ΓΙΑΤΙ ΟΙ ΡΩΣΟΙ ΕΟΡΤΑΖΟΥΝ
ΣΗΜΕΡΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ (ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑ) ;
"Ε.-Σ." : Μέ χαρά δημοσιεύομε κατωτέρω κείμενο πού μᾶς ἐστάλη ἐκ Κύπρου, τό ὁποῖο διαπραγματεύεται τήν ἀπάντηση στήν ἀπορία γιατί πολλοί ἀνά τόν κόσμο ἑορτάζουν σήμερα, 7 Ἰανουαρίου μέ τό πολιτικό ἡμερολόγιο, τά Χριστούγεννα. Ἄν μή τί ἄλλο δίνονται σημαντικά στοιχεῖα πρός ἀπάντηση καί ἑρμηνεία αὐτοῦ τοῦ γεγονότος, τό ὁποῖο κρατᾶ ἐπίκαιρο καί ζωντανό τό λεγόμενο "ἡμερολογιακό ζήτημα". Τό ἐπιστολιμιαῖο αὐτό ἄρθρο δημοσιεύεται αὐτούσιο.
Λευκωσία, Τρίτη 25 Δεκεμβρίου 2013 ἢ 7
Ἰανουαρίου 2014
Ἀγαπητοὶ φίλοι,
Εἴτε μὲ τὴν πρώτη ἡμερομηνία εἴτε μὲ τὴν
δεύτερή σας εὔχομαι «Χρόνια Πολλὰ»
καὶ ὁ Θεὸς νὰ σᾶς προστατεύῃ μὲ ὅλους τους ἀγαπητούς σας.
Ὅπως πολλοὶ μὲ ἔχετε ῥωτήσει κατὰ καιροὺς ἂν εἶναι
ἀλήθεια ὅτι στὴν Ῥωσσία σήμερα γιορτάζουν Χριστούγεννα (μετὰ τὴν Πρωτοχρονιά) καὶ
γιατί, μπορῶ νὰ σᾶς ἐπιβεβαιώσω ὅτι ὄντως ἔτσι ἔχει τὸ πρᾶγμα. Ὄχι δὲ μόνον ἡ
Ῥωσσία ἢ μᾶλλον οἱ «Ῥωσσίες», ἀλλὰ
ἐπίσης τὸ Πατριαρχεῖο Ἱεροσολύμων, τὸ Ἅγιον Ὅρος τοῦ Ἄθωνος, τὸ Πατριαρχεῖο τῆς
Σερβίας ἀλλὰ καὶ ἕνα μέρος τοῦ Ἑλληνικοῦ καὶ τοῦ Κυπριακοῦ Λαοῦ ποὺ ἔχει μείνει
προσηλωμένο στὴν ἀρχαία παράδοσι, ποὺ γιὰ τὸν πολὺ κόσμο εἶναι γνωστοὶ μὲ τὴν
πλήρη συγκαταβάσεως ὀνομασία «Παλαιοημερολογίτες»
ἐνῷ ἐκεῖνοι καλοῦν ἑαυτοὺς «Γνησίους
Ὀρθοδόξους Χριστιανούς». Ἴσως αὐτὸ νὰ φαίνεται ὡς πλεονασμὸς ἐκ πρώτης
ὄψεως, διότι ἐὰν κάποιος εἶναι Ὀρθόδοξος εἶναι αὐτόματα «γνήσιος», ἀφοῦ κήβδιλοι ὀρθόδοξοι ἁπλὰ δὲν θὰ ἦταν Ὀρθόδοξοι. Γιὰ
ὅσους ὅμως ἀπὸ σᾶς κατὰ τύχην ἔχουν κάποια γνῶσι τῆς Ἁγίας Γραφῆς ὁ ὅρος
συναντᾶται τέσσερις φορὲς στὴν Καινὴ Διαθήκη (Β’ Κορ. η’8, Φιλιπ. δ’ 3, Α’ Τιμ. α’ 2, Τίτ. α’ 4) ἔτσι τὸ θέμα μπορεῖ νὰ συζητηθῇ.
Γιατί συμβαίνουν ὅλα αὐτά; Μὲ τὰ λίγα ποὺ ξέρω,
θὰ προσπαθήσω νὰ σᾶς τὸ ἐξηγήσω ἀκαδημαϊκὰ ὅσο πιὸ ἁπλὰ γίνεται, ἂν καὶ
χρειάζεται λίγη προσοχὴ καὶ λίγος χρόνος ἐκ μέρους σας. Γιὰ ὅσους δὲ μεταξὺ σας
θρησκεύουν καὶ θὰ ἤθελαν κάτι παραπάνω ἀπὸ μία ἁπλῆ ἀκαδημαϊκὴ ἐξήγησι,
ἐπισυνάπτω καὶ τὸ φετεινὸ Κατηχητικὸ Χριστουγεννιάτικο Μήνυμα τοῦ Πανιερωτάτου
Μητροπολίτου, τῆς Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας τῶν Γ.Ο.Χ. Κύπρου κ.κ. Σεβαστιανοῦ, στὸ
ὁποῖο ὅμως θὰ ἀναφερθῶ κι ἐγὼ στὴν συνέχεια. Θὰ ἤθελα ὅμως πρὸς ἀποφυγὴν κάθε
παρεξηγήσεως νὰ πῶ ὅτι δὲν ἔχω τὴν πρόθεσι νὰ κάνω προπαγάνδα ἢ νὰ προσηλυτίσω
κάποιον κάπου. Ἁπλᾶ σας παραθέτω ὡρισμένα ἀξιώματα, βασικὲς ἀρχὲς καὶ ἔννοιες
ποὺ διέπουν τὴν Ἐκκλησία μέσα στὴν ὁποία γεννηθήκαμε οἱ περισσότεροι ἀπ’ ἐμᾶς.
Ὕστερα ἀπ’ αὐτό, ἐνήλικες εἶσθε, γράμματα γνωρίζετε, ἑπομένως τὰ συμπεράσματα
εἶναι αὐστηρὰ δική σας ὑπόθεσι καὶ οὔτε ἐπιθυμῶ νὰ τὰ γνωρίζω.
Στὶς ἀρχὲς τοῦ εἰκοστοῦ αἰῶνα παρατηροῦμε μία
μεγάλη πρόοδο τοῦ Ἐλευθερο-τεκτονισμοῦ (κοινῶς Μασωνίας) ἡ ὁποία ἐνεργεῖ διαβρωτικὰ
καὶ ἡ διάβρωσι αὐτὴ δὲν παρέλειψε καὶ δὲν παρέκαμψε οὔτε τὴν Ὀρθόδοξη Ἱεραρχία.
Ἔτσι αὐτὴν τὴν περίοδο ἡ Ἱστορία ἔχει καταγράψει διάφορες ὑφηλὰ ἱστάμενες
προσωπικότητες Πατριάρχες, Μητροπολίτες, Ἀρχιεπισκόπους καὶ ἄλλους κληρικούς,
οἱ ὁποῖοι εἶναι μέλη τῆς Στοᾶς καὶ ἀποτελοῦν τὴν «Πέμπτη φάλαγγα» τοῦ Τεκτονισμοῦ μέσα στοὺς κόλπους τῆς Ὀρθοδοξίας.
Ὁ Τεκτονισμός, μὲ ὅσους καὶ ὅσα κρύβονται
πίσω ἀπὸ αὐτὸν καὶ τὰ ὁποιαδήποτε συμφέροντα ποὺ διακυβεύονται, γιὰ νὰ κατορθώσῃ
νὰ ἐπιβάλλῃ τὶς κοσμοκρατορικές του βλέψεις καὶ νὰ θέσῃ σὲ ἐφαρμογὴ τὰ
μεγαλεπήβολα σχέδιά του γιὰ μία παγκο-σμιοποίησι, χρειάζεται νὰ προλειάνῃ τὸ
ἔδαφος ἐπιτυγχάνοντας μία συναδέλφωσι τῶν διαφόρων λαῶν κάτω ἀπὸ τὴν ἐπιῤῥοὴ
κλασικῶν πλέον συνθημάτων ὅπως π.χ. τὸ γνωστότατο : «Ἐλευθερία, Ἰσότης, Ἀδελφωσύνη» ποὺ συναρπάζουν τοὺς εὐαίσθη-τους
ἀνθρώπους καὶ υἱοθετοῦνται εὔκολα ἀπὸ ἁγνὲς ψυχὲς ποὺ διψοῦν γιὰ ἰδανικά, ἀλλὰ
ποὺ τὶς περισσότερες φορὲς ἀγνοοῦν τί κρύβεται πίσω ἀπὸ μία καλὰ καὶ
ἐπιστημονικὰ ὀργανωμένη προπαγάνδα.
Βέβαια ἡ μασωνικὴ διείσδυσι δὲν περιορίσθηκε
μόνον στὴν Ὀρθόδοξη ἱεραρχία, ἀλλὰ στοχεύει ὅλες τὶς λεγόμενες χριστιανικὲς
ὁμολογίες, ἀλλὰ καὶ ὅλες τὶς θρησκεῖες τοῦ κόσμου. Ὑπάρχουν πολλοὶ Καρδινάλιοι
ποὺ εἶναι μασῶνοι ἀλλὰ καὶ πάπες ἀκόμη, στὴν Ἀμερικὴ δὲ περίπου σαράντα χιλιάδες
Βαπτιστὲς πάστορες εἶναι μέλη διαφόρων τεκτονικῶν στοῶν. Ἀλλὰ γιὰ τὸ θέμα ποὺ μᾶς ἀπασχολεῖ στὴν
παροῦσα ἐξήγησι, θὰ περιοριστοῦμε στὰ δικά μας. Περὶ τῶν λεγομένων «ὀρθοδόξων» ἱεραρχῶν μελῶν τῆς Στοᾶς
μπορεῖτε ἄνετα νὰ βρεῖτε ὅλα τὰ σχετικὰ στοιχεῖα στὸ διαδίκτυο ὅπου κυκλοφοροῦν
μὲ κάθε λεπτομέρεια.
Ἂς πάρουμε τώρα ἕνα παράδειγμα. Ὁ Τεκτονισμὸς
δὲν μπορεῖ ἀσφαλῶς νὰ προοδεύσῃ στὴν Βόρεια Ἰρλανδία ὅπου ἀκόμη καὶ σήμερα
καθημερινὰ οἱ Παπικοὶ προσπαθοῦν νὰ σκοτώσουν τοὺς Προτεστάντες καὶ οἱ Προτεστάντες
τοὺς Παπικούς. Πρέπει πρῶτα νὰ εἰρηνεύσῃ τὰ δύο στρατόπεδα καὶ ὕστερα νὰ δῇ τί
μπορεῖ νὰ κάνῃ μαζί τους. Καὶ γιὰ νὰ εἰρηνεύσουν τὰ δύο στρατόπεδα εἶναι
ὑποχρεωμένα νὰ κάνουν ἑκατέρωθεν παραχωρήσεις καὶ ὑποχωρήσεις, θυσιάζοντας
τουλάχιστον μέρος ἀπὸ τὰ ἐπὶ μέρους ἰδανικά τους, θρησκευτικά, ἐθνικά,
πολιτικά, νὰ τὰ θεωρήσουν δευτερεύ-οντα, ὥστε νὰ μπορέσουν νὰ ἔλθουν σὲ κάποιο
συμβιβασμὸ καὶ κάποια συμφιλίωσι.
Αὐτὸ ἐπεχειρήθη καὶ μεταξὺ ἄλλων θρησκειῶν
καὶ ὅπως ἦταν ἑπόμενο ἡ Ὀρθοδοξία δὲν θὰ μποροῦσε νὰ ἑξαιρεθῇ ἀπὸ τὴν
διαδικασία. Τὸ θέμα ἐκ τῶν ὧν οὐκ ἄνευ μὲ τὴν Ὀρθοδοξία εἶναι ὅτι πιστεύει εἰς
τὴν Ἀποστολικήν της Παράδοσιν καὶ Διαδοχήν, τὴν ὁποίαν παρέλαβε τόσον γραπτῶς
ὅσον καὶ προφορικῶς (Β’ Θεσ. β’ 15) σύμφωνα μὲ τὴν ὁποίαν ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι ὁ ἀποκλειστικὸς καὶ μοναδικὸς
Σωτήρας τοῦ ἀνθρώπου καὶ ὅλου τοῦ κόσμου. Ἐὰν αὐτὸ ἔπαυε νὰ ὑπάρχῃ τότε ἡ Ὀρ-θοδοξία
θὰ ἔπαυε νὰ ἔχῃ αἰτίαν ὑπάρξεως. Ἀσφαλῶς καὶ ὅλοι μας γνωρίζουμε ὅτι στὸ ὄνομα
τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ τοῦ Εὐαγγελίου ἔχουν διαπραχθῆ τὰ χειρότερα καὶ πλέον
εἰδεχθῆ ἐγκλήματα ἐπὶ τῆς γῆς. Αὐτὸ ὅμως δὲν ἀναιρεῖ τὸν ὁρισμὸν τῆς Ἐκκλησίας.
Καὶ ὁ ὁρισμὸς τῆς Ἐκκλησίας κατὰ τὸν Ἅγιον
Θεόδωρον τὸν Στουδίτη εἶναι ὅτι : «Μὴ
θῶμεν σκάνδαλον τῇ Ἐκκλησίᾳ τοῦ Θεοῦ, ἥτις ἐστὶν καὶ ἐν τρισὶν Ὀρθοδόξοις
ὁριζομένη». Καὶ ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ
Ὁμολογητὴς λέγει : «Καθολικὴν Ἐκκλησίαν
τὴν ὀρθὴν καὶ σωτήριον τῆς εἰς Αὐτὸν πίστεως ὁμολογίαν ὁ τῶν ὅλων Θεὸς
ἀπεφήνατο». (PG 90:132). Ἀλλὰ καὶ ὁ Χριστὸς τὸ ἴδιο βεβαιεῖ εἰς τὸ Εὐαγγέλιον (Ματθ. ιη’ 20), καὶ πρὶν δὲ ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο τὸ εἶχε πεῖ καὶ στὸν Ἀβραὰμ πάλιν ὁ ἴδιος ὁ
Χριστὸς κατὰ τὴν καταστροφὴν τῶν Σοδόμων : «οὐ
μὴ ἀπωλέσω ἕνεκεν τῶν δέκα» (Γέν.
ιη’32), ἀλλὰ καὶ «ἐν ταῖς ἡμέραις τοῦ Νῶε» ὅταν ἡ Ἐκκλησία ἀπετελεῖτο μόνον ἀπὸ «ὀκτὼ ψυχὲς» (Α’ Πέτ. γ’ 20), τὰ ὕδατα τοῦ κατακλυσμοῦ δὲν τὴν κατεπόντισαν.
Τώρα ἐὰν δίπλα ἀπὸ τοὺς τρεῖς, τοὺς ὀκτώ,
τοὺς δέκα, ὑπάρχουν καὶ μερικὰ ἑκατομμύρια ποὺ εἶναι χριστοκάπηλοι, ὑποκριτὲς
καὶ ἐγκληματίες, «ψευδάδελφοι» (Β’ Κορ. ια’ 26, Γαλ. β’4), «ψευδόχριστοι καὶ ψευδοπροφῆτες»
(Μάρκ. ιγ’ 22), «λύκοι βαρεῖς καὶ ἅρπαγες ἐν
ἐνδύμασι προβάτων» (Ματθ. ζ’15, Πράξ. κ’ 29), οἱ ὁποῖοι «Χριστῷ οὐ δουλεύου-σιν ἀλλὰ τῇ ἑαυτῶν κοιλίᾳ καὶ διὰ τῆς χρηστολογίας
καὶ τῆς εὐλογίας ἑξαπατῶσι τὰς καρδίας τῶν ἀκάκων» (Ρωμ. ις’18) αὐτὸ
εἶναι μία τελείως διαφορετικὴ ὑπόθεσις. Ὅλοι αὐτοὶ δὲν εἶναι ἱκανοὶ νὰ
ἀναιρέσουν τὴν Ἐκκλησία μὲ τὰ ἐγκλήματά τους καὶ τὶς ἁμαρτίες τους. Θεωρητικὰ
θὰ μποροῦσε ἡ Ἐκκλησία νὰ ἐξαφανισθῇ καὶ ἤθελον «αἱ πύλαι τοῦ ᾅδου κατισχύσει αὐτῆς» (Ματθ. ις’18), ἐὰν καθ’
ὑπόθεσιν καὶ κατὰ κάποιο σενάριο ἐπιστημονικῆς φαντασίας, αὐτοὶ οἱ
ἐναπομείναντες τρεῖς, δέκα, ὀκτώ, ἔπαυαν νὰ ἀποδέχωνται τὸν Ἰησοῦν Χριστὸν ὡς
ἀποκλειστικὸν καὶ μοναδικὸν Σωτῆρα τοῦ ἀνθρώπου καὶ ὅλου του κόσμου.
Συγγνώμην γιὰ τὴν τόσην πολυλογίαν ἀλλὰ αὐτὲς
οἱ βασικὲς ἔννοιες εἶναι ἀπαραίτητες ἂν θέλουμε νὰ καταλάβουμε τὸ γιατί οἱ Ῥῶσσοι
γιορτάζουν Χριστούγεννα σήμερα μετὰ τὴν Πρωτοχρονιά. Ἔχει λοιπὸν ἀπόλυτο δίκιο
ὁ Μητροπολίτης Σεβαστιανὸς ὅταν στὸ κατηχητικό του σημερινὸ μήνυμα θυμίζῃ τοὺς
λόγους τοῦ ἀπ. Πέτρου στὸ συνέδριο τῶν Ἑβραίων : «οὔκ ἐστιν ἐν ἄλλῳ οὐδενὶ ἡ σωτηρία, οὐδὲ γὰρ ὄνομα ἐστιν ἕτερον ὑπὸ τὸν
οὐρανὸν τὸ δεδομένον ἐν ἀνθρώποις ἐν ᾧ δεῖ σωθῆναι ἡμᾶς» (Πράξ. δ’ 12),
καθὼς καὶ τοῦ ἀπ. Παύλου : «Εἷς Θεὸς εἷς
καὶ Μεσίτης Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων» (Β’ Τιμ.
β’5), ἀλλὰ καὶ πάμπολλες ἄλλες μαρτυρίες τῆς
Ἁγίας Γραφῆς.
Ὅταν ὅμως μιλᾶμε περὶ «Σωτηρίας» πρέπει νὰ γνωρίζουμε γιὰ πιὸ πρᾶγμα μιλᾶμε, διαφορετικὰ
χρησιμοποιοῦμε τὶς ἴδιες λέξεις καὶ ὑποννοοῦμε πράγματα τελείως διαφορετικά. Ἡ
«Σωτηρία» γιὰ ἕναν Χριστιανό, ἕναν
Βουδδιστὴ ἢ ἕναν Μωαμεθανό, ἀσφαλῶς καὶ δὲν εἶναι τὸ ἴδιο πρᾶγμα. Καὶ ὁ
ἀπόστολος Παῦλος περὶ σωτηρίας μιλοῦσε στοὺς Ἀθηναίους κι ἐκεῖνοι εὐγενικὰ
εὐγενικὰ καὶ πλήρεις συγκαταβάσεως τοῦ ἀπάντησαν «ἀκουσόμεθά σου πάλιν περὶ τούτου» (Πράξ. ιζ’ 32), διότι
ἁπλούστατα ἀλλοιῶς ἐκεῖνοι φανταζόντουσαν τὴν σωτηρία, καὶ ἀλλοιῶς τὴν ἐκήρυττε
ὁ Παῦλος. Ἀλλὰ καὶ μεταξὺ τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου ἄλλο πρᾶγμα εἶναι ἡ Σωτηρία
γιὰ τοὺς Ὀρθοδόξους, ἄλλο γιὰ τοὺς Παπικούς, τοὺς Ἀγγλικανούς, τοὺς
Πεντηκοστιανοὺς κλπ. Δὲν θ’ ἀσχοληθοῦμε ὅμως τώρα μὲ αὐτὸ τὸ θέμα, διαφορετικὰ
θὰ ἔπρεπε νὰ γράψουμε ὁλόκληρο βιβλίο, χωρὶς νὰ ἔχουμε ἀπαντήσει στὸ ἀρχικό μας
ἐρώτημα, γιατί οἱ Ῥῶσσοι γιορτάζουν Χριστούγεννα σήμερα;
Ἡ Ὀρθόδοξη ὅμως ὁμολογία περὶ τῆς
ἀποκλειστικότητος καὶ μοναδικότητος τῆς ἐν Χριστῷ Σωτηρίας ἀσφαλῶς ὄχι μόνον
δὲν ἐξυπηρετεῖ τὰ τεκτονικά μας σχέδια καὶ μασωνικά μας ἰδεώδη περὶ
παγκοσμιοποιήσεως ἀλλὰ τουναντίον ἀποτελεῖ ἕνα μεγάλο καὶ ἀνυπέρβλητο ἐμπόδιο
γι’αὐτά. Ἔτσι πρέπει ὁπωσδήποτε νὰ θεωρηθῇ καὶ νὰ χαρακτηρισθῇ ὡς ἀδιαλλαξία,
μισαλλοδοξία, ῥατσισμός, ἔπαρσις, ὡς ἔλλειψις ἀνοχῆς καὶ ἀγάπης, περιφρόνησις
καὶ προκατάληψις ἔναντι τῶν ὑπολοίπων ἀλλοθρήσκων, αἱρετικῶν ἢ ἀθέων
συνανθρώπων μας.
Ὁ Χριστὸς δὲν μπορεῖ νὰ παραμείνῃ πλέον «φῶς εἰς ἀποκάλυψιν ἐθνῶν» (Λουκ. β’ 32),
οὔτε ἡ Ἐκκλησία «ἀποκάλυψις μυστηρίου
χρόνοις αἰωνίοις σεσιγημένου» (Ρωμ.
ις’ 25), οὔτε οἱ Ἀπόστολοι παρέλαβον τὸν Εὐαγγέλιον
τοῦ Χριστοῦ «δι’ ἀποκαλύψεως» (Γαλ. α’ 12), ὡς
διατείνονται. Ὅλα αὐτὰ πρέπει νὰ ἀναθεωρηθοῦν καὶ νὰ σχετικοποιηθοῦν
ὁπωσδήποτε.
Αὐτὰ δὲ ποὺ διατείνεται π.χ. ὁ ἱ. Χρυσόστομος
: «Οὐκ ἀνθρώπινα τὰ καθ΄ ἡμᾶς, ἄλλ΄
ἄνωθεν ἐκ τῶν οὐρανῶν ἔχει τὴν ῥίζαν ἡμῖν ἡ τῆς διδασκαλίας ὑπόθεσις, καὶ Θεὸς
ἐστιν ὁ πανταχοῦ τὰς Ἐκκλησίας ἄγων» ἢ ὁ Μέγας Ἀθανάσιος : «Κατὰ τὴν παραδοθεῖσαν ἡμῖν παρὰ τῶν Πατέρων
ἀποστολικὴν πίστιν παρέδωκα, μηδὲν ἔξωθεν ἐπινοήσας ἄλλ΄ ὅπερ ἔμαθον ἐνεχάραξα
συμφώνως ταῖς ἁγίαις Γραφαῖς» (ΒΕΠΕΣ
τόμ. 33, 120), ἢ ὁ Μέγας Βασίλειος «Πίστιν ἡμεῖς οὔτε παρ΄ ἄλλων γραφομένην ἡμῖν νεωτέραν παραδεχόμεθα,
οὔτε αὐτοὶ τὰ τῆς ἡμετέρας διανοίας γεννήματα παραδιδόναι τολμῶμεν, ἵνα μὴ
ἀνθρώπινα ποιήσωμεν τὰ τῆς εὐσεβείας ῥήματα· ἀλλ΄ἅπερ παρὰ τῶν ἁγίων Πατέρων
δεδιδάγμεθα, ταῦτα τοῖς ἐρωτῶσιν ἡμᾶς διαγγέλομεν». («Ἐπιστολὴ» 140’
PG 32:588Β). Ὅλα αὐτά,
ἐπαναλαμβάνω, δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο παρὰ μία εὐσεβὴς φιλολογία, μία μορφὴ
πολιτισμοῦ ποὺ ἴσως εἶχε τὴν ἀξίαν της σὲ μία ὁρισμένη ἐποχή, ἀλλὰ σήμερα ὅλα
αὐτὰ θεωροῦνται παρωχημένα καὶ
ξεπερασμένα.
Πρέπει λοιπὸν νὰ ὑποβιβάσωμεν τὴν Ὀρθοδοξίαν εἰς τὸ ἐπίπεδον
ὅλων τῶν ἄλλων θρησκειῶν, νὰ τὴν ἐξισώσουμε μὲ ὅλες τὶς ἄλλες δοξασίες, καὶ νὰ
φθάσωμε σὲ αὐτὸ τὸ πανθρησκειακὸ ἰδανικό, ποὺ ἐπιτύχαμε π.χ. στὴν περίπτωσι τῆς
διαθρσκευτικῆς συμπροσευχῆς τῆς Ἀσσίζης τὸν Γενάρη τοῦ 2002, ὑπὸ τὴν αἰγίδα τοῦ
πάπα Βοϊτύλα, ὅπου π.χ. οἱ «ἀδελφοί»
μας Βουδδιστὲς ἔβαζαν τὸ ἄγαλμα τοῦ Βούδδα πάνω στὴν ὑποτιθεμένη «Ἁγία Τράπεζα» γιὰ νὰ κάνουν τὰ δικά τους
πατερημά.
Καὶ τὸ κάναμε αὐτὸ βέβαια εἰς τὸ ὄνομα τῆς «Εἰρήνης»! Τί εὐγενέστερο καὶ ἰδανι-κώτερο
τούτου; Τώρα βέβαια ὁ Χριστὸς ποὺ εἶπε «Μακάριοι
οἱ εἰρηνοποιοὶ ὅτι αὐτοὶ υἱοὶ Θεοῦ κληθήσονται» (Ματθ. ε’ 9) ἢ ἡ
Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ποὺ ἐπὶ δύο χιλιάδες χρόνια ἀδιακόπως εὔχεται «ὑπὲρ τῆς εἰρήνης τοῦ σύμπαντος κόσμου»,
καὶ δέεται καθημερινῶς διὰ «βαθείαν καὶ
ἀναφαίρετον εἰρήνην», «ὑπὲρ τῶν
ἀγαπόντων καὶ μισούντων ἡμᾶς» αὐτὰ βέβαια δὲν πιάνονται, εἶναι ἁπλῆ
φιλολογία καὶ παίρνουν ἀξία μόνον ἂν τὰ ἐπαναλαμβάνουμε μαζὶ μὲ Μουσουλμάνους, Ἑβραίους,
Εἰδωλολάτρες κλπ. Καὶ τοῦτο διότι τὸ μέσον γιὰ τὴν ἐπίτευξι τοῦ μασωνικοῦ μας
ἰδεώδους εἶναι ὁ θρησκευτικὸς συγκρητισμός, ὁ συγκερασμὸς δηλαδή ὅλων
ἀδιακρίτως τῶν θρησκευτικῶν ἀπόψεων.
Γιὰ νὰ ὁδηγήσουμε ὅμως τὴν Ὀρθοδοξία σὲ αὐτὸ
τὸ ἐπίπεδο, πρέπει προηγουμέ-νως ὡς ἀρχικὸ στάδιο νὰ τὴν χειραγωγήσουμε στὸ νὰ
συνυπάρχῃ ἁρμονικά, νὰ συμφύρεται καὶ νὰ συμπροσεύχεται μὲ ὅλα τὰ ἄλλα
χριστιανικὰ λεγόμενα δόγματα, τὰ ὁποῖα θὰ γίνουν τὸ ἀπαραίτητο σκαλοπάτι γιὰ νὰ
… ἀνέλθη (!!!) στὸ ὑψηλό ἐπίπεδό της πανθρησκευτικότητος.
Γιὰ κάποιον ὅμως ποὺ εἶναι συνειδητὰ καὶ ὄχι
τυπολατρικὰ ὀρθόδοξος αὐτὸ εἶναι ἀδιανόητο. Ἐὰν εἶμαι ἕνας πραγματικὸς
Ὀρθόδοξος Χριστιανός, ἐγὼ ἔχω ἤδη πραγματοποιήσει τὴν «παγκοσμιοποίησιν» μέσα μου ἀλλὰ ἐν τῷ Χριστῷ. Πράγματι ἐὰν ἐδῶ καὶ
δυὸ χιλιάδες χρόνια μὲ ἔχουν διδάξει ὅτι ὁ Θεὸς «πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν» (Α’ Τιμ. β’4),
ἀσφαλῶς καὶ δὲν περίμενα τὴν Στοὰ νὰ ἔλθῃ νὰ μοῦ τὸ διδάξῃ τὸν εἰκοστὸ
αἰώνα! Καὶ ἐὰν ἕνεκα τῆς ῥαθυμίας μου ἢ
τῆς κακῆς μου προαιρέσεως δὲν κατόρθωσα νὰ πραγματοποιήσω στὴν ζωή μου τὴν «εὐδοκίαν» τοῦ Θεοῦ ἡ ὁποία συνίσταται
εἰς τὸ «ἀνακεφαλαιώσασθαι τὰ πάντα ἐν τῷ
Χριστῷ, τὰ ἐπὶ τοῖς οὐρανοῖς καὶ τὰ ἐπὶ τῆς γῆς» (Ἐφεσ. α’ 10), τί
παραπάνω μποροῦν νὰ μοῦ μάθουν καὶ νὰ μοῦ δώσουν οἱ Μασῶνοι, καὶ ποιὰν δῆθεν
αὐθεντικὴν καὶ ἀπελευθερωτικὴν «παγκοσμιοποίησιν»
μποροῦν νὰ μοῦ προσφέρουν;
Ἐὰν εἶμαι πραγματικὰ Ὀρθόδοξος Χριστιανός,
τότε ὁ Χριστὸς «ἔχει μορφωθεῖ ἐν ἐμοὶ»
(Γαλ. δ’ 19) ὅποτε αὐτομάτως ἀγαπῶ ὄχι μόνον ὅλους τους ἀνθρώπους ἄσπρους, μαύρους,
κίτρινους καὶ ἐρυθρόδερμους, ἀλλὰ ὅπως λέει ὁ Ἀββᾶς Ἰσαὰκ ὁ Σύρος, ἀπὸ τὴν
Νινευὴ ἡ καρδιά μου αἰσθάνεται ἔλεος καὶ γιὰ τὰ ὄρνια καὶ γιὰ τὰ φίδια ἀκόμη
καὶ γιὰ τοὺς ἴδιους τους δαίμονες : «καρδία ἐλεήμων … ὑπὲρ πάσης της κτίσεως,
ὑπὲρ τῶν ἀνθρώπων, καὶ τῶν ὀρνέων, καὶ τῶν ζώων, καὶ τῶν δαιμόνων, καὶ ὑπὲρ
παντὸς κτί-σματος. … οὐ δύναται βαστάξαι ἢ ἀκοῦσαι ἢ ἰδεῖν βλάβην τινὰ ἢ λύπην
μικρὰν ἐν τῇ κτί-σει γινομένην. Καὶ διὰ τοῦτο καὶ ὑπὲρ τῶν ἀλόγων, καὶ ὑπὲρ τῶν
ἐχθρῶν τῆς ἀληθείας, καὶ ὑπὲρ τῶν βλαπτόντων αὐτὸν ἐν πάσῃ ὥρα εὐχὴν μετὰ
δακρύων προσφέρει, τοῦ φυλαχθῆναι αὐτούς, καὶ ἰλασθῆναι αὐτοῖς ὁμοίως καὶ ὑπὲρ
τῆς φύσεως τῶν ἑρπετῶν ἐκ τῆς πολλῆς αὐτοῦ ἐλεημοσύνης, τῆς κινουμένης ἐν τῇ
καρδίᾳ αὐτοῦ ἀμέτρως καθ’ ὁμοιότητα Θεοῦ».
Ἐὰν εἶμαι πραγματικὰ Ὀρθόδοξος Χριστιανός,
τότε τὸ βίωμά μου καὶ ἡ κοινωνία μου μὲ τὸν Θεὸν εἶναι τέτοια, ποὺ ὁ ἄνθρωπος
ποὺ μὲ βλέπει, βλέπει στὸ πρόσωπόν μου τὸν ἴδιον τὸν Θεόν, ὅπως συνέβη μὲ τὸν
θεόπτη Μωϋσῆ ὅπου ἡ παρουσία τοῦ Θεοῦ ἦταν τόσο αἰσθητὴ ὥστε ἔπρεπε νὰ τοῦ
σκεπάσουν τὸ πρόσωπον μὲ ἕνα κάλυμμα (Β’
Κορ. γ’ 13). Αὐτὸ χρειάζεται ἀπὸ ἐμένα ὁ Μουσουλμάνος, ὁ
Βουδδιστής, ὁ ἄθεος, ὁ ἁμαρτωλός, ὁ ἄῤῥωστος, ὁ ταλαιπωρημένος. Καὶ ἐὰν δὲν
μπορῶ νὰ τοῦ προσφέρω αὐτό, δὲν χρησιμεύει σὲ τίποτε νὰ κάθωμαι μαζί του καὶ νὰ
μουρμουράω μαζί του διάφορα ἀλληλούϊα καὶ πατριλούϊα! Καὶ ἐὰν δὲν κατορθώσω
αὐτὸ ποὺ θεωρητικὰ τὸ γνωρίζω τόσο καλὰ νὰ τὸ ὑλοποιήσω καὶ νὰ τὸ πραγματοποιήσω
στὴν ζωή μου, ἡ «Στοὰ τῆς Μεγάλης
Ἀνατολῆς» δὲν εἶναι ἱκανὴ νὰ μοῦ προσφέρῃ τίποτε.
Γι’ αὐτὸ καὶ οἱ Πατέρες τῆς Ὀρθόδοξης
Ἐκκλησίας διδάσκουν ὅτι τὸ μεγαλύτερο δῶρον καὶ ἡ μεγαλύτερη προσφορὰ ποὺ
μποροῦμε νὰ κάνουμε στὴν ἀνθρωπότητα ποὺ τόσο ὑποφέρει εἶναι ἡ δική μας
προσωπικὴ μετάνοια καὶ σωτηρία. Διαφορετικὰ ὁ Χριστὸς θὰ μᾶς πῇ : «ἰατρὲ θεράπευσον σεαυτὸν» (Λουκ. δ’ 23) ἢ
ὅπως ἔλεγαν οἱ Ἀρχαῖοι μας πρόγονοι, ὅπως π.χ. ὁ Εὐριπίδης : «Μὴ γίνου ἄλλων ἰατρός, αὐτὸς ἔλκεσιν βρύων».
Οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ κατὰ τὴν Ἀποστολικήν
τους Παράδοσιν ὀφείλουν νὰ κάμουν ἀδιακρίτως «δεήσεις, προσευχάς, ἐντεύξεις, εὐχαρίστιας, ὑπὲρ πάντων ἀνθρώ-πων» (Α’ Τιμ. β’ 1), ἀλλὰ δὲν συμπροσεύχονται «μετὰ
πάντων ἀνθρώπων». Ὅσοι ἀπὸ ἐσᾶς ἐκκλησιάζεσθε θὰ παρατηρήσατε ὅτι ἡ Ἐκκλησία
δὲν προσεύχεται οὔτε μετὰ τῶν Κατηχουμένων ἀκόμη καίτοι προσεύχεται ὑπὲρ αὐτῶν.
Ἔτσι θὰ ἀκούσατε τοὺς διακόνους καὶ ἱερεῖς νὰ ἀναφωνοῦν : «Εὔξασθε οἱ Κατηχούμενοι τῷ Κυρίῳ! Οἱ Πιστοὶ ὑπὲρ τῶν Κατηχουμένων
δεηθῶμεν! Ἵνα ὁ Κύριος αὐτοὺς ἐλεήσῃ … ἑνώσῃ αὐτοὺς τῇ Ἁγίᾳ αὐτοῦ Καθολικῇ καὶ
Ἀποστολικῇ Ἐκκλησίᾳ … ἵνα καὶ αὐτοὶ σὺν ἡμῖν δοξάζωσι τὸ παντιμον καὶ
μεγαλοπρεπὲς ὄνομά σου»!
Πρῶτα ἑνώνονται μὲ τὴν Καθολικὴν Ἐκκλησίαν
καὶ ὕστερα προσεύχονται «σὺν ἡμῖν»!
Καὶ ποιὰ εἶναι αὐτὴ ἡ Καθολικὴ Ἐκκλησία; Εἶναι τὸ μυστικὸν Σῶμα τοῦ Σωτῆρος
Χριστοῦ ποὺ συνίσταται ἀπὸ Ἀγγέλους καὶ ἀνθρώπους ὅλων τῶν ἐποχῶν, ὅπως
ψάλλουμε : «Σὲ τὸν ἀῤῥήτως ἐνώσαντα τοῖς
ἐπουρανίοις, Χριστέ, τὰ ἐπίγεια καὶ μίαν Ἐκκλησίαν ἀποτελέσαντα ἀγγέλων καὶ
ἀνθρώπων, ἀκαταπαύστως μεγαλύνομεν» (Ἀσωμάτων
8 Νοεμβρίου θ’ Ὠδή).
Ἡ Ἐκκλησία δὲν γνωρίζει τοπικὰ ἢ χρονικὰ ὅρια
καὶ σύνορα. Ἀρχίζει ἀπὸ τὸν Παράδεισον καὶ καταλήγει στὸν Παράδεισον, δὲν
γνωρίζει παρελθόν, παρὸν καὶ μέλλον ἀλλὰ ἀποτελεῖ ἕνα αἰώνιον παρόν : «Τί δὲ ἐστιν «ἓν σῶμα»; Οἱ πανταχοῦ τῆς
οἰκουμένης πιστοὶ καὶ ὄντες καὶ γενόμενοι καὶ ἐσόμενοι. Πάλιν καὶ οἱ πρὸ τῆς
τοῦ Χριστοῦ παρουσίας εὐηρεστηκότες, ἓν σῶμα εἰσι. Πῶς; Ὅτι κακεῖνοι τὸν
Χριστὸν ἤδεσαν» (Χρυσοστόμου - PG 62:75).
Ἡ συμπροσευχὴ λοιπὸν εἶναι ἡ ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ
κοινωνία τῆς πίστεως ὅπου ἅπαντα τὰ μέλη αὐτῆς τυγχάνουν «κατηρτισμένα ἐν τῷ αὐτῷ νοὶ καὶ ἐν τῇ αὐτῇ γνώμῃ» (Α’ Κορ. α’ 10). Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ ἱερεὺς ἀναφωνεῖ : «Καὶ
δὸς ἡμῖν ἐν ἑνὶ στόματι καὶ μιᾷ καρδία δοξάζειν καὶ ἀνυμνεῖν τὸ πάντιμον καὶ
μεγαλοπρεπὲς ὄνομά Σου»! Εἶναι λοι-πὸν ἡ συμπροσευχὴ ταυτόχρονα κοινωνία
καὶ ὁμολογία πίστεως. Συμπροσευχόμενοι ὁμολογοῦμε ὅτι ὅλοι μας πιστεύουμε τὰ
ἴδια πράγματα.
Σύμφωνα ὅμως μὲ τὴν μασωνικὴν συμπροσευχὴν
ὅλα αὐτὰ δὲν ἔχουν καμμιὰ σημασία. Ἀρκεῖ νὰ εἴμαστε μαζὶ καὶ νὰ χρησιμοποιοῦμε
ὡραῖα μελίῤῥυτα καὶ συναισθηματικά λόγια, τὰ ὁποῖα ἠχοῦν εὐχάριστα στ’αὐτιὰ τοῦ
διπλανοῦ μας χωρὶς νὰ τὸν ἐνοχλοῦν, νὰ τὸν προσβάλλουν ἤ νὰ τὸν ἐρεθίζουν. Τώρα
ἐγὼ μπορεῖ νὰ πιστεύω ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ προαιώνιος Θεὸς ποὺ προσέλαβε
σάρκα, ἐσὺ νὰ πιστεύῃς ὅτι εἶναι τὸ πρῶτο κτίσμα τοῦ Θεοῦ, ἕνας τρίτος ὅτι ἁπλᾶ
ἦταν ἕνας καλὸς ἄνθρωπος ποὺ σὲ κάποια στιγμὴ ἐθεώθηκε, ἕνας ἄλλος ὅτι ἀπεῤῥόφησε
τὴν ἀνθρώπινη φύσι του καὶ παρέμεινε μόνον ἡ θεία κ.ο.κ. ἀλλὰ ὅλα αὐτὰ ὁμως δὲν
ἔχουν καμμία σημασία. Ἡ συμπροσευχή εἶναι αὐτοσκοπός.
Ὕστερα π.χ. γιὰ μᾶς τοὺς Ὀρθοδόξους ἡ Παναγία
εἶναι ἡ Θεοτόκος, «τιμιωτέρα τῶν Χερουβὶμ
καὶ πλατυτέρα τῶν οὐρανῶν». Ὅπως πολὺ ὀρθὰ παρατηρεῖ ὁ Μητροπολίτης
Σεβαστιανός, ἡ Θεομητορική μας θεολογία εἶναι ἁπλᾶ μία ἄλλη ὄψις τῆς ἑνιαίας
καὶ μοναδικῆς μας Χριστολογίας, καὶ δὲν ἔχει τίποτε τὸ κοινὸ μὲ τὴν παπικὴ «Μαριολατρεία». Φυσικὸ εἶναι νὰ ἔχῃ στὴν
προσευχή μας καὶ τὴν θέσι ποὺ τῆς ἀναλογεῖ ἐν τῇ κοινωνίᾳ «τῶν ἁγίων καὶ οἰκείων τοῦ Θεοῦ» (Ἐφεσ.
β’19). Γιὰ πολλοὺς ἄλλους ὅμως πρόκειται ἁπλᾶ γιὰ
τὴν … «Μαρία»! Θυμᾶμαι δὲ μιὰ
μακαρίτισσα Πεντηκοστιανὴ φίλη μου στὴν Γενεύη ποὺ μοῦ εἶπε μία μέρα : «Καὶ τί ἔχει ἡ Μαρία περισσότερο ἀπὸ μένα»;
Καϋμενούλα! Τί νὰ τῆς πρωτοεξηγήσης! Χαῖρε βάθος ἀμέτρητον! Ἔτσι γύρισα καὶ τῆς
εἶπα : «Τίποτα! Μία ἁπλῆ καὶ ἀσήμαντη λεπτομέρεια! Ἁπλᾶ
χώρεσε μέσα της αὐτὸν ποὺ δὲν μποροῦν νὰ χωρέσουν οἱ οὐρανοί»!
Ἔλα ὅμως τώρα ποὺ ἐμεῖς θέλουμε νὰ
συμπροσευχηθοῦμε γιὰ νὰ ἀδελφοποιηθοῦμε μὲ τοὺς φίλους μας τοῦ Καλβινιστές, τοὺς
Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ καὶ τοὺς ὑπόλοιπους, ὅπως μᾶς ζητοῦν οἱ φίλοι μας οἱ
Μασῶνοι, καὶ πρέπει νὰ τοὺς εἴμαστε
εὐχάριστοι καὶ φιλόφρονες καὶ ὄχι φανατικοί, ἤ ὀπισθοδρομικοί, προσκεκολλημένοι
στὸ παρελθὸν καὶ νὰ φοροῦμε παρωπίδες! Ἔλα ὅμως ποὺ ἡ εὐλογημένη ἡ … «Μαρία» μᾶς τὰ χαλάει καὶ γίνεται
ἐνοχλητικὴ μὲ τὴν παρουσία της. Γιὰ νὰ λύσουμε λοιπὸν τὸ πρόβλημα καλύτερα νὰ
μὴν τὴν καλέσουμε στὴν ὁμήγυρι, ἀπόψε! Ἔτσι θὰ μπορέσουμε νὰ δείξουμε τὴν ἀγάπη
μας, καὶ νὰ φανοῦμε καλοί, εὐγενεῖς, κοινωνικοί! Μπράβο! Μᾶς λέει ἡ Στοά!
Κάνατε προόδους καὶ νὰ ξέρετε κάτι : «Περισσότερα
εἶναι αὐτὰ ποὺ μᾶς ἑνώνουν, ἀπὸ ἐκεῖνα ποὺ μᾶς χωρίζουν»! Τὸ πᾶν εἶναι νὰ
ξέρῃς νὰ μιλᾶς ὡραία, καὶ νὰ λὲς πράγματα ἐντυπωσιακὰ ποὺ κτυποῦν ὡραῖα στ’
αὐτὶ καὶ ποὺ … δὲν λένε τίποτε!
Ὑπάρχουν διάφορες στοὲς μὲ τελείως
διαφορετικὰ πιστεύω. Ἄλλες πιστεύουν στὴν ὕπαρξι ἑνὸς Δημιουργοῦ Θεοῦ τὸν
ὁποῖον ὀνομάζουν : Μ.Α.Τ.Σ. (Μέγα Ἀρχιτέκτονα τοῦ Σύμπαντος), ἄλλες ὅμως εἶναι Ὀρθολογιστικές,
Ἀγνωστικιστικὲς ἢ Ἄθεες. Ὅλες ὅμως ἀλληλοαναγνωρίζονται διὰ τῆς ἀρχῆς τοῦ «συγκρητισμοῦ» ποὺ προαναφέραμε, καὶ
εἶναι τὸ ἰδανικὸ ποὺ θέλουν νὰ ἐπιβάλλουν καὶ στὶς διάφορες θρησκεῖες καὶ
πολιτισμούς. Δὲν ὑπάρχει καμιὰ ἀποκεκαλυμμένη Ἀλήθεια ἀλλὰ σὲ ὅλα τὰ συστήματα,
κατέχει τὸ καθένα ἕνα μέρος τῆς Ἀληθείας. Φθάνει κάποιος στὴν πραγματικὴ
Ἀλήθεια μόνον διὰ τῆς μυήσεώς του στὸν Τεκτονισμό. Χρησιμοποιοῦν ἀδιακρίτως στὰ
τυπικὰ τους χριστιανικές, ἰουδαϊκὲς καὶ εἰδωλολατρικὲς ὁρολογίες στὶς ὁποῖες
ὅμως ἀποδίδουν ἐντελῶς διαφορετικὲς σημασίες.
Γιὰ νὰ πάρετε μία ἰδέα, τὸ πιὸ γνωστὸ
τεκτονικὸ δόγμα καὶ τελετουργικὸ εἶναι τὸ λεγόμενο : «Σκωτικό». Προβλέπει 33 βαθμοὺς μυήσεως, καὶ ὅταν φθάσει κανεὶς π.χ.
στὸν 17ο βαθμό, ἀν θυμᾶμαι καλά, γίνεται «Ροδοσταυρίτης»
καὶ μυεῖται στὸν Βουδδισμό. Στὸν δὲ 19ο βαθμὸ γίνεται κανεὶς «ἱερεὺς κατὰ τὴν τάξιν Μελχισεδέκ»!!!
Ὅπως ἔλεγε καὶ ἡ συγχωρημένη ἡ γιαγιά μου γιὰ νὰ περιγράψη χαρακτηριστικότατα
μίαν ἀσυναρτησία : «Ἀπὸ τὴν Πόλη ἔρχομαι
καὶ στὴν κορφὴ κἄν ἔλα»!
Τὸ «Αἰγυπτιακὸ
δόγμα» προβλέπει 90 μὲ 99 βαθμοὺς μυήσεως. Οἱ στοὲς δὲ μὲ σατανιστικὲς
τάσεις ποὺ προσκυνοῦν τὸ ἀρχαῖο εἰδωλολατρικὸ κερασφόρο τραγόφορμο εἴδωλο «Μπαφομὲ» (Baphomet), ἢ «τράγο τῆς Μένδης» τὸ τελετουργικό τους
προβλέπει 365 βαθμοὺς μυήσεως, ἀλλὰ ὁ 365ος βαθμὸς εἶναι προορισμένος μόνον γιὰ
τὸν ἴδιο τὸν Σατανᾶ!!! Ἐμ πῶς; Ἔξω θὰ τὸν ἀφήσουμε;
Τὸ 1920 λοιπόν, οἱ «Ποιμένες» μας, τοῦ «33ου
βαθμοῦ», ἄρχισαν τὸ περιμάντρωμα τῶν Ὀρθοδόξων στὴν στρούγκα τοῦ
Οἰκουμενισμοῦ ὁ ὁποῖος εἶναι προθάλαμος τῆς Πανθρησκείας. Ἡ Πανθρησκεία εἶναι
μία παγκόσμια συγκρητιστικὴ δοξασία μέ τους … «θεολόγους» της (ναὶ καλὰ διαβάσατε) ποὺ προτείνουν παντὸς εἴδους
συνονθυλεύματα μεταξὺ τῶν διαφόρων δοξασιῶν τοῦ πλανήτη καὶ καταρτίζουν
διαφόρου εἴδους «τυπικὰ» μὲ σκοπὸ τὴν
ἀμβλυωπία ὡς πρὸς τὴν ἀναγνώρισιν μιᾶς κάποιας καθολικῆς «παραδοθείσης» (Ἰούδα 3) πίστεως καὶ ἀληθείας καὶ ἡ συναισθηματικὴ καὶ
ἀνυπροϋπόθετος προσήλωσι τῶν μαζῶν στοὺς διάφορους κατὰ καιροὺς πνευματικούς
τους ἡγέτες καὶ γκουρού.
Τὸ πρῶτο κενοφανὲς δόγμα ποὺ προσεπάθησαν
τεχνιέντως νὰ μᾶς ἐπιβάλλουν, εἶναι ὅτι δὲν ὑπάρχει «Μία, Ἁγία Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία» ὁρατὴ καὶ συ-γκεκριμμένη
«ἐποικοδομηθεῖσα ἐπὶ τῷ θεμελίῳ τῶν
Ἀποστόλων καὶ τῶν Προφητῶν, ὄντος ἀκρογωνιαίου αὐτοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Ἐφεσ. β’ 20) ἡ
ὁποία εἶναι «στύλος καὶ ἑδραί-ωμα τῆς
Ἀληθείας» (Α’ Τιμ. γ’ 15) καὶ ἡ ὁποία ὡς οἱ Ἀπόστολοι «παρεδώκασιν
τὰς παρα-δόσεις κατέχει» (Α’ Κορ. ια’ 2) καὶ «εἰ
τὶς ἑτεροδιδασκαλεῖ» εἶναι «ἀπεστερημένος
τῆς Ἀληθείας» (Α’ Τιμ. ς’ 3-5) καὶ ἂν ἀλλοιώνῃ τὸ Εὐαγγέλιο τίθεται ἀμέσως
ὑπὸ τὸ «ἀνάθε-μα» ἀκόμη καὶ ἐὰν εἶναι
«ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ» (Γαλ. α’ 8,9)!
Τουναντίον ὅλες οἱ ἀποκλί-σεις καὶ αἱρέσεις, Μονοφυσίτες, Νεστοριανοί, Παπικοί,
Ἀγγλικανοί, Λουθηρανοί, Καλ-βινιστὲς καὶ δὲν ξέρω πόσες ἄλλες ἑκατοντάδες
ὁμολογιῶν εἶναι ὅλες «συγκληρονόμοι τῆς
Χάριτος» καὶ οἱ ἐξ αὐτῶν ἀποτελοῦν τὴν «Ἀόρατον
Ἐκκλησίαν» τοῦ Χριστοῦ!
Παρεμφερὴς τῆς θεωρίας τῆς «Ἀοράτου Ἐκκλησίας» εἶναι καὶ ἡ θεωρία
τῶν «Κλάδων» ἢ «Ἐκκλησιαστικῶν ἀναδενδράδων» ὅπου ὅπως οἱ μεγάλοι κλῶνοι καὶ οἱ
μικροὶ κλάδοι σχηματίζουν τὸ ἴδιο δέντρο ἔτσι καὶ οἱ παληὲς μεγάλες ὁμολογίες
μαζὶ μὲ τὶς νεώτερες καὶ πιὸ μικρές, ἀποτελοῦν μιὰν Ἐκκλησία μέσα στὴν ὁποία ὁ
καθένας πιστεύει καὶ ὁμολογεῖ ὅτι τοῦ κατέβει. Ἔτσι στὴν Ἑλλάδα ἔχουμε π.χ.
ἑπτὰ παραφυά-δες τῶν λεγομένων «Πεντηκοστιανῶν»
ὅπου ἄλλοι παραδέχονται τον Τριαδικὸν Θεὸν καὶ ἄλλοι ὄχι, ἄλλοι χορηγοῦν
διαζύγιο μετὰ τὸν γάμο καὶ ἄλλοι ὄχι κ.ο.κ.
Ἔτσι λοιπὸν τὸ 1920 ἐψηφίσθη μία σειρὰ μέτρων
«καλῆς θελήσεως» καὶ διαδικασιῶν
προσεγγίσεως καὶ ἀποδοχῆς ὅλων αὐτῶν τῶν ὁμολογιῶν τῆς Δύσεως ἐκ μέρους τῆς
Ὀρθοδοξίας. Καὶ τὸ πιὸ συγκεκριμμένο μέτρο εἶναι ἡ προσαρμογὴ τοῦ Ὀρθοδόξου
Ἑορτολογίου στὸ δυτικὸ παπικὸ ἡμερολόγιο, διότι δὲν νοεῖται οἱ μὲν νὰ ἑορτάζουν
Χριστούγεννα στὶς 25 Δεκεμβρίου καὶ οἱ δὲ στὶς 7 Ἰανουαρίου ὅπως σήμερα οἱ
φίλοι μας οἱ Ῥῶσσοι καὶ οἱ ἄλλοι προαναφερθέντες. Καὶ αὐτὸ βέβαια ἐν ἀναμονῇ
τῆς κοινῆς ἀποδοχῆς μιᾶς νέας ἐπίσης ἡμερομηνίας γιὰ τὸν ταυτόχρονο ἑορτασμὸ
τοῦ Πάσχα καὶ ἑνὸς νέου ὑπολογισμοῦ καὶ προσδιορισμοῦ τοῦ ἑβδομαδιαίου
κύκλου!!!
Ἡ Ἐκκλησία υἱοθέτησε τὸ ὑπάρχον ἡμερολόγιο
τοῦ Σωσιγένους ποὺ εἶχε υἱοθε-τήσει ὁ Ἰούλιος Καῖσαρ καὶ ὡς ἐκ τούτου
ὀνομαζόταν «Ἰουλιανὸ» καὶ πάνω σὲ
αὐτὸ κατάρτισε τὸν ἐνιαύσιο λειτουργικό της κύκλο τῶν κινητῶν καὶ ἀκινήτων
ἑορτῶν της, γιὰ νὰ λατρεύωμεν τὸν Θεὸν ὄχι μόνον «ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ» (Ἰωάν.
δ’ 23) ἀλλὰ ἐπίσης ὅπως τὰ «πάντα εὐσχημόνως καὶ κατὰ τάξιν γινέσθω» (Α’ Κορ. ιδ’ 40), γιὰ ὅσο διάστημα ἡ Ἐκκλησία βρίσκεται ἐπὶ τῆς γῆς αὐτῆς ἐν ἀναμονῇ τῆς
Ἁγίας καὶ ἐνδόξου Δευτέρας τοῦ Χριστοῦ Παρουσίας.
Κατὰ
καιροὺς διάφοροι λόγιοι ἐπεσήμαιναν τὶς ἀστρονομικὲς ἀτέλειες τοῦ «Ἰουλιανοῦ» ἡμερολογίου καὶ εἰσηγήθησαν
στὴν Ἐκκλησία τὴν διόρθωσίν του. Ἡ Ἐκκλησία ὅμως δὲν ἔδωσε σημασία καὶ δὲν τὸ
θεώρησε ἀπαραίτητο διότι κατὰ τοὺς Πατέρας «οὐκ
οἶδεν ἀκρίβειαν χρόνου». Ὁ χρόνος εἶναι κάτι τὸ πρόσκαιρον πεφυλαγμένος διὰ
τὴν τοῦ «Θεοῦ ἡμέραν, δι΄ ἥν οὐρανοὶ
πυρούμενοι λυθήσονται καὶ στοιχεῖα καυσούμενα τήκεται, καινοὺς δὲ οὐρανοὺς καὶ
γῆν καινὴν κατὰ τὸ ἐπάγγελμα αὐτοῦ προσδοκῶμεν, ἐν οἷς δικαιοσύνη κατοικεῖ (Β’ Πέτ. γ’ 12,13).
Ὁ «ἀλάνθαστος» πάπας Ἰωάννης ΚΓ’ ἕνας ἐκ τῶν Μασώνων Παπῶν ὁ ὁποῖος ἀκύρωσε τὶς Βοῦλλες ὀκτὼ «ἀλανθά-στων» προκατόχων του οἱ ὁποῖοι εἶχαν καταδικάσει τον Τεκτονισμό. Πρωτεργάτης τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. |
Ἀντὶ λοιπὸν γιὰ τὴν ἀκρίβεια τοῦ προσκαίρου
τούτου χρόνου ποὺ φεύγει καὶ δὲν γυρίζει, εἴτε ὀρθῶς μετρᾶται εἴτε λανθασμένως,
τὰ μάτια τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἐστραμένα πρὸς τὸν χρόνον ποὺ εἶναι μπροστά μας,
τὸν χρόνον τῆς «προσδοκίας» της καὶ
τῆς «ἀποκαραδοκίας τῆς κτίσεως τῆς τὴν
ἀποκάλυψιν τῶν υἱῶν τοῦ Θεοῦ ἀπεκδεχομένης» (Ρωμ. η’ 19). Καὶ σκοπὸς τῆς Ἐκκλησίας εἶναι νὰ
διαπαιδαγωγῇ τοὺς ἀνθρώπους ὥστε «ἐξαγοραζόμενοι
τὸν καιρὸν» (Κολ. δ’ 5) νὰ ἐτοιμάζωνται διὰ τὴν Δευτέραν
τοῦ Χριστοῦ Παρουσίαν, ὥστε νὰ μὴν τοὺς εὔρῃ «ἡ ἡμέρα Κυρίου ὡς κλέπτης ἐν νυκτὶ» (Β’ Πέτ. γ’ 10).
Τὸν 16ον αἰώνα ὁ πάπας Γρηγόριος ΙΓ’, αὐτὸς
ποὺ ἐπανηγύρισε γιὰ τὴν σφαγὴ Διαμαρτυρομένων Οὐγενότων, τῆς νύχτας τοῦ Ἁγίου
Βαρθολομαίου στὸ Παρίσι, ψέλνοντας δοξολογίες καὶ κόβοντας νομίσματα, προέβη
ἐπίσης καὶ στὴν διόρθωσι τοῦ ἡμερολογίου μὲ βάσι τὰ ἀστρονομικὰ δεδομένα τῆς
ἐποχῆς του. Ἔτσι προέκυψε τὸ λεγόμενο «Γρηγοριανὸ
Ἡμερολόγιο» τὸ ὁποῖο σήμερα παρουσιάζει μία διαφορὰ 13 ἡμερῶν μὲ τὸ «Ἰουλιανό». Τὰ προτεσταντικὰ κράτη τὸ
ἀποδέχθηκαν μὲ μεγάλη καθυστέρησι, καὶ ὁ πάπας θέλησε νὰ τὸ ἐπιβάλλῃ καὶ στὴν
Ὀρθόδοξη Ἀνατολή.
Ἡ Ὀρθοδοξία ὅμως ποὺ ἤδη εἶχε ἀποῤῥίψει τὴν
μεταῤῥύθμισι ἐν συνέχειᾳ τῶν εἰσηγήσεων τῶν δικῶν τῆς λογίων καὶ ἐπιστημόνων,
γιὰ τοὺς λόγους ποὺ προαναφέραμε, ἀσφαλῶς καὶ δὲν ἦταν διατεθιμένη νὰ τὸ κάνῃ
κάτω ἀπὸ τὴν ἐπιῤῥοὴ τοῦ πάπα, ποὺ πρὶν ἀπ’ ὅλα ζητοῦσε μὲ κάθε μέσον νὰ
ἐξυπηρετήσῃ δικά του κοσμοκρατορικὰ σχέδια. Ὄχι μόνον δὲ αὐτὸ ἀλλὰ συγκαλέσασα
τρεῖς Πανορθοδόξους Συνόδους στὴν Κωνσταντινούπολι τὸ 1583, 1587 καὶ 1593 κατεδίκασε
καὶ ἀναθεμάτισε τὴν ἐορτολογικὴ αὐτὴ μεταῤῥύθμισι.
Ἡ μασωνοκατευθυνόμενη ὅμως ἱεραρχία τοῦ 1920,
τὰ ἀγνόησε ὅλα αὐτὰ καὶ δρομολόγησε διαδικασίες γιὰ τὴν ἀλλαγὴ τοῦ Ὀρθοδόξου
ἑορτολογίου, τὸ ὁποῖον γιὰ μετριασμὸ τῶν ἐντυπώσεων μεταξὺ τῶν ἁπλουστέρων δὲν
τὸ ἀπεκάλεσε «Γρηγοριανὸ» ἢ «Παπικὸ» ἀλλὰ «Διορθωμένο Ἰουλιανό». Βέβαια αὐτὸ ἦταν μία παραπλανητικὴ σοφιστεία,
διότι καὶ τὸ «Γρηγοριανὸ» ἢ «Παπικὸ» δὲν ἦταν καὶ αὐτὸ τίποτε
περισσότερο ἢ λιγότερο ἀπὸ ἕνα ἐπίσης … «Διορθωμένο
Ἰουλιανό»! Ἔτσι κατόρθωσε ἡ ἱεραρχία
νὰ ἐπιτύχῃ τὸν συνεορτασμὸ τῶν Ὀρθοδόξων μετὰ τῶν Ἑτεροδόξων της Δύσεως, καὶ νὰ
ἐγκλωβίσῃ τὸ Ποίμνιον μέσα στὸν κλοιὸ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ ἐν συνέχειᾳ τοῦ
Πανθρησκειασμοῦ.
Μὲ τὴν συνδρομὴ τῶν πολιτικῶν ἀρχῶν οἱ ὁποῖες
ἐξυπηρετοῦντο ἀπὸ μία τέτοια πρωτοβουλία, ἡ ἀλλαγὴ ἔγινε ἐπισήμως τὸν Μάρτιο
τοῦ 1924, ἀλλὰ κυρίως μεταξὺ τῶν Ἑλληνοφώνων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, ἐνῷ οἱ
Σλαυικὲς Ἐκκλησίες ποὺ εἶχαν τότε νὰ ἀντιμετωπίσουν καὶ τὸ θέμα τοῦ
Κομμουνισμοῦ ἔμειναν στὸ περιθώριο. Ἔτσι ἐδιχάσθη ἡ Ὀρθοδοξία καὶ προεκλήθη
σχίσμα μέσα στοὺς κόλπους τῆς Ὀρθοδοξίας.
Νὰ λοιπὸν γιατί οἱ ὁμόδοξοί μας οἱ Ῥῶσσοι
γιορτάζουν σήμερα Χριστούγεννα ἀκολουθώντας τὸ καλούμενο πλέον «Παλαιὸν ἡμερολόγιον», καὶ ὄχι σύμφωνα μὲ
τὸ πολιτικὸ ἡμερολόγιο τῆς Δύσεως πού ἀπεδέχθη λειτουργικώς ἡ καινοτομήσασα
Ἑλληνική Ἐκκλησία. Σᾶς κούρασα μὲ τὴν ἀκατάσχετη φλυαρία μου, ἀλλὰ ὅσοι εἴχατε
τὴν ὑπομονὴ νὰ τὴν διαβάσετε, ἐλπίζω κάτι νὰ μάθατε!
(....)
(....)
Ἐν τῷ μεταξὺ ἐὰν ἔχετε θρησκευτικὲς ἀπορίες,
μπορεῖτε νὰ γράψετε στὸν Μητροπολίτη Σεβαστιανό, καὶ εἶμαι σίγουρος ὅτι κάποιος
θὰ βρεθῇ νὰ σᾶς ἀπαντήσῃ.
Ἡ διεύθυνσίς του εἶναι ἡ ἑξῆς :
Πανιερ.
Μητροπολίτην
Κιτίου Γ.Ο.Χ. Κύπρου
κ. κ.
Σεβαστιανὸν
Ἱερὸν
Ἡσυχαστήριον
Ζωοδόχου
Πηγῆς
CY 7501
Ἀβδελλερὸ – Λάρνακα
Ἐὰν τὸ κάνετε μὴν ξεχάσετε ἐπίσης νὰ τοῦ
ζητήσετε νὰ σᾶς στείλη τὸ βιβλίο ποὺ ἐξέδωσε περὶ Παπισμοῦ, ἐπ’ εὐκαιρίᾳ τῆς
ἐπισκέψεως τοῦ πάπα Βενεδίκτου στὴν Κύπρο τὸ 2010. Εἶναι πολὺ ἐνδιαφέρον διότι
ὑπάρχει μεγάλη σύγχυσις καὶ πολλοὶ θεωροῦν τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὅτι εἶναι μία
παραλλαγὴ τοῦ Παπισμοῦ. Στὴν πραγματικότητα δὲν ὑπάρχει καμμία σχέσι ἀνάμεσα
στὰ δύο. Ὀρθοδοξία καὶ Παπισμὸς δὲν εἶναι δύο ἔννοιες ἀλληλοσυμπληρούμενες,
ἀλλὰ δύο ἔννοιες ἀλληλοαναιρούμενες. Ἐὰν τοῦ τὸ ζητήσετε ὁπωσδήποτε θὰ σᾶς τὸ
στείλη δωρεάν, καὶ ἀξίζει τὸν κόπο νὰ τὸ διαβάσετε.
Ἡ σύγχυσις ἔγκειται ἐπίσης στὸ ὅτι μὲ τοὺς
Ρωμαιοκαθολικοὺς μοιραζόμαστε ἕνα κοινὸ λεξιλόγιο ἕνεκα τῆς κοινῆς μας
καταγωγῆς καὶ συμπόρευσης ἐπὶ αἰῶνες, καὶ τὸ ὁποῖο δὲν μοιραζόμαστε μὲ τοὺς
Διαμαρτυρομένους οἱ ὁποῖοι ἀπὸ τοῦ 16ου αἰῶνος κι’ ἐντεῦθεν ἀποτελοῦν μιὰν
ἄλλην νέαν ἐκκλησιολογία.
Ἔτσι π.χ. ἐξ’ ἴσου Ὀρθόδοξοι καὶ Παπικοὶ
χρησιμοποιοῦμε ὅρους ὅπως «Παναγία»,
«Ἱερωσύνη», «Μυστήρια» κλπ, τοὺς ὁποίους δὲν χρησιμοποιοῦν οἱ Διαμαρτυρόμε-νοι.
Ἀπὸ τότε ὅμως ποὺ ἡ παπικὴ ἐκκλησία ξέφυγε ἀπὸ τὴν κοινὴ γραμμὴ τοῦ «πᾶν ὅτι πάντοτε, παντοῦ καὶ ὑπὸ πάντων
ἐπιστεύθη» καὶ χάραξε δική της πορεία, νέα ἐκκλησιολογία καὶ ἄλλον τρόπον
σκέψεως, αὐτόματα καὶ ἡ σημαντική τοῦ λεξιλογίου της μετεβλήθη ἐκ τῆς ἀρχικῆς
της σημασίας. Ἔτσι ἄλλο πρᾶγμα εἶναι π.χ. ἡ «Παναγία» γιὰ τοὺς Ὀρθοδόξους καὶ ἄλλο γιὰ τοὺς Παπικούς, ἄλλο
πρᾶγμα ἡ «ἱερωσύνη» σ’ ἐμᾶς καὶ ἄλλο σ’ ἐκείνους. Ἡ λέξι
εἶναι ἡ ἴδια ἀλλὰ ὑποδηλώνει διαφορετικὰ νοήματα.
Καὶ πάλιν συγγνώμην γιὰ τὴν πολυλογία,
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου