆς εὐκαιρίας διά νά σᾶς ἀπευθύνω μήνυμα Πίστεως καί ἐλπίδος εἰς τόν Θεόν, διά νά ἐνισχυθῶμεν κατά τήν παροῦσα δυσχερή κατάστασιν, ἀλλά καί, κυρίως, διά νά συνεχίσωμε ἀμείωτον τόν ἀγώνα ὑπέρ τῆς πνευματικῆς ἡμῶν τελειώσεως καί σωτηρίας. Μή λησμονῶμεν τόν Εὐαγγελικόν λόγον, κατά τόν ὁποῖον «μείζων ἐστιν ὁ ἐν ἡμῖν ἤ ὁ ἐν τῶ κόσμῳ»[2], καθώς καί ὅτι «αὕτη ἐστίν ἡ νίκη ἡ νικήσασα τόν κόσμον, ἡ πίστις ἡμῶν»[3].

Πρός ἐνίσχυσιν, λοιπόν, πάντων ὑμῶν, ἐπέλεξα νά σᾶς ὑπενθυμίσω καί παραθέσω, κατ’ αὐτήν τήν εὐφρόσυνον ἡμέραν καί ἑορτήν, τό παράδειγμα καί τούς λόγους ἑνός μεγάλου Ἁγίου καί Ὁμολογητοῦ τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως καί Ἀληθείας, τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρός ἡμῶν Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου. Ὁ Ἅγιος αὐτός ἔζησε κατά τήν περίοδον τῆς Εἰκονομαχίας, ἔδρασε δέ κατά τήν δευτέραν φάσιν αὐτῆς καί ἐκοιμήθη τό ἔτος 826 μ.Χ.

Εἰς αὐτήν δέ τήν ἐπιλογήν μου συνέτειναν δύο λόγοι:

Πρῶτος εἶναι ὅτι ὁ ἐν λόγῳ Ἅγιος ὑπῆρξε ὑπέρμαχος τῶν ἱερῶν Εἰκόνων, ὑπέρ τῶν ὁποίων ὑπέμεινε τά πάνδεινα (ὅπως διωγμούς, φυλακίσεις, ἐξορίας, βασανισμούς) καί διά τοῦτο μνημονεύεται μακαριζόμενος, διά τοῦ «αἰωνία ἡ μνήμη» τρίς, εἰς τό Συνοδικόν τῆς Ὀρθοδοξίας, κείμενον τό ὁποῖον ἀναγινώσκεται σήμερον εἰς τούς Ναούς τῶν Ὀρθοδόξων. Μάλιστα, ὁ Ἅγιος εἰς τήν ἐποχήν του, πέραν τῆς αἱρέσεως τῆς Εἰκονομαχίας, καταπολέμησε καί κάθε εἴδους περιφρόνησιν τῆς κανονικῆς τάξεως τῆς Ἐκκλησίας καί εὐρύτερον τήν ἐκκοσμίκευσιν Αὐτῆς.

Δεύτερος δέ λόγος εἶναι ὅτι τό παράδειγμα τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου ἡμεῖς οἱ Χριστιανοί τῶν ἐσχάτων καιρῶν εἴδομεν νά ἀκολουθεῖται πιστῶς ὑπό τοῦ ἀοιδίμου Ὁμολογητοῦ Ἱεράρχου Ματθαίου, Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνών (+1950), ὁ ὁποῖος χάριτι Θείᾳ ὑπερμάχησε τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως καί Ὁμολογίας, ἀντιμετωπίσας θεαρέστως μίαν ἄλλην αἵρεσιν, τήν σύγχρονον "εἰκονομαχία" τοῦ νεοημερολογιτισμοῦ-Οἰκουμενισμοῦ.

Εἶναι ἄξιον ἀναφορᾶς καί θαυμασμοῦ ὅτι εἰς τά δύο αὐτά ἱερά πρόσωπα παρατηροῦνται πολλά κοινά χαρακτηριστικά, τόσον κατά τόν βίον, ὅσον καί κατά τήν δρᾶσιν αὐτῶν, παρά τό γεγονός ὅτι μεταξύ τῶν ἐποχῶν κατά τάς ὁποίας ἔζησαν ὑπάρχει χρονική ἀπόστασις χιλίων καί πλέον ἐτῶν. Ἐνδεικτικῶς ἀναφέρω τό γεγονός ὅτι ἀμφότεροι προέρχονται ἀπό τόν χῶρον τοῦ ὀρθοδόξου μοναχισμοῦ, ἔζησαν ἀσκητικόν βίον, διέθεταν ἔνθεον ζῆλον ὑπέρ τῆς Πίστεως, ὑπερασπίσθησαν μέ παρρησίαν τήν κανονικήν τᾶξιν τῆς Ἐκκλησίας, ἀκόμη καί ἔναντι τῶν Βασιλέων καί ἐδιώχθησαν δι’  αὐτό, ἐνδιεφέρθησαν δέ ἰδιαιτέρως διά τήν στήριξιν τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας ἔναντι τῶν αἱρέσεων.

Ἄς ἀκούσωμε, λοιπόν, τούς λόγους ἐκ τῆς διδασκαλίας καί τῶν παραινέσεων τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου, τούς ὁποίους συνοπτικῶς καί ἐνδεικτικῶς παραθέτωμε ἐν συνεχείᾳ διά νά ἀντλήσωμε ἐξ αὐτῶν δύναμιν καί λάβωμεν φώτισιν καί καθοδήγησιν διά τήν περαιτέρω πνευματικήν πορείαν ἡμῶν πρός σωτηρίαν.

Τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά,

Εἰς κάθε ἐποχήν διά τούς πιστούς Χριστιανούς καί τά μέλη του Σώματος τοῦ Χριστοῦ, ἤτοι τῆς Ἐκκλησίας, τό κινδυνευόμενον εἶναι πάντοτε ἡ ἀθάνατος ψυχή. Περί αὐτῆς εἰς τό ἱερόν Εὐαγγέλιον ὁ Κύριος μᾶς λέγει: «τί ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐάν κερδήση τόν κόσμον ὅλον, καί ζημιωθῆ τήν ψυχήν αὐτοῦ ἢ τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ;»[4].

Διά τοῦτο, ὀφείλομε νά στρέφωμε τούς ὀφθαλμούς μας εἰς τόν οὐρανόν καί νά ἔχωμε τήν ἐλπίδαν εἰς τόν μοναδικόν Σωτῆρα τοῦ κόσμου καί Κύριον τῆς Δόξης, τόν Ἰησοῦν Χριστόν. Θά πρέπει δέ νά προφυλάσσωμε τόν ἑαυτόν μας καί νά τόν κυβερνοῦμε ὀρθοδόξως, προσέχοντες κυρίως νά μή καταποντισθῶμεν ἐκ τῶν τρικυμιῶν τῶν διαφόρων πλανῶν καί αἱρέσεων[5].

Δέν θά πρέπει νά φοβούμεθα καί βεβαίως νά μήν ἀπελπιζόμεθα ὅταν ὑπάρχουν δυσχέρειες, λυπηρές περιστάσεις ἤ σκάνδαλα, διότι καί ὅταν ταῦτα συμβαίνουν ὁ Θεός «πολυτρόπως» ἀνοίγει δι' ἡμᾶς τάς ὁδούς τῆς σωτηρίας[6]. Ἀρκεῖ ἡμεῖς πάντοτε νά ἑτοιμαζώμεθα καί νά εἴμεθα πρόθυμοι νά ὑπομείνωμεν κάθε δοκιμασίαν, παραμένοντες πιστοί καί ὁμολογοῦντες τόν λόγον τῆς ἀληθείας.

Μάλιστα, ὁ Ἅγιος νουθετεῖ ἡμᾶς νά βοηθῶμεν καί ὅσους ἐκ τῶν συνανθρώπων μας δειλιοῦν ἤ καί ἀρνοῦνται, μή γένοιτο, τήν Πίστιν, προκειμένου νά μετανοήσουν καί νά μήν ἀπωλέσουν τήν ψυχήν των[7]. Ἡμεῖς δέ νά συνεχίζωμε, μέ φόβον Θεοῦ καί ταπείνωσιν, ἡ ὁποία ἐφελκύη τήν Θείαν χάριν, νά ὁμολογοῦμε «ἀνεπαισχύντως τόν λόγον τῆς ἀληθείας»[8]. Ἐάν δέν εἰσακουόμεθα τότε νά εἴμεθα ἕτοιμοι νά προτιμήσωμεν καί πάντοτε νά προτιμῶμεν τήν μερίδα τῶν ὀλίγων, ἀκόμη καί ἐάν χρειασθῆ νά χωρισθῶμεν ἐκ τῶν πολλῶν, κἄν φίλοι, κἄν γνωστοί, κἄν συγγενεῖς εἶναι αὐτοί.

Εἶναι χαρακτηριστικός καί διαχρονικῆς ἀξίας καί σημασίας, ὡς πλήρης πίστεως, ὁ λόγος τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου, τόν ὁποῖον ἀπηύθυνε πρός πνευματικόν του τέκνον, διά νά δίδεται ὡς ἀπάντησις πρός τούς προτιμώντας τάς ἐπιλογάς τῶν πολλῶν: «Ἀλλά σύ μέν προτίμησον, εἰ δοκεῖ, τοῦ σωζομένου Νῶε τό ὑποβρύχιον πλῆθος, ἐμοί δέ συγχώρησον τοῖς ὀλίγοις τῆ κιβωτῶ προσδραμεῖν˙ καί πάλιν, εἰ βούλει, τάξον σαὐτόν μετά τῶν πολλῶν ἐν Σοδόμοις, ἐγώ δέ συνοδεύσω τῶ Λώτ, κἄν μόνος τῶν ὄχλων συμφερόντως χωρίζεται»[9]

Ἀρκεῖ νά μή κατακρίνωμε κανέναν ἐπειδή δέν ἀκολουθεῖ τήν εὐσέβεια. Διότι, ἡ ἰδική μας πίστις δέν αὐξάνει, οὔτε πιστοποιεῖται ὡς ἀληθής καί ὀρθή ὅταν καταγγέλωμε τούς ἄλλους ὡς ἀσεβεῖς. Ἡμεῖς ὀφείλομε να ἀποδεικνύωμεν τήν εὐσέβειάν μας διά τῆς πιστῆς τηρήσεως τοῦ νόμου καί τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἕνας ἄλλος μεγάλος Ἅγιος Ὁμολογητής, ὁ Θεῖος Μάξιμος, διδάσκει.

Τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά,

Θεοῦ παραχωρήσει εὐρισκόμεθα εἰς μίαν ἐποχήν μεγάλης συγχύσεως καί ἀκαταστασίας. Βεβαίως, ὑπῆρξαν καί κατά τό παρελθόν ἀνάλογοι περίοδοι, ἴσως μάλιστα μέ ἐντονότερα τά χαρακτηριστικά τῆς ἀρνήσεως, τῆς ὠμότητος καί τῶν διωγμῶν κατά τῆς εὐσεβείας καί τῶν εὐσεβῶν. Διότι πάντοτε ὁ κοσμοκράτωρ τοῦ αἰῶνος τούτου καί ἀντίδικος ἡμῶν διάβολος, «ὡς λέων ὀρυόμενος περιπατεῖ ζητῶν τίνα καταπίη»[10].

Ἐντούτοις, ὅμως, φαίνεται ὅτι ἡ ἐπικινδυνότης τῆς συγχρόνου ἐποχῆς εἶναι μεγάλη, διότι πέραν τῆς γενικευμένης ἀποστασίας τῶν περισσοτέρων ἀνθρώπων διά τῆς ἀρνήσεως τοῦ Θεοῦ καί τῆς καταφρονήσεως τοῦ νόμου καί τῶν ἐντολῶν Του,  κυριαρχεῖ εἰς αὐτήν τό πνεῦμα τῆς πλάνης, τῆς διαστροφῆς καί τῆς πονηρίας. Δι' αὐτῶν ἐπιχειρεῖται καί ἐπιτυγχάνεται ἡ παραπλάνησις τοῦ συγχρόνου ἀνθρώπου μακράν τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ καί τοῦ Θείου προορισμοῦ του.

Ἡ ὑπουλοτέρα δέ πλάνη, ἡ ὁποία ἐνίοτε ἀπειλεῖ καί προσβάλλει ἀκόμη καί τῶν πιστῶν τήν διάνοιαν, εἶναι ἡ θεωρία κατά τήν ὁποίαν τό Εὐαγγέλιον δέν εἶναι δυνατόν νά ἐφαρμοσθῆ μέ ἀκρίβεια σήμερον, διότι οἱ καιροί εἶναι πλέον διαφορετικοί καί πρέπει τά πάντα καί πάντες νά προσαρμόζονται εἰς τήν σύγχρονον πραγματικότητα.

Ἐπ΄ αὐτοῦ, ὁ Ἅγιος Θεόδωρος, ὅπως ἄλλωστε καί ὅλοι οἱ Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας, σαφῶς ἐπισημαίνει ὅτι οἱ πνευματικοί νόμοι οἱ ὁποῖοι συγκροτοῦν τήν ζωή τῶν Χριστιανῶν παραμένουν πάντοτε ἀπαράλλακτοι καί ἀναλλοίωτοι, ὅπως καί οἱ φυσικοί νόμοι οἱ ὁποῖοι συγκροτοῦν τό σύμπαν. Ὁ Θεός, ἀναφέρει χαρακτηριστικῶς ὁ Ἅγιος, «ἔστησεν αὐτά εἰς τόν αἰώνα, πρόσταγμα ἔθετο καί οὐ παρελεύσεται»!

Τό γεγονός ὅτι  εἰς τήν σύγχρονον ἐποχήν, τῆς ἀλματώδους τεχνολογικῆς προόδου καί τῶν μεγάλων ἐπιστημονικῶν ἐπιτευγμάτων, τό Εὐαγγέλιον δέν ἐφαρμόζεται ἀπό πολλούς Χριστιανούς, ἀλλά λίγοι εἶναι ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι ζοῦν ὅπως ἐδίδαξε ὁ Χριστός, τοῦτο ὀφείλεται ἀποκλειστικῶς εἰς τήν πονηράν προαίρεσιν τῶν ἀνθρώπων καί τήν ὑποχώρησίν των εἰς τά θέλγητρα τοῦ κόσμου.[11]

Δι' ἡμᾶς, ὅμως, τούς θέλοντας «εὐσεβῶς ζῆν»[12], εἶναι ἀρκετόν νά ἀναλογισθοῦμε ὅτι εἶναι ἀψευδής ἡ διαβεβαίωσις τοῦ Κυρίου περί τοῦ νόμου καί τῶν ἐντολῶν του, λέγοντος «ὁ γάρ ζυγός μου χρηστός καί τό φορτίον μου ἐλαφρόν ἐστί»[13]. Ὅπως, ἐπίσης, ὀφείλομε νά ἐνθυμούμεθα καί τόν λόγον Του περί τῆς Δευτέρας Αὐτοῦ ἐλεύσεως καί Παρουσίας μέ τήν συγκλονιστικήν διερώτησίν Του: «πλήν ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου ἐλθών ἆρα εὐρήσει τήν πίστιν ἐπί τῆς γῆς;»[14].

Ἑπομένως, τοῦτο εἶναι δι' ἡμᾶς τό μέγα ζητούμενον: Ἡ διαφύλαξις καί ὑπεράσπισις τῆς ἅπαξ παραδοθείσης τοῖς Ἁγίοις Πίστεως, τήν ὁποίαν ἐκήρυξαν οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι καί ἐδογμάτισαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες εἰς τάς Ἁγίας Συνόδους. Αὐτή δέ ἡ ὑπεράσπισις δέν εἶναι ἔργον μόνον τῶν Ἐπισκόπων, τῶν Κληρικῶν ἤ τῶν μοναχῶν, ἀλλά καί κάθε Χριστιανοῦ, ἰδιαιτέρως ἐν καιρῶ κινδυνευούσης Πίστεως, ὅπως εἶναι ὁ παρών.

Τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά,

Ἐνδεχομένως ἡ ὑπόθεσις τῆς σοβούσης ἐπιδημίας, ἡ ὁποία ἤδη ἐπί ἕνα καί πλέον ἔτος ἀπασχολεῖ ὁλόκληρον σχεδόν τόν κόσμον, εἴτε δικαιολογημένως εἴτε καθ' ὑπερβολήν, νά ἔχη συγκεντρώσει ἀποκλειστικῶς τό ἐνδιαφέρον τῶν περισσοτέρων. Ὅμως, πέραν καί ὑπεράνω καί αὐτῆς τῆς περιστάσεως, παραμένει ὡς μεῖζον σημεῖο τῶν ἐσχάτων χρόνων ἡ παρουσία καί ἀκάθεκτος πορεία τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὁ ὁποῖος μάχεται τήν ἀποκλειστικότητα τῆς ἀποκεκαλυμμένης Ἀληθείας καί τήν μοναδικότητα τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ.

Μάλιστα, φαίνεται ὅτι τό πονηρόν πνεῦμα τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, αὐτῆς τῆς προσφυῶς χαρακτηρισθείσης ὡς αἱρέσεως τῶν ἐσχάτων, ἐπεκτείνεται καί εἰς τόν χῶρον τῆς πολιτικῆς - κατ΄ ἄλλους μᾶλλον προέρχεται ἀπό αὐτόν - ὅπου ἀντιστοίχως μέ ὅ,τι γίνεται διά τήν ἕνωσιν ὅλων τῶν αἱρέσεων εἰς μίαν «ὑπερεκκλησίαν» καί ἐν συνεχείᾳ πανθρησκείαν, προωθεῖται ἡ  λεγομένη παγκοσμιοποίησις καί ἡ παγκόσμιος διακυβέρνησις μέ ὅ,τι αὐτά συνεπάγονται.

Περαίνοντες τόν λόγον, ὑπενθυμίζομεν εἰς ὑμᾶς ὅτι τό μεῖζον δι' ἕναν πιστόν ἄνθρωπον δέν εἶναι ἡ διάρκεια τῆς παρούσης ζωῆς, ἀλλά ἡ ἀξιοποίησις αὐτῆς πρός σωτηρίαν, ὥστε νά ἔχωμε καί καλήν ἀπολογίαν ἐνώπιον τοῦ Δικαίου Κριτοῦ, καί οὕτω νά καταστοῦμε κληρονόμοι τῆς Βασιλείας Του[15]. Ἄλλωστε καί ὁ χρόνος καί ὁ τρόπος τῆς ἀπ’ ἐντεῦθεν ἀποδημίας ἡμῶν ἀνήκει ἀποκλειστικῶς εἰς τόν Θεόν.

Ἑπομένως, θά πρέπει, ἐξαγοραζόμενοι τόν καιρόν, νά ζοῦμε «μή ὡς ἄσοφοι ἀλλ' ὡς σοφοί, μή ὡς φιλόσαρκοι ἀλλ' ὡς φιλόθεοι, μή ὠς ἀθάνατοι ἀλλ' ὡς ἐμμέριμνοι (δηλαδή ὄχι ἀμέριμνοι) ἐξόδου»[16], ὅπως ἀναφέρει εἰς μίαν συμβουλευτικήν ἐπιστολήν του ὁ Ἅγιος Θεόδωρος. Οὕτω θά διαπεράσωμεν ἀσφαλῶς τόν παρόντα βίον, ὅπως ὁ ἴδιος Ἅγιος ἀλλοῦ ἀναφέρει «εὐθυποροῦντες ἐν ταῖς ἐντολαῖς τοῦ Θεοῦ, τήν πίστιν ἀκραιφνῆ καί τήν πολιτείαν ἀκίβδηλον συντηροῦντες»[17].

Ἅπαντες, λοιπόν, ἄς ἐπικαλεσθοῦμε τάς πρεσβείας τῶν Ἁγίων Ὁμολογητῶν Πατέρων, ἐν οἷς ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης καθώς καί ὁ τούτου μιμητής ἀοίδιμος προκάτοχος ἡμῶν καί ὅσιος Ἱεράρχης Ματθαῖος, προσευχόμενοι ὅπως ἡ ἀπαράλλακτος Εἰκών τοῦ Πατρός, ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ διά τήν ἡμετέραν σωτηρίαν σαρκωθείς ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καί Μαρίας τῆς Παρθένου, στηρίζει ὀρθοδοξίᾳ τήν Ἐκκλησίαν Του καί εἰρηνεύει τήν ζωήν ἡμῶν, ὡς ἀγαθός καί φιλάνθρωπος. Ἀμήν.

 

Μετά πατρικῶν εὐχῶν καί εὐλογιῶν

Διάπυρος πρός Κύριον εὐχέτης πάντων ὑμῶν

Ο ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ

Ὁ Ἀθηνῶν & πάσης Ἑλλάδος

ΣΤΕΦΑΝΟΣ





[1] Κάθισμα ἐκ τῆς Ἀκολουθίας τοῦ Ὄρθρου τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τρίτης

[2] Α΄ Ἰω. δ΄, 3.

[3] Α΄ Ἰω. , ε΄, 4.

[4] Μάρκ. η΄, 36,37.

[5] Πρβλ. Ἐπιστ. 293, P.G. 99,1671

[6] Πρβλ. Ἐπιστ. 483, P.G. 99, 1677

[7] Ἐπιστ. 284 & 388, P.G. 99, 1671-1673

[8] Ἐπιτάφιος εἰς Πλάτωνα 5, 28, P.G.99,832 ΑΒ

[9] Ἐπιστολή 48, P.G. 99, 1069 C – 1084 B

[10] Α΄ Πέτρ. ε΄, 8.

[11] P.G. 99, 936 B-D, 1077 BC

[12]  Β΄ Τιμ. γ΄, 12.

[13] Ματθ. ια΄, 30.

[14] Λουκ. ιη΄, 8.

[15] Ἐπιστ. 18, P.G. 99 964 D– 965 C.

[16] Ἐπιστ. 464, P.G. 99, 1388 Β - 1389 Β

[17] P.G. 99, 1632 Β