Τετάρτη 21 Σεπτεμβρίου 2022

 

Μονή Παντανάσσης Μυστρᾶ

 


 

Σήμερα, εορτή του Γενεθλίου της Υπεραγίας Θεοτόκου (της επονομαζομένης Παντανάσσης), κατά το εκκλησιαστικό εορτολόγιο, νοερά προσκυνούμε στην εορτάζουσα ιστορική Μονή Παντανάσσης Μυστρά (Λακωνίας) και υποβάλουμε τα σέβη μας στην αγαπημένη Αδελφότητά της, υπό την οσιωτάτη Γερόντισσα Αβερκία.

Όποιος δεν την έχει επισκεφθεί κυριολεκτικά "χάνει"  την εμπειρία από την ομορφιά και χάρη του τόπου και του προσκυνήματος, αλλά και την ψυχική ομορφιά και ευλογία των χαριτωμένων μοναζουσών που μεταδίδουν σε κάθε προσκυνητή και επισκέπτη.

Μέσα στον εξαίρετο αρχαιολογικό χώρο του Μυστρά η Μονή με την Αδελφότητά της αποτελεί τη μόνη διαρκή και ζωντανή μαρτυρία και συνέχεια της πνευματικής μας Παραδόσεως.


Ἀπό τήν ἡμέρα τῆς ἐκλογῆς τῆς ὁσιωτάτης Καθηγουμένης τῆς Μονῆς Παντανάσσης Μυστρᾶ. Διακρίνονται κατά σειρά (ἐξ ἀριστερῶν) ὁ Παν/τος π. Εὐστάθιος Τ. (Θεολόγος & Νομικός), ἡ Γερόντισσα Ἀβερκία, ὁ Πνευματικός τῆς Μονῆς Αἰδ/τος Πρωτοπρεσβύτερος π. Δημήτριος Τ., ὁ κ. Δημήτριος Κάτσουρας (Θεολόγος & Πολιτικός Ἐπιστήμων) καί καθήμενος ὁ ἀείμνηστος καί ἁγιώτατος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν κυρός Ἀνδρέας (+).

Μεγάλη μας τιμή και αξέχαστη ανάμνηση η  προ αρκετών ετών παρουσία μας εκεί, ως Γραμματέως και Θεολόγου (συνοδεύοντας, μαζί με τον τότε Παν/το Ιερομόναχο Ευστάθιο Τουρλή και τον Αιδ/το Πρωτοπρεσβύτερο π. Δημήτριο Τσαρτκατζόγλου, τον αοίδιμο και αγιώτατο Αρχιεπίσκοπο Ανδρέα), κατά τη διαδικασία εκλογής της οσιωτάτης Καθηγουμένης της Μονής Γεροντίσσης Αβερκίας.

Δ.Ι.Κ.


Παντάνασσα
Με τις μοναχές του Μυστρά

 

 «Η προσευχή δεν έχει ωράριο, η προσευχή είναι σε όλη τη διάρκεια της ημέρας, όταν ψέλνουμε, όταν κεντάμε, όταν καθαρίζουμε, όταν μαγειρεύουμε», λένε οι πέντε μοναχές της μονής Παντάνασσας, της βασίλισσας των Πάντων. Καθεμία έχει το διακόνημά της, «κι επειδή έχουμε ένα μικρό μοναστήρι, η μία βοηθά την άλλη. Τα πάντα όλα κάνουμε!». (....)

 


Φτάνοντας στους πρόποδες του Ταϋγέτου, σε ύψωμα 621 μ., από την επάνω πύλη της καστροπολιτείας, έξι χιλιόμετρα δυτικά της Σπάρτης, ξεκινούν δύο καλντερίμια. Το ένα οδηγεί στο φράγκικο κάστρο με τις οχυρώσεις που εκμεταλλεύτηκαν άριστα τη βραχώδη μορφολογία του εδάφους, και το δεύτερο κατηφορίζει στην Κάτω Πόλη μέσω της πύλης της Μονεμβασιάς. Μας αιχμαλωτίζει η θέα των απόκοσμων χαραδρών του Ταϋγέτου, που αγκαλιάζουν την ομίχλη, και του ποταμού Ευρώτα, που ρέει μέσα στους πορτοκαλεώνες.

Στην Άνω Πόλη, επισκεπτόμαστε τις εκκλησιές της Αγίας Σοφίας, του Αγίου Νικολάου, και το φιλόξενο γυναικείο Μοναστήρι της Παντάνασσας. Μέχρι και σήμερα, οι μοναχές μεταφέρουν τα ψώνια τους με γαϊδουράκι στα δύσβατα σοκάκια. «Είναι το ζωντανό 4Χ4», μας λένε. Περιπλανιόμαστε ανάμεσα στις κατοικημένες μέχρι και το 1950 οικίες των λόφων, ανακαλύπτοντας πτυχές της καθημερινότητας των κατοίκων, τη χρήση ντόπιων δομικών υλικών και επιρροές από τη δυτική αρχιτεκτονική. Κάποια σπίτια είχαν ανοιχτές καμάρες στο ισόγειο για να περνούν ανεμπόδιστα οι διαβάτες. Στην κάτω πολιτεία, η Μονή Βροντοχίου με τα δύο αναστηλωμένα καθολικά και το μουσείο με τα σπάνια ευρήματα, βρίσκεται στο συγκρότημα της μητρόπολης του Αγίου Δημητρίου. Το ανάγλυφο με τον δικέφαλο αετό στο δάπεδο του ναού προσδιορίζει το σημείο απ’ όπου ο Κωνσταντίνος ΙΑ Παλαιολόγος έλαβε το στέμμα του τελευταίου αυτοκράτορα στις 6 Ιανουαρίου 1449. Ο δικέφαλος αετός καθιερώθηκε στα χρόνια των αυτοκρατόρων της Νίκαιας (Λασκαρίδες). Έμβλημα του Βυζαντίου, συμβολίζει την εκτεινόμενη σε δυο ηπείρους επικράτειά του και τη διττή φύση της εξουσίας του – πνευματική και πολιτική. «Ο Μυστράς υπήρξε για τρεις αιώνες το άπαρτο κάστρο του Βυζαντίου. Έως και την παγκοσμιοποίηση του Δεσποτάτου, ο βυζαντινός κόσμος ήταν διχασμένος σε δύο αλληλομισούμενες ομάδες, καθεμία με τη δική της μορφή ηττοπάθειας... Η μία ομάδα αποδεχόταν τον πάπα, ελπίζοντας σε στρατιωτική βοήθεια από τη Δύση, και η άλλη προτιμούσε να υποταχθεί στον αλλόθρησκο δυνάστη από το να απεμπολήσει την ορθότητα του δόγματός της. Η σταδιακή εξέλιξη του Μυστρά σε ημιανεξάρτητη ηγεμονία ανέδειξε και μια τρίτη δύναμη: την αναδίπλωση του Ελληνισμού στην πατρογονική του εστία και την ανασυγκρότησή του από αυτοκρατορία σε έναν τύπο έθνους-κράτους». Με δυο λόγια, «ο Μυστράς είναι ο τόπος όπου γεννήθηκε η εθνική συνείδηση των Νεοελλήνων», γράφει ο Γιώργος Ξεπαπαδάκος στο λεύκωμα Μυστράς των εκδόσεων Πήγασος. Αφού περιηγηθούμε στην αξεπέραστου κάλλους και συγκίνησης καστροπολιτεία, νιώθουμε μια απρόσμενη θαλπωρή, μπροστά στις γλάστρες με τα ολάνθιστα και φροντισμένα λουλούδια. Εδώ υπάρχει ζωή, το νιώθει ο διαβάτης. Περνάμε το κατώφλι του Μοναστηριού της Παντάνασσας. «Η ζωή μας εδώ είναι πάνω απ’ όλα η ευτυχία. Είμαστε ευτυχισμένες», λένε μέσα από την καρδιά τους οι μοναχές Αγνή, Ελισάβετ και η μεγαλύτερη, η Ακακία, καθώς προσφέρουν λογής λογής γλυκίσματα, καφέ και λικέρ μαστίχας στους εκατοντάδες επισκέπτες, τους οποίους καθημερινά υποδέχονται φιλόξενα. «Και τι δεν κουβεντιάζουμε; Για τον Γκαίτε, τον Έσσε, τον Μποντλέρ. Ζούμε σε ένα χώρο που συγκινησιακά κουβαλάει πολλές μνήμες, με αίματα και δάκρυα πολλά, που αποπνέει ενέργεια καθηλωτική», μας λέει η αδερφή Αγνή. Στα είκοσί της, αναρχικό στοιχείο του Κολωνού, γνώρισε τη «διά Χριστόν σαλή» ασκήτρια Ταρσώ –μεγάλο σταθμό στη ζωή της– και έκτοτε ακολούθησε τον μοναχικό βίο. «Θυμάμαι το τραπέζι που έκανα στους δικούς μου για να τους αποχαιρετήσω», μας λέει. Τριάντα χρόνια αργότερα, αποκαλεί «μητέρα» την ηγουμένη Αβερκία, αφού «αυτή με μεγάλωσε μετά τα είκοσι», και ολοκληρώνει λέγοντάς μας: «Τον Μυστρά τον ερωτεύεσαι!».

"Ζούμε σε ένα χώρο που συγκινησιακά κουβαλάει πολλές μνήμες, με αίματα και δάκρυα πολλά, που αποπνέει ενέργεια καθηλωτική" 


Η ιστορία του μοναστηριού 

Μετά την καταστροφική επιδρομή του Ιμπραήμ, η ξακουστή καστροπολιτεία ερημώθηκε και απέμεινε με λιγοστούς κατοίκους. Mια τσοπάνισσα είδε γύρω στο 1855 την Παναγία στο όνειρό της και μετά οφθαλμοφανώς, η οποία της είπε να έρθει να ανοίξει πάλι το μοναστήρι. H ίδια έγινε μοναχή, η μοναχή Ευφημία, αφήνοντας την οικογένειά της, και με μεγάλους κόπους και θυσίες άρχισε την αποκατάσταση της ερειπωμένης εκκλησίας. Στα 1888, ήρθαν οι αδερφές Γιατράκου, εγγονές του στρατηγού Γιατράκου, οπλαρχηγού της Επανάστασης του 1821. Χάρη σε αυτές, διασώζεται ο χώρος με τις πρώτες αποκαταστάσεις που έκαναν προστατεύοντάς τον και από τις λεηλασίες του 1831 –τότε που χτιζόταν η νέα Σπάρτη από τον Όθωνα– οι Λαγκαδιανοί τεχνίτες, που ήταν οι καλύτεροι χτίστες και έπαιρναν έτοιμα κομμάτια, μάρμαρα, κολόνες. Οι γερόντισσες Γιατράκου (χαριτολογώντας, τις λένε και «Γιατρακίτσες») έκαναν λεπτομερή καταγραφή των τοιχογραφιών και των επιγραφών γράφοντας και τον πρώτο τουριστικό οδηγό του Μυστρά. Το 1920, ήρθε με τη φωτογραφική της μηχανή η Καλή Χριστάκου από τη Μαγούλα Λακωνίας. Έφτιαχνε καρτ ποστάλ τα οποία πουλούσε στους τουρίστες. Εφεύρε τον τρόπο καθαρισμού των τοιχογραφιών από τα άλατα που είχαν δημιουργηθεί από την υγρασία, και μαζί με τον Φώτη Κόντογλου εργάστηκαν στην προπολεμική περίοδο. Μετά τον πόλεμο, ο ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου του Στρασβούργου, πρ. καθηγητής του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης Νικήτας Αλιπράντης τη θυμάται να συνεχίζει με τα δυνατά της μπράτσα ακάθεκτη το έργο της. Τελευταία, θυμάται η αδερφή Αγνή, είχε έρθει ο Γιάννης Τσαρούχης, μαθητής τότε του Κόντογλου, να τη δει. Ήταν πολύ αγαπητή στους αρχαιολόγους και αποτελούσε πρότυπο μοναχισμού. Η μητέρα Πελαγία Γκουζούλη ήρθε το 1935, και έγινε ηγουμένη μετά τον θάνατο των γεροντισσών Γιατράκων. Ήταν μεγάλη προσωπικότητα, το «πέλαγος της αγάπης», όπως την αποκαλούσαν, βοήθησε το χωριό στον πόλεμο, επικοινωνούσε με τους ξένους σε άπταιστα γαλλικά και είχε τη μεγαλύτερη αλληλογραφία στη Λακωνία.

 

Η ζωή στην Παντάνασσα



Κάθε Δευτέρα του Πάσχα, γίνεται η πανήγυρη του μοναστηριού, όπου κερνάνε όλο τον κόσμο λογιών λογιών καλούδια. «Φέτος βάψαμε πάνω από 200 αυγά», μας λέει η αδερφή Αγνή. Μέσα στη σάλα κερνάνε τους χιλιάδες επισκέπτες, καθώς εδώ είναι ένα απάγκιο, ιδίως τους καλοκαιρινούς μήνες. Η μοναχή Ακακία, πάντοτε γλυκιά και χαμογελαστή, «κυνηγά» τον κόσμο να τους δώσει πορτοκαλάδες και δροσερό νερό. Ας μη μιλά αγγλικά, ο καθένας νιώθει την ευπροσηγορία της. «Εκστασιαζόμαστε που μετά από τόσα χρόνια που έχουν περάσει από την κοίμηση των γεροντισσών, έρχονται άνθρωποι από τον κόσμο και μιλούν για τα καλά που είχανε κάνει. Λατρέψανε τον Μυστρά και την Παναγιά με όλο τους το είναι, μαζί και όλο τον κόσμο, και αυτή την παρακαταθήκη θέλουμε να αφήσουμε κι εμείς οι επόμενες. Έτσι, ακολουθούμε την παράδοση που μας αφήσανε οι γερόντισσες, κρατάμε το παλαιό ημερολόγιο. Ταυτόχρονα, διατηρούμε άριστες σχέσεις με την Αρχαιολογική Υπηρεσία και την τοπική εκκλησία», συνεχίζει η Αγνή. «Αισθανόμαστε πολίτες του κόσμου, όχι μόνο ορθόδοξες μοναχές, διότι ακούμε τον πόνο όλων των ανθρώπων, διαφόρων εθνικοτήτων και θρησκειών, όταν θέλουν να εναποθέσουν τη λύπη τους. Δεν προσευχόμαστε μόνο για εμάς, προσευχόμαστε για όλο τον κόσμο και όταν κάποιος μάς ζητήσει τη βοήθεια, δεν θα τον ρωτήσουμε ποιός είναι ή από πού είναι… Άνθρωπος του Θεού είναι», μας λένε, καθώς περιποιούνται τον παραδεισένιο κήπο τους. Σχετικά με την προσευχή, μας λένε: «Τα άλλα μοναστήρια έχουν τακτές ώρες προσευχής, εδώ κάνουμε τα καθήκοντα μας πολύ νωρίς το πρωί μέχρι τις 8, και μετά πάλι όταν κλείνουν οι πόρτες του αρχαιολογικού χώρου». Και η από καρδιάς αφήγηση συνεχίζεται: «Όσο αγαπάς τόσο πιστεύεις, και όσο πιστεύεις αγαπάς. Ο Θεός είναι συμπαντικός, του απείρου και του κόσμου όλου. Όλα γίνονται με αγάπη και από αγάπη είμαστε εδώ. Το μεγαλύτερο δώρο μας είναι η ελευθερία. Δεν είμαστε αναγκαστικά τάγματα. Όλοι οι μοναχοί, αν τους ρωτήσετε, έρχονται από κάποιο κάλεσμα, κάθε μέρα μαθαίνουμε, πολεμάμε το εγώ μας και τα πάθη μας, μέσα από την αγάπη του Θεού. Πλησιάζοντας τον Θεό, πλησιάζουμε και τον αδερφό μας. Η καλή μας γερόντισσα Αβερκία συνέχεια μάς λέει να βοηθάμε όσο μπορούμε περισσότερο οικογένειες που από αξιοπρέπεια δεν βγαίνουν να ζητήσουν. Κι εμείς διακριτικά κοιτάμε να στηρίζουμε αυτά τα κλειστά σπίτια. Αυτοί που δεν ζητάνε είναι αυτοί που πραγματικά χρειάζονται. (....)».

Ανοίγω τις κεραίες μου για να αισθανθώ την εσωτερική φωνή του Μυστρά, να αφουγκραστώ και να αφεθώ. «Έχουμε γνωρίσει εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους, που μας ανοίγουν ένα μεγάλο παράθυρο στον κόσμο, και είμαστε ακούνητες, εδώ». Μεταξύ των επισκεπτών, έρχονται Γερμανοί στο πλαίσιο του προγράμματος Begegnung, που σημαίνει «γνωριμία» και τις ρωτάνε ό,τι απορίες έχουν. Η αδερφή Αγνή, η οποία έχει αναλάβει αυτό το «διακόνημα», μάς λέει ότι σοκάρονται με την ελευθερία που έχουν οι ορθόδοξοι μοναχοί. Επιλέγουν πού θέλουν να πάνε και είναι ελεύθεροι να φύγουν όταν θελήσουν. Ρωτάνε για τα οικονομικά τους. Η Αγνή απαντά ότι έχουν πέντε κτήματα, τα οποία τους εξασφαλίζουν ένα εισόδημα και το λάδι για το φαγητό και τα καντήλια τους. Έχουμε τη μικρή σάλα όπου πουλάμε τα εργόχειρά μας. Η Παναγιά μας πάντα μεριμνά για όλες τις ταπεινές μας ανάγκες. Η αδελφή Ελισάβετ ήρθε λίγα χρόνια μετά την πτώση του κομμουνισμού από τη Βουλγαρία, όπου δεν υπήρχε συγκροτημένος μοναχισμός, και ρωτώντας τον πνευματικό της, εκείνος της πρότεινε το Μοναστήρι του Μυστρά. Χωρίς δεύτερη σκέψη, ήρθε, και τα τρία πρώτα χρόνια έλεγε στους γονείς της ότι εργάζεται. «Μαζί έχουμε περάσει διά πυρός και σιδήρου», μου λένε οι αδερφές Αγνή και Ελισάβετ. Ύστερα μιλάμε για το πώς διαχειριζόμαστε βιωματικά τη ζήλια, τον θυμό, την περηφάνια, τη σκιά του άλλου που πετυχαίνει. «Η σύλληψη του κακού λογισμού στην πρωτόλειά του μορφή. Αν δεν το συλλάβεις από την αρχή, τότε αυτό ριζώνει μέσα σου και γίνεται θεριό, μα χρειάζεται «να μη γινόμαστε το τέρας που κυνηγάμε». Χάνοντας την αίσθηση του χρόνου με τη συζήτηση, φεύγοντας αγκαλιαζόμαστε, ευχόμενες σύντομη και καλή αντάμωση, ενώ με μεγάλη δεκτικότητα και αγάπη λαμβάνουμε την ευλογία τους.

"Δεν προσευχόμαστε μόνο για εμάς, προσευχόμαστε για όλο τον κόσμο και όταν κάποιος μας ζητάει τη βοήθεια, δεν θα τον ρωτήσουμε ποιος είναι ή από που είναι"

ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ "ΕΠΑΘΛΟ"

 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου