Ο π. Ιωήλ Γιαννακόπουλος υπέρμαχος των Διαχριστιανικών
διαλόγων
του Ιωάννου Π. Μπουγά, Θεολόγου,
Διδάκτορος Νεωτέρας Ελληνικής Ιστορίας
Αφού
οι όποιες ιδεοληπτικές αντιδράσεις για την συνάντηση του Πατριάρχου
Βαρθολομαίου και του Πάπα Φραγκίσκου ατονούν, καιρός εστί με νηφαλιότητα να
ακουστεί και η άποψη του γνωστού τοις πάσιν στην Ελλάδα και σε όλο τον κόσμο,
του πατρός Ιωήλ Γιαννακοπούλου, ο οποίος με την θεολογική γνώση αλλά και την
ασκητική εμπειρία που τον διέκρινε, τονίζει την αναγκαιότητα του διαλόγου
μεταξύ όλων των Χριστιανικών Εκκλησιών και βεβαίως μεταξύ των αδελφών Εκκλησιών
Ρώμης και Κωνσταντινουπόλεως.
Ο
Αρχιμανδρίτης Ιωήλ Γιαννακόπουλος είναι μία από τις μεγαλύτερες προσωπικότητες
του περασμένου αιώνα στον χώρο της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Ζει στα μέσα του
περασμένου αιώνα στην Καλαμάτα όπου μεταμορφώνει την πνευματική ζωή της πόλης
με κατεύθυνση προς την χριστιανική πίστη. Πολυγραφότατος συγγραφεύς πολλών
απολογητικών μελετών αλλά και πρώτος μεταφραστής και σχολιαστής της Παλαιάς
Διαθήκης στην Ελλάδα, έργο για το οποίο τιμήθηκε και από την Ακαδημία Αθηνών.
Υπήρξε ο πνευματικός καθοδηγητής πολλών αγίων μορφών της Εκκλησίας όπως του
μακαριστού Μητροπολίτου Μελετίου Καλαμαρά, του Αρχιμανδρίτου Επιφανίου
Θεοδωροπούλου και πολλών άλλων. Ίδρυσε το Ησυχαστήριο του Προφήτου Ιωήλ στην
Καλαμάτα όπου σήμερα πολλές μοναχές, πνευματικά του παιδιά, συνεχίζουν να
τηρούν τις παρακαταθήκες του διάγοντας τον αγγελικό βίο.
Τα
κείμενα που ακολουθούν είναι από ανέκδοτα έγγραφα, τα οποία υπάρχουν στην Ιερά
Μονή του Προφήτου Ιωήλ Καλαμάτας και για την πρώτη τους δημοσίευση οφείλονται
ευχαριστίες στην Ηγουμένη Γερόντισσα Χριστονύμφη και σε όλες τις μοναχές.
Όταν
τον Δεκέμβριο του 1965 ο π. Ιωήλ βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών για το έργο
της ερμηνείας και σχολιασμού της Παλαιάς Διαθήκης ο Οικουμενικός Πατριάρχης
Αθηναγόρας αποστέλλει προς αυτόν στις 23-2-1966 συγχαρητήρια επιστολή γράφοντας
μεταξύ άλλων:
«…Και επί πάσιν ησθανόμεθα υμάς ως
πολύτιμον συνεργάτην εις την από ετών προσπάθειαν προσεγγίσεως των αδελφών
Εκκλησιών. Διο και καθιστώμεν την ημετέραν αγαπητή Οσιολογιότητα επί ταύτη τη
ευκαιρία μέτοχον και της καταπεμφθείσης παρά Θεού χαράς και ευλογίας τη 7η
Δεκεμβρίου λήξαντος έτους 1965, κατά την οποίαν εν ιδιαιτέροις επισήμοις και
ταυτοσήμοις εν τω καθ’ ημάς Π. Πατριαρχικώ Ναώ του Αγίου Γεωργίου εν Φαναρίω
και εν τω Ι. Ναώ του Αγίου Αποστόλου Πέτρου εν Ρώμη Ιεροτελεστίαις ήρθη από της
μνήμης και του μέσου της Εκκλησίας και εις λήθη παρεδόθη το θλιβερόν εκείνο
γεγονός του 1054 και νέα περίοδος ενεγκαινιάσθη εις τας σχέσεις Ανατολής και
Δύσεως, υπό την θέρμην και τον φωτισμόν της επελθούσης αγάπης του Χριστού. Νυν
πρόκειται ενώπιον ημών επί το πλέον ο Θεολογικός μετά της Αγγλικανικής
Εκκλησίας, της Παλαιοκαθολικής και των Ανατολικών Εκκλησιών, ήτοι Αρμενικής,
Κοπτικής, Αιθιοπικής, Ασσυριανής και του Μαλαμπάρ των Ινδιών Διάλογος, εις τον
οποίον κατερχόμεθα Πανορθοδόξως. Και τώρα πάντες, Εκκλησία, Ιερός Κλήρος και
ευσεβής Λαός ημών ας εργασθώμεν ομού, όπως επαναφέρωμεν τον Κύριον και Σωτήρα
ημών Ιησούν Χριστόν εν μέσω ημών, οπόθεν απουσιάζει και εξ αιτίας αυτής της
τρομεράς συμφοράς το μίσος κυριαρχεί μεταξύ των πλασμάτων του Θεού.
Και επί τούτοις βέβαιοι, ότι και
εν τοις εφεξής θα έχωμεν υμάς συνεργάτην προσφιλή και εκάστοτε θα μανθάνωμεν εξ
υμών απονέμομεν υμίν και τοις αγαπητοίς οικείοις υμών την Πατριαρχικήν υμών
ευχήν…».
Ο
πατήρ Ιωήλ απαντά στον Πατριάρχη Αθηναγόρα ως εξής:
«
Εν Καλάμαις τη 7η Ιουνίου 1966
Παναγιώτατε,
Υποβάλλω
τα σέβη μου και εξαιτούμαι τας ευχάς και ευλογίας Σας.
Έλαβον την υμετέραν ευχαριστήριον και συγχαρητήριον και πλήρη ευλογιών
επιστολήν επί τη βραβεύσει της ερμηνείας μου της Παλ. Διαθήκης υπό της
Ακαδημίας Αθηνών και ευχαριστώ θερμώς την αυθόρμητον ταύτην χαράν Σας.
Και εγώ, Παναγιώτατε, παρακολουθώ μετά θερμού ενδιαφέροντος τα μεγάλα βήματα
της αγάπης Σας προς τας άλλας Εκκλησίας Ανατολής και Δύσεως και ευλογώ τον
Κύριον.
Είναι γεγονός, ότι η ένωσις των Εκκλησιών δια την οποίαν πάντοτε ευχόμεθα εις
τα Ειρηνικά της λειτουργίας και υπέρ ης και ο ίδιος ο Κύριος προσευχήθη εις την
Αρχιερατικήν του προσευχήν (Ιωάν. 17,11) την προτεραίαν του θανάτου του, λόγω
των δογματικών μας διαφορών είναι πολύ μακράν. Εν τούτοις η αγάπη μας μετά
των άλλων Εκκλησιών πρέπει δια λόγους σκοπιμότητος και ουσίας να καλλιεργείται
μέσω διαλόγων και συναντήσεων εντατικώς.
Είναι κρίμα και στίγμα δια τον Χριστιανισμόν να μην δύνανται οι Αρχηγοί των
διαφόρων Εκκλησιών να συναντώνται και να συζητούν, καθ’ ην στιγμήν Αρχηγοί
Κρατών, οίτινες διίστανται οξύτατα μεταξύ των, να μπορούν να παρακάθηνται εις
κοινάς τραπέζας προς επίλυσιν των Διαφορών των. Ο κόσμος δεν θα σκανδαλισθή
αν μάθη ότι έχομεν και ημείς ωρισμένας διαφοράς αντιλήψεων μεταξύ μας. Θα
σκανδαλισθή, εάν δεν έχωμεν μεταξύ μας την αγάπην, ώστε να συναντώμεθα και να
συνομιλώμεν. Η ανάγκη λοιπόν των Διαλόγων μεταξύ των Εκκλησιών υποκρύπτει
ύψιστην σκοπιμότητα: Ευπροσωπούμεν ενώπιον των άλλων ανθρώπων, οι οποίοι δεν
διάκεινται ευμενώς προς τον Χριστιανισμόν .
Εκτός όμως της εξωτερικής ταύτης σκοπιμότητος των Διαλόγων υπάρχει και ουσία
δι’ ημάς τους ιδίους, όταν δια των Διαλόγων αυτών καλλιεργείται μεταξύ μας η
αγάπη, η εξής: Γνωρίζομεν, ότι όταν ο Κύριος εσταυρώθη οι μαθηταί και Απόστολοι
του έχασαν την πίστιν των προς Αυτόν. Έμεινεν όμως η αγάπη των προς τον
Διδάσκαλον των και μεταξύ των, διότι ήσαν συγκεντρωμένοι εις τον αυτόν χώρον. Ο
Κύριος αμείβων την αγάπην, την οποίαν είχον μεταξύ των, τους έδωσε και την
πίστιν εμφανισθείς προς αυτούς.
Διατί λοιπόν να αποκλείσωμεν νέαν ανάστασιν και εμφάνισιν του Κυρίου εις ημάς
που έχομεν χάσει μεταξύ μας την πίστιν, όταν μας ενώσει η Αγάπη του Ιησού και
συναντώμεθα εις κοινούς χώρους;
Εύχομαι
εις τον Πανάγαθον Κύριον να στεφανώση τας προσπαθείας Σας ταύτας υπό επιτυχίαν
προς δόξαν του Αγίου Ονόματός Του.
Ευπειθέστατον
της υμετέρας Παναγιότητος τέκνον
Αρχ.
Ιωήλ Γιαννακόπουλος»
Οι ξεκάθαροι λόγοι του πατρός Ιωήλ δεν
χρήζουν σχολιασμού αλλά μαζί του ας προσευχηθούμε να στεφανώσει ο Κύριος τις
προσπάθειες του Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου για την ενότητα των
Χριστιανικών Εκκλησιών και να πάψουμε να κρίνουμε και να κατακρίνουμε όλους
εκείνους που συμβάλλουν στην εδραίωση των Διαλόγων, εξυπηρετούντες με τον τρόπο
αυτό τις σκοπιμότητες και τις ιδεολογικές αγκυλώσεις φανατικών κύκλων και
παρεκκλησιαστικών ομάδων.
Σχόλιο
(τοῦ ἀντι-οἰκουμενιστοῦ κ. Παν. Σημάτη,):
1. Ὁ π. Ἰωὴλ Γιαννακόπουλος ἔζησε σὲ ἐποχὴ ποὺ ὁ Οἰκουμενισμὸς ἦταν στὰ σπάργανα, ὑπῆρχε δὲ ἔντονο τὸ πρόβλημα τῶν Παλαιοημερολογιτῶν. Ἀκόμα καὶ οἱ Παλαιοημερολογῖτες τότε, ὅπως ὁμολόγησαν πρόσφατα, ἀγνοοῦσαν τὴν Ἐγκύκλιο τοῦ 1920, γι’ αὐτὸ καὶ ἡ βάση τῆς ἀντιδράσεώς τους ἦταν τὸ πρῶτο βῆμα τοῦ Οἰκουμενισμοῦ (ὅπως τουλάχιστον ἰσχυρίζονται), δηλ. ἡ ἀλλαγὴ τοῦ Ἡμερολογίου.
Βέβαια ὑπῆρχαν ἔντονες ἀντιδράσεις, π.χ. γιὰ τὴν Ἄρση τῶν Ἀναθεμάτων καὶ τὴν συνάντηση Πάπα καὶ Πατριάρχη
Ἀθηναγόρα, ἀλλὰ τὰ πράγματα δὲν εἶχαν φτάσει στὸ σημεῖο ποὺ εἶναι σήμερα·
σήμερα ὁ Οἰκουμενισμὸς ἔχει ἀποκαλυφθεῖ πεντακάθαρα στὰ μάτια μας, μὲ φωτογραφίες, Βίντεο, μέσα ἀπὸ τὴν Τηλεόραση
καὶ τὸ Ἴντερνετ· ἔχουν
παρουσιαστεῖ λεπτομερῶς καὶ ἐγχρώμως ὅλες οἱ βλάσφημες καὶ βρωμερὲς Οἰκουμενιστικὲς ἐνέργειες τῶν Οἰκουμενιστῶν ἐνώπιόν μας «γυμνὲς καὶ τετραχηλισμένες»!
Νὰ θυμήσουμε, ἐπίσης, ὅτι τότε ἀκόμα δὲν εἶχαν ἐκδοθεῖ τὰ βιβλία τοῦ π. Ἰουστίνου Πόποβιτς περὶ Οἰκουμενισμοῦ.
Δὲν εἶχαν, ἐπίσης, ἐκδοθεῖ τὰ δύο βασικὰ ἔργα τοῦ π.
Σπυρίδωνος Μπιλάλη ποὺ ἀποκάλυπταν τὴν προσπάθεια τῶν Οἰκουμενιστῶν γιὰ Ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν ὑπὸ τὸν Πάπα, οὔτε ὅλα ἐκεῖνα τὰ ἄρθρα τοῦ π. Ἐπιφανίου Θεοδωροπούλου, οὔτε εἶχε προχωρήσει
τὸ Ἅγιον Ὄρος στὴν Διακοπὴ Μνημοσύνου τοῦ Πατριάρχη. Ὡς γνωστὸν ὁ π. Ἰωήλ ἐκοιμήθη τὸ 1966. Δὲν ἦσαν δὲ λίγοι ἐκεῖνο τὸν καιρό, ποὺ ἔτρεφαν φροῦδες ἐλπίδες καὶ εὐελπιστοῦσαν ὅτι οἱ Διάλογοι ἦταν δυνατὸν νὰ ὁδηγήσουν σὲ κάποιο θετικὸ ἀποτέλεσμα.
2. Προσωπικά, καὶ βέβαια κρίνοντας ἐκ τῶν ὑστέρων, δὲν ἀποκλείω τὸ γεγονὸς νὰ ἔγραψε τὴν ἐπιστολὴ αὐτὴ πρὸς τὸν Πατριάρχη Ἀθηναγόρα, ἐπηρεασμένος καὶ ἀπὸ τὴν βράβευσή του καὶ τὸν ἔπαινο τοῦ Πατριάρχη, και νὰ ἀπάντησε μέσα στὰ πλαίσια τῆς εὐγενείας, καθόσον μάλιστα τότε τὰ πράγματα τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ τῶν Διαλόγων δὲν εἶχαν λάβει τὶς σημερινὲς προεκτάσεις.
Παρόλα αὐτά, δὲν δείχνουν οἱ Ἐπιστολὲς ὅτι ὁ π. Ἰωὴλ ἐνέκρινε τὴν Οἰκουμενιστικὴ Πολιτική, ὅπως ἔχει καταντήσει σήμερα, ἐφ’ ὅσον (ὅπως ἀνεφέρθη) δὲν εἶχε ἀποκαλυφθεῖ ἡ ἀπάτη τῶν Διαλόγων καὶ δὲν εἶχε καταγγελθεῖ ἀκόμα καὶ ἀπὸ πρώην θιασῶτες των, ὅπως τοῦ Ἀρχιεπισκόπου
Αὐστραλίας
Στυλιανοῦ. Ἄρα, ὁ τίτλος τῆς ἀναρτήσεως τοῦ κ. Μπουγά, ὡς ἑτεροχρονισμένος, εἶναι παραπλανητικὸς καὶ σκόπιμος: Νὰ παρουσιάσει τὸν π. Ἰωὴλ σύμμαχο τοῦ κ. Βαρθολομαίου στὴν πορεία του πρὸς τὴν Πανθρησκεία καὶ τὸν Ἀντίχριστο!
3. Ὅποιο συμπέρασμα, ὅμως, κι ἂν βγαίνει ἀπὸ τὴν ἐπιστολὴ αὐτή, μία εἶναι ἡ ἀλήθεια.
Ἡ Ἐκκλησία δὲν πορεύεται στηριζoμένη στὴν γνώμη κάποιου σεβαστοῦ Γέροντος ἢ καὶ κάποιου Ἁγίου (ὅπως π.χ. τοῦ Ἁγίου Αὐγουστίνου, τοῦ Ἁγίου Πορφυρίου, τοῦ Γέροντος Ἐπιφανίου, τοῦ Γέροντος Παϊσίου, τοῦ Γέροντος Ἐφραίμ, «κἂν ἀξιόπιστος ᾖ, κἂν νηστεύῃ, κἂν παρθενεύῃ, κἂν σημεῖα ποιῇ, κἂν προφητεύει,»), ἂν ἡ γνώμη του διαφέρει τῶν ἄλλων Ἁγίων, ἀλλὰ στηρίζεται στὴν Συμφωνία
τῶν Πατέρων (consensus Ρatrum)
καὶ στὶς γνῶμες τῶν συγχρόνων Ἁγίων καὶ Γερόντων ποὺ συμφωνοῦν μὲ τοὺς Ἁγίους Πατέρες.
Καὶ οἱ Απόστολοι,
καὶ οἱ Ἅγιοι Πατέρες χωρὶς νὰ ἀποκλείουν τὴν συνάντηση καὶ τὴ συζήτηση μὲ τοὺς αἱρετικοὺς πρὸς πληροφόρησή τους καὶ "πρὸς
νουθεσίαν" τους, θέτουν ὅμως καὶ ὅρους:
Συζήτηση ναί, ἀλλὰ ὅταν ὑπάρχου
καλοπροαίρετοι ὁμιλητές, κι ὄχι ὅταν «μυρίζει ἀπὸ μακριὰ» ἡ δολιότητα καὶ ἡ ἐπὶ τὰ χείρω πορεία τῶν συνομιλητῶν.
Τὰ σχετικὰ κείμενα τῶν Ἁγίων Πατέρων εἶναι πολλά. Ἀναφέρω δύο. Τὸ ἕνα τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «Αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ πρώτην καὶ Δευτέρα νουθεσία παραιτοῦ» (Ἐλπίζω νὰ μὴ ὑποστηρίξει ὁ κ. Μπουγὰς ὅτι ὁ Πατριάρχης -ἢ καὶ ὁ ἴδιος- εἶναι ἀνώτεροι ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο, ἢ ὅτι σήμερα δὲν ἰσχύει ἡ Ἐντολή του).
Θὰ ἀρκεστῶ καὶ σὲ ἄλλο ἕνα παράδειγμα, ἀπὸ τὸ βιβλίο «Ἡ Πατερικὴ Στάση στοὺς Θεολογικοὺς Δαλόγους»:
...Διηγεῖται ὁ Μ. Ἀθανάσιος: σ’ ἕνα Διάλογο μεταξὺ αἱρετιζόντων Ἐπισκόπων καὶ Ὀρθοδόξων, ἐνῶ ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι Ἐπίσκοποι διελέγοντο μὲ βάση τὴν Γραφή, οἱ αἱρετίζοντες παρουσίασαν ἕνα Ἔγγραφο ποὺ περιεῖχε τὴν Ὁμολογία τῆς ἀληθοφανοῦς
Πίστεώς τους καὶ προσπαθοῦσαν νὰ ἐπιβάλλουν τὶς ἀπόψεις τους, ζητώντας, ὅσα τὸ Ἔγγραφο περιελάμβανε, νὰ ἀποτελέσουν τὴν βάση
Πίστεως γιὰ ὅλους· μάλιστα, ἀπαιτοῦσαν νὰ μὴ ζητηθεῖ τίποτε παραπάνω ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς, τοὺς ὁποίους ὑποστήριζαν, οὔτε νὰ ἐξετάζουν οἱ Πατέρες, ὅσες καμουφλαρισμένες αἱρετικὲς δοξασίες εἶχαν διατυπωθεῖ στὸ Ἔγγραφο. (Δὲν μοιάζουν
πολὺ αὐτὰ μὲ τὶς σύγχρονες καταστάσεις;).
Ὅταν διαβάστηκε τὸ Ἔγγραφο, οἱ Πατέρες ἀμέσως διέκριναν τὰ αἱρετικά τους φρονήματα (τὰ ὁποῖα μὲ ἀπάτη προσπαθοῦσαν νὰ ἐπιβάλλουν) καὶ τοὺς ἐζήτησαν νὰ ἀναθεματίσουν τὴν αἵρεση τοῦ Ἀρείου. Φυσικὰ αὐτοὶ τὸ ἀρνήθηκαν. Καὶ τότε οἱ Ὀρθόδοξοι Ἐπίσκοποι ἐθαύμασαν γιὰ τὸ μέγεθος τῆς δολιότητος
καὶ πανουργίας
τους καὶ εἶπαν:
Ἐμεῖς δὲν ἤρθαμε ἐδῶ γιὰ νὰ ἀνακαλύψουμε τὴν ἀλήθεια τῆς πίστεως, αὐτὴν τὴν ἔχουμε, ἀλλὰ ἤρθαμε γιὰ νὰ συνετίσουμε τοὺς αἱρετικοὺς ποὺ ἀντιλέγουν
στὴν παραδοθεῖσα ἀληθινὴ πίστη: «ἡμεῖς οὐ δεόμενοι πίστεως συνήλθομεν (ἔχομεν γὰρ ἐν ἑαυτοῖς ὑγιαίνουσαν τὴν πίστιν), ἀλλ' ἵνα τοὺς ἀντιλέγοντας τῇ ἀληθείᾳ καὶ καινοτομεῖν ἐπιχειροῦντας ἐντρέψωμεν».
Ἂν τώρα ἐσεῖς, γράψατε αὐτὰ τὰ δυσσεβῆ, ποὺ φανερώνουν ὅτι δὲν ἔχετε ὀρθὴ πίστη, καὶ μοιάζετε σὰν κάποιους ποὺ μόλις ἄρχισαν νὰ πιστεύουν, δὲν μπορεῖτε νὰ λογίζεσθε ὡς ἱερεῖς, ἀλλ’ ἔχετε ἀνάγκη νὰ κατηχηθῆτε ἀπ’ τὴν ἀρχή: «εἰ μὲν οὖν ὑμεῖς ὡς νῦν ἀρχόμενοι πιστεύειν ἐγράψατε ταῦτα, οὔπω ἐστὲ κληρικοὶ ἀρχὴν ἔχοντες τοῦ κατηχεῖσθαι». Καὶ κατέληξαν: Μόνο ἂν ἀποδεχθῆτε τὴν παραδεδομένη πίστη ποὺ ἐμεῖς ἐδῶ πιστὰ ἐκφράζουμε, μπορεῖ νὰ ὑπάρξει μεταξύ μας ὁμοφροσύνη. Ἐπειδὴ δὲ αὐτοί, ὡς ἀμαθεῖς καὶ δόλιοι, ἐπέμεναν στὶς θέσεις, οἱ Πατέρες τοὺς κατεδίκασαν «ὡς μὴ ὄντας ἀληθῶς Χριστιανούς» (Μ. Ἀθανασίου, Ἐπιστολὴ περὶ τῶν γενομένων ἐν τῇ Ἀριμίνῳ τῆς Ἰταλίας καὶ ἐν Σελευκείᾳ τῆς Ἰσαυρίας συνόδων).
Σημάτης Παναγιώτης
(Ἀκολουθεῖ σύντομο σχόλιο τοῦ διαχειριστοῦ τοῦ παρόντος ἱστολογίου ἐπί τῶν ἀνωτέρω)
(Ἀκολουθεῖ σύντομο σχόλιο τοῦ διαχειριστοῦ τοῦ παρόντος ἱστολογίου ἐπί τῶν ἀνωτέρω)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου