Translate

Δευτέρα 27 Οκτωβρίου 2025

 

ΟΜΙΛΙΑ

τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν & Πάσης Ἑλλάδος κ. Στεφάνου

ΕΙΣ ΤΟ ΕΙΚΟΣΑΕΤΕΣ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟΝ ΤΟΥ ΑΟΙΔΙΜΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΑΘΗΝΩΝ ΚΥΡΟΥ ΑΝΔΡΕΟΥ (21.9.2005)




 

«Ἐάν  γάρ μυρίους παιδαγωγούς ἔχητε ἐν Χριστῶ, ἀλλ΄ οὐ πολλούς Πατέρας· ἐν γάρ Χριστῶ Ἰησοῦ διά τοῦ Εὐαγγελίου ἐγώ ὑμᾶς ἐγέννησα» [1]

Ἅγιοι ἀδελφοί Ἀρχιερεῖς,

Τίμιο Πρεσβυτέριο,

Ὁσιωτάτη Καθηγουμένη μετά τῆς περί ὑμᾶς ἱερᾶς ἀδελφότητος,

Εὐλαβέστατα τέκνα τῆς Ἐκκλησίας,

Τούς ἀνωτέρω λόγους ἀπηύθυνε ὁ μέγας Ἀπόστολος τοῦ Χριστοῦ Παῦλος πρός τά ἐν Κορίνθῳ πνευματικά τέκνα του. Πρόκειται γιά λόγους τούς ὁποίους κάθε ἀληθινός Πνευματικός Πατήρ δύναται νά ἀπευθύνει πρός τά ἐν Χριστῶ πνευματικά του τέκνα. Διακρίνεται δέ ὁ παιδαγωγός ἀπό τόν Πνευματικό Πατέρα, καθότι ὁ μέν πρῶτος ἁπλῶς διδάσκει, ἐνῶ ὁ δεύτερος γεννᾶ, διά τοῦ Εὐαγγελίου, πνευματικά τέκνα.

Ὡς συνειδητά μέλη τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, ὀφείλουμε να γνωρίζουμε ὅτι ἡ ἁγιότης, πρωτίστως, ἀλλά καί ἡ πνευματική πατρότης συνδέεται ἀρρήκτως μετά τῆς Παραδόσεως, ἡ ὁποία μέ τή σειρά της ταυτίζεται μέ τήν Ὀρθοδοξία πού εἶναι ἡ ἅπαξ παραδοθεῖσα τοῖς Ἁγίοις Πίστις.

Κατά τόν Ἀπόστολο Παῦλο, Παράδοσις εἶναι τό γεννᾶσθαι ἀπό τούς Πατέρας ἐν Χριστῶ διά τοῦ Εὐαγγελίου καί «παραλαμβάνειν τόν Χριστόν καί μορφοῦν Αὐτόν ἐν ἡμῖν», ὅπως σημειώνει σχετικῶς ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός.

Ἑπομένως, εἶναι κεφαλαιώδους σημασίας νά ὑπάρχουν στήν Ἐκκλησία Πατέρες, διότι δι’ αὐτῶν μεταδίδεται ἡ Πνευματική ζωή, ὅπως ἀπό τούς βιολογικούς πατέρες μεταδίδεται ἡ βιολογική ζωή. Ἀπόδειξις δέ τῆς ζωτικότητος καί αὐθεντικότητος τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἡ ὕπαρξις καί παρουσία Πατέρων, τούς ὁποίους γεννᾶ ἡ ἴδια ἡ ζῶσα Ἐκκλησία, ὡς Σῶμα Χριστοῦ καί κοινωνία θεώσεως.

Ἐπειδή δέ, ὁ ὅρος καί ἡ ἔννοια Πατήρ ἀπό ἐκκλησιαστικῆς ἀπόψεως συνδέεται τόσο μέ τήν Θεολογία ὅσον καί μέ τήν ἁγιότητα, διευκρινίζεται ὅτι δέν εἶναι μόνον οἱ Θεούμενοι, δηλαδή οἱ κατ’ ἐξοχήν Ἅγιοι, Πατέρες οἱ ὁποῖοι γεννοῦν πνευματικά τέκνα καί ὁδηγοῦν πρός σωτηρίαν. Καί ὅσοι Πνευματικοί Πατέρες, ἐν τῆ Ἐκκλησία, ἀναγνωρίζουν καί ἀποδέχονται καί ὁμολογοῦν τή Θεολογία τῶν Ἁγίων καί προσκολλῶνται, κατά τόν Ἅγιο Συμεών τόν νέο Θεολόγο, διά τῆς Πίστεως, τῆς ἀγάπης καί τῆς ἐργασίας τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, αὐτοῖς (δηλαδή, τοῖς Ἁγίοις), ἀποτελοῦν καί αὐτοί κρίκους στή διαχρονική ἀλυσίδα τῶν Πατέρων.

Ἐξ ὅλων τῶν ἀνωτέρω, καθίσταται σαφές ποίας μεγάλης σημασίας καί ἀξίας εἶναι τό γεγονός τῆς ὑπάρξεως (καί) στήν ἐποχή μας Πνευματικῶν Πατέρων, ὅπως ὁμολογουμένως ἦτο ὁ ἀείμνηστος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν Ἀνδρέας (+). Οὗτος ὑπῆρξε γνήσιο τέκνο τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρός ἡμῶν Ματθαίου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν, τοῦ νέου Ὁμολογητοῦ, προσκολλώμενος δέ ἐκείνῳ καί ἐλλαμφθείς, ὅπως ἐκεῖνος, κατεστάθη πνευματικός ἐκείνου κληρονόμος, κατά τόν ἔνθεο τρόπο τῆς ζωῆς του.

* * *

Ὁ ἀείμνηστος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν Ἀνδρέας, κατά κόσμον Δημήτριος Ἀνέστης, γεννήθηκε τήν 24η Δεκεμβρίου 1915 στήν Κολάκα (σημερινή Κυρτώνη) Ἀταλάντης Φθιώτιδος, ἀπό γονεῖς εὐσεβεῖς.

Ἐμόνασε στήν Ἱερά Μονή Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος Κουβαρᾶ Ἀττικῆς, ὑπό τήν πνευματική καθοδήγηση τοῦ Κτίτορος αὐτῆς, τότε Ἐπισκόπου Βρεσθένης καί μετέπειτα Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν, νῦν δέ Ἁγίου Ματθαίου, τό ἔτος 1938, σέ ἡλικία 23 ἐτῶν, μετά τήν ἐκπλήρωση τῶν στρατιωτικῶν του ὑποχρεώσεων.

Ὡς Ἱερομόναχος Ἀθανάσιος, μέ ἕδρα τήν μετάνοιά του, ἐξυπηρέτησε πολλές Ἐνορίες ἀνά τήν Ἑλλάδα, ἀντιμετωπίσας διώξεις καί κακουχίες, ἐξαιτίας τῶν τότε συνθηκῶν καί καταστάσεων. Τό ἔτος 1947 διορίστηκε Πνευματικός τῶν Ἀδελφοτήτων τῶν Ἱερῶν Μονῶν Μεταμορφώσεως Κουβαρᾶ καί Παναγίας Πευκοβουνογιατρίσσης Κερατέας Ἀττικῆς, ὑπό τοῦ Κτίτορος αὐτῶν Ἐπισκόπου Βρεσθένης Ματθαίου.

Τήν 13η Σεπτεμβρίου 1948, κατά τίς ἱστορικές Ἐπισκοπικές Χειροτονίες ἐκείνου τοῦ ἔτους, ἀνεδείχθη Ἐπίσκοπος Πατρῶν, λαβών τό ὄνομα Ἀνδρέας, χειροτονηθείς ὑπό τοῦ Ἐπισκόπου Βρεσθένης Ματθαίου, συμπαραστατουμένου ὑπό τοῦ Ἐπισκόπου Τριμυθοῦντος Σπυρίδωνος.

Κατά τήν περίοδο τῶν διωγμῶν κατά τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἐξαπολυθέντων τά ἔτη 1950-1956 ὑπό τοῦ Καινοτόμου Ἀρχιεπισκόπου Σπυρίδωνος Βλάχου, συνελήφθη, ἀποσχηματίσθηκε καί φυλακίσθηκε ἐπί 11 μῆνες.

Τό 1972 ἀνεδείχθη Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος, κοσμήσας ἐπί 31 συναπτά ἔτη τόν θρόνον τῶν Ἀθηνῶν. Διακρίθηκε γιά τό πνεῦμα τῆς συνεργασίας, ἀκολουθήσας τό Γραφικόν «Σωτηρία γάρ, φησίν, ἐν πολλῆ βουλῆ καί ἀνήρ ἀσύμβουλος, καθ’ ἑαυτοῦ πολέμιος»,  καί, παρά τήν ταπεινή καταγωγή του καί τήν χαμηλή κατά κόσμον μόρφωση, ἀνεδείχθη, διά τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, σοφός οἰακοστρόφος τῆς ἐν Ἑλλάδι Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ,

Καθ’ ὅλη τή διάρκεια τῆς Ἀρχιερατείας καί δή τῆς Ἀρχιεπισκοπείας του ἀνέπτυξε πλούσιο ποιμαντικό, πνευματικό καί ἱεραποστολικό ἔργο, ἐξέδωσε ψυχωφελή βιβλία, συμμετεῖχε δέ σέ ὅλα τά σημαντικά καί ἱστορικά γεγονότα τῆς Ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς, κατά τήν ἀντίστοιχη μακρά χρονική περίοδο. Ἐνδεικτικῶς ἀναφέρεται ὅτι συμμετεῖχε καί ἐγκαινίασε περί τούς τριάντα (30) Ἱερούς Ναούς, ἐνῶ ὑπ’ αὐτοῦ χειροτονήθηκαν περισσότεροι ἀπό ὀγδόντα (80) Κληρικοί, ὡς Διάκονοι καί Πρεσβύτεροι, ἐκάρησαν δέ ὑπ’ αὐτοῦ δεκάδες Μοναχοί και Μοναχές. 

Τό ἔτος 2003, παραιτήθηκε ἐκ τοῦ Ἀρχιεπισκοπικοῦ Θρόνου τῶν Ἀθηνῶν, λόγω σοβαρῶν προβλημάτων ὑγείας, τά ὁποῖα ὑπέμεινε μέ Ἰώβειο ὑπομονή μέχρι τέλους, εὐχαριστῶν τόν Θεόν, ἀλλά καί ἀποβλέπων ἐν ταπεινώσει πρός τό συμφέρον τῆς Ἐκκλησίας, μιμούμενος τόν Ἅγιο Γρηγόριο τόν Θεολόγο, μή παραιτηθείς ὡστόσο ἐκ τῆς Ἀρχιερωσύνης, ὅπως καί ἐκεῖνος. 

* * *


Ὁ ἀείμνηστος Πνευματικός ἡμῶν Πατήρ καί Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν Ἀνδρέας ἦταν προικισμένος μέ χαρίσματα, τά ὁποῖα συνήθως ὀνομάζουμε φυσικά, ἐνῶ διά τῶν πνευματικῶν ἀγώνων του ἐκόσμησε ἑαυτόν, ἤ μᾶλλον ἐκοσμήθη ὑπό τοῦ Πνεύματος, καί μέ πολλές ἀρετές.

Ὅπως ἀναφέρει ὁ ὑμνογράφος διά τόν Μέγα Ἀντώνιον: «Τό κατ’ εἰκόνα τηρήσας ἀλώβητον, νοῦν ἡγεμόνα κατά παθῶν ὀλεθρίων, ἀσκητικῶς ἐνστησάμενος, εἰς τό καθ’ ὁμοίωσιν ὡς δυνατόν ἀνελήλυθας,….»[2]. Κάτι ἀνάλογο, τηρουμένων τῶν ἀναλογιῶν, ἴσχυσε καί γιά τόν ἀοίδιμο Πνευματικό ἡμῶν Πατέρα καί Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν Ἀνδρέα.

Ἦταν ἁπλός, συνετός, σεμνός, ἐργατικός, ὑπομονετικός, φιλομαθής, εὐφυής, ἀνεκτικός, φιλήσυχος, εἰρηνικός, σεβαστικός  ἐκ φύσεως, ἐνῶ διά τῶν πνευματικῶν ἀγώνων του, τῆς κατά Θεόν ἀσκήσεως καί τῆς πνευματικῆς βίας, ἐκ τῆς  ὁποίας διεκρίνετο, τελικῶς κατέστη, κατά Παῦλον, «τύπος τῶν πιστῶν, ἐν λόγῳ, ἐν ἀναστροφῆ, ἐν ἀγάπη, ἐν πνεύματι, έν πίστει, ἐν ἀγνείᾳ»[3]

Ἡ ὁσιακή κοίμησίς του ἐπεσφράγισε καί κατέστησε ἀσύλητο καί ἀναφαίρετο θησαυρό δι’ ἐκεῖνον, ἀνεκτίμητη δέ παρακαταθήκη δι’ ἡμᾶς, ἀναθεωρούντων τήν ἔκβασιν τῆς ἀναστροφῆς αὐτοῦ πρός μίμησιν τῆς πίστεώς του, τά πανθομολογούμενα, ὑπό τῶν πνευματικῶν του ἀδελφῶν, τέκνων καί ὄχι μόνον, θαυμαστά χαρίσματα καί πνευματικά του κατορθώματα, ὅπως : ἡ ζῶσα καί ἐνεργός Πίστις του, ὁ κατ’ ἐπίγνωσιν ζῆλος του ὑπέρ τῆς ἀκαινοτομήτου Ὀρθοδοξίας, ἡ ἁγνότης καί ὁσιακή καθαρότης του, ὁ ἀσίγαστος θεῖος ἔρως, ἡ ἀδιάλειπτος προσευχή του, ἡ ἀνυπόκριτος ἀγάπη του, τό χαρίεν καί χαρούμενον τῆς παρουσίας του, ἡ φιλάνθρωπος καί φιλάδελφος ἀνεξικακία καί συγχωρητικότης του, ἡ φιλοπονία του, ἡ μαρτυρική ὑπομονή του, ἡ καρποφόρος ἐξομολογητική προσφορά του, τό ἐποικοδομητικό κηρυκτικό ἔργο του, ἡ ἱεροπρέπεια, τό φιλακόλουθον, ἡ συνεχής μελέτη τῶν Γραφῶν, τῶν βίων τῶν Ἁγίων καί ἡ μαθητεία στούς Ἁγίους Πατέρες, ἡ ἀκτημοσύνη καί ἀφιλοχρηματία του, ἡ ἐλεημοσύνη του, ἡ ἡσυχαστική βιοτή του, καθώς καί ὁ ἱεραποστολικός ζῆλος του, ἡ εὐχαριστιακή καί δοξολογική ἀντιμετώπιση τῶν δοκιμασιῶν, ἀδικιῶν καί συκοφαντιῶν, ἡ πατρική καί πατερική διάκρισίς του, ἡ μακαρία ἁπλότητά του καί ἡ γνησία ταπείνωσίς του.

Κατόπιν τῶν ἀνωτέρω, ἐγκωμιαζομένου αὐτοῦ, κατά τήν Σοφία Σολομῶντος, «εὐφρανθήσονται λαοί, ἀθανασία γάρ ἐστίν ἡ μνήμη αὐτοῦ, ὅτι καί παρά Θεῶ γινώσκεται καί παρά ἀνθρώποις, καί ἀρεστή Κυρίω ἡ ψυχή αὐτοῦ».

***

Ἀκριβῶς πρό εἴκοσι ἐτῶν, τήν 21η Σεπτεμβρίου, ἡμέραν τῆς ἀποδόσεως τῆς ἑορτῆς τῆς  Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, τοῦ ἔτους 2005, ὁ πιστός δοῦλος ἀλλά καί φίλος τοῦ Χριστοῦ Ἀνδρέας Ἀρχιερεύς, ὁ ἀπό Πατρῶν Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν, πλήρης ἡμερῶν ἀλλά καί πλήρης ἀρετῶν καί ἔργων ἀγαθῶν, δοκιμασθείς «ὡς χρυσός ἐν χωνευτηρίῳ», παρέδωσε τό πνεῦμα του εἰς τόν Κύριόν του. Ἐκοιμήθη εἰρηνικῶς καί ὁσιακῶς, μεταβάς ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τήν ζωήν τήν ἀληθινήν, γιά νά ἀπολαύσει ὡς σταυροφόρος ἐν βίῳ τήν αἰωνία καί ἄληκτη Ἀναστάσιμη χαρά τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν.

Εἴκοσι ἔτη μετά τήν ἐκδημία του, διαπιστώνουμε ὅτι ὄχι μόνον κατέλιπε ἀγαθή μνήμη στήν Ἐκκλησία ἀλλά καί ὅτι παραμένει ἡ μνήμη τῆς παρουσίας του ζῶσα καί ἀναλλοίωτη στόν νοῦ καί τήν καρδία τῶν Κληρικῶν, τῶν εὐλαβῶν μοναχῶν καί τοῦ εὐσεβοῦς λαοῦ, οἱ ὁποῖοι τόν ἐγνώρισαν καί ὅσων παρ’ αὐτῶν ἄκουσαν περί αὐτοῦ. 

⁎⁎⁎

Τό ἐν ἀρχῆ τῆς παρούσης ἀναφερθέν Ἀποστολικό λόγιο ἔχει καί τήν ἐπισφραγίζουσα αὐτό συνέχειά του. Μία μικρή φράση, τήν ὁποία ὡς γνήσιος διάδοχος τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, θά μποροῦσε, ὅπως ὁ Ἀπόστολος Παῦλος πρός τούς ἐν Κορίνθῳ πιστούς, ἔτσι και ὁ ἀοίδιμος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀνδρέας νά ἀπευθύνει καί αὐτήν πρός ἡμᾶς, λέγων: «παρακαλῶ οὖν ὑμᾶς, μιμηταί μου γίνεσθε»[4]!

Ἄς τό ἐπιδιώξωμε, ἀδελφοί καί τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά,

Ἐάν δέ, οἱ ἡμέτεροι λόγοι λησμονηθοῦν, κρατήσατε ὅμως στή μνήμη σας τά ἐν συνεχείᾳ ἐνδεικτικά καί χαρακτηριστικά ἀποσπάσματα ἐκ τῶν λόγων τοῦ μακαρίου Πατρός, ἐκ τῶν ὁποίων ἐμφαίνεται ἡ ζῶσα Πίστις καί τό γνήσιο ἐκκλησιαστικό φρόνημά του. Εὐχόμεθα δέ καί πατρικῶς προτρέπουμε νά συγγραφεῖ, σύν Θεῶ, ὑπό πνευματικῶν τέκνων καί συνεργατῶν τοῦ ἀοιδίμου Πατρός, ὁ κατά πλάτος βίος, ἡ πολιτεία καί ἡ πολύτιμη ἐργασία του στόν Ἀμπελώνα τοῦ Κυρίου, εἰς μνημόσυνον αὐτοῦ αἰώνιον καί πνευματική ὠφέλεια τῶν πιστῶν. 

Ἰδού τά ἀποσπάσματα ἐκ τῶν λόγων του:

«Εἰς τήν σημερινήν ἐποχήν τῆς συγχύσεως καί τῆς ἀποστασίας ἐκ τοῦ Θεοῦ καί τῶν ἐντολῶν Του ὀφείλομε νά ἀγωνιζώμεθα μετά πίστεως καί ταπεινώσεως διά νά μᾶς σκεπάζη πάντοτε ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ. Καί τοῦτο θά τό κατορθώσωμε μέ τήν βοήθειάν Του, ἐφ’ ὅσον, μολονότι ὡς ἄνθρωποι πίπτομεν, διαρκῶς μετανοῶμεν καί ἐμμένομεν πιστοί εἰς τήν ὀρθήν λατρείαν τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ.»[5]

«Ἐδῶ εἰς τήν φυλακήν περνῶ τάς καλυτέρας ἡμέρας τῆς ζωῆς μου. Ἐχόρτασα προσευχή και ἀνάγνωσι. Μέσα εἰς τήν φυλακήν ….., χάριτι Θεοῦ εἴχαμε ἀνάγνωσι καί προσευχή καί δοξολογίαν εἰς τόν Ἅγιον Θεόν πού ἀξίως μᾶς παιδεύει ἀπό Θεϊκή ἀγάπη[6] 

«Ἄς διατηρήσωμεν ὡς κόρην ὀφθαλμοῦ τήν ὀρθόδοξον Ὁμολογίαν μας καί ἄς φροντίσωμεν μέ βίαν πνευματικήν νά μήν ὑστερῶμεν εἰς ἀγαθά ἔργα, καλλιεργοῦντες τήν ἀγάπην εἰς ἀλλήλους, ὡς γνήσιοι μαθηταί τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ.»[7] 

Τιμῶντες οὐσιαστικῶς τή μνήμη του διά τῆς μιμήσεως αὐτοῦ, θά κατασταθοῦμε, κατά τόν Ἀπόστολον, «Ἐπιστολή Χριστοῦ», «γινωσκομένη καί ἀναγινωσκομένη ὑπό πάντων ἀνθρώπων»[8], χαροποιοῦντες καί τόν ἐν οὐρανοῖς ἀοίδιμον Πατέρα ἡμῶν, δυνάμενον  πλέον ἐκεῖθεν λέγειν «ἡ γάρ σφραγίς τῆς ἐμῆς ἀποστολῆς ὑμεῖς ἐστέ ἐν Κυρίῳ»[9]!

Γένοιτο!

 

 

 



[1] Πρός Κορινθίους Α΄, δ΄,15.

[2]  Δοξαστικό Ἑσπερινοῦ, ἐκ τῆς ἱ. Ἀκολουθίας Ἁγίου Ἀντωνίου τοῦ Μεγάλου

[3]  Α΄ Τιμόθεον, 4, 12

[4] Πρός Κορινθίους Α΄, δ΄, 16.

[5]  Ἐκ τοῦ Προλόγου του εἰς τό ὑπ’ αὐτοῦ ἐκδοθέν βιβλίον «Ἐλέησόν με ὁ Θεός», Ἀθῆναι 1998, σελ. 11-12.

[6]  Ἐκ τοῦ προσωπικοῦ ἡμερολογίου του.


[7] Ἀποσπάσματα ἐκ τοῦ Μηνύματός του «Ἐπί τῆ Κυριακῆ τῆς Ὀρθοδοξίας», τοῦ ἔτους 1998.

[8]  Πρβλ Β΄ Κορ. γ΄ 2-3. 

[9]  Α΄ Κορ. θ΄ 2.  













Δεν υπάρχουν σχόλια: