Τετάρτη 26 Ιουνίου 2024

 

Η ΑΓΙΑ ΤΡΙΑΔΑ

ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΙΑ



 

Η εικόνα που αναφέρεται ως ΑΓΙΑ ΤΡΙΑΔΑ είναι μία δύσκολη δογματικά εικόνα που έχει πίσω της μία μακρά και πολύπλοκη, θα έλεγε κανείς, ιστορία. Μία εικόνα που είχε προβληματίσει αρκετά το σώμα της Εκκλησίας στο παρελθόν και συνεχίζει και σήμερα να θέτει πολλά προβλήματα δογματικής φύσης σε συνειδητούς αγιογράφους αλλά και εκκλησιαστικούς άνδρες.

Δεν θα αναφερθούμε σε όλες εκείνες τις διενέξεις του παρελθόντος που δίχασαν πιστούς και θεολόγους του νέου και του παλαιού ημερολογίου σχετικά με την εικόνα της αγίας Τριάδας. Εμείς εδώ θα μιλήσουμε μόνο για την "κανονική", την εικόνα δηλαδή που συμφωνεί με τους κανόνες της ορθόδοξης θεολογίας και των συνόδων της Εκκλησίας μας. 

Πριν αναφερθούμε όμως στο εικονογραφικό θέμα της εικόνας αυτής, ας θυμηθούμε πώς μιλούν οι Πατέρες μας για τον άγιο και Τριαδικό Θεό μας, παίρνοντας ως πρώτο και καλύτερο τον άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό.

Πιστεύουμε, λοιπόν, σ’ έναν Θεό, Πατέρα, που είναι αρχή και αιτία όλων, που δεν γεννήθηκε από κανένα, και είναι ο μόνος αναίτιος και αγέννητος, δημιουργός όλων. Είναι Πατέρας κατά τη φύση ενός μόνου, του μονογενούς Υιού του, του Κυρίου και Θεού και σωτήρα μας Ιησού Χριστού και προβολέας του Παναγίου Πνεύματος.

Πιστεύουμε στον Υιό του Θεού τον μονογενή, τον Κύριό μας Ιησού Χριστό, που γεννήθηκε από τον Πατέρα πριν από όλους τους αιώνες, δηλαδή η γέννησή του είναι άχρονη και άναρχη δείχνοντας μ’ αυτό ότι πάντοτε ήταν με τον Πατέρα και στον Πατέρα, γεννημένος απ’ αυτόν με αΐδιο και άναρχο τρόπο, ομοούσιος με τον Πατέρα, δια μέσου του οποίου έγιναν τα πάντα. Έτσι η αγία Καθολική και Αποστολική Εκκλησία μας διδάσκει μαζί τον Πατέρα και τον μονογενή του Υιό, γεννημένο απ’ αυτόν με άχρονο, απαθή και ακατάληπτο τρόπο, καθώς μόνος γνωρίζει ο των όλων Θεός.

Πιστεύουμε και σ’ ένα Πνεύμα Άγιο, το Κύριο και ζωοποιό, που εκπορεύεται από τον Πατέρα και αναπαύεται στον Υιό και προσκυνείται και δοξάζεται μαζί με τον Υιό ως ομοούσιο και συναΐδιο. Είναι το Πνεύμα του Θεού, το απαρασάλευτο, το ηγεμονικό, πηγή της ζωής και του αγιασμού. Το Άγιον Πνεύμα είναι Θεός που υπάρχει και προσφωνείται με τον Πατέρα και τον Υιό, άκτιστο, τέλειο σε πληρότητα, δημιουργό, παντοκρατορικό, κατασκευαστή των πάντων, που κυριαρχεί σε όλη την κτίση και δεν κυριαρχείται, γεμίζει και δεν γεμίζεται, δεν μετέχει αλλά μετέχεται, αγιάζει και δεν αγιάζεται, Παράκλητο γιατί δέχεται τις παρακλήσεις όλων. Το Άγιον Πνεύμα εκπορεύεται από τον Πατέρα και δια μέσου του Υιού μεταδίδεται και μεταλαμβάνεται από όλη την κτίση και κτίζει το ίδιο και ουσιώνει τα σύμπαντα και τα αγιάζει και τα συγκρατεί. 

Πρέπει επίσης να ξέρουμε, ότι, επειδή κατά τη φύση του ο Θεός είναι αόρατος, γίνεται ορατός με τις ενέργειες, γνωριζόμενος από την σύσταση και την κυβέρνηση του κόσμου. Γι’ αυτό και λέμε, ότι, ολόκληρο το θαύμα της φύσης μας φανερώνει τον δημιουργό της και δημιουργό μας.

Ο Υιός είναι εικόνα του Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα είναι εικόνα του Υιού. Δια μέσου του Πνεύματος ο Χριστός μένοντας στον άνθρωπο, του παρέχει το κατ’ εικόνα.

 

*

 

Όλα αυτά που είπαμε για τον Τριαδικό Θεό αποκλείουν εντελώς μία εικόνα Του. Εκτός από το δεύτερο πρόσωπο του Υιού και Λόγου του Θεού που πήρε σάρκα κι επομένως έγινε περιγραπτός, μόνο συμβολικά θα μπορούσε κανείς να εικονίσει την Αγία Τριάδα. Με ποιο όμως τρόπο; Ο τρόπος αυτός μας έχει υποδειχθεί μέσα στην Αγία Γραφή.

Πριν αναφερθούμε στην συμβολική εικόνα της Αγίας Τριάδος θα ήθελα να πω κάποια εισαγωγικά για την θεολογία της εικόνας ή μάλλον της προεικόνισης μέσα στην Παλαιά Διαθήκη, γιατί και οι εικόνες της Παλαιάς Διαθήκης αποτελούν ένα είδος εικόνας, εικόνας των μελλόντων δηλαδή όσων πρόκειται να συμβούν μέσα στην Καινή Διαθήκη, ενώ τα γεγονότα-οι εικόνες της Καινής Διαθήκης βρίσκουν την τελική πραγμάτωσή τους μέσα στα έσχατα, μέσα στη Βασιλεία του Θεού. Με αυτή την έννοια οι εικόνες της Παλαιάς ονομάζονται προεικονίσεις.

Δεν πρέπει να ξεχνάμε, ότι η ορθόδοξη θεολογία δεν είναι βερμπολογία, δεν είναι δηλαδή λόγια και συλλογισμοί περί Θεού. Η ορθόδοξη θεολογία είναι χαρισματική λειτουργία της Εκκλησίας, γι’ αυτό και είναι καταρχήν εμπειρική και ρεαλιστική. Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς ονομάζει την θεολογία στο έργο του υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, αποδεικτική. Ημείς, λέει, «ου την δια λόγων και συλλογισμών ευρισκομένην γνώσιν δόξαν αληθή νομίζομεν, αλλά την δι’ έργων τε και βίου αποδεικνυμένην». Επομένως η θεολογία είναι πρώτα ζωή και εμπειρία, είναι αποκάλυψη και θεοφάνεια, ενώ τους λόγους και τους συλλογισμούς η θεολογία τους χρησιμοποιεί μόνο για την επιστημονική ερμηνεία της ζωής αυτής και των μνημείων της. Αυτό σημαίνει ότι η θεολογία ή πιο σωστά η θεογνωσία, δεν είναι τίποτα άλλο παρά η θέα γεγονότων, η εμπειρία καταστάσεων και η θεοπτία.

Ήδη από την αρχή του χριστιανισμού οι άγιοι Ιουστίνος και Ειρηναίος επίσκοπος Λουγδούνων είχαν ερμηνεύσει την αποκάλυψη του Θεού, όπως αυτή παρουσιάζεται στα βιβλικά κείμενα και των δύο Διαθηκών, ως φανέρωση της θείας δόξας σε δραματικά γεγονότα μέσω θεοφανειών. Και δεν είναι τυχαίο, ότι σ’ αυτές τις θεοφάνειες που συντελούνται μέσα στην κτίση και στην ιστορία, στηρίχτηκε η ερμηνεία της ορθόδοξης θεολογίας.

Ας πούμε κι αυτό, ότι η μετοχή στη θεία δόξα, καθώς αυτή φανερώνεται, δεν γίνεται μονάχα με την άμεση θέα, αλλά και με τη συγκεκριμένη αποτύπωση των ενεργειών στη φυσική και ιστορική πραγματικότητα, όπως και στα δρώμενα της λατρείας και των μυστηρίων της Εκκλησίας. Άλλωστε και οι προφήτες και οι άγιοι που βλέπουν με άμεσο τρόπο τη θεία δόξα, εικόνες βλέπουν. Την πραγματικότητα αυτή τονίζουν ρητά, τόσο ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός όσο και το Συνοδικό της Ορθοδοξίας, όπως το θέσπισε η 7η οικουμενική σύνοδος λέγοντας: Οι προφήτες εν εικονική οράσει είδον Θεόν. Κι όπως ο Ευαγγελιστής Ιωάννης είχε γράψει ότι ο Ησαΐας είδε την δόξα του Χριστού, έτσι και η ορθόδοξη θεολογία πολεμώντας ειδωλολατρικές και ιουδαϊκές αντιλήψεις ερμήνευσε και τη φανέρωση του Θεού στα συμβάντα της Παλαιάς Διαθήκης ως θεοφάνεια και φωτοφάνεια, ως θεοπτία και εμπειρία σε συγκεκριμένα γεγονότα, σε σύμβολα, σε σχήματα και σε τύπους. Μιλάμε επομένως για μια άσαρκη παρουσία του Λόγου, ή ενδημία του Λόγου, όπως την ονομάζει ο άγιος Μάξιμος ο ομολογητής, που είναι ιστορική και αποτυπώνεται σε σχήματα και σε εικονικές παραστάσεις μέσα σε μια φωτοδοσία.

Μια τέτοια, συγκεκριμένη αποτύπωση των θείων ενεργειών στη φυσική και ιστορική πραγματικότητα είναι και η προεικόνιση της Αγίας Τριάδας στη θεοφάνεια της φιλοξενίας του Αβραάμ.

 

*

 

Στο 18ο κεφάλαιο της Γένεσης, διαβάζουμε ότι, ο Θεός παρουσιάστηκε στον Αβραάμ κοντά στην δρυ του Μαμβρή, ενώ καθόταν το μεσημέρι στην είσοδο της σκηνής του. Σηκώνοντας τα μάτια του ο Αβραάμ είδε ξαφνικά τρεις άνδρες να στέκονται όρθιοι ενώπιόν του. Κι αφού τους είδε από την είσοδο της σκηνής του έτρεξε προς συνάντησή τους, έπεσε και τους προσκύνησε μέχρις εδάφους. Ο Αβραάμ είπε στον ένα εξ αυτών. Κύριε εάν τυχόν εύρω χάρη ενώπιόν σου μη παρίδης τον δούλον σου. Ας μου επιτραπεί λοιπόν, να φέρω νερό να πλύνουν οι δούλοι μου τα πόδια σας και να δροσισθήτε κάτω από την δρυ. Εγώ θα ετοιμάσω και θα σας φέρω φαγητό, θα φάτε και μετά θα συνεχίσετε τον δρόμο σας, διότι γι’ αυτό περάσατε από εμένα τον δούλο σας, για να μου δοθεί η τιμή να σας φιλοξενήσω.

 Η εκκλησιαστική παράδοση είδε εν Πνεύματι Αγίω στη σκηνή αυτή της φιλοξενίας των τριών ανδρών να συμβολίζεται η Αγία Τριάδα.  Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός ανάμεσα στις μαρτυρίες που αναφέρει σχετικά με την τιμή των εικόνων παρουσιάζει την ερμηνεία του ιστορικού Ευσεβίου, επισκόπου Καισαρείας της Παλαιστίνης από το 5ο βιβλίο της Ευαγγελικής Απόδειξης στο θέμα «ο Θεός φανερώθηκε στον Αβραάμ στις βελανιδιές του Μαμβρή». Λέει λοιπόν ο άγιος: Έτσι ακόμη και τώρα οι παλιοί ντόπιοι κάτοικοι, στον τόπο που τιμά εκείνους που παρουσιάστηκαν εκεί ως επισκέπτες στον Αβραάμ, πιστεύουν και θεωρούν ότι υπάρχει πιστακιά και ζωγραφισμένες οι μορφές εκείνων που φιλοξενήθηκαν από τον Αβραάμ, δυο στα πλάγια και στη μέση ο ανώτερος υπερέχοντας κατά την τιμή. Και είναι αυτός ο φανερωμένος σε μας Κύριος, ο σωτήρας μας, που τον σέβονται και όσοι τον αγνοούν, εμπιστευόμενοι τα θεία λόγια. Αυτός λοιπόν ο ίδιος ο Κύριος από τότε βάζοντας τα σπέρματα της ευσέβειας στους ανθρώπους, παίρνοντας ανθρώπινη μορφή και σχήμα, στο θεοφιλή προπάτορα τον Αβραάμ, όποιος ήταν, φανέρωσε τον εαυτό του και του αποκάλυπτε τη γνώση του Πατέρα.».

Αλλά και ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ακολουθώντας την ερμηνεία του Ευσεβίου θα πει εμφαντικά στην 42η ομιλία του στην Γένεση:

«Διότι εδώ στην σκηνή του Αβραάμ και οι άγγελοι και ο Κύριός τους παρουσιάσθηκαν με την ίδια μορφή. Και οι μεν απεστάλησαν ως υπηρέτες για να καταστρέψουν τις πόλεις εκείνες (τα Σόδομα και τα Γόμορρα) αυτός όμως παρέμεινε σαν φίλος προς φίλο και ανεκοίνωσε στον δίκαιο αυτά τα οποία επρόκειτο να κάνει».

Επομένως, στη σκηνή της φιλοξενίας του Αβραάμ οφείλουμε να δούμε στη μορφή των τριών αγγέλων σαφώς τον Υιό και Λόγο του Θεού, τον Χριστό στο μέσον της τραπέζης πλαισιωμένο από δύο άλλους αγγέλους. Πρόκειται για μία συμβολική εικόνα του Τριαδικού Θεού κι όχι για μία εικόνα των τριών προσώπων της Αγίας Τριάδας, όπως συχνά ερμηνεύεται. Για το λόγο αυτό αποτελεί λάθος δογματικό να επιγράφεται η συμβολική αυτή εικόνα, ως Αγία Τριάς, όσο παλιά κι αν είναι η εικόνα.

 Κλείνοντας την σημερινή εκπομπή μας σχετικά με την εικόνα της Αγίας Τριάδας, θα ήθελα ν’ αναφέρω στην αγάπη σας ένα ακόμα σχόλιο του μεγάλου δογματολόγου της Εκκλησίας μας, του αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού σχετικά με την άσαρκη παρουσία του Λόγου, δηλαδή για την παρουσία του Χριστού μας ως ανθρώπου πριν από την σάρκωση. Μέσα στην Παλαιά Διαθήκη, λοιπόν, η παρουσία του Θεού με την μορφή ανθρώπου ως αγγέλου, αποτελεί μία προεικόνιση του Χριστού. Μας προμηνύει αυτό που επρόκειτο να συμβεί στο μέλλον, κι αυτό ήταν η σάρκωση του δευτέρου προσώπου της Αγίας Τριάδος, του Λόγου του Θεού. Λέει ο άγιος:

«Και ο Αδάμ, είδε το Θεό κι άκουσε το θόρυβο των ποδιών του, καθώς περπατούσε το δειλινό, και κρύφτηκε στον παράδεισο, και ο Ιακώβ είδε τον Θεό και πάλεψε μαζί του, είναι φανερό πως ο Θεός του φανερώθηκε ως άνθρωπος, και ο Μωυσής είδε το Θεό σαν την πίσω μεριά του ανθρώπου, και ο Ησαΐας τον είδε ως άνθρωπο να κάθεται στον θρόνο και ο Δανιήλ είδε ομοίωμα ανθρώπου και ως Υιό ανθρώπου να πλησιάζει τον Παλαιό των ημερών». Επομένως, αγαπητοί ακροατές, σε όλες αυτές τις θεοφάνειες της Παλαιάς Διαθήκης ο Χριστός μας εμφανίζεται κι όχι ο Θεός Πατήρ, γιατί ποτέ κανείς δεν είδε τη φύση του Θεού αλλά τον τύπο και την εικόνα όσων θα γίνονταν στο μέλλον. Επρόκειτο βέβαια, όπως είπαμε, ο Υιός και Λόγος του Θεού, ο αόρατος να γίνει αληθινά άνθρωπος, για να ενωθεί με τη φύση μας και να γίνει ορατός πάνω στη γη.

Προσκύνησαν, λοιπόν, όσοι είδαν τον τύπο και την εικόνα του μελλοντικού γεγονότος, καθώς λέει ο Απόστολος Παύλος στην προς Εβραίους επιστολή: «Όλοι αυτοί πέθαναν κρατώντας την πίστη τους, χωρίς να πάρουν τις θείες δωρεές, αλλά μόνο τις είδαν και τις γεύτηκαν από μακριά.». Χαίρετε.


(Από Ραδιοφωνική Εκπομπή του 2014. Κείμενο του φίλου κ. Σπυρίδωνος Μαρίνη, Θεολόγου, Ιστορικού της Τέχνης, Συγγραφέως και Αγιογράφου-Συντηρητού.)



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου