Translate

Δευτέρα 3 Αυγούστου 2015

Στή μνήμη τοῦ ἀδελφοῦ καί φίλου Βασιλείου (Σακκᾶ)



Εἰς μνημόσυνον αἰώνιον....


ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ  Μ.  ΣΑΚΚΑΣ
( 1934 - 2014 )

ὁ εὐρυμαθέστατος, σεμνός, γλυκύς, διδακτικός καί  εὐγενής κοσμοπολίτης ἀγωνιστής τῆς Παραδοθείσης Πίστεως
                                         
                                                      ὑπό
                                                              Δημητρίου Ἰ. Κάτσουρα
                                                    Θεολόγου


Πέρασε ἤδη ἕνας χρόνος ἀπό τόν σωματικό ἀποχωρισμό τοῦ ἐκλεκτοῦ φίλου καί ἀδελφοῦ μας Βασιλείου Σακκᾶ. Πέρυσι τέτοιος καιρός ἦταν πού βρεθήκαμε στό ἀγαπημένο νησί τῆς μαρτυρικῆς Κύπρου μας γιά νά τόν ἀσπασθοῦμε γιά τελευταία φορά καί νά τόν κατευωδώσουμε στό ταξείδι πρός τήν αἰωνιότητα.

Ἔκτοτε δέν ἔλειψε ἀπό τό νοῦ καί τήν καρδιά μας ἡ θύμησή του. Ἄλλοτε νοσταλγήσαμε τόν πρηγορητικό του λόγο καί τίς σοφές κουβέντες του γιά τή ζωή μας καί τά προβλήματά της, ἄλλοτε ἀναπολήσαμε τή διεισδυτική του σκέψη καί τήν ἔμπειρη ματιά του στά συμβαίνοντα γύρω μας καί ἄλλοτε αἰσθανθήκαμε τήν ἀπουσία του ἀπό κοντά μας, ὡς ἔλλειψη  καλοῦ φίλου καί ἀδελφοῦ.

Ὁ ἀδ. Βασίλειος (Σακκᾶς) ἦταν γνωστός σέ πολύ κόσμο. Ἀρκετοί τόν εἶχαν γνωρίσει καί προσωπικῶς διατηρώντας μαζί του ἐπαφή καί ἐπικοινωνία. Ἀπό τήν πλευρά του, ἦταν ἄνθρωπος πού χαιρόταν νά ἐπικοινωνεῖ μέ τόν συνανθρωπό του καί μάλιστα νά ἀνταποκρίνεται στίς ὅποιες ἐπιθυμίες (γνώσεων, ἐπιλύσεως ἀποριῶν κλπ.) τοῦ ἐτίθεντο.

Οἱ περισσότεροι, ὅμως, χωρίς νά τόν γνωρίσουν ποτέ προσωπικά, τόν «γνώρισαν» μέσῳ τῶν  πολλῶν ἐπιστολῶν του καί ἄλλων κειμένων του, ἀναγνωρίζοντας σ’ αὐτά παρηγορητικό, στηρικτικό, ἐνισχυτικό καί διαφωτιστικό λόγο μέ σαφῆ ὀρθόδοξα καί δή πατερικά κριτήρια καί χαρακτηριστικά. Ἡ Ἁγία Γραφή καί οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἦταν οἱ ἀστείρευτες πηγές τῶν τοποθετήσεων τοῦ ἀδ. Βασιλείου.

Πέραν τῶν καθαυτό ἐκκλησιαστικῶν καί πνευματικῶν θεμάτων καί ζητημάτων πού κατ’ ἐξοχήν διαπραγματευόταν καί τόν ἀπασχολοῦσαν, ἐξίσου ἐποικοδομητικά προσέγγιζε καί ἄλλα θέματα ὅπως ἐθνικά-πατριωτικά, πολιτικά (ὄχι κομματικά), ἱστορικά, ὑγείας, διατροφῆς κ. ἄ. Τά κείμενά του ἦταν κυριολεκτικά ἡ χαρά τοῦ φιλομαθοῦς ἀναγνώστου.

Σέ προσωπικό καί πρακτικό ἐπίπεδο, γιά ὅποιον εἶχε τήν τύχη νά τόν γνωρίσει ἐκ τοῦ σύνεγγυς καί νά τόν συναναστραφεῖ, ἀμέσως γινόταν κατανοητό ὅτι εἶχε νά κάνει μέ ἕναν κοσμοπολίτη κύριο, ἕναν φιλόξενο καί ἀνυπόκριτο νησιώτη, ἕναν ἄνθρωπο μέ ἔντονη τήν αἴσθηση τοῦ χιοῦμορ, ἕναν ταπεινό καί εὐπροσήγορο συνομιλητή.

Ὁ ἀδ. Βασίλειος εἶχε «διείσδυση», ὅπως θά λέγαμε γιά ἕναν πολιτικό, σέ πολλούς «χώρους», διαφορετικούς ἤ καί σέ ἀντιπαλότητα μεταξύ των, ὅπως (εἶχε) καί καλή ἐπικοινωνία μέ πρόσωπα μέ ἐκ διαμέτρου ἀντίθετες μεταξύ των ἀπόψεις καί τοποθετήσεις σέ ἐπίμαχα ζητήματα. Τό κατόρθωνε λόγω τῆς πνευματικῆς του καλλιεργείας, τοῦ εἰλικρινοῦς σεβασμοῦ στή διαφορετική ἄποψη καί τῆς βαθειᾶς ταπεινώσεώς του, ἀλλά καί τῆς διαθέσεώς του νά συμβάλλει ἐποικοδομητικά πρός πᾶσα κατεύθυνση.

Ἔτσι ἐξηγεῖται τό γεγονός ὅτι ἡ μνήμη του παραμένει γιά πολλούς καί ποικίλων ἰδιοτήτων καί ἀπόψεων ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι μέ τόν ἕνα ἤ τόν ἄλλο τρόπο τόν «γνώρισαν», ζωντανή καί ἀγαθή. Κληρικοί, μοναχοί, Θεολόγοι, οἰκογενειάρχες, ἡλικιωμένοι, μεσήλικες, νέοι, ἐπιστήμονες καί ὀλιγογράμματοι, ὀρθόδοξοι, νεοημερολογίτες καί «παλαιοημερολογίτες» τόν ἐνθυμοῦνται μέ σεβασμό καί ἀγάπη.

Ὁ ἀδ. Βασίλειος ἔχει ἀφήσει σπουδαῖο συγγραφικό ἔργο (ἐπιστολές, κείμενα, βιβλία, ἐργασίες), μεγάλο μέρος τοῦ ὁποίου δέν φέρει κἄν τό ὄνομά του, διότι ἐκεῖνο πού, κυρίως, τόν ἐνδιέφερε ἦταν ἡ προσφορά καί ἡ «οἰκοδομή» τῶν ἀδελφῶν του καί ὅλων τῶν συνανθρώπων του, δηλαδή τοῦ «πλησίον».

Ὁ ἀγαπημένος μας Βασίλειος, τέλος, πέραν τῶν πολλῶν ταλάντων καί χαρισμάτων του, διέθετε μία πολύ εὐαίσθητη καρδιά. Δέν ἀνταπέδωσε ποτέ κακόν ἀντί κακοῦ, οὔτε κρατοῦσε κακία σέ ὅσους «ἐλεγχόμενοι» ἀπό τίς πάντοτε καλοπροαίρετες τοποθετήσεις του, ἀντιδροῦσαν σπασμωδικά.

Ὡς ἄνθρωπος, σάρκα φορῶν καί τόν κόσμον οἰκῶν, προφανῶς καί  ἀστόχησε καί  ἔσφαλλε καί ἁμάρτησε. Πλήν, ὅμως, ποτέ δέν τόν ἐνδιέφερε ἡ ὑπεράσπιση τοῦ ἑαυτοῦ του - γι’ αὐτό καί δέν τήν ἐπεδίωξε - παρά μόνον ἡ προάσπιση τῆς παραδοθείσης Πίστεως καί τῆς Ἀληθείας, πρός δόξαν Θεοῦ! Ἦταν ὡστόσο ἐλεύθερο πνεῦμα καί δέν δίσταζε ὅταν τοῦ τό ὑπαγόρευε ἡ συνείδησή του νά τολμᾶ ἐλέγχων τήν ἀπάτη καί τήν ὑποκρισία.

Προικισμένος μέ ἰδιαίτερες ἱκανότητες καί ἐφοδιασμένος μέ πολλές γνώσεις, λόγω σπουδῶν, ἀκόρεστης μελέτης καί τῆς φιλομαθείας του, δέν κάμφθηκε οὐδ’ ἐπί στιγμή στόν ἀγώνα τῆς ὑπερασπίσεως τῆς πατρώας εὐσεβείας καί ἀπορρίψεως τῶν Καινοτομιῶν σέ βάρος της. Ποτέ ὅμως δέν διολίσθησε στόν φανατισμό καί τήν μισαλλοδοξία, παραμένοντας μέχρι τέλους ἕνας πρᾶος μαχητής καί ἀνιδιοτελής ἐργάτης τῆς Ὀρθοδοξίας.

Εἴθε ὁ Κύριος, τόν Ὁποῖο «ἐκήρυττε» μέ τήν γραφίδα του καί προέβαλλε ὡς μοναδικό Σωτῆρα τοῦ κόσμου, νά ἀναπαύει τήν ψυχή του μετά τῶν Ἁγίων, τά δέ κείμενα καί οἱ ἐργασίες του νά συνεχίζουν νά «δροσίζουν» τίς ψυχές τῶν ἀναγνωστῶν τους καί νά τούς στηρίζουν στήν μόνη καί ἅπαξ παραδοθεῖσα στούς ἁγίους Πίστη!

Στή συνέχεια δημοσιεύουμε γιά πρώτη φορά ἕνα κείμενο τοῦ μακαριστοῦ ἀδελφοῦ Βασιλείου (Σακκᾶ) μέσα ἀπό τό ὁποῖο παρά τήν αὐστηρή δομή του λόγω τοῦ χρηστικοῦ προορισμοῦ του (πρόκειται γιά «μαρτυρική κατάθεση») ὁ συγγραφέας του αὐτο-βιογραφεῖται καί μάλιστα σέ σχέση μέ ἕνα ἄλλο πολύ σπουδαῖο γιά ἐκεῖνον πρόσωπο. Ἐκεῖνον πού, εἶναι μᾶλλον ἤ βέβαιο, ὅτι, διεδραμάτισε τόν πλέον καθοριστικό ρόλο στήν πορεία τῆς ζωῆς του, τόν Πνευματικό του Πατέρα. Πρόκειται γιά τόν ἀοίδιμο Μητροπολίτη Κιτίου καί Ἔξαρχο πάσης Κύπρου, τῆς Αὐτοκεφάλου Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας Πατρώων Παραδόσεων Κύπρου, κυρόν Ἐπιφάνειο (+), ὁσιακῶς κοιμηθέντα τό Μέγα Σάββατο τοῦ 2005. [ Σημ. : Αὐτή, ἡ οὕτως ἤ ἄλλως σημαντική ἐκκλησιαστική προσωπικότητα ὑπῆρξε ἄλλωστε καί ἡ αἰτία τῆς γνωριμίας καί ὁ «σύνδεσμος» μεταξύ ἐμοῦ καί τοῦ ἀδ. Βασιλείου (Σακκᾶ).] Τό κείμενο πού ἀκολουθεῖ, κατά τήν ταπεινή μας γνώμη, μέσα ἀπό ἀνεπιτήδευτη ἀμεσότητα καί αὐθορμητισμό ἀναδεικνύει τό ἀπαράμιλλο ἦθος καί σκιαγραφεῖ τήν προσωπικότητα δύο σπουδαίων ἐκκλησιαστικῶν ἀνδρῶν: Ἑνός σπουδαίου ἡγέτου καί τοῦ ἐμπίστου καί ἀξίου συνεργάτου του. Καί ἀπό αὐτῆς τῆς ἀπόψεως εἶναι πολύτιμο καί μπορεῖ νά εἶναι γιά πολλούς διδακτικό!

Τό ταπεινό αὐτό «ἀφιέρωμα» στή μνήμη τοῦ ἀδ. Βασιλείου, μέ τήν εὐκαιρία τῆς συμπληρώσεως ἑνός χρόνου ἀπό τήν ἔξοδό του ἀπό τόν κόσμο αὐτό, ὁλοκληρώνεται μέ χαρακτηριστικά ἀποσπάσματα ἀπό τήν τελευταία μας ἀλληλογραφία (λίγους μῆνες πρίν νοσηλευθεῖ καί καταλήξει), ἐνδεικτικά τῆς πνευματικότητός του καί ἰδιαιτέρως τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ του φρονήματος.



Προηγουμένως,



Ἀναρτοῦμε, ἐπίσης γιά πρώτη φορά: α) Μερικές φωτογραφίες ἀπό τήν Ἐξόδιο Ἀκολουθία τοῦ μακαριστοῦ ἀδ. Βασιλείου, ἡ ὁποία τελέσθηκε τήν 2/7/2014 στήν Ἱερά Μονή Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος στό Ἀβδελλερό Ἀραδίππου Λάρνακος Κύπρου καί στήν ὁποία, σύμφωνα μέ γραπτή ἐπιθυμία τοῦ μεταστάντος, δέν παρευρέθησαν οὔτε οἱ στενοί του συγγενεῖς, καί β) Ἀποσπάσματα ἀπό τίς κατ’ αὐτήν γενόμενες ἐπικήδειες ὁμιλίες, τόσον τοῦ Πανιερωτάτου Μητρ/του Κιτίου κ.κ. Σεβαστιανοῦ, ὅσον καί τοῦ διαχειριστοῦ τοῦ παρόντος ἱστολογίου.

ΕΚ ΤΗΣ ΕΞΟΔΙΟΥ ΑΚΟΛΟΥΘΙΑΣ ΤΟΥ ΑΔ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ









Ἐκ τοῦ «Ἀποχαιρετισμοῦ» του,

 ὑπό τοῦ Πανιερωτ. Μητρ/του Κιτίου κ. Σεβαστιανοῦ


«....Φίλε ἀγαπημένε, ἄκακε, ἄδολε....Πρίν σέ γνωρίσω σέ ἀγάπησα ἀπό τούς λόγους τοῦ Πνευματικοῦ μου Πατρός γιά σένα. Ἀγωνίσθηκες πάρα πολύ μαζί μέ τόν μακαριστό. (...) Δυόμισυ μῆνες στό Νοσοκομεῖο καί συνέχεια ρωτοῦσες γιά τήν Ἐκκλησία. Ὁ Θεός οἰκονόμησε τή μέρα πού κοιμήθηκες νά κλείσει κατά τό συμφέρον τῆς Ἐκκλησίας καί ἡ ὑπόθεση (σημ. : Δικαστική περιπέτεια) τῆς Μονῆς. Δέν πρόλαβα νά στό πῶ καί στό λέγω τώρα. (...) Τίποτε καί ποτέ δέν σκίασε τίς σχέσεις μας. Ποτέ δέν μᾶς λύπησες. Ἦταν μεγάλη ἡ Πίστη σου καί ἡ ταπείνωσή σου, ἀλλά καί ὁ ἀγώνας σου γιά τούς πιστούς. Εἴθε νά βρεθοῦμε καί στούς Οὐρανούς καί νά συνεχίζεται ἀδιατάρακτη ἡ φιλία μας. Ὁ Θεός νά σέ ἀναπαύσει!»


Ἐκ τοῦ «ἀποχαιρετισμοῦ» του,

ὑπό τοῦ κ. Δημητρίου Κάτσουρα


«....Ἦλθα στήν ἐξόδιο Ἀκολουθία τοῦ ἀγαπημένου μου φίλου καί ἀδελφοῦ Βασιλείου. Τό εἶχα ὑποσχεθεῖ στόν ἑαυτό μου, ὅποτε κι ἄν συνέβαινε αὐτό. (...) Ἐμεῖς τόν Βασίλειο τόν εἴχαμε δάσκαλο. Μᾶς στήριζε καί μᾶς ἐνίσχυε στήν Πίστη καί τόν πνευματικό ἀγώνα μέ τά κείμενά του. (...) Δέν ἦταν τυχαῖος ὁ ἀδ. Βασίλειος. Εἶχε προφανῶς στοιχεῖα καί χαρίσματα πού συμβολίζουν καί ἐκφράζουν τά ἀξιώματα, ἀλλά, δυστυχῶς, ἐνίοτε στεροῦνται οἱ ἀξιωματοῦχοι. Δέν εἶναι ἄλλωστε τυχαῖο αὐτό πού συμβαίνει ἐδῶ. Προπέμπεται ἕνας ἁπλός πιστός ἀλλά τόν προπέμπουν ὁ Μητροπολίτης, τόσοι Ἱερεῖς, δύο μοναστικές Ἀδελφότητες σύσσωμες καί ψάλλεται ἡ ἐξόδιός του στό Καθολικό τῆς Ἱερᾶς καί Σεβασμίας Δεσποτικῆς Μονῆς τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος, γιά νά ταφεῖ στή συνέχεια τό σκήνωμά του στό Κοιμητήριο τῆς Ἀνδρώας Μονῆς τοῦ Ἁγίου Ἐπιφανείου. (...) Ἡ σωματική καταγωγή του ἦταν ἀπό τά Κύθηρα, εὐλογημένο ἀπό Ἁγίους καί ἁγιάσματα τόπο τῆς μητέρας Ἑλλάδος. Θά ἀναπαυθεῖ, ὅμως, τό σῶμα του, ἐδῶ στή Νῆσο τῶν Ἁγίων, τή δεύτερη πατρίδα του, τήν Κύπρο. (...) Ἔχουμε τήν πεποίθηση ὅτι ἡ ψυχή του θά βρεῖ τόπο ἀναπαύσεως στήν Οὐράνιο Βασιλεία. Κι ἐκεῖ, ὅμως, θά εἶναι «φιλοξενούμενος»! Συγκάτοικος στήν ἐξαίσια πνευματική κατοικία τοῦ ἠγαπημένου του Πνευματικοῦ Πατρός, τοῦ μακαριστοῦ ἀοιδίμου Ἱεράρχου καί Κτήτορος αὐτῆς τῆς Μονῆς Ἐπιφανείου. Τοῦ ἀξίζει κάτι τέτοιο, διότι ὑπῆρξε τέλειος ὑποτακτικός καί ἀφοσιωμένος στόν Πνευματικό του Πατέρα. (...) Ἀδελφέ Βασίλειε, συγχώρεσέ μας καί ὁ Θεός νά σέ ἀναπαύσει στήν Οὐράνιο Βασιλεία Του μετά τῶν φίλων Αὐτοῦ.»



Ὁ Βασίλειος Σακκᾶς,
αὐτο-βιογραφούμενος!

«Ονομάζομαι Βασίλειος Σακκάς. Είμαι 75 χρονών έγγαμος με τρία παιδιά. Κυρίως κάτοικος Αθηνών αλλά λόγω οικογενειακών μου υποχρεώσεων ταξιδεύω συχνά. Έζησα στην Γενεύη της Ελβετίας από το 1961 έως το 1991. Είμαι συνταξιούχος του «Ευρωπαϊκού Κέντρου Πυρηνικών Ερευνών» (C.E.R.N.) στο οποίο εργάσθηκα για 28 χρόνια ως βοηθός βιβλιοθηκάριος. Επίσης παραλλήλως από το 1968 μέχρι το 1976 διετέλεσα έγγαμος κληρικός της Ορθοδόξου Ρωσικής Εκκλησίας της Διασποράς και υπαγόμουν κανονικά στον Αρχιεπίσκοπο Γενεύης και Δυτικής Ευρώπης Μακαριστό Κυρό Αντώνιο.

Ανέκαθεν, από παιδί ενδιαφερόμουν για θρησκευτικά και εκκλησιαστικά θέματα. Διάβασα πάρα πολλά θρησκευτικά και θεολογικά βιβλία σε διάφορες γλώσσες. Συμμετείχα σε πολλά σεμινάρια θεολογικού περιεχομένου. Παρακολούθησα πολλές μελέτες και διαλέξεις. Ασχολήθηκα ο ίδιος πολλές φορές με την συγγραφή θρησκευτικών βιβλίων και μελετών. Ασχολήθηκα με την κατήχηση τόσο των νέων όσο και των ενηλίκων. Έτσι μπορώ με την βοήθεια του Θεού και χωρίς αλαζονεία να πω ότι έχω μια αρκετή γνώση και εμπειρία των θρησκευτικών υποθέσεων. (...)

Ο Μακαριστός Επιφάνιος ήταν γεννημένος ηγέτης. Είχε την στόφα των ανθρώπων εκείνων που θεωρούν κάθε αντιξοότητα της ζωής τους σαν ένα κίνητρο για να ξεπεράσουν τον εαυτόν τους. Ζούσε πάνω στην γη σαν να μην υπήρχε τίποτε άλλο στον κόσμο εκτός από τον Θεό και την συνείδησή του. Κυβερνούσε την Εκκλησία με ένα ατσάλινο χέρι που φορούσε ένα γάντι από βελούδο. Ήταν αυστηρός και γλυκύς συνάμα. Απαιτητικός προς τους ισχυρούς και συγκαταβατικός προς τους αδυνάτους. Ο κόσμος τον αγαπούσε και οι αντίπαλοί του τον σεβόντουσαν. (...)

Είχα την τύχη στη ζωή μου, να γνωρίσω τον Μακαριστό Επιφάνιο και να συνδεθώ πνευματικά μαζί του ως εξής.  Περί τα τέλη του 1971 ο Αρχιεπίσκοπος Αντώνιος με ειδοποίησε να μεταβώ στην Αρχιεπισκοπή για να εκτελέσω χρέη διερμηνέως επειδή ο Μητροπολίτης Κιτίου και Έξαρχος των Γ.Ο.Χ. πάσης Κύπρου Κυρός Επιφάνιος, τον είχε επισκεφθεί για να συζητήσει μαζί του ορισμένα εκκλησιαστικά θέματα. Η διερμήνευση έγινε στην Ελληνική και Γαλλική γλώσσα.

Κατά  την διάρκεια της συνομιλίας σχημάτισα την εντύπωση ότι ο Μακαριστός Επιφάνιος διακρινόταν  όλως ιδιαίτερα για την αξιοπιστία του, την εντιμότητα, αξιοπρέπεια και ακεραιότητά του και αυτό μου δημιούργησε μία έλξη προς το πρόσωπό του. Από την πλευρά του επίσης διέκρινα ότι κι εγώ του ενέπνεα εμπιστοσύνη έτσι κι’  εκείνος είχε δείξει κάποιο ενδιαφέρον για μένα.

Μετά το τέλος της συνέντευξης ο Μακαριστός Επιφάνιος μου είπε ότι θα εχρειάζετο να έλθει στη Γενεύη μερικές φορές ακόμη για να συνεχίσει τις συνομιλίες του με τον Αρχιεπίσκοπο Αντώνιο. Επειδή δεν γνώριζε ούτε την γλώσσα ούτε το πώς να κινηθεί σε μια άγνωστη πόλη, μου ζήτησε αν ήταν δυνατόν η σύζυγός μου κι εγώ να τον φιλοξενήσουμε κατά την διάρκεια των επισκέψεών του αυτών. Πράγμα που αποδεχθήκαμε μετά χαράς.

Έτσι άρχισε να δημιουργείται και να αναπτύσσεται μία σχέση πνευματικής φιλίας και αμοιβαίας εμπιστοσύνης η οποία με την βοήθεια του Θεού υπήρξε άδολος, αδιάλειπτος και ανέφελος μέχρι της εκδημίας του Μακαριστού Επιφανίου.

Κατά την διάρκεια των επισκέψεών του στη Γενεύη όπου έμενε σπίτι μου για αρκετές μέρες κάθε φορά, είχαμε την ευκαιρία να συζητήσουμε κατά πλάτος για ένα πλήθος εκκλησιαστικών θεμάτων που μας απασχολούσαν. Είχε επίσης τον χρόνο να μου διηγηθεί με πολλές λεπτομέρειες τις εμπειρίες του στην Ι. Μονή Σταυροβουνίου και Τροοδοτίσσης, αλλά και τις υπεράνθρωπες δυσκολίες του όταν το 1940 άρχισε να ασκητεύει στο Φουρνί κάτω από μια ροδιά.

Όσο προχωρούσε η γνωριμία μας μου διηγήθηκε επίσης κατά πλάτος και με πολλές λεπτομέρειες το πώς δημιούργησε και έκτισε σταδιακά την Ιερά Μονή Μεταμορφώσεως. Συζητούσαμε δε συχνά για τις διάφορες δυσκολίες και τα προβλήματα που συναντούσε καθημερινά. Τότε δεν είχε ακόμη κτίσει την κυρίως Μονή, η οποία θα τελειώσει μαζί με το Καθολικό, δηλαδή τον κυρίως ναό, το 1984.

Κατά την διάρκεια των επισκέψεών του γνώρισε επίσης πολλούς φίλους και γνωστούς μου εκεί. Δύο νέοι από την Γαλλία του ζήτησαν την άδεια να μείνουν κοντά για ένα χρονικό διάστημα στην Κύπρο, πράγμα το οποίο και έγινε. Το 1972 ζήτησε από τον συνάδελφό μου στο (C.E.R.N.), κ. Φρανσουά Μανιέν αρχιτέκτονα, εάν θα μπορούσε να του εκπονήσει τα σχέδια για την μελλοντική κυρίως Μονή της Μεταμορφώσεως που σκόπευε να κτίσει σε κτήμα που βρίσκεται στο Αβδελλερό Λάρνακος. Ο κ. Μανιέν του απάντησε ότι είναι διατεθειμένος να του εκπονήσει τα σχέδια και μάλιστα δωρεάν, ένεκα όμως της γλώσσης και των επαγγελματικών του υποχρεώσεων, δεν του ήταν δυνατόν να μεταβεί στην Κύπρο για να παρακολουθήσει την πρόοδο των εργασιών. Όπως μας πληροφόρησε αργότερα ο Μακαριστός Επιφάνιος ένεκα των δυσκολιών αυτών προτίμησε τελικά να αναθέσει την όλη εργασία σε κάποιον άλλον αρχιτέκτονα από την Κύπρο την δε εργολαβία την ανέθεσε στον κ. Στυλιανό Κούνα από την Αραδίππου.

Στις συζητήσεις όμως που είχα μαζί του μου δημιουργήθησαν ορισμένοι ενδοιασμοί ως προς την κανονικότητα της εις ιερέα χειροτονίας μου, μέσα στα πλαίσια της Ορθοδόξου Ρωσικής Εκκλησίας και του ζήτησα αν ήταν δυνατόν να τους συζητήσω μαζί του. Πράγματι εδέχθη και αφού με άκουσε προσεκτικά μου είπε.

- Στενοχωρήθηκα πολύ από όσα μου είπες, διότι είχα σκοπό να ζητήσω από τον Αρχιεπίσκοπο Αντώνιο να σου δώσει απολυτήριο γράμμα για να μπορέσεις στη συνέχεια να ενταχθείς στην Εκκλησία της Κύπρου. Σύμφωνα όμως με όσα μου λες νομίζω ότι το πιο σωστό, τίμιο και συνεπές είναι να παραιτηθείς της ιεροσύνης και να υπηρετήσεις τον Θεό με άλλον τρόπον. Εάν δεν το κάνεις, όσα καλά έργα και αν πράξεις η συνείδησή σου θα σε ελέγχει πάντοτε, ότι όλα αυτά τα καλά έργα τα επιτελείς για να σκεπάσεις να συγκαλύψεις και να δικαιολογήσεις μία παρατυπία, και αυτό δεν είναι ευάρεστο ενώπιον του Θεού.

Με την σειρά μου στενοχωρήθηκα κι εγώ πολύ ύστερα από αυτά που μου είπε, αλλά από την άλλη, ανεγνώρισα ότι είχε δίκιο και εκτίμησα για μια ακόμη φορά το ήθος και την ακεραιότητά του. Μου έδωσε την απόδειξη ότι ως έντιμος λευίτης δεν διοικεί την Εκκλησία χρησιμοθηρικά και ωφελιμιστικά αλλά με φόβο Θεού. Κατάλαβα ότι είναι ένας Επίσκοπος στον οποίον μπορεί κανείς ανεπιφύλακτα να εμπιστευθεί τη σωτηρία της ψυχής του.

Του είπα ότι συμφωνώ με τα όσα μου υπέδειξε, του ζητούσα όμως μία πίστωση χρόνου διότι αυτές οι αποφάσεις δεν παίρνονται μέσα σε 24 ώρες και ότι έπρεπε να κανονίσω το θέμα αυτό μέσα στα πλαίσια της Ιεραρχίας στην οποία ανήκα κανονικά. Μου απάντησε ότι το αντιλαμβάνεται και ότι ήταν πεπεισμένος πως ο Θεός θα με βοηθούσε να πράξω το σωστό την κατάλληλη στιγμή.

Κατάλαβα ότι ο Μακαριστός Επιφάνιος αγαπούσε τους ανθρώπους πνευματικά και χωρίς συναισθηματισμούς. Τους έβλεπε όλους σαν ψυχές που έπρεπε να σωθούν. Τους μετρούσε όλους γενικά με το μέτρο της Εκκλησίας και δεν χαριζόταν σε κανένα είτε φίλο είτε συγγενή. (...)

Επειδή ως προανέφερα ο Μακαριστός Επιφάνιος μου διηγήθηκε το ιστορικό του και το ιστορικό της ιδρύσεως και οικοδομής της Ιεράς Μονής Μεταμορφώσεως με πολλές λεπτομέρειες οφείλω να διευκρινίσω το εξής. Δεν είναι εύκολο για κάποιον να καταλάβει τον Μακαριστό Επιφάνιο, την φιλοσοφία του και τις ενέργειές του εάν δεν έχει κάποια στοιχειώδη γνώση την Ασκητικής Θεολογίας της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Επειδή όμως έτυχε να μελετήσω έστω θεωρητικά και εγκυκλοπαιδικά τον «Ευεργετηνό», το λεγόμενο «Γεροντικό», το «Λειμωνάριο», κλπ. καταλάβαινα ιδιαίτερα τα όσα μου έλεγε. Ήταν σαν να είχαμε φοιτήσει τουλάχιστον θεωρητικά στο ίδιο σχολείο. Στις συνομιλίες μας μιλούσαμε την ίδια γλώσσα έστω και αν καμιά φορά δεν χρησιμοποιούσαμε τις σωστές και κοινά αποδεκτές λέξεις για κάποιο πράγμα. (...)

Έτσι όπως όλοι γνωρίζουμε εγκαταστάθηκε κάτω από την ροδιά μόνος μονώτατος, έχοντας μιαν Αγία Γραφή και τον Ευεργετηνό τα οποία έκρυβε μέσα σε έναν τενεκέ για να μην του τα φάνε τα ποντίκια. Και εκεί άρχισε εκ του μηδενός «με μιαν τσάπα δανεική», διότι την δική του την τσάπα έπρεπε να την αποκτήσει ο ίδιος, το έργον του που βλέπουμε και θαυμάζουμε όλοι σήμερα.

Η μόνη βοήθεια που θέλησε κάποτε να δεχθεί όπως μου είπε, ήταν ένα ψωμί από την νονά του, και τούτο για συμβολικούς λόγους επειδή ήταν η πνευματική του μητέρα. Μου διηγείτο ότι για χρόνια η εργασία ήταν σκληρή και υπεράνθρωπη. Όπως μου έλεγε «τραβούσε εκατό τενεκέδες νερό και καθόταν να διαβάσει μια σελίδα από τον Ευεργετηνό. Κατόπιν ξανατραβούσε άλλους εκατό τενεκέδες και ξαναδιάβαζε ακόμη μια σελίδα», και αυτό γινόταν για χρόνια «από φυλακής πρωίας μέχρι νυκτός», από τα χαράματα μέχρι τη νύκτα. Έτσι μαζεύτηκαν τα πρώτα χρήματα για να αγοραστούν οι πρώτες σκάλες για να κτιστεί σταδιακά το μοναστηριακό συγκρότημα.

Ο Μακαριστός Επιφάνιος ήρθε αρκετές φορές στη Γενεύη. Τελικά όμως οι διαπραγ-ματεύσεις του με τον Αρχιεπίσκοπο Αντώνιο και την Ιεραρχία της Ρωσικής Εκκλησί-ας δεν τελεσφόρησαν και έτσι έπαυσε να έρχεται πλέον. Είχαμε όμως μείνει σε διαρκή επαφή δι’ αλληλογραφίας σπανιότερα δε δια τηλεφώνου. Ως προς δε τις προσωπικές μου υποθέσεις έως ότου πάρω μια τελική απόφαση είχα παύσει να ιερουργώ.  

Τον Μακαριστό Επιφάνιο όμως τον συναντούσα επίσης συχνά στην Αθήνα όταν πήγαινα για τις διακοπές μου και τύχαινε κι εκείνος να είναι εκεί για υποθέσεις του με την Ιερά Σύνοδο. (...)

Το 1976 πήρα την τελειωτική μου απόφαση και παραιτήθηκα οριστικά από την ιεροσύνη. Όταν το ανέφερα στον Μακαριστό Επιφάνιο μου απάντησε ότι είχα πράξει το σωστό και ότι ο Θεός είχε χίλιους άλλους τρόπους να ευλογήσει τις υπηρεσίες μου μέσα στην Εκκλησία και μου ζήτησε να τον επισκεφθώ στην Κύπρο. Εγώ όμως δίσταζα και ντρεπόμουν να παρουσιαστώ μπροστά του με πανταλόνια πλέον, και εύρισκα δικαιολογίες για να το αποφύγω. Εκείνος όμως επέμενε κι έτσι μια μέρα, χρόνια όμως πολλά αργότερα, αποφάσισα να έρθω στην Κύπρο για πρώτη φορά.

Απ’ ότι θυμούμαι πρέπει να πρωτοήρθα στην Κύπρο κατά τον Δεκέμβριο του 1988. (...)

Το πρώτο πράγμα που του ζήτησα ήταν να με πάει στη ροδιά που είχε ασκητέψει. Έτσι ένα πρωϊνό με έβαλε πάνω στο τρακτέρ και με πήγε στο Φουρνί. Εκεί μου έδειξε τι είχε απομείνει από το δέντρο, και τα ερείπια από τα πρώτα του κτίσματα, ένα εκκλησάκι, το κελί του και μια δεξαμενή, αν θυμάμαι καλά.

Γυρνώντας περάσαμε από τα διάφορα κτήματα της Ι. Μονής. Κάθε τόσο κατέβαινε από το τρακτέρ και σε κάποιο σημείο τοποθετούσε πέτρες. Άλλοτε δύο, άλλοτε τρείς ή τέσσερις, πότε με έναν τρόπο και πότε με άλλον. Τον ρώτησα τι σήμαινε αυτό. Μου είπε ότι ήταν μια συνθηματική γλώσσα για τις αδελφές που θα πήγαιναν ύστερα και βλέποντας αυτές τις πέτρες ήξεραν τι δουλειά έπρεπε να κάνουν σ’ εκείνο το χωράφι. Πότισμα, ξεχορτάριασμα ή οτιδήποτε άλλο.

- Καλά, τον ρώτησα, και δεν ξέρουν από μόνες τους τι να κάνουν; Χαμογέλασε και μού είπε : - Άν ήξεραν, Βασίλειε, νομίζεις ότι δεν θα είχα εγώ άλλα πράγματα της Εκκλησίας για να ασχοληθώ; Ο υπεύθυνος όμως του Μοναστηριού οφείλει να επαγρυπνεί, μέρα νύκτα πάνω σε κάθε λεπτομέρεια. Τόσο στα πνευματικά όσο και τα υλικά. Με τις πέτρες τους λέω, όχι μόνον να το ποτίσουν, αλλά επίσης πώς και πόσο να το ποτίσουν. (...)

Εν τω μεταξύ κατόπιν εντολής του ήρθα στην Κύπρο αρκετές φορές όταν μου το επέτρεπαν οι διακοπές μου μέχρι το 1991, πού ένεκα υγείας βγήκα σε πρόωρη σύνταξη. Ο Μακαριστός Επιφάνιος μου ζήτησε να τον βοηθήσω στο συγγραφικό έργο της Εκκλησίας και να οργανώσω ορισμένα σεμινάρια θρησκευτικής Κατηχήσεως για τους νέους μας, βιβλιοθηκονομίας, και γραμματικής κατά το πολυτονικό σύστημα. Έτσι γράψαμε μαζί ορισμένα βιβλία και φυλλάδια απολογητικού χαρακτήρα, κυρίως σχετικά με την θεολογική σημασία του εκκλησιαστικού εορτολογίου. 

Μού ζήτησε να του βρω από την Αθήνα τρείς ή τέσσερις παλιές γραφομηχανές με το πολυτονικό σύστημα. Οι καινούργιες που υπήρχαν τότε στην αγορά ήταν μονοτονικές και δεν ήθελε να υιοθετήσει το μονοτονικό σύστημα ούτε στα γραπτά του ούτε στη διοίκηση της Εκκλησίας, πράγμα το οποίο και έκανα.

Προσπάθησα να κάμνω πάντα όσα μου έλεγε και με τον τρόπο που ήθελε εκείνος να τα κάνω. Η μόνη μου αμοιβή ήταν τα εισιτήριά μου και όσο καιρό βρισκόμουν στην Κύπρο μου εξασφάλιζε τροφή και κατοικία. Τίποτε περισσότερο. Κάθε φορά  έμενα στην Κύπρο συνήθως για ένα μήνα και μια φορά έμεινα για τρεισήμισι  μήνες. Κατά καιρούς έμενα είτε στον Ξενώνα της Ι. Μονής όπως ανέφερα παραπάνω, είτε στο Ι. Ησυχαστήριο όταν κτίστηκε περί το 1991, και κατά τα πρώτα χρόνια καμιά μοναχή δεν διανυκτέρευσε σ’ αυτό. Αργότερα όταν άρχισαν να διανυκτερεύουν μοναχές μου έκτισε ένα δωματιάκι κοντά στο Ι. Ησυχαστήριο. Κατόπιν έμενα στο Ιεραποστολικό Ίδρυμα του Αγίου Επιφανίου που ιδρύθηκε αργότερα.

Πολλές φορές οσάκις το επιθυμούσε συζητούσαμε περί διαφόρων εκκλησιαστικών θεμάτων και προβλημάτων. Παρ’ όλα αυτά δεν απέκτησα και ούτε επεδίωξα να αποκτήσω ποτέ την λεγόμενη παρρησία, δηλαδή την κακώς εννοούμενη οικειότητα. Η σχέση μας βασιζόταν σε έναν Κώδικα συμπεριφοράς σύμφωνα με τα παραδείγματα των Αγίων Πατέρων. Πάντα μου μιλούσε στον Ενικό κι εγώ του απαντούσα πάντα στον Πληθυντικό. Ποτέ δεν κτύπησα την πόρτα του δωματίου του και δεν δρασκέλισα το κατώφλι του κελλιού του χωρίς να με καλέσει ο ίδιος. Οσάκις με χρειαζόταν έστελνε κάποιον και με φώναζε. Ποτέ δεν εξέφρασα την γνώμη μου για κάτι χωρίς να μου το ζητήσει ο ίδιος.

Ποτέ δεν μου είπε «ευχαριστώ» για τις υπηρεσίες που προσέφερα κατά την δύναμή μου. Ξέραμε και οι δυό μας ότι αυτά τα πράγματα δεν προβλέπονται από το Ευαγγέλιο. Και ότι όταν εκτελούσαμε τα καθήκοντά μας, απέναντι στην Εκκλησία, σύμφωνα με τα λόγια του Χριστού είμασταν απλά «αχρείοι δούλοι». Το «ευχαριστώ» του ήταν η ικανοποίηση που αισθανόμουν όταν ελέγχοντας μια εργασία μου την ενέκρινε ότι ήταν σύμφωνη με την διδασκαλία, την τάξη και παράδοση της Εκκλησίας και την αποδεχόταν.

Ο Μακαριστός Επιφάνιος δεν ήταν από τους ανθρώπους που χειραγωγούνται, κατευθύνονται ή υποκύπτουν σε πιέσεις. Καίτοι εξ ιδιοσυγκρασίας διέθετε μια πολύ ισχυρή προσωπικότητα, είχε όμως την ταπεινοφροσύνη να ακούει ακόμη και την γνώμη ενός μικρού παιδιού. Τελικά όμως αποφάσιζε ο ίδιος το τι θα έκανε σύμφωνα με αυτό που του υπαγόρευε η αρχιερατική του συνείδηση. Μια μέρα χάριν αστεϊσμού του είπα : «Μα, Δέσποτα, αφήστε τέλος πάντων και καμιά οξεία αδιόρθωτη»! Τότε εκείνος μου απάντησε σοβαρά : «Βασίλειε, κάθε τι που υπογράφω πρέπει να με αντιπροσωπεύει έστω και αν πρόκειται για μια οξεία».

Μια μέρα μου ζήτησε να τον ακολουθήσω και με πήγε πάνω στο λοφίσκο εκεί που κτίστηκε αργότερα το Ι. Ησυχαστήριο. Μου έδειξε έναν άλλο λοφίσκο που βρίσκεται απέναντι και ανάμεσά τους είναι η Μονή της Μεταμορφώσεως. Βλέπεις μου λέει Βασίλειε, το Μοναστήρι στη μέση είναι ο Κύριος και αυτοί οι δύο λοφίσκοι είναι ο Μωϋσής και ο Προφήτης Ηλίας που φάνηκαν μαζί με τον Χριστό στο όρος Θαβώρ. Αποφάσισα να κτίσω το Ησυχαστήριό μου πάνω σ’ αυτόν εδώ τον λοφίσκο. Αυτό θα μου χρησιμεύει και ως Επισκοπείο ώστε όποιος έρχεται να με δει να μην ενοχλεί άσκοπα τις αδελφές, ταυτόχρονα δε, θα μπορώ να επιβλέπω την Μονή και να διοικώ τις αδελφές και τις υποθέσεις του Μοναστηριού. Έτσι άλλως τε έκανε και ο Μακαριστός Ματθαίος με την Ι. Μονή της Κερατέας. Επειδή δε κάτω από αυτόν τον λόφο προσευχόμενος στην Παναγία βρήκα νερό, θα αφιερώσω το Ησυχαστήριο αυτό στην Ζωοδόχο Πηγή.

Πράγματι τον θυμάμαι συχνά να βγαίνει στον εξώστη να παρατηρεί τα περιβόλια και κατόπιν να τους στέλνει μηνύματα για τις δουλειές που έπρεπε να κάνουν. Μια φορά θυμάμαι που ήταν άρρωστος στο κρεβάτι, και έλαβε κάποιο μήνυμα. Το είδα να σηκώνεται και να εξαφανίζεται. Ύστερα που γύρισε και δεν μπορούσε να σταθεί στα πόδια του, μου είπε ότι κάτι συνέβη με το νερό του μοναστηριού και έπρεπε να τρέξει να το κόψει. (...)

Αν και δεν θυμούμαι ακριβώς πόσες φορές ήρθα στην Κύπρο, θυμούμαι όμως ότι ήλθα πολλές φορές. Συγκεκριμένα αναφέρω την επίσκεψη και πάνω από τρίμηνο παραμονή μου το καλοκαίρι του 1996 για την ταξινόμηση του Αρχείου της Εκκλησίας των Γ.Ο.Χ και της Ι. Μονής Μεταμορφώσεως, (...)

 Είχα επίσης συνεχή επαφή με τον νυν Μητροπολίτη Κιτίου, τότε πατέρα Σεβαστιανό, ιδιαίτερα δε μετά την εις ιερομόναχο χειροτονία του, όπου ο Μακαριστός Επιφάνιος του είχε αναθέσει οσάκις λειτουργούσε, να με παίρνει μαζί του για να μπορώ κι εγώ να λειτουργηθώ. Έτσι οσάκις ήμουν στην Κύπρο πήγαινα μαζί του όπου λειτουργούσε και ασφαλώς επίσης στην Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, είτε στο Καθολικό είτε στο παρεκκλήσιο του Αγίου Κοσμά, ιδίως μετά το 1996 πού άρχισε η αγιογράφη-ση του Καθολικού. Έτσι είμαι σε θέση να γνωρίζω ότι ευθύς εξ αρχής της εις ιερέα χειροτονίας του, το 1996, ο πατήρ Σεβαστιανός διορίστηκε από τον Μακαριστό Επιφάνιο ως ο κανονικός και τεταγμένος λειτουργός της Ι. Μονής Μεταμορφώσεως.  

Το 1996 επίσης, ο Μακαριστός Επιφάνιος, μου ζήτησε να τον βοηθήσω να φτιάξει ένα «Εγκόλπιο Μοναχικής Πολιτείας» με τους Κανόνες, τις συμβουλές και τα Επιτίμια των Πατέρων, ώστε να ξέρουν οι Μοναχές όσο το δυνατόν με μεγαλύτερη ακρίβεια τα καθήκοντά τους. Αυτό το εγκόλπιο θ’ αποτελούσε ταυτόχρονα και τον Κανονισμό της Μονής σε αντικατάσταση παντός άλλου προϋπάρχοντος Κανονισμού. Όπως επρόκειτο κυρίως για μια συλλογή Κανόνων των Πατέρων της Εκκλησίας και άλλων προϋπαρχόντων κανονισμών, αλλά και των δικών του Κανονισμών ως Κτήτορος της Ι. Μονής, αφού με εφοδίασε με τα απαραίτητα κείμενα μου είπε ότι μπορούσα να το κάνω στην Αθήνα στον υπολογιστή μου. (...)

Τον χειμώνα του 2002 ήμουν πάλιν στην Κύπρο. Το θυμάμαι γιατί εκείνη την ημέρα που αναφέρω ήταν 12 Δεκεμβρίου με το εκκλησιαστικό εορτολόγιο ενώ για την υπόλοιπη Κύπρο ήταν Χριστούγεννα και μέρα αργίας. Ο Μακαριστός Επιφάνιος έστειλε και με έφεραν από το Πνευματικό Ίδρυμα που διέμενα στο Ι. Ησυχαστήριο και μού είπε ότι ήθελε να του δακτυλογραφήσω την διαθήκη του και ορισμένους διορισμούς που ο ίδιος είχε αποφασίσει να κάνει (...)Αφού πήρα χαρτί και μολύβι σημείωσα αυτά που μου υπαγόρευσε και ακολούθως δακτυλογράφησα τα έντυπα. Όταν του τα έδωσα τα διάβασε διόρθωσε ορισμένα πράγματα και μου είπε να επιφέρω τις διορθώσεις στα τελικά κείμενα. Έτσι του παρέδωσα τελικά τα κείμενα πού ήθελε και τα υπέγραψε στην παρουσία του Χρηστάκη Σιήκκη και του Ανδρέα Σταυρίδη οι οποίοι επίσης συνυπέγραψαν ως μάρτυρες για την διαθήκη του. (...)

Τον ρώτησα όμως τι εσκόπευε με τους διορισμούς και την διαθήκη του αυτή.

Μού είπε περίπου τα εξής : «Βασίλειε, ο απόστολος Παύλος προειδοποιούσε ότι μετά την αναχώρησή του εισελεύσονται λύκοι βαρείς μη φειδόμενοι του ποιμνίου. Έτσι και μετά την δική μου αναχώρηση ξέρω ότι εισελεύσονται λύκοι βαρείς που θα προσπαθήσουν να εκμεταλλευθούν το μοναστήρι, ο καθένας σύμφωνα με τις επιδιώξεις του και τα συμφέροντά του. Θέλω λοιπόν η Ιερά Σύνοδος να γνωρίζει επίσημα και βάσει στοιχείων, ποια είναι η τελευταία μου θέληση και οι τελευταίες επίσημες ενέργειές μου ως Κτήτορος, και Ηγουμένου της Ιεράς Μονής, αλλά και ως Μητροπολίτου της Εκκλησίας των Γ.Ο.Χ. Κύπρου. Μετά τον θάνατόν μου την ευθύνη την έχει η Ιερά Σύνοδος, ας κάμει λοιπόν ότι την φωτίσει ο Θεός».

Ο Μακαριστός Επιφάνιος όμως, όπως προανέφερα, δεν ήταν μια τυχαία προσωπικότητα. Ένας άνθρωπος που με τα ίδια του τα χέρια του είχε ανοίξει εκατό πηγάδια για να βρει νερό, χρειαζόταν κάτι παραπάνω από αυτό για να πανικοβληθεί, την στιγμή που ήταν ακέραιος και είχε το δίκιο με το μέρος του. 

Η φήμη του είχε προ πολλού ξεπεράσει τα σύνορα της Μεγαλονήσου και ήταν γνωστός σε πολλές χώρες. Είχα διαβάσει δημοσιεύματα που αφορούσαν τόσο τον ίδιο όσο και την Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, στα Γαλλικά και τα Αγγλικά, αλλά και στην Ρωσία δεν ήταν άγνωστος. (...)

Ο Θεός του χάρισε την διαύγεια και την οξυδέρκειά του μέχρι τέλους της ζωής του, το Μέγα Σάββατο στις 17 Απριλίου 2005 με το παλαιό ημερολόγιο. Τον είδα για τελευταία φορά ένα τρίμηνο πριν από την σεπτή του κοίμηση. Σ’ ένα δωμάτιο του ησυχαστηρίου μπροστά στη σόμπα. Ήταν πολύ λυπημένος με την κατάσταση (...)και μου είπε σε μια στιγμή. - Τι να κάνω, Βασίλειε, τι να κάνω; - Συγχωρέστε με Δέσποτα, του απάντησα, αλλά τι να ξέρω εγώ ο πτωχός. – Βλέπει Βασίλειε, στην Εκκλησία συναντάμε την απόλυτη αγιότητα να είναι δίπλα δίπλα με την απόλυτη κακία. Όπως συναντούμε την κοπριά στη ρίζα της τριανταφυλλιάς πάνω στην οποία συναντούμε τα ωραιότερα και ευωδέστερα τριαντάφυλλα. Ήταν τα τελευταία λόγια που ανταλλάξαμε. (...)

Θέλω να πω στο σεβαστό δικαστήριο ότι είμαι 75 ετών και ότι είναι η πρώτη μου φορά που καλούμαι ως μάρτυς ενώπιον ενός σεβαστού δικαστηρίου. Εύχομαι δε με την βοήθεια του Θεού να είναι και η τελευταία. Οι Χριστιανοί είναι άνθρωποι «σάρκα φορούντες και τον κόσμον οικούντες». Είναι λοιπόν αναμενόμενο να δημιουργούνται μεταξύ τους προβλήματα. Η Αγία Γραφή μας λέγει ότι και μεταξύ των Αγίων Αποστόλων ακόμη δημιουργείτο ενίοτε «παροξυσμός» (Πράξ. ιε΄ 39).

Πλην όμως λέει ο Απόστολος Παύλος ότι είναι τελείως ανάρμοστο και «ντροπή» για τους Χριστιανούς να σέρνονται στα δικαστήρια την στιγμή που έχουν κληθεί από τον Σωτήρα Χριστό να κρίνουν οι ίδιοι τον «κόσμον» όλον, αλλά και τους «αγγέλους» ακόμη (Α΄ Κορ. ς΄ 2-4). Κανένα πρόβλημα δεν είναι άλυτο για την Εκκλησία του Χριστού, εάν εμείς είμαστε διατιθέμενοι να υποταχθούμε με ταπείνωση στην Ορθόδοξη Παράδοσή μας και την Τάξη της Εκκλησίας. (...)

3η Ιουλίου 2009                                  Βασίλειος Μ. Σακκάς ».





Ὁ Πνευματικός Πατήρ τοῦ Βασιλείου, Μητρ/της Κιτίου (Κύπρου) Ἐπιφάνιος (+2005).



Από τήν τελευταῖα μας ἀλληλογραφία....

 « Βασίλης Μ. Σακκᾶς                                

          Λευκωσία,

 Τετάρτη 8  Ἰανουαρίου 2014

                                                                                ἐκ. ἑ. 26 Δεκεμβρίου 2013  Σύναξις τῆς

                                                                               Ὑπεραγίας μας Θεοτόκου.



Πολυαγαπητέ μου Δημήτριε,

Εἴη πάντοτε ὁ Χριστὸς ἐν τῷ μέσῳ ἡμῶν.

Πῆρα τὸ μήνυμά σου καὶ σὲ εὐχαριστῶ γιὰ τὰ ἐνθαῤῥυντικά σου λόγια. Ξέρεις ἔκαμα αὐτὴ τὴ μικρὴ μελέτη ἀσφαλῶς ὄχι γιατί θαμπώθηκα ἀπὸ τὴν Ὀρθοδοξία τῆς Ῥωσσικῆς Ἱεραρχίας, ἀλλὰ ἐπειδὴ πολλοὶ μᾶς κοιτάζουν ἀφ’  ὑψηλοῦ καὶ μὲ ἄκραν συγκατάβασι, ὅτι οἱ καϋμενούληδες εἴμαστε ἁπλοϊκοὶ καὶ ναίφ, παρελθοντολόγοι προσκωλυμμένοι στοὺς τύπους, ἕνεκα τοῦ ἑορτολογίου μας, τότε ἂν εἶναι συνεπεῖς πρέπει νὰ ποῦνε ἴδιο καὶ γιὰ ἄλλα ἑκατὸν πενήντα ἑκατομμύρια τουλάχιστον τῶν συνανθρώπων μας ποὺ γιὰ τὸν Α ἢ Β λόγο ἀκολουθοῦν τὸ ἴδιο ἑορτολόγιο μὲ ἐμᾶς.

Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέει :  «πανοῦργος ὤν, δόλῳ ὑμᾶς ἐπίασα»! Ἀλλοιῶς θὰ ἀντιμετωπίσουμε τοὺς αἱρεσιάρχες καὶ τοὺς πρωτεργάτες τῶν αἱρέσεων καὶ τῶν σχισμάτων καὶ ἀλλοιῶς τὰ θύματά τους. Ὁ Ἅγιος Μάρκος ὁ Εὐγενικὸς στὴν Σύνοδο τῆς Φλωρεντίας ἀποκαλοῦσε τοὺς Λατίνους «Ἀγαπητοὶ ἐν Χριστῷ Ἀδελφοὶ»  καὶ στὸν πάπα ἔλεγε :  «Ἅγιε Πατέρα ἐσὺ ποὺ σύναξες ἐδῶ τὰ τέκνα σου»! Σήμερα τ’ἀκοῦμε καὶ εἶναι σὰν νὰ μᾶς ῥίχνουν παγάκια στὴν ῥαχοκοκκαλιά!

Ἀλλὰ ὅπως λέει καὶ ὁ Ἅγιος Νεκτάριος «Ἡ φρόνησις ἀπήτη τὴν ἀνοχὴν χάριν τῆς πίστεως καὶ τοῦτο ἐποίησαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες». Τὶς μύγες δὲν τὶς πιάνουμε μὲ τὸ ξύδι ἀλλὰ μὲ τὸ μέλι. Γιὰ νὰ βοηθήσουμε τοὺς ἀνθρώπους νὰ βγοῦν ἀπὸ τὴν αἵρεσι καὶ τὸ σχίσμα πρέπει νὰ εἴμαστε ἕτοιμοι νὰ γίνουμε «τοῖς πᾶσιν τὰ πάντα» (...) Θυμᾶσαι ἀσφαλῶς τὴν περίπτωσι τοῦ εἰδωλολάτρη ἱερέως ποὺ ἔσπασε στὸ ξύλο ἕναν ὑποτακτικὸ ἐπειδὴ τοῦ ἔμπαινε στὴ μύτη. Ἐνῷ ὕστερα ὁ Ἀββᾶς μὲ τὴν γλυκύτητά του τὸν ἔκανε χριστιανό.

Αὐτὰ βέβαια δὲν ἀποκλείουν καὶ δὲν ἀντιφάσκουν μὲ τὰ ὅσα ὀρθῶς διατυπώνεις στὸ μήνυμά σου, ὅτι ἡ αἵρεσις εἶναι πολυσχειδὴς καὶ δὲν ἔχουμε δικαίωμα νὰ ἀφήσουμε καμίαν ὁδὸν ἀφύλακτη, καμία θύρα ἀνασφάλιστη, καμία κερκόπορτα ξεχασμένη,  διότι δὲν ξέρουμε ὁ ἐχθρὸς ἀπὸ ποῦ θὰ μᾶς ἐπιτεθῇ. Γιὰ νὰ προχωρήσῃ τὸ γαϊδούρι χρειάζεται τὸ καρόττο ἀλλὰ καὶ τὸ μπαστούνι.

Ἀναλογίζομαι ἐπίσης τοὺς (...)  προβληματισμοὺς καὶ τοὺς ἀντιλαμβάνομαι πλήρως συμμεριζόμενος ὅλες σου τὶς ἀνησυχίες. Ἀλλὰ ἂν θέλῃς  ἄκουσε καὶ ἕναν ἐσχατόγηρο ποῦ ἀνηλώθη ὅλος ἐν ἁμαρτίαις ἀλλὰ κατὰ παραχώρησιν Θεοῦ, ἔμαθε καὶ κάτι ἀπὸ αὐτές. Οἱ (...) Δημήτρη μου, ἄνθρωποι εἶναι ὁμοιοπαθεῖς καὶ αὐτοὶ σὰν κι ἐμᾶς καὶ ἔχουν τὰ «ὑστερήματά» τους ὅπως ὅλοι μας, ἀλλὰ ὅπως λέει ἡ Γραφή, ὀφείλουμε ὅλοι μας νὰ «ἀναπληρώνουμε τὰ ὑστερήματα τῶν ἄλλων», ὅπως καὶ ἄλλοι ἀναπληροῦν τὰ δικά μας ὑστερήματα. Καὶ τοῦτο διότι ὅλοι ἀνεξαιρέτως, ἀπὸ τὸν Πατριάρχη μέχρι τὸν καντηλανάφτη, εἴμαστε μέλη ἑνὸς καὶ τοῦ αὐτοῦ σώματος «καὶ εἰ πάσχει ἐν μέλος συμπάσχει πάντα τὰ μέλη».

Ξέρεις ὅλοι δὲν μαθαίνουμε τὰ ἴδια πράγματα, τὴν ἴδια στιγμὴ μὲ τὸν ἴδιο τρόπο καὶ μὲ τὸν ἴδιο ῥυθμό. Ἄλλη εἶναι ἡ δική σου διαδρομὴ στὴν ζωὴ καὶ ἄλλη ἡ δική μου. Βλέπω στὸν ἑαυτόν μου ὅτι πράγματα τὰ ὁποῖα ἐγὼ ἔπρεπε νὰ φθάσω τὰ ὀγδόντα μου γιὰ νὰ τὰ κατανοήσω, ἄλλοι τὰ ἔχουν ἤδη κατανοήσει ἀπὸ τὰ εἴκοσί τους. Δὲν μποροῦμε λοιπὸν νὰ ξέρουμε ὁ ἀπέναντί μας σὲ ποιὸ στάδιο τῆς ἀναπτύξεως καὶ τῆς προόδου του βρίσκεται.

Ἐσὺ δόξα τῷ Θεῷ κατάλαβες ὅτι ὁ Β. Θ. δὲν συγκρίνεται μὲ τὸν Ἅγιο Ἰωάννη τὸν Δαμασκηνὸ οὔτε μὲ τὸν Ἅγιο Γρηγόριο τὸν Παλαμᾶ. Ἐκεῖνος δὲν τὸ κατάλαβε ἀκόμη. Ἐσὺ ὅμως ποὺ τὸ κατάλαβες μὴ ξεχνᾶς ὅτι «Θεοῦ τὸ δῶρον» καὶ ὅτι «οὐκ ἔστιν ὅπερ οὐκ ἔλαβες, εἰ δὲ καὶ ἔλαβες μὴ καυχᾶσαι ὡς μὴ λαβών». Ἀσφαλῶς ὅμως κι ἐκεῖνος κάτι θὰ ἔχῃ καταλάβει ποὺ ἐσὺ δὲν κατάλαβες ἀκόμη καὶ οὕτω καθ’ ἑξῆς. Ἀναπληρώνοντας ὅμως τὰ ὑστερήματα τῶν συνανθρώπων μᾶς πρέπει νὰ τὸ κάνουμε κατὰ Θεὸν γιὰ νὰ μὴν βλάψουμε τὸν ἑαυτόν μας διότι τότε οὔτε τὸν ἀπέναντί μας πρόκειται νὰ βοηθήσουμε.

Ἐὰν εἴμεθα ταπεινοὶ τότε ὁ Θεὸς μπορεῖ νὰ μᾶς χρησιμοποιήσει πρὸς «οἰκοδομὴν τοῦ Σώματος τῆς Ἐκκλησίας» ἔστω καὶ ἂν εἴμαστε ἁμαρτωλοί, ἀδέξιοι, ἀδαεῖς καὶ ὅτι δήποτε ἄλλο. Ὁ Θεὸς ὁ «πανταχοῦ τὰς Ἐκκλησίας ἄγων» δὲν ἔχει ἀνάγκην ἀπὸ τὴν δική μας τελειότητα γιὰ νὰ ἐπιτελέσῃ τὸ ἔργον του, ἀλλὰ ὡς γέγραπται «ἐν τῇ ἀδυναμίᾳ μας τελειοῦται ἡ δύναμις τοῦ Θεοῦ» ἡμεῖς ἁπλῶς τυγχάνουμε ὡς «ἔχοντες τὸν θησαυρὸν τοῦτον ἐν ὀστρακίνοις σκεύεσι».

Ἂν δὲν βαρέθηκες τὴν πολυλογία μου θὰ ἤθελα νὰ σοὺ διηγηθῶ κάτι ἀπὸ τὴν ζωήν μου. Γνώρισα τὸν Μακαριστὸ Μητροπολίτη Ἐπιφάνιο τὸ τραγικὸ ἐκεῖνο ἔτος τοῦ 1971 καὶ ἔκτοτε ἔμεινα σὲ κοινωνία μαζί του γιὰ 34 χρόνια μέχρι τὸ ἔτος τῆς ἐκδημίας του τὸ 2005. Δυστυχῶς τὸν ἐπίκρανα καὶ τὸν ἀπαγοήτευσα πάρα πολὺ μὲ τὸν ἄστατο καὶ φιλάμαρτο χαραχτήρα μου καὶ τὴν κακήν μου προαίρεσιν. Παρ’  ὅλα αὐτὰ δὲν ἔπαψε ποτὲ νὰ μὲ ἀγαπᾶ καὶ νὰ μὲ ἐμπιστεύεται. Μία μέρα μου εἶπε :

Ἐγὼ παρακαλοῦσα τὸν Θεὸν νὰ μοῦ στείλῃ κάποιον νὰ μὲ βοηθήσῃ, ἕναν ἐνάρετο, πνευματικὸ καὶ σεβάσμιο ἄνθρωπο, καὶ ἀντ’ αὐτοῦ μοῦ ἔστειλε ἐσένα.

- Τί νὰ κάνουμε Δέσποτα; Νὰ μὲ ἐπιστρέψῃς πίσω λέγοντας : «τὸ ἐμπόρευμα εἶναι ἀκατάλληλο καὶ ἀπαράδεκτο». Ἐγὼ δυστυχῶς ἐκτὸς ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες μου καὶ τὴν κακήν μου προαίρεσιν, δὲν ἔχω τίποτε ἄλλο νὰ σοῦ προσφέρω.

Καὶ ὅμως πρὶν ἀναχωρήσῃ γιὰ τὴν «μένουσαν πατρίδα» ἔδωσε ἐντολὴ καὶ εὐλογία ἀνάμεσα στὰ λίγα πρόσωπα ποὺ θεωροῦνταν εὐπρόσδεκτα στὸ Μοναστήρι, νὰ εἶναι καὶ ἡ ἀναξιότητά μου. (...) Ἡ ἀφανής μας συνεργασία γιὰ 34 χρόνια, μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ δὲν ἔμεινε ἄκαρπος. Στὴν ἀρετή μου ἄρα γε ὀφειλόταν αὐτὸ ἢ στὴν ἁγιότητά μου;

Ἕνα κοινὸ σημεῖο ποῦ μᾶς ἕνωνε ἦταν ὅτι οὔτε ἐκεῖνος οὔτε ἐγὼ δὲν ἀποσκοπούσαμε σὲ κάτι γιὰ τὸν ἑαυτόν μας. Παρ’ ὅλην αὐτὴν τὴν ἀγάπην του, δὲν ἀπέκτησα ποτὲ παῤῥησίαν ἀπέναντί του. Ποτὲ δὲν δρασκέλισα τὸ κατώφλι τοῦ κελιοῦ του χωρὶς νὰ μὲ φωνάξῃ καὶ ποτὲ δὲν κάθισα δίπλα του χωρὶς νὰ μοῦ τὸ πῇ ὁ ἴδιος. Ποτὲ δὲν τοῦ ἔδωσα τὴν γνώμη μου χωρὶς νὰ μοῦ τὴν ζητήσῃ, οὔτε θέλησα ποτέ μου νὰ τὸν ἐπηρεάσω, ἢ νὰ τὸν κατευθύνω σὲ κάτι. Ὄχι 34 χρόνια ποὺ πέρασαν, ἀλλὰ ἀκόμη καὶ 134 νὰ εἶχαν περάσει πάλι τὸ ἀποτέλεσμα θὰ ἦταν τὸ ἴδιο. (...)

Ὅτι μου συνέβαινε μὲ τὸν Μακαριστὸ Ἐπιφάνιο, τὸ αὐτὸ ἀκριβῶς μου συμβαίνει καὶ μὲ τὸν ἰσάξιο διάδοχό του τὸν Πανιερώτατο Μητροπολίτη Σεβαστιανό. Ὅταν ἐπισκέφθηκα καὶ γνώρισα γιὰ πρώτη φορὰ ἐκ τοῦ σύνεγγυς τὸ 1976 τὴν Κυπριακὴ Ἐκκλησία, ὁ Πανιερώτατος ἦταν μόλις ἐννέα ἐτῶν καὶ τὸν φωνάζαν Μιχαλάκη! Ὅταν ὅμως ἡ Ἐκκλησία μοῦ τὸν ἔθεσε ὡς κεφαλὴν καὶ Ἀρχιερέα τότε δὲν ἦταν πιὰ «Μιχαλάκης» ἀλλὰ «Πανιερώτατος», κατὰ τὸ Κυπριακὸ σύστημα καὶ ὁρολογία, εἰς τὸν ὁποῖον ὀφείλω σεβασμόν, ἀγάπη καὶ εἰς τὸν ὁποῖον ὀφείλω νὰ ὑποτάσσομαι. Τὸ ὅτι τὸν γνωρίζω καὶ αὐτὸν γιὰ 37 χρόνια τώρα, δὲν μοῦ δημιουργεῖ καμμιὰ διάθεσι οὔτε μοῦ παρέχει κάποιο δικαίωμα, νὰ ἀποκτήσω παῤῥησία μαζί του.

Ἐὰν ποτὲ μὲ ἐρωτήσει γιὰ κάτι προσπαθῶ νὰ ἀπαντήσω ἀξιοπρεπὼς χωρὶς γλυψίματα καὶ προσωπολατρεῖες  ἢ κάποιαν ἄλλη ὀπισθοβουλία. Τὴν ἀπάντησί μου ἐὰν θὰ τὴν βρῇ ὀρθὴ ἢ ἐσφαλμένη, χαζὴ ἢ φαεινή, αὐτὸ εἶναι θέμα δικό του. Ἐκεῖνος ἔχει τὰ γένεια ἂς κρατήσῃ καὶ τὰ κτένια ποὺ λέει ὁ λαός.

Ἐὰν δὲν ἐρωτηθῶ δὲν ἐκφράζω γνώμη, δὲν εἶμαι κανενὸς σύμβουλος καὶ δὲν περιεργῶ. Τὸ ὅτι εἶμαι ὑποτασσόμενος εἰς αὐτὸν δὲν τὸ θεωρῶ οὔτε δουλοπρέπεια, οὔτε ἀναξιοπρέπεια οὔτε σημαίνει ὅτι μὲ τοποθετεῖ σὲ μειωνεκτικὴ θέσι καὶ στεροῦμαι προσωπικότητος. Τὸ πόδι δὲν αἰσθάνεται σὲ μειωνεκτικὴ θέσι ἐπειδὴ δὲν εἶναι μάτι! Δὲν ὑποτάσσομαι σὲ ἄνθρωπο, οὔτε «σὲ αἷμα καὶ σάρκα», ἀλλὰ στὴν Ἐκκλησία ἡ ὁποία τὸν ἔκρινε ἄξιον νὰ τὴν ἐκπροσωπῇ καὶ νὰ τὴν ποιμαίνῃ καὶ ἡ ὑποταγή μου στὸν Ἐπίσκοπο εἶναι στὴν οὐσία ὑποταγή μου στὸν Θεό.

Ὅπως ἤδη γνωρίζεις κάλλιον ἐμοῦ, Δημήτρη μου, κατὰ τὸν ἰ. Χρυσόστομο, «ὁ Θεὸς οὐ πάντας χειροτονεῖ, ἀλλὰ διὰ πάντων ἐνεργεῖ». Σὲ ποιὰ κατηγορία ἐκ τῶν δύο ἄραγε νὰ ἀνήκῃ ὁ (...) οὔτε τὸ ξέρουμε, οὔτε πρόκειται νὰ τὸ μάθουμε ποτὲ οὔτε μᾶς ἀφορᾶ, οὔτε ἔχει κάποια ἰδιαίτερη σημασία. Ἐμεῖς σύμφωνα μὲ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνας ἐνδιαφερόμεθα μόνον «περὶ εὐσεβείας καὶ δικαιοσύνης». Τὰ ὑπόλοιπα δὲν μᾶς ἀφοροῦν.

Ἐμεῖς ἔχουμε λοιπὸν καθῆκον ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, νὰ τὸν περιβάλουμε μὲ ὅλη μας τὴν ἀγάπην, τὴν στοργὴ καὶ τὸν σεβασμό μας ὥστε νὰ διευκολύνουμε τὸ ἔργον του γιὰ τὴν πρόοδο τῆς Ἐκκλησίας μας τὰ μέγιστα. Διαφορετικὰ θὰ μᾶς πῆ ὁ Θεός, «Γιὰ κοπιάστε ἐδῶ ἐσεῖς οἱ δύο. Τί ἐκάνατε γιὰ νὰ ἐξασφαλίσετε τὴν «συνάφεια τῶν μελῶν» τῆς Ἐκκλησίας; (...) Ἐσεῖς τί ἐκάνατε γι’ αὐτόν; Ἀνεβήκατε μαζί του εἰς τὸ ὄρος Ῥαφιδεῖν γιὰ νὰ συναγωνισθῆτε μαζί του ὥστε νὰ κατατροπωθῇ ὁ Ἀμαλὴκ τῆς ἀποστασίας; Τοῦ βρήκατε κάθισμα γιὰ νὰ καθίσῃ καὶ νὰ τὸν στηρίξετε; Κρατήσατε τὰς βεβαρυμένας του χεῖρας ὑψωμένας πρὸς ἐμὲ ὡς τὸ πάλαι ὁ Ὢρ καὶ Ἀαρών»;

Πῶς ὅμως, Δημήτρη μου, θὰ κατορθώσουμε νὰ πείσουμε τὸν (...) νὰ ἀφήσῃ κατὰ μέρος τὸν Β. Θ. καὶ νὰ προσηλωθῇ στὸν Ἄγ. Μάξιμο τὸν Ὁμολογητή, ἐὰν προηγουμένως δὲν εἶναι ἐνδόμυχα πεπεισμένος γιὰ τὴν εἰλικρίνεια τῶν προθέσεών μας, γιὰ τὴν ἀνιδιοτέλεια καὶ ἔλλειψι ὀπισθοβουλίας ἐκ μέρους μας, ὅτι δὲν ζητᾶμε οὔτε νὰ τὸν χειραγωγήσουμε οὔτε νὰ τὸν χρησιμοποιήσουμε, ὅτι δὲν ἐνεργοῦμε ἐξ ὀνόματος καὶ λογαριασμὸ τρίτων, δὲν θέλουμε νὰ τοῦ ἐπιβληθοῦμε, ὅτι δὲν ἀποβλέπουμε καὶ δὲν ἀποσκοποῦμε σὲ κάτι τὸ προσωπικό, δὲν θέλουμε νὰ πετύχουμε τίποτε γιὰ τὸν ἑαυτόν μας, καὶ ὅτι ἐκτὸς ἀπὸ τὴν πρόοδο καὶ τὸ συμφέρον τῆς Ἐκκλησίας τίποτε δὲν μᾶς ἐνδιαφέρει;

Ὁ Θεὸς σὲ ἐχαρίτωσε μὲ ἀφθονία ταλάντων καὶ ἱκανοτήτων. Στὴν πραγματικότητα ὅμως ὅλα αὐτὰ τὰ τάλαντα καὶ τὶς ἱκανότητες σὲ ἐμᾶς τὰ ἔδωσε καὶ γιὰ ἐμᾶς τὰ προώρησε μέσῳ ἐσοῦ. Δὲν πηγάζουν ἀπὸ σένα, δὲν εἶσαι ὁ κάτοχός τους ἀλλὰ ὁ διαχειριστής τους, ὥστε ὡς πιστὸς καὶ φρόνιμος οἰκονόμος καὶ δοῦλος νὰ παρέχῃς εὔκαιρον τροφὴν καὶ οἰκοδομὴν εἰς τοὺς συνδούλους σου.

(...) Ὅταν λέγει ὁ Παῦλος ὅτι «πᾶσιν ἐμαυτὸν ἐδούλωσα ἵνα τοὺς πλείονας κερδίσω» ἀσφαλῶς καὶ δὲν ἐπιζητοῦσε νὰ τοὺς κερδίσῃ γιὰ τὸν ἑαυτὀν του ἀλλὰ διὰ τὸν Χριστόν. Εἶχες τὴν τύχη νὰ γνωρίσῃς πνευματικοὺς ἀνθρώπους καὶ νὰ ὠφεληθῇς ἀπὸ αὐτούς. Τώρα εἶναι καιρὸς νὰ ἐπιστρέψῃς τὰ ὀφέλη μαζὶ μὲ τοὺς τόκους. (...)

Συγχώρεσε μέ, καλέ μου Δημήτρη, ἐὰν δὲν ἀπαντῶ ἢ ἀπαντῶ ἀρνητικὰ σὲ ὁρισμένα κοινὰ e-mail ποὺ κατὰ καιροὺς μᾶς στέλνεις. Εἶμαι γέρος πιὰ καὶ πολὺ ἄῤῥωστος καὶ δὲν μπορῶ νὰ ἐμπλακῶ σὲ νέες ἠλεκτρονικὲς διαδικασίες οἱ ὁποῖες μὲ κουράζουν καὶ δὲν μπορῶ νὰ τὶς παρακολουθήσω. Γι’ αὐτὸ περιορίζομαι στὴν κλασσικὴ καὶ στοιχειώδη ἠλεκτρονικὴ ἀλληλογραφία. Μπορεῖς νὰ μοῦ γράφης ὅτι θέλεις, καὶ ἐγὼ ἐν τῷ μέτρῳ τῶν δυνατοτήτων μου θὰ σοῦ ἀπαντῶ. Ὑπολογίζω στὴν κατανόησί σου.

Εἴθε ἡ Παναγία Μητέρα μας νὰ ἐφαπλώσῃ τὸ θεῖον αὐτῆς μαφόριον ἐπί σὲ καὶ τὴν οἰκογένειά σου νὰ κατευθύνῃ τὴν ὁδόν σου καὶ νὰ εὐλογήσῃ πάντα τὰ ἔργα σου.

Μὲ ἀγάπην Χριστοῦ, ἀφοσιωμένος σου ἐν Κυρίῳ,

Βασίλης      
      



Δημήτριος Ἰ. Κάτσουρας                 Κόρινθος, 27 Δεκ. 2013 ἐκ. ἡμ.





Πολυαγαπητέ μου Βασίλειε, χαῖρε ἐν Κυρίῳ πάντοτε!

Σέ εὐχαριστῶ ἰδιαιτέρως γιά τόν κόπο τῆς ἀγάπης σου νά μοῦ ἐκφράσεις τίς καλές σκέψεις καί τίς ἔμπειρες συμβουλές σου. Πίστεψέ με οἱ προβληματισμοί μου εἶναι ἔμπονοι καί θέλω νά πιστεύω ὅτι πέραν τῶν πολλῶν ἀδυναμιῶν μου ἔχουν νά κάνουν μέ τήν ἀγάπη μου γιά τήν ἁγία Μητέρα μας, τήν Ἐκκλησία.

Συμμερίζομαι ἀπόλυτα τίς σκέψεις σου καί ἐλπίζω μέ τήν Χάρι τοῦ Θεοῦ μας καί τίς εὐχές σας νά ἀνταποκριθῶ σ' αὐτό πού χρειάζεται. Εἶναι σημαντικό καί παρήγορο γά μένα τό ὅτι περί αὐτῶν ὅλων συμπίπτουν οἱ ἀπόψεις τῶν ἀνθρώπων πού ἐμπιστεύομαι καί ἐκτιμῶ ὅπως ὁ Πνευματικός μου, σεβαστοί Πατέρες ἐδῶ καί ἡ ἐντιμότητά σου.

Ἐπέτρεψέ μου νά μοιραστῶ μαζί σου δύο πράγματα, μέ τά ὁποῖα, ἴσως χαμογελάσεις. Τό ἕνα εἶναι ὅτι σέ κοινούς μας γνωστούς καί μή, ἀναφέρω ὅτι ἐάν ὁ ἀδ. Βασίλης φύγει πιό γρήγορα ἀπό μένα ἀπό τή ζωή αὐτή, θἄθελα νά μέ εἰδοποιήσουν. Γιά νά πάω νά κλάψω τήν ἁπώλεια ἐνός καλοῦ καί σπάνιου φίλου καί ἀδελφοῦ καί νά ὁμολογήσω ἐκεῖ δημοσίᾳ ὅτι εὐτύχησα (...) νά γνωρίσω κι ἕναν κανονικό ἀξιόλογο ἄνθρωπο! (...)

Τέλος, γιά νά μή σέ κουράζω περισσότερο, σοῦ ἀναφέρω κάτι καί ἀπό τήν ἀντίστοιχη δική μου πολύτιμη γνωριμία-ἐμπειρία μέ τόν μακαριστό καί ἀλησμόνητο Πνευματικό μου Πατέρα, τόν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀνδρέα, μέ τόν ὁποῖο συνεργάσθηκα (ἄν μοῦ ἐπιτρέπεται νά τό θέτω ἔτσι) γιά 22 χρόνια. Λίγο πρίν κοιμηθεῖ καί βλέποντας ὅτι μᾶς φεύγει, τόν παρεκάλεσα νά μοῦ δώσει μία καί μοναδική συμβουλή, ἐνῶ μοῦ χρειάζονταν πάρα πολλές. Σκέφθηκε γιά λίγα λεπτά ὁ ἅγιος ἄνθρωπος καί μοῦ εἶπε: Δημήτρη μου, ὅ,τι κάνεις γιά τήν Ἐκκλησία νά μή τό θεωρεῖς δικό σου, ἀλλά τοῦ Θεοῦ!....



Σέ εὐχαριστῶ ἀγαπητέ μου ἀδελφέ καί ἐκλεκτέ φίλε γιά ὄλα.



 Μέ ἐκτίμησι καί ἀγάπη Χριστοῦ

ἐλάχιστος



Δημήτρης Κ.

Ἡσυχ/ριο Ζωοδ. Πηγῆς (Κύπρος) 1992. Ὁ Κιτίου συνομιλῶν μέ τόν νεαρό τότε Δημήτριο Κάτσουρα.


1 σχόλιο:

δάσκαλος είπε...

Αιωνία του η μνήμη! Μεγάλη προσωπικότητα! Είθε να έλθει στο φως και το ανέκδοτο έργο του προς ωφέλεια των Ορθοδόξων.
Ευχαριστούμε για την ανάρτηση.